Θρακικός ΑντίκΤυπος / 24grammata.com
Κείμενο και φωτογραφίες του Θόδ. Ορδουμποζάνη ( www.ordteo.gr)
Πολλή συζήτηση έχει γίνει και πολλά έχουν γραφτεί για την ονομασία της πόλης της Αλεξανδρούπολης. Ποιος πρότεινε τα διάφορα ονόματα (από Ντεντε Αγάτς σε Νεάπολις και στη συνέχεια Αλεξανδρούπολις); Πότε τα πρότειναν; Και από πότε και αν είχαν επισημοποιηθεί από την πολιτεία ή κάποια άλλη αρχή; Με την ευκαιρία της 89ης επετείου της ενσωμάτωσης της Θράκης στην Ελλάδα και τα «Ελευθέρια» της πόλης, παρουσιάζονται κάποια στοιχεία που πιθανόν να βοηθήσουν να λυθεί το θέμα αυτό.
Το Δεδε Αγάτς ή Δεδεαγάτς
Μέχρι την απελευθέρωση της Θράκης, δηλαδή μέχρι την 14η Μαΐου 1920, η πόλη αναφέρεται ως Δεδεαγάτς ή Δεδέ Αγάτς ή Δεδεαγάτσιον και στα Τούρκικα ως Ντεντέ Αγάτς που κατά την επικρατούσα άποψη σημαίνει το «Δέντρο του Ντεντέ». Υπάρχει και η άλλη άποψη ότι σημαίνει το «Δάσος της Δρυός», από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι όλη η ευρύτερη περιοχή όπου κτίσθηκε η νέα πόλη καλύπτεται από μεγάλα και πυκνοφυτευμένα δέντρα δρυός. Η γνωστή αυτή ιστορία του μοναχού Ντεντέ, μάλλον μοιάζει με μύθο, παρά με πραγματικό γεγονός. Και τούτο διότι δεν υπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία – ευρήματα που επιβεβαιώνουν αυτή την ιστορία. Και όλοι όσοι αναφέρονται στο γεγονός αυτό ως γενεσιουργού αιτίας του ονόματος ξεκινούν την αναφορά τους «Λέγεται ότι στην περιοχή ήρθε και μόνασε κάποτε ένας μοναχός ονόματι Ντεντέ κ.λ.π.).
Ο Αθανάσιος Κριτού στο βιβλίο του «Αλεξανδρούπολη – Η εκατοντάχρονη ιστορία της 1878 – 1978» στο κεφάλαιο «Προϊστορία της Πόλης» (σελ. 63 επ.) αναφέρει:
«Όλη αυτή η περιοχή ονομάζονταν μέχρι της 8ης Ιουλίου 1920 “ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ” που σημαίνει «Δένδρο του Ντεντέ». Η λέξη «ΝΤΕΝΤΕ» δεν είναι κύριο όνομα, αλλά προσωνυμία και προσδίδεται από τους Μωαμεθανούς σε κάθε σεβάσμιο πρόσωπο και φιλόθρησκο ιερωμένο που ζει ως ερημίτης, διάγει ασκητική ζωή με νηστείες, στερήσεις και προσευχή. Ο Ντεντές αυτός διαβιούσε κάτω από τη σκιά αιωνόβιας βαλανιδιάς, που βρίσκονταν στη παραλιακή λεωφόρο Βασιλιά Αλεξάνδρου, μπροστά στο πεζοδρόμιο του άλλοτε θερινού κινηματογράφου «ΕΒΡΟΣ», ιδιοκτησίας Παναγ. Παπαδόπουλου, κοντά στο σημερινό Νομαρχιακό Κατάστημα. Στη ρίζα της Βαλανιδιάς αυτής τάφηκε ο Ντεντές».
