γράφει ο Απόστολος Θηβαίος.
Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ
Τίποτε δεν γνωρίζω για τα μέρη της ανατολής. Για τα μαγεμένα κοστούμια και το θέατρο του Νο. Μονάχα σκόρπιες αναφορές, βιβλιογραφίες και αναγνώσματα θυμάμαι πια. Και όμως μες στον ρυθμό της Βίδας της Μ. Λαϊνά πληροφορήθηκα και δοκίμασα εντός μου την αίσθηση, μετέλαβα στο άχραντο μυστήριο. Την ώρα που σμίγει ανατολή μ΄ανατολή, την ώρα που η σκληρή μας αγάπη συναντά την ήμερη αγάπη των χρυσανθέμων. Αγάπη ως μνήμη, αγάπη ως καλός, νότιος άνεμος, του ιωδίου και της ζωής μας οι μουσικές και οι ποταμίσιες ησυχίες. Να το υλικό που συνθέτει τα ποιήματα της Μ.Λ. Την ώρα που όλη και όλη η ζωή μας είναι ένας σπασμός, ο δύσκολος χτύπος της μέσα φλέβας μας κρατά ζωντανούς. Εδώ υπάρχουν πάντα τα κλειστά δωμάτια που μαθαίνεις ν΄αγαπάς.δίχως ν΄ανοίγεις πόρτες ή να διακόπτεις αυτές τις αισθήσεις που αλλού δεν ζουν και είναι κλειστές σαν στόματα.
Έφτιαξα απόψε μια ζωγραφιά. Παρ΄όλο που αγνοώ τα πάντα για των χρωμάτων τις τάξεις και την επιστήμη τους δεν έπαψα να ζωγραφίζω όλες τις λεπτομέρειες απ΄την κινηματογραφική ζωή της Ασιγιέ- Χαν. Ήταν λέει στ΄απάνω άκρο του μουσαμά θάμνοι και λίμνες και σημάδια απ΄ωραία, ιαπωνέζικα φθινόπωρα έπλεαν εδώ και εκεί. Στ΄απέναντι άκρο του μουσαμά έστεκε το καλό, παλιό σπίτι. Ανθισμένα παράθυρα, σπίτια με ρόπτρα ζωόμορφα της ύστερης περιόδου σαν εκείνα που χάθηκαν απ΄την Αθήνα για πάντα. Τόσοι χτύποι, τόσα χέρια πάνω στα σίδερα κάτι να γυρεύουν, κάποιον ένα σημάδι. Τα σπίτια εκείνα λέει θρηνούσαν αδιάκοπα, έσταζαν κάρβουνο τ΄αγάλματα και τα σπίτια. Και εγώ να καταστρέφω διαρκώς το φόντο του πίνακα, μεταθέτοντας το σπίτι πιο ψηκά, σ΄άλλη γωνιά, να του δίνω την αίσθηση της μοναξιάς ζωηρή και απροσπέλαστη. Οι περισσότερες σημασίες μου περιέχονται εκεί. Απόψε θα τελείωσε τη ζωγραφιά. Θα της την χαρίσω με μια πηγαία αφιέρωση, πριν το θάνατο. Επειδή συνέλαβε το σπασμό που γίνεται δικός της με το τίποτε, επειδή ως συνθήκη και υπόμνηση φέγγει μαζί με τα ποιήματά της στην κορφή μιας ετοιμόρροπης εποχής, τόσο κοντά μας. Την Λαϊνά δεν την νοιάζει το νοικιασμένο κοστούμι της εποχής μας. Τα ποιήματά της είναι φτιαγμένα από ίδια υλικά, δάνεια εκείνου του αμετάφραστου και του ανεπίδεκτου που πνίγει τη φωνή μας, όταν μετρούμε εντός μας τις αποστάσεις. Έτσι αδάμαστη θα ΄θελα να ζήσει ετούτη η ζωγραφιά μου, σαν παιδί. Να γίνει, λέει χρόνος μάγισσα και ταξίδι. Εκείνο που περιμένει και δεν πεθαίνει ποτέ.
Θα τις συναντήσουμε ξανά τις μνήμες μας Μαρία.
Γι΄αυτό,
[αν είναι εκεί και περιμένουν
δεν θα πεθάνει τίποτε ποτέ.
Γι΄αυτό μην πας
μην ξανανοίξεις τα κλειστά δωμάτια
γιατί παρ΄όλο που τέλειωσε, τέλειωσε
θα είναι κει και θα παραμονεύουν
θα πνίγονται στο γέλιο μέσα στην τσαγέρα
ή θα κουνιούνται ρυθμικά μέσα στη σκάφη.
Α ναι
σε μια γλιστερή εποχή
η φαντασία θα αποδειχτεί ανθεκτικότερη
μπούκλες, προτεταμένα δάχτυλα και μορφασμοί
θα σ΄εξωθήσουν στην αναπαράσταση της φρίκης
και θα σε ταπεινώσουν με την έσχατη ταπείνωση.
Α ναι, α ναι,
πάνω σε ροδαλά ανάκλιντρα
πίσω από άδολες κουρτίνες
και μέσα σε μια ήπια διεστραμμένη αναπνοή
μ΄απίστευτη αδημονία θα σε περιμένουν
γι΄αυτό παρ΄όλο που τέλειωσε, τέλειωσε
και εσύ ποτέ ξανά δε βρέθηκες εκεί
μην πας, μην πας
γιατί ό,τι ήταν θα ξανασυμβεί.[1]]
[1] [Το στρίψιμο της Βίδας], Μ. Λαϊνά, απ΄τη συλλογή της “Ρόδινος Φόβος”