γράφει ο Απόστολος Θηβαίος
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης Φιντέλ Κάστρο, παραδέχθηκε πως ο ίδιος ευθύνεται στο ακέραιο για το κλίμα ομοφοβίας, το οποίο επικράτησε για δεκαετίες στο «νησί της Επανάστασης.» Με μία αφοπλιστική ειλικρίνεια, συνέπεια ίσως μιας φυσικά, επερχόμενης αυτοκριτικής, λόγω του προχωρημένου γήρατος ο Κάστρο μοιάζει έτοιμος να παραμερίσει, ώστε η Κούβα των «γιανκ τανκ» και του ακραίου «κοινωνικού αυτισμού» να περάσει σε μια νέα εποχή. Σε μια εποχή αλλαγών, όπου θα μπορεί πια με σύνεση και σοφία από τη γνώση των ιστορικών λαθών, να δρέψει τους καρπούς μιας περισσότερο σοσιαλιστικής θεώρησης, περισσότερο ανθρωποκεντρικής, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος φαίνεται πως τίθεται και πάλι στο κέντρο των ιστορικών αλλαγών, έχοντας πια σοβαρές πιθανότητες να λάβει τη δέουσα προσοχή, αυτή που του στέρησαν οι πρακτικές εγκαθίδρυσης των καθεστώτων και χειραφέτησης του πνεύματος.
Η Κούβα είναι ένας τόπος λαϊκός. Συνιστά δηλαδή, έναν τόπο, όπου το παραδοσιακό στοιχείο κυριαρχεί. Ίσως η πολυετής απομόνωση ώθησε την κοινωνία της να ακολουθήσει μια πορεία προς τα εσωτερικά, δομικά στοιχεία της κουλτούρας της, να στρέψει, καλύτερα, τις αντένες της προς τις ενδότερες πηγές της προέλευσης και της καταγωγής της. Οι συνέπειες μια τέτοιας κατευθυντήριας γραμμής, θα μπορούσαμε να πούμε, πως εκ του αποτελέσματος κρίνονται καταστροφικές για τη διεθνή θέση της χώρας. Παράλληλα, όμως, η αποφυγή ενός «δυτικοποιημένου» τρόπου ζωής, προστάτευσε τις απόμακρες, πια αρχές της επανάστασης, διατήρησε το ειδικό τους βάρος, ενώ την ίδια στιγμή ενίσχυσε τον άνθρωπο να γνωρίσει και να εμπεδώσει σε μεγαλύτερο βαθμό τα ιδιαίτερα, εθνολογικά του στοιχεία. Με γνώμονα την εδραίωση της επανάστασης και την προφύλαξή της από τις έξωθεν απειλές, ο Κάστρο και τα στελέχη του φρόντισαν με κάθε τρόπο να τονίσουν το κουβανικό στοιχείο, καταπνίγοντας ταυτόχρονα τις όποιες ξενόφερτες επιδράσεις. Η σοσιαλιστική θεώρηση των πραγμάτων απαιτούσε μια τεχνοκρατική, κεντροποιημένη πολιτική, με έμφαση στον ειδικό ψυχισμό του τόπου και των ανθρώπων του. Ο Κάστρο γνώριζε καλά πως όσοι επρόκειτο να παραμείνουν τελικά στην Κούβα, θα έπρεπε να συνιστούν ομάδες, ικανές να προστατεύσουν τόσο εκείνα, τα οποία ευαγγελιζόταν η επανάσταση, όσο και εκείνα τα σχέδια και τις μεταρρυθμιστικές κινήσεις, οι οποίες κρίνονταν απαραίτητες, ώστε να αποφευχθεί ένας πιθανός κλονισμός του καθεστώτος ή ακόμα και η αποκαθήλωσή του από τις επεμβάσεις, όχι μόνο συμμάχων του ανατολικού μπλοκ,αλλά και δυτικών δυνάμεων, οι οποίες δεν αντιμετώπιζαν θετικά την πολιτική έκβαση στην Κούβα. Οι προθέσεις λοιπόν υπήρξαν και ήταν ορθές.
Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, αλλά και μιας εκτόνωσης του αρνητικού κλίματος, το οποίο διαμορφωνόταν στις Η.Π.Α., αναφορικά με τις πρωτοβουλίες του Κάστρο, ο τελευταίος αποφασίζει, σε μια κίνηση καλής θέλησης αλλά και προσχηματικής εξώθησης στη εξορία, την απέλαση όσων δεν αποδέχονταν τα νέα ήθη και έθιμα της εδραιωμένης πια, εξουσίας. Τον Απρίλιο του 1980 μερικές χιλιάδες Κουβανών αυτομολούν στην πρεσβεία του Περού, ζητώντας πολτικό άσυλο, ενώ τον ίδιο μήνα πάνω από 125.000 Κουβανοί αποφασίζουν, κατόπιν παραχώρησης του Κάστρο να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, καθώς δεν διέθεταν ισχυρή βούληση ώστε να διαφυλαχτούν τα συμφέροντα της ανερχόμενης, κρατικής εξουσίας. Με προορισμό το Μαϊάμι οι Κουβανοί εγκατέλειψαν απρόθυμα το νησί τους, φορτωμένοι από το λιμάνι του Μαριέλ σε πλοιάρια και βάρκες. Διανοούμενοι, άνθρωποι της τέχνης, συγγραφείς, αντιφρονούντες, νέοι με όνειρα και φιλοδοξίες, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να πραγματωθούν σε ένα καθεστωτικό περιβάλλον αποτελούν μερικές μόνο από τις ομάδες του κοινωνικού ιστού, οι οποίες συνωστίζονται τώρα στις πλούσιες ακτές της αμερικανικής πολιτείας, διεκδικώντας εκείνο που καμιά επανάσταση δεν προσέφερε. Αυτοδιάθεση.
