Το “Λάβαρο” είναι δάνειο τής ελληνικής γλώσσας από την βασκική

24grammata.com/ από τη ζωή των λέξεων

γράφει ο Αθανάσιος Τσακνάκης

Λάβαρο

Σύμφωνα με τα ετυμολογικά λεξικά τής ελληνικής γλώσσας, η λέξη «λάβαρο(ν)» προήλθε από την υστερολατινική «labarum» και αμφότερες υποδηλώνουν την σημαία. Αναλυτικότερα, «labarum» ονομάστηκε αρχικά η βασιλική σημαία των πρώτων βυζαντινών αυτοκρατόρων, και γι’ αυτόν τον λόγο η λέξη, στην λατινική γλώσσα, εμφανίζεται γιά πρώτη φορά κατά την χριστιανική εποχή, και συγκεκριμένα επί Μεγάλου Κωνσταντίνου. Αυτή ακριβώς η βασιλική σημαία έφερε επάνω της το χριστόγραμμα, δηλαδή ένα σύμπλεγμα των δύο αρχικών γραμμάτων τού ονόματος τού Χριστού (Χ και Ρ). Αν και έχει διατυπωθεί η θεωρία ότι το ουσιαστικό «labarum» παράγεται από το λατινικό ρήμα «labare», το οποίο, μεταξύ πολλών άλλων εννοιών, συμπεριλαμβάνει και εκείνη τού «σαλεύω», οπότε «labarum» είναι «εκείνο που σαλεύει», ωστόσο η πλειονοψηφία των σοβαρών ετυμολογικών λεξικών τής λατινικής δέχεται ότι η εν λόγω λέξη είναι «άγνωστης ετυμολογίας». Αυτό το ετυμολογικό κενό έρχεται να καλύψει ο βασκικός όρος «lauburu», ο οποίος σημαίνει «τετρακέφαλος» και υποδηλώνει το αρχαιότερο και ιερότερο σύμβολο τού βασκικού έθνους, τον «επικαμπή σταυρό», ένα είδος αγκυλωτού σταυρού που θυμίζει έλικα σκάφους. Η λέξη «lauburu» είναι σύνθετη και προέρχεται από το αριθμητικό «lau», που σημαίνει «τέσσερα», και το ουσιαστικό «buru», που σημαίνει «κεφαλή». Η χρήση τού «lauburu», ως συμβόλου τού βασκικού έθνους, χάνεται στα βάθη τής προϊστορίας και ασφαλώς δεν έχει χριστιανική προέλευση, αφού αποτελεί προχριστιανικό ηλιακό σύμβολο. Κατά πάσα πιθανότητα, στην διάρκεια τής ρωμαϊκής κυριαρχίας επί τής Χώρας των Βάσκων, οι αυτόχθονες αποκάλεσαν «lauburu» την αυτοκρατορική σημαία εξαιτίας των τεσσάρων άκρων (κεραιών) τού γράμματος «Χ» που διέκριναν σε αυτήν. Οι Ρωμαίοι, λοιπόν, δανείστηκαν τον όρο από την βασκική γλώσσα και τον δάνεισαν, με την σειρά τους, στην ελληνική.