Στη συνέχεια ο συγγραφέας πιθανολογεί ότι ο ιερωμένος αυτός προερχόταν από το Μοναστήρι Τεκέ της Μάκρης που ονομαζόταν ΣΑΝΤΖΑΚΤΑΡ ή από τον Τεκέ του χωριού Τασλίκ (Πετρωτά) ονόματι ΧΙΔΗΡ που βρίσκεται μεταξύ Μάκρης και Μαρώνειας. Οι Τεκέδες αυτοί ήταν ιδιοκτησίας του Μεχμέτ Εντίπ, εγγονού του Σεχισλάμη Μεχμέτ Αρίφ, εκ των μεγάλων νομομαθών του ισλαμικού ιερού δικαίου, Ο ερημίτης Ντεντέ διαφώνησε με τον ανωτέρω Μεχμέτ Εντίπ είτε ως προς την πιστή τήρηση των ιερών κανόνων του Ισλάμ (ως αίρεση) είτε ως προς τον τρόπο διαβιώσεως (τήρηση νηστειών κλπ.) γιατί ο ιδιοκτήτης των δύο Τεκέδων είχε μεγάλη περιουσία από αγροκτήματα, ελαιώνες, χωράφια, δασώδεις εκτάσεις κ.λ.π. και ολόκληρο το λοφίσκο ΤΕΚΕ ή ΑΛΩΝΙΑ στη Μάκρη, εκτάσεως 54 περίπου στρεμμάτων, στο μέσο των οποίων βρισκόταν το κτίσμα, το οποίο διατηρείται και μέχρι σήμερα ως στερεάς κατασκευής, και τα οποία κτήματα πώλησε το 1882 στον Προύχοντα της Μάκρης Παναγιώτη Εμμ. Δούκογλου (Δουκίδη). Για τους ανωτέρω λόγους ο Ντεντέ εγκατέλειψε το ΤΕΚΕ Μάκρης ή του Τασλίκ και ήρθε στο ερημικό και πυκνό τότε από τεράστιες βαλανιδιές δάσος της περιοχής της πόλης μας, όπου ισοβίως διαβιούσε κάτω από μια ορισμένη βαλανιδιά της προτίμησής του, για αυτό και ονομάστηκε από τους περιοίκους εποχικούς ψαράδες ΝΤΕΝΤΕ – ΑΓΑΤΣ, δέντρο του Ντεντέ όπου τάφηκε.
Αυτά το 1882, ή λίγο αργότερα, κατά την αφήγηση του εκ Μάκρης καταγόμενου Αθανάσιου Κριτού. Είναι αποδεδειγμένο όμως από δεκάδες επίσημα γραπτά στοιχεία ότι από τη στιγμή που επιλέγει το σημείο που είναι σήμερα η πόλη ως τερματικό σημείο της σιδηροδρομικής γραμμής που θα ένωνε την Αδριανούπολη με το Θρακικό Πέλαγος, δηλαδή από το 1868, αναφέρεται ως «Δεδεαγάτς». Αν συνεπώς είναι αληθές το ιστορικό του Κριτού, τότε δεν μπορεί εκ των υστέρων να δόθηκε ένα όνομα σε μια περιοχή που ήδη το είχε αποκτήσει. Δεν αποκλείεται να έχει ταφεί στο σημείο που αναφέρεται ο ιερομόναχος αυτός ή κάποιος άλλος, αλλά ήδη η περιοχή είχε αυτό το όνομα ως Ιερό ίσως δάσος, λόγω και της πυκνής βλάστησης και του δέους που προκαλούσε και να συνδέθηκε και με την ταφή του Οθωμανού Ιερομόναχου.
Αυτά ως προς το όνομα «Ντεντέ Αγάτς, για τον οποίο, συζητώντας στην Τουρκία με Τούρκους η αρχική ερμηνεία που μου έδιδαν ήταν Δάσος Δρυός ή Ιερό δάσος Δρυός. Όμως όλοι την γνώριζαν ως πόλη της Δυτικής Θράκης.
