H  ύπαρξη ιδιωμάτων και διαλέκτων στην Ελληνική γλώσσα είναι στοιχείο ωφέλιμο ή βλαπτικό;

ntora maart (2)

Ἀρχή παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις (Επίκτητος)

Ἀρχή σοφίας ὀνομάτων ἐπίσκεψις (Αντισθένης)

Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική

το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου…

Οδυσσέας Ελύτης
, από το Άξιον Εστί

 

γράφει ο Δημήτρης Σταθακόπουλος.   Δρα κοινωνιολογίας της ιστορίας και πολιτισμού (οθωμανικής περιόδου) Παντείου Πανεπιστημίου, δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω –Μουσικολόγου

  To θέμα, αυτό, άν και λυμένο από παλιά, φαίνεται πως συχνά επανέρχεται ( όχι αδόκιμα ή κακώς ) στην εκπαίδευση, είτε ως διδαχή, είτε ως ερώτημα στους μαθητές/σπουδαστές, οι οποίοι καλούνται να τ΄ απαντήσουν/ διαπραγματευτούν.

       Παρακάτω θα παραθέσω μιά άποψη, η οποία – απ’ ότι είδα στα σχολικά εγχειρίδια -, δεν είναι μακριά από τα κοινώς παραδεκτά.

      Πριν διαπραγματευτούμε το θέμα και καταλήξουμε στο συμπέρασμα , καλό θα ήταν να ορίσουμε τις έννοιες: α) Ελληνική Γλώσσα, β) ιδιώματα, γ) διάλεκτοι, στη συνέχεια δε, να αιτιολογήσουμε το ωφέλιμο ή το βλαπτικό των προαναφερόμενων στοιχείων, στο σύνολο του υποκειμένου εξέτασης, που εν προκειμένω είναι η Ελληνική γλώσσα.

    Ως Ελληνική γλώσσα  ορίζεται η γλώσσα που έχει αναγνωρισθεί  για επίσημη από το Ελληνικό Κράτος και χρησιμοποιείται στη νομοθεσία, τη δικαιοσύνη , τη δημόσια διοίκηση, την εκπαίδευση. Η επίσημη γλώσσα είναι κυρίως εκείνη στην οποία συντάσσεται το Σύνταγμα μιας χώρας. Εν προκειμένω η Ελληνική γλώσσα μέσα από τις ιστορικές της φάσεις ( αρχαιότητα – βυζάντιο- νεώτεροι χρόνοι , ιδιώματα, διαλέκτους, λόγια, καθαρεύουσα, λογοτεχνική, ποιητική, δημοτική, λαϊκή, αργκό κ.λ.π ) διασώζει μιά φανερή συνέχεια/ διαχρονία, άξια μελέτης , λόγω της ποικιλομορφίας της, χωρίς όμως να δίνει την αίσθηση πως πρόκειται για άλλη,  «ξένη» γλώσσα.  Η ετυμολογία, η ορθογραφία , το συντακτικό και η γραμματική της, συνηγορούν στα παραπάνω.

1) Έχει ενδιαφέρον, το πως βλέπουν και ορίζουν οι γλωσσολόγοι τη σχέση της γλώσσας με τον κόσμο και τη νόηση, με τον νου του ανθρώπου. Η γλώσσα είναι ένα σύνολο συμβατικών όρων, σημασιών και μορφών, που δηλώνουν έννοιες, με τις οποίες αναφερόμαστε στα όντα, στα πράγματα. Αυτό το σχήμα, γνωστό ήδη από τους  Στωικούς, ως το τρίπτυχο “νόηση – γλώσσα – κόσμος“, γίνεται δεκτό και στη νεότερη Γλωσσολογία, από τον ιδρυτή της  Ferdinard de Saussure, όπως αναφέρει ο καθηγ. Γ.Μπαμπινιώτης.

2) Ο γλωσσολόγος Max Weinreich, έλεγε: « Γλώσσα είναι μια διάλεκτος με στρατό και ναυτικό», δηλ. η γλώσσα, είναι μιά διάλεκτος που επικράτησε στους πολλούς, αφήνοντας τις υπόλοιπες στο επίπεδο της διαλέκτου δηλ. μιάς ποικιλίας, της γλώσσας. Η διάλεκτος, ως ποικιλία γλώσσας, συνήθως χρησιμοποιείται για μικρότερους γεωγραφικούς προσδιορισμούς, π.χ : Κρητικά, Κυπριακά, Ποντιακά. Ομως υπάρχουν και γλωσσικές ποικιλίες, τα λεγόμενα κοινωνιόλεκτα, ανάλογα με την κοινωνική ομάδα που ανήκουν οι ομιλητές τους, όπως είναι η περίπτωση της αργκό, δηλ. της κοινωνιολέκτου της ανα τον κόσμο νεολαίας, ή η γλώσσα του λιμανιού και του κόσμου της νύχτας.

