24grammata.com/ αφιέρωμα στον Τάσο Λειβαδίτη κλικ εδώ
24grammata.com/ ιστορία της Λογοτεχνίας
γράφει ο Απόστολος Θηβαίος
Ο Απόστολος Μπενάτσης, στην «Ποιητική Μυθολογία του Τάσου Λειβαδίτη», παραθέτει την επισήμανση του κριτικού Αλεξ. Αργυρίου. Ο τελευταίος, με αφορμή τις ασφυκτικές διαστάσεις της σύγχρονης πολιτείας, μες στην οποία κινούνται οι ποιητές της γενιάς του Λειβαδίτη, σημειώνει την προοπτική του αστικού τοπίου, τη σύγχρονη πολιτεία, μια χώρα όχι κοιταγμένη ως έρημη, αλλά ως τόπος πυκνά κατοικημένος από ανθρώπους οι οποίοι περιπλανώνται και πλανώνται.» Δεν θα μπορούσε κανείς με τρόπο πιο εύστοχο να τονίσει το περιβάλλον μες στο οποίο κορυφώνεται και ολοκληρώνεται η ποιητική διαδρομή του Τάσου Λειβαδίτη. Η συνείδηση της πλάνης, η ματαιόδοξη πορεία προς τις χιμαιρικές νήσους τόσο της ατομικής, όσο και της συλλογικής ευτυχίας συνιστά το βασικό συστατικό, τον κεντρικό παλμό της ποιητικής του Λειβαδίτη. Ο δημιουργός, έπειτα από την πολιτική και κοινωνική αφοσίωση, την οποία με τόσο ζήλο επιδίωξε, διαφεύγει από τις εξειδικεύσεις της πολυμορφικής, ανθρώπινης ύπαρξης και σταθμίζει το βλέμμα του στον πυρήνα της τον ίδιο. Μες σε μια τέτοια ευρύτητα, παρά τα φαινομενικά αδιέξοδα, ο ποιητής λυπάται για τις διαψεύσεις του παρελθόντος καιρού, στρέφει την οπτική του προς τους κοινούς, «ενδότερους» χώρους και τελικά ενδίδει στη φυσική ροπή, αντικρίζοντας σε όλο του το μεγαλείο τον συντριμμένο άνθρωπο, όχι μονάχα της εποχής του μα και όσων προηγήθηκαν, εκείνων που θα ακολουθήσουν, ακμαίες, τραχιές, συνθέτοντας εν μέρει την αδιάκοπη αυτοβιογραφία της ανθρωπότητας. Εκείνος που στέκει δίπλα στον ποιητή και μαρτυρά τον τρομερό πνιγμό του ήλιου, της ελπίδας τον μη αντιστρέψιμο αναπαμό ξεπερνά τούτα τα τοπία της απόγνωσης και και συνιστά κίνητρο για μια στροφή του βλέμματος προς την τοπογραφία της ψυχής. Δεν τίθεται ζήτημα ελληνικότητας για την ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη, καθώς ο ποιητής αναπαράγει την ιστορική μνήμη, η ίδια η καταγραφή μεταγγίζεται μες στο αίμα. Η άσβηστη, μα κλονισμένη πίστη στα ιδεολογικά ερείσματα του παρελθόντος χρόνου, το θάρρος για το ξεπέρασμα των βιωμένων αντιξοοτήτων απασχολούν τον Λειβαδίτη. Ο ίδιος δεν συνιστά έναν ποιητή «της σοφίτας.» Παραμένει ενεργός, με έναν στοχασμό ανάλογο, διατηρεί την αισιοδοξία του εμπρός στο καινούριο που δεν έχει ακόμη φτάσει. Οι ώριμοι, ποιητικοί ορίζοντες του Τάσου Λειβαδίτη εμπεριέχουν κατ΄αποκλειστικότητα τα τοπία των ανθρώπων. Στις αχαρτογράφητες ετούτες περιοχές, ο ποιητής μαρτυρά το τελειωμένο μα και το ανολοκλήρωτο, εκείνο δηλαδή που θα πληρωθεί τελικά με την προσμονή του «νέου», του αδοκίμαστου, του ανένταχτου στα αποτυχημένα σχήματα της ιστορικής μνήμης. Ο ποιητής ελπίζει σε εκείνες τις εποχές που θα μιμηθούν και θα συνεχίσουν τους διακεκκομένους αγώνες του καιρού του. Με άλλα λόγια, όπως διαπιστώνεται στις τελευταίες συλλογές του Τάσου Λειβαδίτη, ο δημιουργός οραματίζεται μια ανθρώπινη αναγέννηση, μια ύπαρξη ολοκληρωτικά δοσμένη στην πίστη του αγώνα. Με την καταγεγραμμένη πια γνώση των διαψεύσεων και των αποτυχιών, ο Λειβαδίτης αναγνωρίζει τη θηριωδία της ελπίδας, όπως ετούτη καταγράφηκε με την καζαντζακική «Ασκητική.» Ακριβώς με τούτη τη συνείδηση, ολοκληρωτικά πια διαμορφωμένη ο Τάσος Λειβαδίτης μορφοποιεί τις στερνές, ποιητικές συλλογές του, καταθέτοντας μια στάση ταπεινοφροσύνης, εμποτισμένη την ίδια στιγμή από τη φυσική, καταφατική κλίση του είδους του.