Μες σε αυτές τις μάζες των αντιφρονούντων, σημαντικό ποσοστό αποτέλεσαν οι ομοφυλόφιλοι, ή όσοι διατηρούσαν μια κάποια εναλλακτική προσέγγιση απέναντι στην καθώς πρέπει σεξουαλικότητα της νεάς τάξης των πραγμάτων. Σε αυτούς στηρίχθηκε η σεξουαλική επανάσταση, η οποία λάμβανε χώρα, παράλληλα με την πολιτική. Όμως οι αρχές του Κάστρο διατηρούσαν μια κάποια επιφύλαξη όσον αφορά την ανοχή του σοσιαλισμού απέναντι σε τέτοιες, ευαίσθητες, κοινωνικές ομάδες. Οι ομοφυλόφιλοι γρήγορα μεταβλήθησαν σε ένα σοβαρό πρόβλημα, καίριας σημασίας, το οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί ριζικά, δίχως κανένα βαθμό επιείκειας. Τα παραδείγματα της Κίνας και της Βουλγαρίας, οι πρακτικές ενάντια σε κοινωνικές μειονότητες και η τελική περιθωριοποίησή τους συνέστησε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναπτυχθεί ολόκληρη η σκληρότητα και η ωμότητα των κουβανικών, επαναστατικών αρχών. Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα είναι εκείνος που θα επινοήσει τα πρώτα, ειδικά στρατόπεδα συγκέντρωσης για όσους δεν εναρμονίζονται με τα χρηστά ήθη και τις ορθοδοξίες των καιρών. Οι μαρτυρίες από ανθρώπους, οι οποίοι βίωσαν τις απάνθρωπες συνθήκες των ειδικών, αυτών φυλακών αποκαλύπτουν το μέγεθος της φρίκης. Η πτέρυγα «Kilo 7», τα ασφυκτικά κελιά του ενός μέτρου, τα άλλα όπου στοιβάζονταν δεκάδες κρατούμενοι, καλλιτέχνες, συγγραφείς, ποιητές, συνιστούν τις μεθόδους κοινωνικής αναμόρφωσης, έτσι όπως τις εμπνεύστηκε ο Γκεβάρα και τις εφάρμοσε στο ακέραιο το καθεστώς της Αβάνας. Ο συγγραφέας Ρεϊνάλντο Αρένας, ένας από εκείνους που αυτομόλησαν αναχωρώντας από το λιμάνι του Μαριέλ για τη χώρα της ελευθερίας, φρόντισε να καταγράψει τις μαρτυρίες αυτές, αλλά και να ενημερώσει ταυτόχρονα την κοινή γνώμη για τις άθλιες συνθήκες μιας επανάστασης, «που φυσικά δεν έγινε για όλους», όπως γράφει ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό του έργο «Before Night Falls.»
Μότο, όπως «η εργασία θα σας κάνει άντρες» ή διακηρρύξεις, σύμφωνα με τις οποίες ο λανθάνων ερωτισμός συνιστούσε ένα υποπροϊόν του καπιταλισμού και έπρεπε για τούτο να παταχθεί, αποτελούν μερικές από τις προσεγγίσεις, τις οποίες χρησιμοποίησαν οι αρχές για να πείσουν, ως προς το δίκαιο των πράξεών τους. Η πρακτική του Γκεβάρα και όσων συναινεσαν στην εφαρμογή των ιδεών του, συνεχίστηκε σε ακόμα πιο ακραίες μορφές, όπως οι φάλαγγες εξόντωσης των ομοφυλοφίλων, οι περιβόητες «Umap», των οποίων η δράση υπερβαίνει μαρτυρίες, ντοκουμέντα και περιθωριοποιήσεις. Όλα όργανα της επανάστασης, μέσα για την επικράτηση μιας πολιτικής, δήθεν βαθιά ανθρωποκεντρικής και τελικά καταστροφικής για τα άτομα και τα σύνολα.
