24grammata.com / πολιτικός Λόγος
γράφει ο Σταμάτης Κυρζόπουλος
Απελευθέρωση της αγοράς….ανεργίας
Έχει και η σοφιστεία τα όρια της, έχει και η ρητορική τους περιορισμούς της, έχει και ο…υπαρκτός σουρεαλισμός του ελληνικού πολιτικού θιάσου τις εσχατιές του. Στο αδιόρατο αυτό όριο όπου το νοητό διαθλάται στο αδιανόητο, όπου ο λογικός συνειρμός εξαρθρώνεται σε εξωφρενικό παραλογισμό, όπου ο πραγματισμός συναντά τον ανενδοίαστο κυνισμό κινήθηκε με …”σοσιαλιστική” χάρη την περασμένη εβδομάδα ο υφυπουργός Εργασίας (…μάλιστα, “Εργασίας”) κ. Β. Κεγκέρογλου. Ο αρμόδιος, λοιπόν, υφυπουργός κληθείς να απαντήσει στο κοινοβούλιο σε σχετική ερώτηση βουλευτού της αντιπολίτευσης εξήγησε ότι η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο κατάργησης ή αναθεώρησης του μηνιαίου ορίου απολύσεων (ευρισκόμενο σήμερα στο 5%) για τις μεγάλες επιχειρήσεις, με το σκεπτικό ότι η πραγματικότητα έχει υπερβεί την κείμενη νομοθεσία και ότι τέτοιου τύπου “αναχρονιστικοί” νομικοί περιορισμοί έχουν νόημα, όταν η οικονομία λειτουργεί με “φυσιολογικούς” ρυθμούς, ενώ όπως χαρακτηριστικά τόνισε, οι σημερινές “έκτακτες συνθήκες χρειάζονται διαφορετική αντιμετώπιση”. Επιχειρηματολόγησε δε περαιτέρω, διεκτραγωδώντας με -γνήσια “σοσιαλιστική” ευαισθησία- την “ομηρεία” στην οποία περιέρχονται εργαζόμενοι επιχειρήσεων οι οποίες αναστέλλουν τη λειτουργία τους χωρίς να πτωχεύουν και κρατούν τους εργαζόμενους απλήρωτους, χωρίς να τους απολύουν -λόγω προφανώς των σχετικού περιοριστικού νομικού πλαισίου-, με αποτέλεσμα οι “όμηροι” να μην λαμβάνουν την αποζημίωσή τους και να μην δικαιούνται θέση στον “παράδεισο” των επιδομάτων ανεργίας και των πανθομολογούμενα εξαιρετικά αποτελεσματικών προγραμμάτων επανακατάρτισης του Ο.Α.Ε.Δ..
Η στρέβλωση, που με οξυδέρκεια ενετόπισε ο υφυπουργός, στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς …ανεργίας είναι προφανής. Οι πολίτες όμως και οι -εναπομείναντες- εργαζόμενοι δεν χρειάζεται να ανησυχούν: “Έχουσιν γνώσιν οι φύλακες” και οι στρεβλώσεις αυτές θα αντιμετωπισθούν. Η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου διατρανώνει -δια στόματος …Κεγκέρογλου- την αταλάντευτη αποφασιστικότητά της να υπερασπισθεί με κάθε μέσο το ιερό δικαίωμα του εργαζόμενου στην …απόλυση. Η πολιτεία θα τηρήσει τη συνταγματική της υποχρέωση περιφρούρησης των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων -βασικό εκ των οποίων είναι καθώς φαίνεται αυτό της τίμιας, καθαρής, μαζικής απόλυσης-, θα σπάσει τα στεγανά που εμποδίζουν την ελεύθερη κινητικότητα των ανέργων, και θα άρει τις αγκυλώσεις που φαλκιδεύουν την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Η δημοκρατία δεν μπορεί -και δεν πρόκειται- να ανεχτεί καταστάσεις “ομηρείας” εργαζομένων. Η δημοκρατία δεν …εκβιάζεται.