Λέγεται ότι κατά την κοπή του δέντρου που αναφέρεται ότι τάφηκε ο Μοναχός από τον υπηρεσιακό Δήμαρχο Πρωτοδίκη Γουλή το 1952-53, βρέθηκε εκεί ένας τάφος. Αυτό είναι αληθές, το θυμάμαι και εγώ που κατοικούσα εκεί κοντά (πίσω από τον Φάρο) και παίζαμε στο μέρος εκείνο, αλλά όλοι έλεγαν ότι πρόκειται για τον τάφο του Ντεντέ, πιστεύοντας στον μύθο και όχι σε γνώμες ειδικών αρχαιολόγων κ.λ.π.
Περί αυτού υπάρχουν πολλά στοιχεία, και παλαιότερα ακόμα της δημιουργίας της πόλης τα οποία (όπως γνωρίζω) άλλοι μελετητές θα δώσουν στη δημοσιότητα και πιστεύω ότι θα ακολουθήσει ο σχετικός διάλογος.
«Νεάπολις» και «Αλεξανδρούπολις»
Τώρα ως προς το πότε άλλαξε το όνομα Δεδε – Αγάτς ή Δεδεαγάτς.
Όλοι σχεδόν οι μελετητές αναφέρουν ότι αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης, ο Μητροπολίτης, συμβουλευθείς και τον λόγιο Ιατρό της πόλης Αχιλλέα Σαμοθράκη, ζήτησε να αλλάξουν το Τουρκικό όνομα και να δώσουν στην πόλη το όνομα «ΝΕΑΠΟΛΙΣ», αφού ήταν η νεότερη μέχρι τότε Ελληνική πόλη. Και ότι κατά την άφιξη του Βασιλιά Αλέξανδρου στις 8 Ιουλίου 1920 στη πόλη ο Δήμαρχος Εμ. Αλτιναλμάζης που τον υποδέχθηκε στο λιμάνι και στη συνέχεια από άμβωνος ο Μητροπολίτης στη δοξολογία που ακολούθησε στη Μητροπολίτη, ανακοίνωσαν ότι προς τιμήν του αφιχθέντος Βασιλέως θα ονομάζουν τη πόλη τους «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ».
Το 2001 η Μητρόπολη Αλεξανδρούπολης δημοσιοποίησε ένα τόμο με «Πρακτικά Συνεδριάσεων Αντιπροσωπείας Αλεξανδρουπόλεως 1919 & Εφοροδημογεροντίας Δεδέαγατς 1920». Βέβαια τα πρακτικά αυτά μέχρι το με στοιχεία Θ΄ και ημερομηνία 4 Ιουλίου 1921 πρακτικό, δεν είναι υπογεγραμμένα και θεωρούνται μετά βεβαιότητος ότι γράφηκαν εκ των υστέρων Όμως μπορούμε να συναγάγουμε κάποια συμπεράσματα, διότι και αν γράφηκαν εκ των υστέρων , απεικονίζουν
1ον: Πρακτικόν Ε΄ /12.9.1920. Στη σελίδα 23 στο Πρακτικόν Ε΄ με ημερομηνία 12 Σεπτεμβρίου 1920, στο τέλος κλείνει το πρακτικό με την αναφορά «Έν Δεδεαγάτς τη 12η Σεπτεμβρίου 1920». Εάν όμως οι τοπικές αρχές είχαν αποφασίσει από τον Ιούλιο του 1920 να αλλάξουν το όνομα της πόλης, γιατί ένα και πλέον χρόνο μετά εξακολουθούν να αναφέρονται στο Τουρκικό όνομα της πόλης;
Στο Πρακτικόν ΣΤ΄ της 26ης Σεπτεμβρίου 1921 (σελίδα 24) αναφέρεται: «Σήμερον 26η του μηνός Σ/βρίου του έτους 1921 εν τη αιθούση της Ιεράς Μητροπόλεως συνήλθεν η Έντιμος Αντιπροσωπεία υπό την Προεδρίαν του Σεβασμιωτάτου Αγίου Αίνου κ. Ιωακείμ, παρόντων των κάτωθι υπογεγραμμένων μελών, την νόμιμον απαρτίαν αποτελούντων. Ο Σεβασμιώτατος Πρόεδρος ανακοινεί την εις Κων/πολιν αναχώρησίν του αποχαιρετά την Κοινότητα, ευχόμενος, όπως υπό την αύραν της ελευθερίας και την χρηστήν Ελληνικήν Διοίκησιν ως τάχιστα αναλάβει η πόλις και επουλωθώσιν αι πολλαπλαί αυτής …… (λέξη δυσανάγνωστη).
