24grammata.com/ θετικές επιστήμες/ φύση |
επιμέλεια άρθρου από τον Αθανάσιο Ε. Τυρπένου
Τα πρώτα νήματα της Ελληνικής Κτηνιατρικής άρχισαν από τους πανάρχαιους ελληνικούς, πολιτισμούς της Αιγαιακής, της Μινωικής και της Μυκηναϊκής περιόδου. Τα μέχρι τότε στοιχεία κτηνιατρικής τα βρίσκουμε ενσωματωμένα στην αρχαία Ελληνική Ιατρική και παρά του ότι οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί, με κύριο εκπρόσωπο τον Ιπποκράτη, αδιαφορούσαν ή το θεωρούσαν υποτιμητικό να ασχοληθούν με θέματα ιατρικής των ζώων, συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Τα πρώτα στοιχεία της ιατρικής των ζώων αναφέρονται από το μεγάλο φιλόσοφο Αριστοτέλη στο έργο του «Περί ζώων μορίων».
Στους Ελληνορωμαϊκούς χρόνους ολόκληρη η ανατομία και η φυσιολογία του Γαληνού (δεύτερος μετά τον Ιπποκράτη μεγάλος γιατρός της αρχαιότητας), θα βασισθεί σε έρευνες και πειράματα πάνω σε ζώα. Με το πέρασμα του χρόνου, ορισμένοι κλάδοι της ιατρικής, όπως η Ιπποκρατική παθολογία και ιδιαίτερα η Γαληνική ανατομική και φυσιολογία, θα εμπλουτισθούν σε σημαντικό βαθμό από τις γνώσεις και τις παρατηρήσεις που κάνουν οι ίδιοι οι γιατροί πάνω σε ζώα καθώς και από τις γνώσεις των ζωολόγων και των εμπειρικά ασχολούμενων με την κτηνιατρική.
Η κτηνιατρική, ως ανεξάρτητος ιατρικός κλάδος, θα θεμελιωθεί στην Αλεξανδρινή Ελλάδα, θα καθιερωθεί ως αυτοτελής επιστήμη την εποχή που στην Ελλάδα και τη Ρώμη άρχισε η παρακμή των γραμμάτων και τεχνών και θα φθάσει σε υψηλό βαθμό τελειότητας με τους Έλληνες ιππιατρούς στο Βυζάντιο. Εκεί, με κύριο άξονα την ιππιατρική και βασισμένη πάνω στις Αλεξανδρινές σπουδές, η Ελληνική Κτηνιατρική γνωρίζει τη μεγάλη της άνθιση.
Στο Βυζάντιο, οι θετικές επιστήμες καλλιεργούνται με βάση την πρόοδο που είχε γίνει κατά το 2ο και 3ο αιώνα. Αν και η ιατρική δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα όρια που είχαν τεθεί από τον Ιπποκράτη, το Γαληνό και τους άλλους γιατρούς της Αλεξανδρινής και της Περγαμινής Σχολής, η κτηνιατρική θα περιορισθεί σε αντιγραφές και κωδικοποιήσεις προγενέστερων έργων, με κύρια βάση αυτών της αλεξανδρινής και πρωτοβυζαντινής περιόδου τα οποία αποτελούν τις γέφυρες που μας συνδέουν με την αρχαιοελληνική κτηνιατρική γνώση. Στη συνέχεια, τα δεδομένα αυτά θα παραληφθούν από τους Άραβες και θα επανέλθουν στην Ευρώπη από τους Ισπανούς.
Η κτηνιατρική γεννήθηκε από τα νοσήματα των ζώων και τη θεραπεία των νοσημάτων τους. Κατά κύριο λόγο όμως από τα νοσήματα και τις παθήσεις των κατοικίδιων ζώων και ιδιαίτερα του αλόγου. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε και το χαρακτηριστικό παράδειγμα της χυμοπαθολογίας, η οποία αποτέλεσε σταθμό στην πορεία των ιατρικών επιστημών που πάνω της στηρίχθηκε για πολλούς αιώνες ολόκληρο το οικοδόμημά τους μέχρι το 18ο αιώνα οπότε και άρχισε οριστικά να καταδικάζεται. Παράλληλα με τις νόσους και τη θεραπεία τους ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν η υγιεινή του ενσταυλισμού, της ιπποκομίας, της διατροφής καθώς επίσης και η κτηνιατρική νομοθεσία (αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό δίκαιο).