Προτού προβούμε σε μια εξειδικευμένη θεώρηση του «Τυφλού με το Λύχνο», αξίζει, σε σχέση με τα παραπάνω να ιδωθεί ένα ζήτημα, διόλου αποσαφηνισμένο, το οποίο τείνει πια να αποτελεί στην εποχή μας, τη λανθάνουσα κριτική θεώρηση μιας ολόκληρης, ποιητικής γενιάς. Η «ποίηση της ήττας», όπως τελικά διασώθηκε ως περιγραφικός όρος από τον Βύρωνα Λεοντάρη, συνιστά μια πραγματικότητα. Η σχηματοποίησή της δεν αποτελεί παρά το αποτέλεσμα διαδοχικών, ιδεολογικών αναθεωρήσεων, καθώς και επανειλημμένων μεταστροφών της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Με άλλα λόγια, με τον όρο «ποίηση της ήττας» χαρακτηρίζουμε μια ολόκληρη γενιά, ένα ορισμένο, ιστορικό πλαίσιο, μες στον οποία διαπιστώνεται ξεκάθαρα η πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική ήττα. Ο Τάσος Λειβαδίτης μπορούμε να πούμε πως αντικαθιστά με τη στάση και την προτεινόμενη ψυχολογία του τον όρο «ποίηση της ήττας» με το σχήμα «ποίηση της συνείδησης», εννοώντας δηλαδή μια συγκλονιστική ωρίμανση της συλλογιστικής του ποιητή, από την εποχή της νεότητας ως τη βιολογική και πνευματική ολοκλήρωσή του. Ο Λειβαδίτης, στα πλαίσια μιας ανθρώπινης συναγωγής, αναγνωρίζει στο συνάνθρωπο τη μόνη διαχρονική, ιδεολογική βάση. Μιλούμε λοιπόν για μια θρησκευτικότητα, έξω και πέρα από Θεούς, θρησκείες και δόγματα. Στα πρότυπα μιας χριστιανικής θεώρησης της πραγματικότητας, ο Λειβαδίτης ασπάζεται το δόγμα του ανθρωπισμού, παραμένοντας πια αποκλειστικά πιστός στην αρχετυπική συνείδηση της αδελφοσύνης. Ο «Τυφλός με το Λύχνο» συνιστά τον αιώνια, αποκλεισμένο, παγκόσμιο άνθρωπο. Η πορεία της αναζήτησής του ερεβώδης και ακατόρθωτη. Μόνη παρηγοριά εκείνη η μορφή που στέκει στο πλάι του ανθρώπου και εκτείνεται εντός της ροής του. Η μόνη παρηγοριά εμπρός στις καταβεβλημένες ιδεολογίες, τις ακυρώσεις των πολιτικών οραμάτων και των κοινωνικών αγώνων, η κοσμολογική, ανθρώπινη διάσταση, προέκταση υπαρξιακή. Μες στις εποχές που θα ακολουθήσουν ο ποιητής Λειβαδίτης θα παραμείνει οικουμενικός και ανθρώπινος. Οι κατοπινοί, με βεβαιότητα θα αναγνωρίσουν και εκείνοι το θάρρος για την παραδοχή της τυφλότητας, για την παρακινδυνευμένη απόφαση με ένα λύχνο εκείνος να διατρέξει τους ανθρώπους.
