Αγοραίος έρως και εν κράτος πολιτισμός.
γράφει ο Γιώργος Πρίμπας.
Διαβάστε όλη την εργογραφία (άρθρα, επιφυλλίδες, επιμέλεια ebook) του Γιώργου Πρίμπα στο 24grammata.com κλικ εδώ
Το έργο ”Μια γνωριμία – Το μυστικό” του Χρήστου Βατούσιου είναι το δεύτερο, μαζί με το “Ελλάς Hotel” της Ρένας Κατσάνη, θεατρικό έργο που εκδόθηκε στα πλαίσια της σειράς “εν καινώ”, του ηλεκτρονικού περιοδικού 24Γράμματα, πάνω στο διαχρονικό κοινωνικό φαινόμενο του αγοραίου έρωτα. Από την αρχή διευκρινίζουμε ότι μιλώντας για αγοραίο έρωτα δε μιλάμε και για εκπόρνευση που είναι κάτι πολύ γενικότερο και φυσικά τον περιλαμβάνει.
[Παρένθεση: Ο αγοραίος έρωτας, και ανεξάρτητα των συναισθηματικών καταστάσεων που σπάνια αλλά υπαρκτά μπορεί να φέρει, είναι η χρησιμοποίηση του σώματος κάποιου ατόμου (στη συντριπτική πλειοψηφία μιας γυναίκας) έναντι συγκεκριμένης αμοιβής, η οποία αποτελεί και το μοναδικό κριτήριο του ατόμου αυτού (ή / ή και των ατόμων που το υποχρεώνουν) να δεχθεί να χρησιμοποιηθεί το σώμα του από ένα άλλο άτομο (στη συντριπτική πλειοψηφία ενός άντρα) για την εκτόνωση της ερωτικής επιθυμίας του δεύτερου.
Η εκπόρνευση πάλι αφορά κάθε ερωτική συνεύρεση, ακόμη και την υπό μορφής νόμιμου / κοινωνικά αποδεκτού καθεστώτος συμβίωση, όπου το ένα τουλάχιστον των ατόμων συμμετέχει ή ακόμη και αποδέχεται παθητικά να χρησιμοποιηθεί το σώμα του σε ερωτική πράξη αποσκοπώντας φανερά ή κρυφά σε άμεσο ή έμμεσο χρηματικό όφελος και μόνο. Ο αγοραίος έρωτας είναι μια πράξη εκπόρνευσης αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει απαραίτητα.
Ο αγοραίος έρωτας μπορεί να είναι ένα μέρος της εκπόρνευσης αλλά σε όλες τις κοινωνίες ανά τον πλανήτη όπου εμφανίστηκαν, εμφανίστηκαν και εμφανίζονται αντάμα.]
Γιατί όμως εμφανίζονται; Και γιατί εμφανίζονται σε τέτοια έκταση (*) και σε τέτοιο βάθος χρόνου στην ιστορία του ανθρώπου; Γιατί το αυτονόητο δικαίωμα, αυτό της ερωτικής ικανοποίησης, σ’ έναν άνθρωπο γίνεται αντικείμενο εμπορίου και μάλιστα εξαιρετικά επικερδούς;
Το θέμα είναι τεράστιο και το παρόν κείμενο δεν σκοπεύει να παρά στο να καταθέσει ο γράφων κάποιες θέσεις του για το θέμα με αφορμή τα ανωτέρω βιβλία της σειράς “εν καινώ”.