3) Η γλωσσική ποικιλία που είναι χαρακτηριστική ενός τόπου, αλλά δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από την κοινή γλώσσα του τόπου αυτού, ώστε να μπορεί να θεωρείται διάλεκτός της σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, ονομάζεται γλωσσικό Ιδίωμα. Στην Ελλάδα έχουμε αρκετά, κυρίως στην Επαρχία, που υπερτονίζουν ή παρατονίζουν ή υπερπροφέρουν ή σιγούν/ τρώνε, κάποια γράμματα ή φθόγγους.

Το εάν τα παραπάνω στοιχεία, είναι ωφέλιμα ή βλαπτικά στην Ελληνική γλώσσα, νομίζω πως έχει λυθεί στο παρελθόν, μετά από μεγάλους αγώνες και αρθρογραφίες σπουδαίων καθαρευουσιάνων και δημοτικιστών για το « Γλωσσικό Ζήτημα» , που  έλαβε τέλος, μόλις τη δεκαετία του 1970, μετά από σχεδόν ενάμιση αιώνα διαμάχης. Ετσι, η Νέα Ελληνική που χρησιμοποιείται σήμερα, αποτελείται από συνένωση στοιχείων της δημοτικής και της καθαρεύουσας ευρισκόμενη κοντά στην Ελληνιστική Κοινή, διαρκώς προσαρμοζόμενη, δεκτική δανείων και αντιδανείων, λέξεων και εννοιών, αλλά νομίζω δεν κινδυνεύει.

  Προσωπικά , πιστεύω στην Αριστοτελική Αρχή της Μεσότητας ( Ηθικά Νικομάχεια ), αποδέχομαι , κατανοώ και εκφράζομαι στη νέα Ελληνική που χρησιμοποιείται στη Διοίκηση και στην εκπαίδευση, ενώ προσπαθώ να κατανοήσω την Ελληνική στα διάφορα στάδιά της, μέσα από αρχαία, βυζαντινά, αρχαϊζοντα και καθαρευουσιάνικα κείμενα, ακόμα και αργκοτικά, ιδιωματικά , ή διαλέκτους, για να μπορώ να απολαύσω την έκφραση του κάθε συγγραφέα ή ποιητή, ή λαϊκό/ δημοτικό μοντέρνο συνθέτη, στον πρωτότυπο λόγο έκφρασής του.

    Αυτός ο συγκερασμός της κατανόησης της γλώσσας σε όλες της , τις εκφάνσεις, με κάνει να επικοινωνώ με το σημαινόμενον που σημαίνει η κάθε λέξη της γλώσσας. Της γλώσσας ώς έκφρασης , πανελλήνιας, ή ντοπιολαλιάς, διαλέκτου ή ιδιώματος, σε κάθε δε περίπτωση δεν νομίζω πως κινδυνεύει η πανελλήνια κοινή γλώσσα από τα ιδιώματα και τις διαλέκτους. Αντιθέτως , ίσως κινδυνεύουν αυτά να εξαφανιστούν και μαζί τους μιά μακρά προφορική παράδοση που νοστιμίζει την πανελλήνια γλώσσα.

     Μιά από τις αγαπημένες μου Ελληνικές ταινίες , είναι η ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ ( του 1970 https://youtu.be/M7P7mXegdXU ), που στηρίχθηκε στο ομώνυμο έργο του Δημ. Βυζάντιου ( 1835 – επαν.1840 ), ορόσημο, της ελληνικής δραματουργίας, ανάγλυφο ντοκουμέντο της γεωγραφίας των διαλέκτων και των ψυχικών διαθέσεων των ανθρώπων του ελληνικού χώρου μετά την επανάσταση του 1821.

       Σύμφωνα με το έργο, ένας Ανατολίτης, ένας Μωραΐτης, ένας Χιώτης, ένας Κρητικός, ένας Αρβανίτης, ένας Κύπριος κι ένας λογιότατος από την Κω, μαθαίνοντας την είδηση για την καταστροφή της αρμάδας του Ιμπραήμ στο Ναυαρίνο (1827), συγκεντρώνονται στο πανδοχείο ( Λοκάντα όπως λεγόταν τότε ) του Μπαστιά, για να γιορτάσουν το γεγονός. Ωστόσο το γλέντι, σύντομα θα γίνει πεδίο παρεξηγήσεων και παρανοήσεων, αφού ο καθένας χρησιμοποιεί το ιδιαίτερο γλωσσικό του ιδίωμα.  Αφού συμβούν διάφορα κωμικοτραγικά, που σχετίζονται με την θεατρική  «κάθαρση» και ξαναρχίσει ο κύκλος του γλεντιού,  λίγο πριν το τέλος, όλοι είναι πλέον ενωμένοι μέσα στη διαφορετικότητά τους και εξαιτίας της διαφορετικότητάς τους, υπό την σκέπη του κοινού σκοπού που είναι η ελευθερία , που μόλις απέκτησαν,  τα δε διαφορετικά ιδιώματα και διάλεκτοι της Ελληνικής, –μέχρι και η αρχαϊζουσα «φτιαχτή» γλώσσα του λογιότατου – , δεν φαίνεται πλέον να τους χωρίζουν, αλλά οι κοινές τους ρίζες στη διαχρονική Ελληνική γλώσσα που εκφραζόταν και εκφράζεται ποικιλοτρόπως μέσα στους αιώνες, γραπτά ή προφορικά, ώς ρίζα ποικίλων «λουλουδιών» ( διαλέκτων/ιδιωμάτων ), τους ενώνει.