Καθώς καταβυθίζεται κανείς στις ύστερες, ποιητικές συλλογές του Λειβαδίτη, ένα πρώτο στοιχείο ενδιαφέροντος και υποβλητικότητας την ίδια στιγμή, συνιστά η σκηνοθετική σκοπιά του ποιητή. Λέγοντας σκηνοθεσία, εννοούμε την επιδίωξη μιας υποβλητικότητας. Με αφορμή τούτο, κρίνεται ενδιαφέρουσα η διαπίστωση της ασφυξίας, ένα από τα βασικά δηλαδή χαρακτηριστικά της «αστικής ποίησης», η οποία μετά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα αναδύεται, αντικαθιστώντας τις συναισθηματικές εξάρσεις, τους αναχρονισμούς. Μες σε τούτο το περιβάλλον της στατικότητας, ανάμεσα στους αόριστους, εκείνους αισθητικούς παράγοντες οι οποίοι επιβάλλουν το νέο, ασφυκτικό κλίμα, παράγων ουσιώδης, καίριος, καθώς στα μαθηματικά μοντέλα συνιστά ο ίδιος ο γράφων. Πρόκειται για τον ποιητή Λειβαδίτη, έναν βαθιά νικημένο άνθρωπο, έναν αγωνιστή που μαρτυρά έπειτα από μια πορεία ζωής, τα στοιχεία της τραγικότητας, της απελπισίας. Μες στη μοναξιά και τα αδιέξοδα προκύπτει το είδωλο, ο νεός άνθρωπος, εκείνος που πλεόν κατέχει τη σοφία ώστε να διακρίνει πως μόνη διαφυγή εμπρός σε τούτο το υπαρξιακό αδιέξοδο δεν αποτελεί παρά μια ειλικρινής, ενδοσκοπική στροφή, μια πρακτική, δηλαδή εφαρμογή της εισαγωγικής μας παρότρυνσης.
Η ωμή, απερίφραστη πλέον παραδοχή του θεϊκού στοιχείου, σηματοδοτεί μια εποχή απόλυτης μεταστροφής και σύλληψης της ανθρώπινης διάστασης για τον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη. Η δημιουργική, θα λέγαμε εσωστρέφεια του Λειβαδίτη, συνιστά μια εκκωφαντική κραυγή, εκπληρώνοντας εκείνο το οποίο οι περισσότεροι δημιουργοί δεν κατορθώνουν, μήτε με τις πιο θορυβώδεις ή πομπώδεις δημιουργίες να επιτύχουν. Η αισθητική της καθόδου, όπως διαπιστώνεται ήδη από την αφετηρία της συλλογής και το ομώνυμο ποιήμα αποκαλύπτει την τεχνική του υποννοουμένου, ενός σκηνοθετικού συμβολισμού, με τη χρήση του οποίου ο ποιητής αποκαλύπτει τα βασικότερα στίγματα μιας υπαρξιακής πορείας, απόλυτα ευθυγραμμισμένης, όπως τονίζει ο Γιώργος Δουατζής σε τούτη ακριβώς την κατευθυντήρια χάραξη.