Είτα συμφώνως εκφρασθείσι γενική ευχή, όπως η πόλις μετονομασθή μία πρόσφορον τινά Ελληνικήν ονομασίαν, ο Πρόεδρος δηλοί, ότι προέβη σήμερον ως Εκκλησία είς την βάπτισιν της πόλις δια του ονόματος «Νεάπολις» προτρέπων δε όπως του λοιπού όλοι εις τα επιστολάς και εις τα διάφορους αυτών εμπορικά ή άλλα έγγραφα σημειώσιν εν παρενθέσει μετά το όνομα Νεάπολις το τέως Τουρκικόν της πόλις όνομα Δεδεαγάτς, όπως προβώσιν αρμοδίως εις την επισημοποίησιν της πράξεως δια της εκδόσεως του σχετικού Βασιλικού διατάγματος. ……».
Εδώ βέβαια αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι τα πρακτικά αυτά έχουν γραφεί εκ των υστέρων, υπάρχει όμως μεγάλη σύγχυση ως προς το όνομα της πόλης. Ο Μητροπολίτης Αίνου Ιωακείμ, αποχωρών από τη πόλη τον Σεπτέμβριο του 1921, δηλαδή μετά την άφιξη του Βασιλιά Αλέξανδρου στη πόλη, προτείνει το προηγούμενο όνομα που αναφέρεται ότι ήθελαν να δώσουν στη πόλη «ΝΕΑΠΟΛΙΣ» και όχι αυτό που αποφάσισαν αργότερα με την άφιξη του Βασιλιά Αλέξανδρου.
Το πρώτον υπογεγραμμένο από τον Πρόεδρο και τα μέλη της Αντιπροσωπείας πρακτικό της Αντιπροσωπείας, είναι το με στοιχεία Ι΄ όπου στο τέλος αναφέρει
«Εν Αλεξανδρουπόλει τη 21 Μαρτίου 1922», (σελίδα 27 και 28) το δε επόμενο πρακτικό με στοιχεία ΙΑ και ημερομηνία 14 Αυγούστου 1922, (σελίδα 29) το οποίο όμως είναι ανυπόγραφο, στο τέλος έχει σφραγισθεί με στρογγυλή σφραγίδα που αναγράφει περιμετρικά «ΕΦΟΡΕΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ ΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ», στο κέντρο απεικονίζει μία κουκουβάγια και κάτω από αυτήν αναφέρει το έτος «1921».
Ο Αθανάσιος Κριτού στο βιβλίο του «Αλεξανδρούπολη. Η εκατοντάχρονη ιστορία της», στη σελίδα 175 αναφέρει:
«…Σε μια πόλη με τέτοιο ελληνικό χαρακτήρα ηχούσε πολύ άσχημα το τουρκόφωνο όνομα ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ. Γι΄ αυτό από τις πρώτες κιόλας μέρες της απελευθέρωσης της οι αρμόδιες τοπικές Αρχές, η Δημοτική και η Ιερά Μητρόπολη, ζητώντας τη γνώμη και του ιατροί Αχιλλέα Σαμοθράκη, που σαν βαθύς μελετητής της ιστορίας της Αρχαίας Θράκης οριζόταν πάντοτε ως πρόεδρος των εκάστοτε συνιστωμένων Επιτροπών Τοπωνυμιών, έλαβαν την απόφαση να μετονομάσουν την πόλη μας από ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ σε ΝΕΑΠΟΛΗ. Το καινούργιο όμως αυτό όνομα δεν πρόλαβε να τεθεί σε χρήση, γιατί μεσολάβησε ένα σημαντικό γεγονός».