Εκείνο που σοκάρει στην τοποθέτηση του υφυπουργού Εργασίας δεν είναι ο πυρήνας της άποψής του περί πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας -εν προκειμένω των απολύσεων- και η ουσιαστική κατάργηση κάθε έννοιας νομικής προστασίας της εργασίας. Αυτή, στο κάτω-κάτω της γραφής, είναι μια γνωστή θέση ακραιφνούς οικονομικού φιλελευθερισμού, που βασίζεται στην παραδοχή ότι όσο πιο εύκολες είναι οι απολύσεις, τόσο πιο εύκολες θα γίνουν για όλους τους δυνητικούς εργοδότες και οι προσλήψεις. Μπορεί κανένας να συμφωνήσει με τη θέση αυτή ή -όπως ο γράφων- να διαφωνήσει, παραθέτοντας την άλφα ή τη βήτα επιχειρηματολογία. Εκείνο που σοκάρει είναι η ανερυθρίαστη απόπειρα να παρουσιαστεί η απελευθέρωση των απολύσεων ως… υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ίσως, γιατί ένας φερώνυμος “σοσιαλιστής” αισθάνεται πάντα την σχεδόν μεταφυσική υποχρέωση να εκφέρει “φιλεργατικό” λόγο, ανεξαρτήτως από την ουσία των τοποθετήσεων του. Δεν παραθέτει, ούτε υπερασπίζεται τις κλασσικές (νεο)-φιλελεύθερες αιτιάσεις, δεν αναφέρεται στα αποτελέσματα των προηγούμενων, παραπλήσιας λογικής, “μεταρρυθμίσεων” στην εργατική νομοθεσία ή στην εμπειρία και την πορεία άλλων χωρών που ακολούθησαν τέτοιες πολιτικές,… όχι, επιδιώκει να υποδυθεί ένα είδος μεταμοντέρνου εργατοπατέρα, ακόμη και όταν επιχειρηματολογεί υπέρ των απολύσεων.
Το πρόβλημα, δυστυχώς, δεν αφορά μόνο τις ρητορικές ακροβασίες του όποιου Έλληνα
-πασοκογενή- υφυπουργού Εργασίας. Πρόκειται για μια βαθιά κρίση ταυτότητας και στρατηγικής, που αφορά όλη την Ευρωπαϊκή -πάλαι ποτέ- σοσιαλδημοκρατία ή -με ελληνική ορολογία- κεντροαριστερά, που στέκει αμήχανη, “μοιραία κι άβουλη” μπροστά στις τεκτονικές αλλαγές ενός κόσμου που αλλάζει από την αλματώδη τεχνολογική εξέλιξη και την τετελεσμένη παγκοσμιοποίηση. Η σαρωτική ανακατανομή των παγκόσμιων συσχετισμών οικονομικής ισχύος υποβαθμίζει διαρκώς τη θέση μιας όλο και πιο γηραιάς και καθημερινά γηράσκουσας ενωμένης(;) Ευρώπης, πολιτικά απονευρωμένης, βραδυκίνητης και εγκλωβισμένης στις τευτονικές εμμονές της ισχυρότερης χώρας της. Στο σκηνικό αυτό, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, η παράταξη δηλαδή που συνδέθηκε με τη μεταπολεμική οικοδόμηση του πλέον προηγμένου και κοινωνικά ευαίσθητου κράτους πρόνοιας στην ιστορία, παρακολουθεί ανήμπορη την επελαύνουσα κατεδάφισή του, ψελλίζοντας φληναφήματα περί flexicurity (που “μεταφράστηκε” στα ελληνικά με τον ανεκδιήγητο νεολογισμό …ευαλφάλεια), χωρίς να επιχειρεί καν να αρθρώσει μια εναλλακτική πρόταση, την ιχνηλάτηση έστω μιας άλλης διεξόδου. Δεν δύναται ούτε να αντισταθεί στην καταγραφόμενη έκπτωση των βασικών οριζουσών δημοκρατικής συγκρότησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών και στην περαιτέρω ατροφία της δημοκρατικής νομιμοποίησης των θεσμών της ίδιας της ευρωπαϊκής ένωσης. Δεν είναι τυχαία λοιπόν η εκλογική αποδυνάμωση (έως και κατάρρευση στην Ελλάδα) των κομμάτων που κινούνται στον χώρο αυτό.
Στην πραγματικότητα η παράταξη αυτή εξέφραζε πολιτικά κυρίως τη μεσαία τάξη με κυρίαρχη συνιστώσα τη μισθωτή εργασία. Η -χωρίς σοβαρές αντιστάσεις- συντελούμενη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης δεν μπορεί παρά να επηρεάσει και τους παραδοσιακούς της πολιτικούς εκπροσώπους, δεν αποκλείεται δε να αποσταθεροποιήσει και την ίδια τη δημοκρατία.
Αλλά για το θέμα αυτό θα επανέλθω σε επόμενο σημείωμα…