Ο Λειβαδίτης υιοθετεί μια ευαγγελική διάσταση στην ομολογία του στίχου του, επιδιώκοντας εκείνη την υποβλητικότητα, στην οποία ήδη αναφερθήκαμε. Εκφράσεις, όπως «η μεγαλύτερη απόφαση του αιώνα», «θα έσωζα την ανθρωπότητα», συνιστούν περιφραστικές ενδείξεις της τάσης του αυτής, της επιδίωξης δηλαδή να σταθεί στο ακέραιο, να αναδειχτεί η μεγαλοπρεπής αισθητική του ποιητή. Στα πλαίσια ετούτης της εννοούμενης μεγαλοπρέπειας, μες σε αυτήν την ευρύτητα, δεν χωρά παρά μόνον ο άνθρωπος, σύμβολο και ένδειξη ολόκληρης της ανθρωπότητας, μια αναλογία αντίστροφη προς τη μικροαστική ασφυξία, την επαναλαμβανόμενα βιούμενη, εκείνη την οποία θα αναδείξει ως αφορμή ο Λειβαδίτης προκειμένου να διεκδικήσει, να διαμορφώσει χωροταξικά το νέο, προοπτικό χώρο του σύγχρονου ανθρώπου. Η στάση του ποιητή, στα πλασία ετούτης της ευρύτητας εμπρός στη μεγαλοπρέπεια του υπερφυσικού στοιχείου δεν συνιστά μια άνευ όρων παραδοχή. Η ίδια η πραγματικότητα προτείνει και υποδεικνύει στον ποιητή τους όρους, με τους οποίους θα εκτιμήσει την ανωτερότητα του Θεού. Και τούτοι οι όροι δεν είναι άλλοι από τη θρυλική μαρτυρία του ίδιου του κόσμου, της Νέας Μέρας που αρχίζει πάντοτε λαμπρά, σχεδόν με δάκρυα στα μάτια, του νυχτερινού, κατάστικτου τοπίου που χωρεί την τόση απόγνωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Μιλούμε για μια λυτρωτική υπόννοια. Ο συμβολισμός του Τάσου Λειβαδίτη θα εννοήσει τις καινούριες μέρες, τη συγκρατημένη, εκείνη αισιοδοξία, η οποία χαρίζεται φυσικά και απλόχερα, όπως χαρίζεται η μέρα, η ελπίδα, η ίδια η ζωή, το ανυπέρβλητο θαύμα της, η βαθύτατη δυστυχία της.
Ο αναγνώστης παρατηρεί μες στου στίχους του Λειβαδίτη, τη μελαγχολία για το οριστικό πέρασμα από τα ολόδροσα έτη της νεανικής φιλοδοξίας. Παράλληλα ο ίδιος αποστρέφεται πια τις «αποσιωποιημένες ώρες», τις νύχτες της τρομερής μοναξιάς, του ανέμου στις απόμακρες νήσους των αποκλεισμών. Η ευτυχία, η μόνη πανανθρώπινη διεκδίκηση απαιτεί, μια ηδονική πάλη πρωτύτερα προκειμένου η μορφή να ανταπεξέλθει απέναντι στο όραμα της ζωής. Η πολιτική, -ακόμα και σε έναν δημιουργό τέτοιου διαμετρήματος-, χάνει πια τη θεματική της πρωτοκαθεδρία. Η ψυχή, άρρητα σχεδόν τίθεται στο φως, σε έναν αγώνα πια φυσικό, γνώριμο της ανθρώπινης ιστορίας. Η σωτηρία της ψυχής, εκείνο το πολύ μεγάλο πράγμα, αποκτά πια μες στο στίχο του Τάσου Λειβαδίτη την αγιότητα ενός ιδανικού σκοπού. Εμπρός σε τούτο το σκοπό, ο ποιητής επιλέγει τη μοναχικότητα της δημιουργίας, Η μοναξιά του συνιστά ένα όχημα συνειδητοποίησης και αφοσίωσης, μια αποσταγματική θέση, μια κλίση ανάλογη της ίδιας της ανθρώπινης φύσης. Μες στην απομόνωση ετούτης της τρομερής μοναξιάς, βιώνει εναλασσόμενα τις ποικίλες κατευθύνσεις, συμβιβάζεται, αποστρέφεται και καταδικάζει οριστικά τα αδιέξοδά του, τα τόσο προσωπικά. Καθώς ο πνιγμένος αποζητά μες στο οικείο, αστικό πεδίο τη λύτρωση, την ερμηνεία του ίδιου του εαυτού. Σε μια τέτοια διεργασία, φύσεως εσωτερικής, μοιάζει δοσμένος ο Τάσος Λειβαδίτης. Με όλα του τα ευλογημένα τραύματα ρέοντα, ο Λειβαδίτης αποφαίνεται συμπερασματικά, προβαίνει σε μια συγκλονιστική υποχώρηση, ενδεικτική του θάρρους και της δυναμικής του. Αναφωνόντας και εγώ ήμουν άρρωστος για Θεό, ο ποιητής δηλώνει δίχως αμφιβολία τη φοβερή κατάφαση, αποζητά την πλήρωση μιας ουσιώδους απαίτησης, διατυπώνει κατά μια ανεπανάληπτη αντιστοιχία και ευθυγράμμιση το υψηλό ισοδύναμο. Και εγώ ήμουν άρρωστος για άνθρωπο αναφωνεί ο ποιητής θέτοντας επικεφαλής της ποιητικής του μια άλλη, μια τρυφερότερη ιδεολογική ώθηση.