Ο ίδιος συγγραφές παραθέτει στη σελίδα 176 του ιδίου έργου του την από 4.2.1973 επιστολή του Γεωργίου Φιμερέλη, μέλους της πρώτης προσκοπικής ομάδας του Δεδεαγάτς που μεταξύ των άλλων αναφέρει για την επίσκεψη του Βασιλέως Αλεξάνδρου στο Δεδέ Αγάτς την 8η Ιουλίου 1920: «Στη σκάλα αποβιβάσεως στρατευμάτων εν Δεδέ Αγάτς, ήμην εν παρατάξει ως Ενωμοτάρχης Πρόσκοπος το 1920 κατά την αποβίβαση του Βασιλέως Αλεξάνδρου στρωμένη όλη με χαλιά, όπου τον υποδέχθηκε ο Δήμαρχος θείος μου Μανώλης Αλτιναλμάζης και προσφωνώντας του είπε, ότι προς τιμήν του μετονομάζεται η πόλις εις Αλεξανδρούπολιν. Μετά ανέβηκε στο ανοικτό αυτοκίνητό του και έχοντας δίπλα του το λυκόσκυλό του οδηγώντας ο ίδιος, πήγε στην Μητρόπολη».
Και ο Σαράντος Καργάκος στο βιβλίο του «Αλεξανδρούπολη – Μια νέα πόλη με παλιά ιστορία» για το μεν όνομα «Νεάπολις» αναφέρεται στα όσα γράφει ο Αθανάσιος Κριτού και συμπληρώνει (σελίδα 325) « Προκρίθηκε το όνομα αυτό, διότι το Δεδέαγατς, σε σχέση με τις άλλες πόλεις της Θράκης, είχε την πιο νέα ιστορία, και από άποψη μορφής (ρυμοτομία-κτίσματα) ήταν η πιο νέα, η πιο ευρωπαϊκή πολιτεία».
Και συνεχίζει για την μετονομασία της σε Αλεξανδρούπολη: «Το όνομα αυτό, παρόλο που ήταν εύηχο και ευπρόφερτο, δεν μακροημέρευσε. Είναι αμφίβολο αν «σαράντισε». Διότι την 8η Ιουλίου 1920 έφθασε στο λιμάνι της Νεαπόλεως, προτού προφθάσει το όνομα αυτό να διαδοθεί και να χρησιμοποιηθεί, ο νεαρός βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄, και τότε ο Δήμαρχος Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης, προσφωνώντας τον βασιλιά, ανακοίνωσε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου να δοθεί το όνομά του στην εορτάζουσα πόλη. Έτσι ο νεαρός βασιλιάς Αλέξανδρος έδωσε το όνομά του στην πιο νεαρή πόλη του ελληνικού κράτους, που διασώζει τη μνήμη του και τη ρομαντική ιστορία του, αλλά παράλληλα δένεται και με το όνομα του Μακεδόνα δορυκτήτορα, που το όνομά του έφερε ο νεαρός βασιλιάς».
Στη σελίδα 331, αναφερόμενος ο συγγραφέας στην υποδοχή του Βασιλέως αναφέρει «….Υπό τις επευφημίες του πλήθους ο βασιλιάς έφθασε στη Μητρόπολη, όπου έγινε δοξολογία. Ο Αθ. Μανιάς, που ήταν, σαν πρόσκοπος, μέσα στην εκκλησία, άκουσε το Δεσπότη στη δική του προσφώνηση να λέει το ίδιο που πριν από λίγο είπε ο Δήμαρχος Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης: «Μεγαλειότατε, προς τιμήν Σας, η πόλις εις το εξής μετονομάζεται εις Αλεξανδρούπολης». Φαίνεται ότι υπήρξε προσυνεννόηση μεταξύ των τοπικών παραγόντων για τη μετονομασία, που υπήρξε άκρως επιτυχής, διότι σε ελάχιστο διάστημα χρόνου έγινε πανελληνίως γνωστή η νέα ονομασία. Σε τούτο συνέβαλε η δημιουργία νέων χαρτών, που αντικατέστησαν τους παλιούς στα ελληνικά σχολεία, που περιλάμβαναν και τις λεγόμενες «νέες χώρες» και τις νέες ονομασίες».