    Από τα αγαπημένα μου επίσης κόμιξ , είναι ο «κλασικός» Αστερίξ, του Goscinny René. Επί χρόνια κυκλοφορούσε στα κοινά νεοελληνικά, μέχρι που έγιναν κάποιες επιτυχημένες αποδόσεις των διαλόγων του, στα αρχαία Ελληνικά, καθώς και στις τρείς διατηρημένες διαλέκτους της Ελληνικής, τα Κρητικά, τα Ποντιακά και τα Κυπριακά.

   Επανερχόμενος στο θέμα του «κινδύνου» της γλώσσας από τις διαλέκτους, ίσως η νεολληνική κοινή , καθομιλουμένη, αλλά και η γλώσσα της εκπαίδευσης, καθώς  και της Διοίκησης, να κινδυνεύει από την αυξανόμενη «φραγκοχιώτικη» ή greekglish γραφή με το λατινικό αλφάβητο που χρησιμοποιούν οι νεότερες γενιές, διότι έτσι χάνεται η ορθογραφία και χάνοντας την ορθογραφία χάνεται η ετυμολογία, άρα η ουσία και το αληθές νόημα, η ιστορία της κάθε λέξης και τελικά της γλώσσας.

– Αν χαθεί / ξεχαστεί το έτυμον κάθε λέξης, καθώς και το τι σημαίνει το σημαινόμενον, το πιθανότερο είναι να μην μπορούμε να συνεννοηθούμε μεταξύ μας, αφού άλλα θα λέμε και άλλα θα εννοούμε ( το φαινόμενο υπάρχει ως παθογένεια από αρχαιοτάτων χρόνων : « καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν τῶν ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει», δηλ. και την καθιερωμένη σημασία των λέξεων άλλαξαν για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους – Θουκυδίδης ).

– Επίσης ένας άλλος «κίνδυνος» για την Ελληνική ( και όχι μόνον ) γλώσσα, είναι η εικονική συμπυκνωμένη αποτύπωση λέξεων, εννοιών και συναισθημάτων σε σύμβολα όπως : LOL, δηλ. laugh(ing) out loud, ( γέλιο χωρίς μεγάλο ήχο )  J ( χαρά ) L ( λύπη ) OMG ( oh my God ) δηλ. ω Θεέ μου, Like/ , δηλ. μου αρέσει κ.λ.π.

   Κλείνοντας, πιστεύω πως οι τυχόν κίνδυνοι της γλώσσας, ίσως δεν είναι εκεί που πιθανολογούμε, αλλά εκεί που δεν το περιμένουμε.

   Σε κάθε περίπτωση , η Ελληνική γλώσσα έχει πορεία και παναθρώπινη επιστημονική αξία, δεν νομίζω να κινδυνεύσει ή να χαθεί, προσωπικά δε,  προσπαθώ και θα συνεχίσω να προσπαθώ, να κοινωνώ και να επι-κοινωνώ με όλα τα στάδιά της, αρχαία, βυζαντινά, νεότερα λόγια ή λαϊκά, αργκοτικά και κυρίως την σύγχρονη καθομιλουμένη, χωρίς να αποκλείω τις ξένες γλώσσες, μιάς και η γλώσσα αποτελεί το βασικό όχημα επικοινωνίας με τον άλλο.

   Αλλα οχήματα διεθνούς παναθρώπινης επικοινωνίας είναι η τεχνολογία με τα μαθηματικά και φυσικά η μουσική, οι τέχνες, όπως και ο αθλητισμός.

    Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να γνωρίζουμε τα γλωσσικά ιδιώματα και διαλέκτους, κυρίως τη μουσικότητα και συναισθήματα έκφρασης που αυτά περικλείουν, για να μην γίνουμε γλωσσικά μονοσήμαντοι, ή ξεχάσουμε, σαν τους Ποσειδωνιάτες του Κ.Καβάφη ,  που :

Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κ’ είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.

 

* Σημ.: Ετσι αποξενώθηκαν οι Τούρκοι από τα κείμενα και την γλώσσα των παπούδων τους, υιοθετώντας το λατινικό αλφάβητο. Οι νεώτερες γενιές δεν μπορούν να διαβάσουν και να κατανοήσουν τα παλαιότερα κείμενα που είναι γραμμένα με αραβικό αλφάβητο, χάνοντας έτσι την πνευματική άμεση , μέσω γραπτού λόγου, επαφή με τους προγενέστερους.