Οφέιλουμε να σημειώσουμε σε τούτο το σημείο πως ο ποιητής δεν αποστρέφεται το παρελθόν. Περισσότερο αξιολογικά στέκει εμπρός του, φανερώνοντας έτσι μια στάση ενδοσκόπησης και εκτίμησης των, ορισμένες φορές, ακραία διδακτικών, βιωματικών καταστάσεων. Παρά την ήττα, τη διάψευση, τη βάναυση συντριβή των πιο λαμπρών, ιδεολογικών αρχών, ο Τάσος Λειβαδίτης αξιολογεί τους άθλους και τα όνειρα, αναλογιζόμενος τούτα ως μια υπέροχη κληρονομιά, μια σπουδαία για το μέλλον παρακαταθήκη. Η ποίσή του συνιστά δίχως αμφιβολία μια ενσυνείδητη, καταφατική πρόταση, μια ομολογία διεξόδου, μια επιλογή ουσιώδους αξίας, μια πρόταση, με άλλα λόγια βιωματικής κατεύθυνσης και πορείας. Η μεταιχμιακή θέση του Λειβαδίτη, η μεταιώρησή του ανάμεσα στο ολέθριο παρελθόν, το παρόν της εσωτερικής καταβύθισης και τη μελλοντική κατάφαση, φανερώνει ένα στίγμα, ένα σημείο αναφοράς, με ανθρωπιστική πια διάσταση. Πρόκειται για μια αιώρηση ανάμεσα στα κατεστραμμένα οράματα και την ευτυχισμένη εκείνη στιγμή της ανάδειξης ενός ανθρωπινότερου κόσμου. Η θλίψη του, το μελαγχολικό του «τραγούδι» συνιστά ένα όχημα προς τις φωτεινότερες μέρες. Εκείνες που θα σηματοδοτούν λοιπόν την πίστη σε ένα διαφορετικό, αξιακό σύστημα με κέντρο τον άνθρωπο. Η Ηρώ Τσαρνά, στην ακαδημαϊκή μελέτη της για έναν άλλο σημαντικό της ελληνικής, ποιητικής σκηνής, τον Γιώργο Σαραντάρη, σημειώνει τις φάσεις μιας πορείας. Ανικανοποίητο, μεταμόρφωση, νέα τροχιά, με όχημα έναν λόγο ουσιαστικό και κορυφαίο. Ετούτη λοιπόν, μπορούμε να πούμε πως φαντάζει η πορεία και η κατεύθυνση της ποίησης του Τάσου Λειβαδίτη. Μια πορεία αποτίμησης, αξιολόγησης και τελικής εκτίμησης των όρων ζωής, προκειμένου να αναπαραχθούν οι αξίες εκείνες που μπορούν να οδηγήσουν στη διαμόρφωση ενός νέου, αξιακού συστήματος.
Η ευαγγελική ακολουθία του Λειβαδίτη, όπως αποτυπώνεται στο έργο του, δεν συνιστά παρά μια αντιστοιχία του θείου δράματος. Έτσι αποκαλύπτονται οι διαδοχικές φάσεις, μέσω των οποίων ο Λειβαδίτης προτείνει την ανάδειξη ενός νέου τύπου ανθρώπου. Πρόκειται για μία μορφή ικανή να αντικρίσει το ευλογημένο δέος της εγκόσμιας ζωής, με όλη τη συγκίνηση και την αξιοπρέπεια, με όλο τον ανθρωπισμό που της πρέπει. Διαμέσου μιας εκφραστικής και συμβολιστικής πυκνότητας, ο Λειβαδίτης αποπειράται να εκτιμήσει τη θεία ουσία του ανθρώπου. Πρόκειται για μια ενστικτώδη ροπή, για ένα νέο είδος θρησκευτικότητας, η οποία, όπως ήδη αναφέραμε στέκει στο συγκλονιστικό ύψος του ανθρώπου, δίχως περιττές φιλολογίες και ακριβά ύφη. Η ανθρώπινη ψυχή μετριέται στα σύνορα του κόσμου αυτού, ορίζοντας εκ νέου τη θέση της. Σε τούτο το σημείο, οφείλουμε να τονίσουμε πως Θεός και ιστορία συνιστούν τα ακραία πλαίσια της ανθρώπινης μοίρας. Ανάμεσα στην οντολογική, υπαρξιακή προσέγγιση του κόσμου και τη ρεαλιστική διαμόρφωσή του μέσα από τις εξελικτικές, κοινωνικές διεργασίες, εκπληρώνεται η ανθρώπινη λύτρωση, έτσι δύναται να αποφευχθεί ο κοσμολογικός θάνατος του ανθρώπου, η επικράτηση δηλαδή ενός κόσμου, δίχως την ψυχή και την αγάπη που κήρυξε ο Βρεττάκος ή ακόμα εκείνη τη στοργή, την οποία έθεσε ως βασικό προτέρημα του ανθρώπινου συνόλου ο στοχαστής Τερζάκης.
