γράφει ο Δημήτρης Μαρκάκης
ΑΡΕΘΑΣ Ο ΠΑΤΡΕΥΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ
Ο αρχιεπίσκοπος Καισαρείας Αρέθας υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους Βυζαντινούς λογίους του 9ου αιώνα και πολυ σημαντικός βιβλιόφιλος. Με τη μεγάλη του προσωπική περιουσία αγόρασε πολυτελείς τόμους κλασσικής, και όχι μόνο, γραμματείας αποκτώντας μία μεγάλη και πολύ σημαντική βιβλίοθήκη την οποία, όπως πιστεύουν οι ερευνητές, μετά το θάνατο του παρέλαβε ο λογιότατος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος ενσωματώνοντάς την στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη στα πλαίσια του λεγόμενου «Εγκυκλοπαιδισμού» του 10ου αιώνα.
Ι. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Αρέθας γεννήθηκε στη Πάτρα λίγο μετά τα μέσα του 9ου αιώνα. Γνωρίζουμε λίγα πράγματα για την εκπαίδευση και τη μόρφωσή του όπως και για τα πρώτα χρόνια μετά την έλευσή του στη Κωνσταντινούπολη. Υπάρχει η άποψη ότι υπήρξε μαθητής του Φώτιου, ως μέλος του πνευματικού κύκλου που συγκέντρωνε ο Φώτιος στο σπίτι του, χωρίς όμως οι ερευνητές να έχουν καταλήξει σε κάποιο απόλυτα ασφαλές συμπέρασμα για τον αν αυτό ισχύει ή όχι, επιπλέον έχει τεθεί και η πιθανότατα αβάσιμη άποψη ότι ήταν σε κάποια περίοδο της ζωής του δάσκαλος. Όπως καταλαβαίνουμε από υπογραφές του το 888 ήταν ακόμα λαϊκός ενώ από το 895 υπογράφει ως διάκονος. Η ανάρρησή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Καισάρειας τοποθετείται γύρων στο 902 – 903. Η ακριβής χρονολογία του θανάτου του δεν μας είναι γνωστή. Πάντως ζούσε ακόμα τον Απρίλη του 932. Ο Αρέθας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στη πρωτεύουσα στην οποία παρέμεινε και μετά τη τοποθέτησή του ως αρχιεπισκόπου Καισάρειας (η ιδιότητά του ως πρωτόθρονου, πρώτου δήλαδή στη τάξη αρχιερέα της Συνόδου, τον κράτησε στη πρωτεύουσα).
Ο Αρέθας έλαβε ενεργά μέρος στη μεγάλη διαμάχη κράτους εκκλησίας της εποχή του, η οποία δεν είναι άλλη από την υπόθεση της τεταρτογαμίας του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού που ξέσπασε με τη γέννηση του διαδόχου του Κωνσταντίνου τον Σεπτέμβριο του 905. Αρχικά θα αποτελέσει πολέμιο του αυτοκράτορα μετά όμως τη καθαίρεση του πατριάρχη Νικόλαου Α΄του Μυστικού το Φεβρουάριο του 907 θα μεταβληθεί σε υπέρμαχό του.
ΙΙ. ΕΡΓΟ
Η πολύ σπουδαία θέση του Αρέθα στην ιστορία της βυζαντινής φιλολογίας οφείλεται στη διάσωση ενός μέρους της προσωπικής του βιβλιοθήκης. Μέσα από τη βιβλιοθήκη του Αρέθα μπορούμε να δούμε το τρόπο και τη μέθοδο εργασίας ενός συλλέκτη χειρογράφων της εποχής. Από τη βιβλιοθήκη του σώζονται οκτώ τόμοι, οι οποίοι αποτελούν εξαίρεται δείγματα καλλιγραφίας σε υψηλής ποιότητας περγαμηνή. Το πολύ υψηλό κόστος αυτών των τόμων μας δείχνει ότι η συλλογή βιβλίων ανήκε στα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας ή έστω τα ευπορότερα.
Το παλαιότερο από τους οκτώ σωζόμενους κώδικες είναι ο Ευκλείδης, γραμμένο το 888 (Bodleianus d’ Orville 301) απο τον καλλιγράφο Στέφανο έναν απο τους πιο ικανούς Βυζαντινούς καλλιγράφους και κόστισε 13 χρυσά νομίσματα. Το κείμενο δεν είναι το αρχικό αλλά μία αναθεώρηση του τέταρτου αιώνα από τον Θεωνά. Ο Αρέθας πιθανότατα να ενδιαφέρθηκε για τον Ευκλείδη λόγω της γεωμετρίας η οποία αποτελούσε και ένα από τα μαθήματα του quadrivium.
To 895 o Αρέθας παρήγγειλε ένα αντίγραφο του Πλάτωνα (Bodleianus Clarke 39) που περιείχε όλα τα σημαντικά έργα εκτός από τη Πολιτεία, τους Νόμους και τον Τίμαιο. Ο τόμος στοίχισε 21 χρυσά νομίσματα λόγω του μεγάλου του μεγέθους και της αρίστης ποιότητας περγαμηνής και υπήρξε έργο του καλλιγράφου Ιωάννη.