Στο πρόγραμμα υποδοχής τους Βασιλέως Αλεξάνδρου που εξέδωσε ο Πολιτικός Διοικητής της πόλης Κ. Σνώκ εν κατακλείδι αναφέρει «Δεδεαγάτς τη 8η Ιουλίου 1920». Και αυτό προκαλεί εντύπωση αφού ούτε ο Πολιτικός Διοικητής Κ. Σνωκ χρησιμοποιεί την ονομασία «Νεάπολις», που φαίνεται ότι κυοφορήθηκε αλλά δεν κυκλοφορήθηκε, πολύ περισσότερο δεν επισημοποιήθηκε.
Στο βιβλίο του «Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-1922» όπου εκδόθηκε το 1925, ο Κώστας Γέραγας, που υπηρέτησε ως Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Αν. Θράκης κατά τη διετία 1920-1922, και ασχολήθηκε με όλα αυτά τα θέματα, ως το δεξί χέρι του Ύπατου Αρμνοστή Ανατ. Θράκης Αντωνίου Σαχτούρη, αρχίζει τοι βιβλίο του με τη φράση:
«1. Η «Εστία» της 29ης Ιουνίου 1920 ανήγγελεν ότι με το επίτακτον ατμόπλοιον «Κ. Τόγιας», ανεχώρησε την αυτήν ημέραν κατευθυνόμενος εις Δεδέαγατς ο Ύπατος Αρμοστής της Ανατ. Θράκης κ. Αντώνιος Σαχτούρης μετά της εκ πολιτικών υπαλλήλων ακολουθίας του».
Και παρακάτω: «5. Εκ πρώτης όψεως το Δεδέ – Αγάτς μας προυξένησεν ευάρεστον έκπληξιν. Πλην των λίαν ευαρίθμων Τούρκων ουδέν το προδίδον ότι επρόκειτο περί πόλεως Τουρκικής. Ήτοι η νεωτέρα πόλις της Τουρκίας, προ ημίσεως αιώνος ιδρυθείσα. Την ύπαρξίν της οφείλει εις την κατασκευήν των σιδηροδρόμων Θράκης, των οποίων ως τέρμα προς την Μεσόγειον είχεν ορισθεί η δασώδης ακτή, επί της οποίας εκτείνεται η ωραία πόλις, 130 χλμ. Νοτιοδυτικώς της Αδριανουπόλεως, επί σχεδίου ευρωπαϊκού, χαραχθέντος υπό Ρώσου μηχανικού κατά την ρωσσικήν κατοχήν 1878-1880..».
Συνεπώς και ό ίδιος ο Γεραράς που υπηρέτησε στη περιοχή από τον Ιούνιο του 1920 αναφέρει το όνομα Δεδέαγατς αντί του ονόματος Νεάπολις, που αναφέρεται ότι είχε δοθεί στη πόλη αμέσως μετά την απελευθέρωσή της και του ονόματος Αλεξανδρούπολης που είχε δοθεί με την άφιξη του Βασιλιά Αλέξανδρου την 8η Ιουλίου 1920.
Η επισημοποίηση της ονομασίας
Η επισημοποίηση της ονομασίας «Αλεξανδρούπολη» θα πραγματοποιηθεί το Φθινόπωρο του 1921. Μέχρι τότε υπάρχουν επίσημα χαρτιά, έγγραφα, αλληλογραφία, δικαστικές αποφάσεις και αναφορές που αναφέρουν την πόλη ως «Δεδεαγάτς».