Σε πρώτη φάση ας αναζητήσουμε σε ποιες κοινωνίας το φαινόμενο (ή φαινόμενα) αυτό δεν υπήρχε. Λέμε “δεν υπήρχε” και όχι “δεν υπάρχει” διότι σήμερα δεν υπάρχει κράτος χωρίς το φαινόμενο του αγοραίου έρωτα και της πορνείας γενικότερα. Εξαιρούμε φυσικά τα φονταμενταλιστικά ισλαμικά κράτη και τη Βόρεια Κορέα όπου όποιο άτομο αναζητήσει τον αγοραίο έρωτα καταδικάζεται σε βίαιο θάνατο και επιπλέον, στα πρώτα, οι γυναίκες σε ηλικίες 12-14 χρονών υποχρεώνονται σε γάμους όπου αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα (ενίοτε έχοντας υποστεί κλειτοριδεκτομή για να διασφαλιστεί ο ρόλος τους: του αντικειμένου) κάθε χρήσης από τον άντρα που ούτε επέλεξαν ούτε καν είδαν (το γνώρισαν δεν ισχύει έτσι κι αλλιώς) πριν το γάμο. Εξαιρούμε δηλαδή τα κράτη όπου το άτομο ως άνθρωπος ολοκληρωτικά και απροκάλυπτα δεν υπάρχει για την εξουσία.
Πηγαίνοντας προς τα πίσω στο χρόνο θα δούμε ότι τελικά το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται οπουδήποτε και οποτεδήποτε υπήρξε και υπάρχει κρατική εξουσία η οποία ασκούσε την εξουσία της στο όνομα κάποιου οικονομικού ή θρησκευτικού -ισμού ή και των δύο. Όπως διαπιστώνει, στο Ανατολικά της Εδέμ, ο John Steinbeck, μελετώντας τις ιστορίες των πόλεων που ίδρυαν οι έποικοι στην Αμερική, οι εκκλησίες και οι οίκοι ανοχής καταφτάνανε μαζί αμέσως μόλις οι νέες πόλεις αποκτούσαν μια σταθερή και αναπτυσσόμενη οικονομική (αγροτική προς όφελος της μεγάλης ιδιοκτησίας αρχικά και αργότερα ταξική καπιταλιστική ) δραστηριότητα.
Ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος και γεννιέται ελεύθερος να αποφασίζει μόνος του με βάση το “αρέσει του” το πώς θα τραφεί (το οποίο δεν αφορά ποσότητες αλλά ελεύθερη επιλογή ειδών τροφής) και το πώς θα αναζητήσει την ερωτική του ικανοποίηση. Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μορφών ζωής στον πλανήτη, και χωρίς να είναι το μοναδικό είδος που συμβαίνει αυτό, στον άνθρωπο η ερωτική πράξη δεν είναι μόνο για αναπαραγωγή. Το πλήθος των περιοχών του δέρματος που σχετίζονται με την ερωτική ικανοποίηση και η ανεξάρτητη γόνιμων ημερών της γυναίκας ερωτική διάθεση και ανταπόκριση σε αυτήν συνηγορούν σε αυτό χωρίς αμφισβήτηση. Η κρατική και πάντα ταξική εξουσία δεν θέλει τον άνθρωπο ελεύθερο (πώς αλλιώς θα συντηρείται;) και προς τούτο θέτει περιορισμούς ακριβώς σε αυτά τα δύο που συνιστούν την ελευθερία του. Και όταν λέμε περιορισμούς δεν μιλάμε για τους ρητά εκπεφρασμένους, αλλά και για τους άλλους που δρουν ομοίως αποτελεσματικά ή και καλύτερα στη μάζα και τους επιβάλλουν έμμεσα, όπως τα σεξιστικά πρότυπα που προπαγανδίζουν τα ΜΜΕ και την ταξική άνοδο τα συναρτούν.
Οι περιορισμοί όμως, όντας αφύσικοι, έρχονται σε αντίθεση με τη φύση του και αυτό είναι ολέθριο για τον διαρκώς καταπιεζόμενο άνθρωπο. Έχοντας γνώση αυτού του αφύσικου, έρχεται η εξουσία και αφενός εκεί που κυριαρχεί ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός η γυναίκα, η οποία έχει πειστεί βίαια ότι μοναδικός σκοπός της είναι η μητρότητα και πως όλα αυτά διευκολύνουν αυτόν το μοναδικό της ρόλο, μετατρέπεται σε άβουλο αντικείμενο του άντρα αφέντη σκεπασμένο και καλυμμένο για να μην προκαλεί τρίτα πρόσωπα ενώ στα υπόλοιπα μέρη δίνεται η δυνατότητα δημιουργίας οίκων ανοχής της απόκλισης από την κατεστημένη ηθική ώστε να αποφεύγονται οι εκρήξεις από την καταπίεση.