Ο Τάσος Λειβαδίτης μαθήτευσε τη δυστυχία του κόσμου, διδάχτηκε την απώλεια, την έννοια του κοινωνικού περιθωρίου, τον αποκλεισμό. Μεταφέρει τούτη τη σοφία στην ποίησή του επιστρατεύοντας πρόσωπα, καταστάσεις, αναπαραστατικές, σχεδόν φωτογραφικές στιγμές από τα πιο συμβολιστικά και διαχρονικά γεγονότα του πιο σπουδαίο δράματος. Η μητέρα, με την άφταση τρυφερότητά της, εκείνος που θρηνεί αιώνια την απώλεια της αθωότητας, αυτός που γυρεύει στα υπόγεια για λίγο φως, ο ίδιος ο ποιητής με την παραδοχή της ανάγκης του για το θείο, η παιδική ελπίδα για έναν καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο, η διαρκής αναζήτηση μιας καινούριας κατεύθυνσης που θα ολοκληρώσει τον υψηλό αγώνα του ποιητή, ο λόγος που ασφυκτιά μες στην ανάγκη να εκφράσει το ανείπωτο, το βαθύ και το ανθρώπινο, η απόδοση στις χαμένες προσδοκίες μιας μεγαλοπρέπειας αρχαίων, ερρειπωμένων μνημείων, η συγκατάβαση απέναντι στη σήψη των παλαιών μας οραμάτων που τώρα τελειώνουν οριστικά μες στα σύνορα των καινούριων πόλεων, με τους αναρίθμητους νεκρούς. Τούτα συνιστούν τα κύρια και πιο βασικά θέματα των οριστικών συλλογών του Λειβαδίτη, όπως αποκαλύπτονται στον «Τυφλό με το Λύχνο» και έπειτα στις «Βιολέττες για μια εποχή» που τελικά πέρασε και τώρα με ανακούφιση οι άνθρωποι αποθέτουν στα μνημεία το φόρο της τιμής για τη σπουδαία, εκείνη εποχή. Ο Τάσος Λειβαδίτης δεν ανήκει στους μεταννοούντες μα στους συνειδητοποιημένους. Δεν θα μπορούσε άλλωστε ένας ποιητής του διαμετρήματός του να υποτάσσεται σε ανώφελες παλινωδίες. Στόχευσή του, -τέτοιος, σπουδαίος δημιουργός υπήρξε-, δεν αποτέλεσε παρά η απόπειρα της επανόρθωσης. Της επανόρθωσης και της εκ νέου ανάδειξης όλων όσων σήμαιναν ζωή και έτσι παραμένουν, τέτοιες σηματοδοτήσεις επιτυγχάνουν. Ο ποιητής δεν μιλά για ελπίδα. Μεριμνά για την παραχώρηση μιας προοπτικής, τον επαναπροσδιορισμό των κατευθυντήριων αρχών μας. Ο Τάσος Λειβαδίτης μας υποδεικνύει, μακρυσμένα και απρόσιτα ακόμα, τα σπουδαία τοπία μιας ένθερμης ζωής, μιας εγκοσμιότητας βαθιάς και διεισδυτικής, σχεδόν ευλαβικής, προσηλωμένης, διδακτικής, μα πάνω από κάθε τι ευχαριστήριας και υμνητικής.