Ο Υπουργός Πολιτικός Διοικητής Θράκης κ. Χ. Βοζίκης στις 29 Αυγούστου 1921 υπογράφει την υπ΄ αριθμ. 103/298 απόφασή του «Περί μετονομασίας συνοικισμών του Νομού Έβρου» με την οποία μεταβάλλονται όλες οι (Τουρκικές) ονομασίες των πόλεων, κωμοπόλεων και συνοικισμών του Νομού Έβρου σε Ελληνικές. Και με αύξοντα αριθμό 1 αναφέρει το Νέο όνομα «Αλεξανδρούπολης» αντί του παλαιού «Δεδεαγάτς». (Πουθενά αναφορά για “Νεάπολη”). Στο Ν. Έβρου το 1921 περιλαμβάνονται 39 οικισμοί από την Μέστη μέχρι τις Φέρες. Το μόνο όνομα που κρίθηκε ως μη αντικαθιστάμενον είναι αυτό της Μάκρης.
Παρόμοιες αποφάσεις την ίδια ημέρα υπέγραψε και για όλους τους υπόλοιπους Νομούς της ελεύθερης Ανατολικής Θράκης, (Αδριανουπόλεως, Σαράντα Εκκλησιών, Ραιδεστού και Ροδόπης) οι οποίες και δημοσιεύθηκαν από την Πολιτική Διοίκηση Θράκης (Διεύθυνση Εσωτερικών) στις 18 Σεπτεμβρίου 1921 στο υπ΄ αριθμόν 1 Φύλλο του Παραρτήματος της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως (τεύχος Δεύτερον) που εκδόθηκε στην Ανδριανούπολη.
Το γεγονός ότι δεν δημοσιεύθηκαν αυτές οι αποφάσεις του Υπουργού Πολιτικού Διοικητού Διοικητού Θράκης στο επίσημο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως που εκδιδόταν στην Αθήνα, ίσως να ήταν η αιτία που πολλοί ερευνητές διαφωνούσαν για το πότε πραγματικά πήρε επισήμως το νέο όνομά της η πόλης, αφού ψάχνοντας στα αρχεία του Εθνικού Τυπογραφείου δεν εύρισκαν αντίστοιχη απόφαση ή Διάταγμα μετονομασίας της πόλης.
Παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τα ανωτέρω η πόλη από 19 Αυγούστου 1921 (ημέρα υπογραφής της σχετικής απόφασης μετονομασίας της ή από 18 Σεπτεμβρίου 1921 δημοσίευσης της απόφασης στο παράρτημα ΦΕΚ) ονομάζεται επίσημα Αλεξανδρούπολη, την 15 Σεπτεμβρίου 1921 ο Υπουργός Εσωτερικών Κ.Δ. Ρακτιβάν υπογράφει σχετικό Βασιλικό Διάταγμα «Περί ορισμού των εκλογικών περιφερειών Θράκης» και το δημοσιεύει την επόμενη (16.9.1921) στο υπ΄ αριθμ. 213 Φ.Ε.Κ. (τ.Α΄), όπου η πόλη αναφέρεται δύο φορές μάλιστα (στις στήλες Σαντζάκια και Καζάδες) ως Δεδεαγάτς με πληθυσμό (ολόκληρος ο Καζάδες) 29.979 κατοίκους. Και στα αποτελέσματα των εκλογών που ακολούθησαν την 1η Νοεμβρίου 1921 ανακοινώθηκε στα επίσημα αποτελέσματα ως Δεδεαγάτς. Αυτά προς το παρόν.
(Φωτοτυπία του παραρτήματος της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως με την μετονομασία του Δεδεαγάτς σε Αλεξανδρούπολη, μας παραχώρησε το «Εθνολογικό Μουσείο Θράκης» που έχει στη κατοχή του το πρωτότυπο τεύχος).