Αυτά όμως δεν γίνονται χωρίς συνέπειες στον άνθρωπο. Ο αγοραίος έρωτας, για να μείνουμε σε αυτόν, δεν είναι ανώδυνος ούτε για αμφότερους που τον αναζητούν (εκδιδόμενο άτομο – πελάτης) ούτε για το άμεσο περιβάλλον τους.
Αυτές ακριβώς τις συνέπειες πραγματεύονται εξαιρετικά επιτυχημένα και πειστικά τα δύο αυτά θεατρικά έργα, κινούμενα φυσικά το καθένα στο δικό του δρόμο και αντανακλώντας το μεν έργο της Ρένας Κατσάνη μια αισιόδοξη άποψη για την εξέλιξη των πραγμάτων, όπου βέβαια η μεταβολή της κοινωνίας δεν αναφέρεται ρητά αλλά η ανάγκη αυτοδιάθεσης και συνειδητοποίησης των ατόμων για να ξεπεραστεί ο αγοραίος έρωτας (άρα και η πορνεία γενικότερα αφού πάνε αντάμα) με τις συνέπειές του την υπονοεί, διότι αλλιώς δεν μπορεί τίποτα να αλλάξει, ενώ αντίθετα αυτό του Χρήστου Βατούσιου μια απαισιόδοξη συνολική άποψη όπου τα άτομα συντρίβονται ανεπίστρεπτα υπό το βάρος των συνεπειών της αφύσικης αυτής κατάστασης σε μια κοινωνία όπου το φαινόμενο θα συντηρείται μαζί της.
(*) Ενδεικτικά στην Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα, κοιτώντας το κυρίαρχο φαινόμενο, οι γυναίκες που αναζητούν να βιοποριστούν μέσω του αγοραίου έρωτα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις υπό το κράτος βίας και εκβιασμών, ανέρχονται σε 25.000 περίπου. Το νούμερο αυτό οδηγεί σε συντριπτικά για την έκταση του φαινομένου συμπεράσματα. Στη χώρα μας των ούτε 11 εκατομμυρίων ανθρώπων οι άντρες ηλικίας άνω των 15 ετών δεν ξεπερνούν τα 4,5 εκατομμύρια. Αν υποθέσουμε ότι κάθε μια από τις 25.000 εκδιδόμενες αναζητά τις μισές μέρες κάθε μήνα πελάτη και πως τις ημέρες αυτές συνευρίσκεται με 10 πελάτες (τα νούμερα είναι πολύ συγκρατημένα), τότε διαπιστώνουμε ότι αντιστοιχούν 3.750.000 επισκέψεις πελατών σε γυναίκες του αγοραίου έρωτα κάθε μήνα! Κι επειδή το πιθανότερο είναι πως δεν υπάρχουν κάποιοι λίγοι που ξημεροβραδιάζονται στους χώρους του αγοραίου έρωτα, αλλά πολλοί που αναζητούν εκεί σε τακτή ή μη βάση ερωτικές εκτονώσεις διαπιστώνουμε ότι το φαινόμενο αφορά μάλλον πολύ μεγάλα ποσοστά αντρών. Τόσο μεγάλα που απαγορεύουν την επί προσωπικού στοχοποίηση, εκτός αν εθελοτυφλούμε μιλώντας για άντρες = γουρούνια και αλλοδαπές ή ημεδαπές γυναίκες που είναι στο αίμα τους να εκδίδονται ανεξάρτητα της οικονομικής κατάστασης που τους οδήγησε σε αυτή την επιλογή ή σε αυτούς που τις υποχρεώνουν να εκδίδονται, αγνοώντας τα ιδεολογικά και ταξικά αίτια του φαινομένου.
Γιώργος Πρίμπας