Πολλοί πιστεύουν και όχι άδικα πως μια κοινωνία διαθέτει τον επαρκούμενο χώρο για την επιβίωση όλων των τάσεων, για την επικράτηση όλων των ρευμάτων. Η ύπαρξη των περιθωρίων συνιστά μια καταστροφική πρακτική, μια πραγματικότητα, η οποία μπορεί πολύ εύγλωττα να αποκαλύψει τη ραγδαία αποτυχία συλλογικών και ολοκληρωτικών, πολιτικών πρακτικών. Μια επανάσταση, η οποία βασίζεται στον άνθρωπο και στρέφεται θεραπευτικά απέναντι στις ανάγκες, τις απαιτήσεις, τις αγωνίες του πρώτα από κάθε τι, αρνείται να συμβιβαστεί με το περιθώριο, αρνείται κατηγορηματικά να αποδεχτεί την επίδραση και την ύπαρξή του, συγκεντρώνει όλα τα «παιδιά» της και τάζει σαν τη μάνα τις υποσχέσεις και καταβάλει κάθε προσπάθεια να τις πραγματώσει. Ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να ήταν, οι επαναστάσεις να στέκουν σαν μητέρες πάνω από τους λαούς. Να διορθώνουν, αντί να πληγώνουν, να απαλύνουν αντί να δαυλίζουν τις αντιθέσεις, να σέβονται τις τελευταίες αντί να τις κυνηγούν και να τις χτυπούν με τη βαναυσότητα μιας δικτατορίας. Οι επαναστάσεις συνιστούν λοιπόν, τις πιο τραγικές διαψεύσεις της ανθρώπινης ελπίδας. Η συλλογικότητα δεν υφίσταται, το περιθώριο είναι μια αναγκαιότητα, η πολιτική δεν αποτελεί πάρα ένα ανταγωνισμό συμφερόντων με το πρόσχημα ενός αγώνα αρχών, θαρρείς πως οι επαναστάσεις συμβαίνουν για να εμπεδώνει ο άνθρωπος που δοκιμάζεται τη γεύση της επαναλαμβανόμενης αποτυχίας.
Έτσι και στην Κούβα του Κάστρο. Ο άνθρωπος που επιβεβαιώνει την ιστορική του φήμη, οι αλλαγές που πάντα συμβαίνουν για λίγους και οδηγούν περισσότερους στην απόγνωση και εξαργυρώνονται σκληρά, με μίσος παιδικό, αφελές, όλες οι απαιτήσεις και τα εκδικητικά ένστικτα εκείνων που έχαναν και τώρα επικρατούν και τούτος ο κύκλος δεν κλείνει ποτέ και μετρά μια αρχαία ακτίνα. Σε μια χώρα με ιστορία στην αντίσταση, με ανθρώπους, οι οποίοι πάσχισαν για την ανεξαρτησία, η παραδοχή του Κάστρο δεν συνιστά παρά μια αστεία δικαιολογία. Εϊτε πρόκειται για ζήτημα αισθητικής, είτε πάλι η προσέγγιση της ομοφοβίας αποτελεί μια πολιτική ενόραση για ένα πιο βέβαιο μέλλον, είναι σίγουρα, πέρα από κάθε αμφιβολία, μια εφαρμόσιμη μορφή φόβου. Η επανάσταση στην Κούβα στηρίχθηκε στο φόβο των κρατούντων, απέναντι στο πιο φυσικό σύμμαχό τους, το λαό. Αν δεν κατέρρευσε είναι ίσως γιατί διατήρησε την εσωστρέφειά της, ίσως πάλι γιατί δεν ενέδωσε στις σειρήνες της τεχνολογίας. Σε κάθε όμως περίπτωση έχει στήσει τον ίσκιο της επάνω στις σωρούς των πεφορτισμένων, των κοπιούντων και μια αλλαγή, κατορθωμένη με αίμα αθώο, δοσμένο στις θεωρίες, μια αλλαγή συντελεσμένη με πρακτικές αποτρόπαιες, που φέρνουν στο νου στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν μας πάει κοντύτερα στο στόχο για μια αληθινά, σοσιαλιστική πραγματικότητα. Αντίθετα κλονίζει ανεπανόρθωτα τις ελπίδες μας και ενισχύει σημαντικά παράλληλες, λανθάνουσες συμπεριφορές, σαπρόφυτα που γνωρίζουν να ανθίζουν εκεί που ξοδεύτηκα βρώμικο αίμα.
Η ανάμειξη του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στην εφαρμογή των πρακτικών του καθεστώτος, ο πρωταγωνιστικός ρόλος του βιομηχανοποιημένου, πια επαναστάτη στην εφαρμογή απάνθρωπων πρακτικών, αποτελεί μια εγγύηση για τη στόχευση των αλλαγών, μια επιβεβαίωση για την επιδίωξη του Κάστρο και της επανάστασής του, μια διαρκή διάψευση για όσους αυτοαποκαλούνται φορείς της τομής. Τελικά, τίποτα δεν ευτελίζεται τυχαία, σε εμπορεύματα μετατρέπονται μονάχα όσοι δεν αξίζουν να μνημονεύονται για λόγους άλλους, σπουδαίους. Και άλλωστε, αν κάποιος δεν αντέχει τον έρωτα, σε όλες τις εκφάνσεις του, σε όλες τις μορφές, στις πιο ακραίες εκδοχές του, όποιος δεν πιστεύει στην επανάσταση που συντελείται μεταξύ δύο σωμάτων, τότε δικαίως και δεν μπορεί να επιφέρει καμιά αλλαγή. Πρωτίστως πολιτική.