Το επόμενο βιβλίο ήταν το Όργανο του Αριστοτέλη (Vaticanus Urbinas 35), που παραγγέλθηκε ενώ ήταν ακόμα διάκονος (μετά το 895 εως το 902/3) και αποτελεί έργο του υποδιακόνου Γρηγορίου, το κόστος δε μας είναι γνωστό. Το συγκεκριμένο βιβλίο μας αποδεικνύει τη γνώση και το ενδιαφέρον του Αρέθα για το trivium.
Η βιβλιοθήκη του Αρέθα περιείχε Λουκιανό (Harleianus 5694 του Βρετανικού Μουσείου) και Αίλιο Αριστείδη (Parisinus graecus 2951+ Leurentianus 60, 3). Η χρονολογία της παραγγελίας του Λουκιανού τοποθετείται λίγο νωρίτερα από το 912 (αναφέρεται στο θάνατο του Λέοντα Στ’) απο το γραφέα Βαάνη, ενώ του Αριστείδη στα πριν το 917 (αναφέρει μία μεγάλη ήττα απο τον Συμεών της Βουλγαρίας) χρόνια.
Στους οκτώ τόμους περιλαμβάνονται και τρεις τόμοι χριστιανικής λογοτεχνίας (Parisinus graecus 451). Τα βιβλία αυτά είναι : ένα αντίγραφο γραπτών από τους πρώιμους χριστιανούς απολογητές (Ιουστίνος, Αθηναγόρας, Κλήμης Αλεξανδρεύς και Ευσέβιος) που χρονολογείται το 914 (26 χρυσά νομίσματα) απο το γραφέα Βαάνη, μία συλλογή κειμένων που ασχολείται με τον εκκλησιαστικό νόμο (Romanus Vallicellianus 79 (F. 10) και το οποίο δεν είναι χρονολογημένο, και μία συλλογή θεολογικών πραγματειών (Mosquensis Hist. Mus. 231) με χρονολόγηση στα 932 απο τον αντιγραφέα διάκονο Στυλιανό.
Είναι αυτονόητο το γεγονός ότι σε όλα τα παραπάνω βιβλία ο Αρέθας συνέγραψε πολλές σημειώσεις και σχόλια.
Πέρα από τους οκτώ τόμους που προαναφέραμε υπάρχουν και άλλα κείμενα που προφανώς αποτελούσαν τμημα της βιβλιοθήκης του Αρέθα (κάτι το οποίο αποδεικνύεται από σημειώσεις στα χειρόγραφα). Τέτοια έργα είναι ένα χειρόγραφο του 10ου αιώνα του Δίωνα Χρυσοστόμου, ή παρατηρήσεις του στον Επίκτητο, οι σημειώσεις του σε αντίγραφο των βίων του Πλούταρχου , το Λεξικό του Πολυδεύκη. Είναι σημαντικό εδώ να πούμε ότι ο Αρέθας είναι υπεύθυνος για τη παραγωγή μίας μεγάλης συλλογής λεξικών. Και άλλα χειρόγραφα έχουν αποδοθεί στον Αρέθα αλλά χωρίς σοβαρά επιχειρήματα.
Σχετικά με τη γνώση του Αρέθα πάνω σε κλασσικά έργα είμαστε βέβαιοι ότι ήταν πολύ υψηλή. Ένα παράδειγμα αποτελεί και το ότι οι συγγραφείς που υπαινίσσεται πιο συχνά είναι ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και ο Όμηρος.
III. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Συμπερασματικά ο Αρέθας θεωρείται σημαντικός από τους σύγχρονους μελετητές λόγω της συμβολής του στη συλλογή και αντιγραφή αρχαίων χειρογράφων. Ως προς τα σχόλιά του δε μπορούμε να τον θεωρήσουμε κριτικό κειμένου, όπως τον Φώτιο, λόγω του ότι το ύφος του είναι συχνά εχθρικό και το περιεχόμενο των σχόλιών του δεν είναι μεγάλης σημασίας. Σημαντική μπορεί να θεωρηθεί η συμβολή του Αρέθα στην ενίσχυση της βυζαντινής ρητορικής, όμως και πάλι τα γραπτά του ήταν δυσνόητα και δύσκολο να διαβαστούν πάντως πρέπει να τονίσουμε οτι η κριτική που ασκείται πολλες φορές εναντίον του έιναι άδικη και αδικαιολόγητη. Δε θα ήταν υπερβολικό να χαρακτηρίζαμε τον Αρέθα ως τον μεγαλύτερο βιβλιόφιλο του Μεσαίωνα.
I V. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Κωνσταντινίδης, Κ. , Η συμβολή του Βυζαντίου στη διάσωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, Ιωάννινα 1995
2) Lemerle, P. , Ο Πρώτος Βυζαντινός Ουμανισμός, Αθήνα 2007
3) Wilson, N. , Οι Λόγιοι στο Βυζάντιο, Αθήνα 1991
4) Τhe Oxford Dictionary Of Byzantium, Tόμος ΙΙ
φωτογραφίες:
1.Ο Αρέθας σε σχέδιο του Γ. Τσονακίδη για τη β’ έκδοση του “Ιστορικού Λεξικού των Πατρών”
2.Φωτογραφία απο το χειρόγραφο του Ευκλείδη του 888 (Bodleianus d’ Orville 301)