Οι ‘ενοχικοί Δεξιοί’

images24grammata.com-άποψη

 Οι ‘ενοχικοί Δεξιοί’

γράφει ο  Νάσος Κατσώχης.

Διαβάστε όλη την αρθρογραφία του Νάσου Κατσώχη στο 24grammata.com κλικ εδώ
 Οι ‘ενοχικοί Δεξιοί’

Στον χώρο της ελληνικής πολιτικής ιδεολογίας υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων τους οποίους προσωπικά παρατηρώ με ενδιαφέρον και θα χαρακτήριζα ως ‘ενοχικούς Δεξιούς’.  Και με τον εν λόγω όρο εννοώ ανθρώπους που, ενώ μεγάλωσαν και ανατράφηκαν σε ένα δεξιό κατ’ ουσίαν ή εν γένει αστικό περιβάλλον, ενώ ακολούθησαν στο παρελθόν τις ποικίλες εκδοχές της Δεξιάς, στις μέρες μας επιχειρούν να αποτινάσσουν τον χαρακτηρισμό τους ως δεξιών, όχι τόσο ενστερνιζόμενοι τις θέσεις αριστερών κομμάτων, αλλά κυρίως  ακολουθώντας πολιτικές επιλογές που αιωρούνται μεταξύ συστημικών (αναπαραγωγικών) θέσεων και αριστερόστροφης ή -άλλοτε- φιλελεύθερης- κατεύθυνσης, η οποία όμως δεν πείθει ότι είναι αληθινή σ΄αυτούς. Το θέμα όμως είναι πως μέσα από τις αντιθέσεις που ανέφερα παράγεται -κατά την προσωπική μου γνώμη- ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ψυχαναλυτικό αντιθετικό σχήμα, το οποίο και εξηγεί -και δεν καθιστά τελικά περίεργη- τη φαινομενικά νεφελώδη συμπεριφορά τους.

Ας γίνω όμως πιο συγκεκριμένος: τα εμφυλιακά τραύματα της Αριστεράς, οι διώξεις και η ποινικοποίηση του φρονήματος,  καθώς και οι πολιτικές και πολιτειακές εκτροπές  μέσα στη δεκαετία του ’60, που παραγκώνισαν εντελώς από τα πράγματα τους Αριστερούς, συνιστούσαν από τότε ένα  μεγάλο τραύμα για τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, που έπρεπε να επουλωθεί με κάθε τρόπο. Η Αριστερά όφειλε να πάρει την εκδίκησή της -σε πραγματικό ή συμβολικό επίπεδο-. Και έτσι, μέσα σε βάθος χρόνου στη Μεταπολίτευση κυριάρχησε, εν είδει στερεοτύπου μάλιστα,  η έννοια της ”καλής Αριστεράς”, σε αντιπαράθεση με την ”επάρατη Δεξιά” (σε μια αντιθετική σχέση που εν μέρει επαληθευόταν από τα γεγονότα και την Ιστορία, αλλά που ως απότοκη των τραυμάτων της Αριστεράς διαλαλήθηκε σε υψηλότατους τόνους, μεγεθύνθηκε και έτεινε στην υπερβολή). 

Η Αριστερά, κακά τα ψέματα, έγινε ένα είδος πολιτικού ”υπερεγώ” για πολλούς, που είτε αποτάσσονταν ως ο διάολος το λιβάνι τη Δεξιά, είτε εναγκαλίζονταν οτιδήποτε αριστερόστροφο, προκειμένου να αποφύγουν τον στιγματισμό τους ως συντηρητικών και ως ‘politically incorrect’. Και καλώς, κάποιοι το έκαναν από  αληθινή προσωπική ιδεολογία και επιλογή. Υπήρχαν κι άλλοι όμως που, ενώ κατά βάση ανατράφηκαν σε Δεξιό περιβάλλον, και ενώ είναι φορείς μιας αστικής ή συστημικής ιδεολογίας, την οποία επικυρώνει ο εν γένει τρόπος ζωής, οι καθημερινές συνήθειές τους και η υποβόσκουσα ιδεολογία τους, βασανίζονταν από ένα δίλημμα: έπρεπε, με ψυχαναλυτικούς όρους, να ”φονεύσουν” μέσα τους το ”ημαρτημένο” δεξιό παρελθόν τους (καθώς τους πίεζε για τούτο το ”αριστερό – συλλογικό υπερεγώ” της Μεταπολίτευσης), αλλά από την άλλη ήταν εγκαθιδρυμένες μέσα τους βιωματικά οι αντιλήψεις και οι κοσμοθεωρίες της αντίθετης πλευράς (μέσα από το βιωματικό τώρα ”δεξιό υπερεγώ” τους): τόσο, ώστε δεν μπορούσαν να το κάνουν καθ’ ολοκληρία. Και γι αυτό, όταν επιχειρούσαν να το κάνουν, δεν έπειθαν ότι το θέλουν. Δεν πείθουν δηλαδή ως αριστεροί ή έστω ως αριστερίζοντες.

Για να γίνω πιο συγκεκριμένος όμως, τέτοιους πολίτες μπορεί να συναντήσει κανείς σε κάποιους κεντροαριστερούς (κατ’ όνομα ή κατ’ επίφαση) σχηματισμούς. Γι’ αυτό και μπορεί να εντοπίσει κανείς στην πολιτική τους θεωρία, ιδεολογία αλλά και πρακτική, αντιφάσεις και ασάφειες: ταλαντεύσεις ανάμεσα σε πατριωτισμό και διεθνισμό. Μεταρρυθμιστικές αλλά και συστημικές θέσεις. Φιλελεύθερες, αλλά και ”φασίζουσες” θέσεις που (οι δεύτερες) υποβόσκουν στην επιχειρηματολογία ή στα στερεότυπα -σεξιστικά και άλλα- του λόγου τους. Αλλά και τρόπο ζωής που αιωρείται ανάμεσα στο μαζικό/συλλογικό (ενίοτε μάλιστα και πολυτελές) και στο εναλλακτικό (αλλά πάντα αστικό και μάλιστα πάλι πολυτελές ενίοτε), παράγοντας τελικά μια συγκρουσιακή και ασαφή σημειολογία.

 Εσχάτως, έχω την αίσθηση (αλλά και βάσιμες υποψίες) πως ειδικά στο ‘Ποτάμι’ του κ. Θεοδωράκη έχουν ενταχθεί όχι λίγοι τέτοιοι: ”ενοχικοί Δεξιοί” (που πάντα θα ”βασανίζονται” από την αντιθετική ψυχαναλυτική σχέση που ανέφερα: για να το πω πιο σχηματικά, το δεξιό οικογενειακό ή βιωματικό ”υπερεγώ” τους εναντίον του αριστερού/αριστερίζοντος συλλογικού ”υπερεγώ” που επιβλήθηκε και κυριάρχησε μέσα από μεταπολιτευτικά στερεότυπα ή υπερβολές. 

Το παρόν άρθρο δεν συνιστά  μομφή για την εν λόγω μερίδα πολιτών -η οποία μερίδα κατά την αντίληψή μου υφίσταται ως τέτοια-, αλλά περισσότερο  καταγραφή μιας ενδιαφέρουσας ψυχαναλυτικής αντίθεσης στον χώρο της Πολιτικής.