Οι γιατροί της αρχαιότητας ιδιαίτερα ασχολήθηκαν και με τα θέματα της δίαιτας των αρρώστων και της διατροφής του ανθρώπου γενικότερα. Διάφορες γραπτές πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα, επιγραφές, πάπυροι, παραστάσεις σε αγγεία και άλλα συμπληρώνουν τις γνώσεις μας για τη διατροφή των αρχαίων στην οποία τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης κατείχαν σημαντική θέση. Χαρακτηριστικά μυθολογείται πως ο ήρωας του Τρωικού πολέμου Αχιλλέας, από παιδί ακόμα, τρεφόταν αποκλειστικά με σπλάγχνα λιονταριών και κάπρων και με μυαλό αρκούδας. Γι’ αυτό και το όνομά του οι αρχαίοι το ετυμολογούσαν από το α στερητικό και το χιλός, που σημαίνει ότι δεν κατανάλωνε ποτέ τρόφιμα φυτικής προέλευσης.
Όσον αφορά το κρέας ή τα κρέα με την ευρύτερη έννοια του όρου, οι αρχαίοι το προμηθεύονταν από εδώδιμα θηλαστικά, πτηνά και ψάρια, με ιδιαίτερη την προτίμηση των Ελλήνων στους ιχθύες, τα μαλακόστρακα και τα μαλάκια. Οι άνθρωποι βέβαια της υπαίθρου γεύονταν ακανθόχοιρους, χερσαίους κοχλίες αν και η εντομοφαγία δεν ήταν άγνωστη. Όσον αφορά τους κανόνες της επιθεώρησης και ειδικά του κρέατος (κρεοσκοπία) η διαμόρφωσή τους ανάγεται σε μακρινές εποχές και συμβαδίζει με τον εκπολιτισμό του ανθρώπου.
Εκτός από αυτά, ιστορικά αναφέρεται και η συντήρηση του κρέατος, η παρασκευή προϊόντων αλλαντοποιίας, η συντήρηση των ψαριών, η παρασκευή ιχθυοσκευασμάτων και άλλα. Στην περίπτωση του γάλακτος, αναφέρεται ότι αυτό καταναλώνονταν ως μέρος της καθημερινής τους διατροφής είτε αυτούσιο ή με τη μορφή γαλακτοκομικών προϊόντων. Για ολόκληρες χιλιετίες η αξιοποίηση του γάλακτος και η μεταποίησή του σε άλλα προϊόντα (τυρί, βούτυρο, γιαούρτι κτλ) γινόταν με εμπειρικές μεθόδους στα πλαίσια της οικογενειακής οικονομίας. Όσον αφορά δε το μέλι, οι αρχαίοι Έλληνες το χρησιμοποιούσαν μόνο αυτούσιο στη διατροφή τους ενώ παρασκεύαζαν και διάφορα άλλα προϊόντα από μέλι με γάλα, νερό, άλμη, ξύδι κτλ.
Ερχόμενοι τώρα στην περίοδο που ο ελληνικός χώρος ξενοκρατείται, από την πτώση της Βασιλεύουσας μέχρι τα χρόνια του λυτρωτικού ξεσηκωμού και την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους και μετέπειτα, οι βιολογικές επιστήμες και η κτηνιατρική, γνωρίζουν μια θαυμαστή πρόοδο. Στις συνηθισμένες αρρώστιες και επιζωοτίες, κτηνιατρική βοήθεια στα ζώα τους προσφέρουν οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι με βάση πρακτικές συνταγές και γιατροσόφια κληρονομημένα από την παράδοση. Το επιστημονικό δυναμικό της Ελλάδας κατά την περίοδο αυτή είναι ιδιαίτερα αποκαρδιωτικό. Μέχρι την έλευση του Όθωνα στην Ελλάδα δεν υπήρχε επιστήμονας κτηνίατρος. Αν και η πρώτη κτηνιατρική σχολή είχε ιδρυθεί στη Γαλλία το 1762, μέχρι την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους λειτούργησαν και άλλες κτηνιατρικές σχολές σε 12 ευρωπαϊκά κράτη. Στην Ελλάδα και μέχρι την άφιξη του Όθωνα, τη θεραπευτική των ζώων ασκούσαν οι διάφοροι εμπειρικοί οι οποίοι μάλλον έβλαψαν παρά ωφέλησαν. Οι πρώτοι κτηνίατροι που θα φθάσουν στη χώρα μας είναι Βαυβαροί ενώ αργότερα θα τους ακολουθήσουν Δανοί, Ιταλοί και Γάλλοι. Έλληνες κτηνίατροι θα κάνουν την εμφάνισή τους για πρώτη φορά στο στράτευμα κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και μόλις το 1853 θα γνωρίσει το φως της δημοσιότητας και το πρώτο νεοελληνικό κτηνιατρικό σύγγραμμα «Ιπποθεραπευτική» του Νικολάου Β. Κορδικά,1853.
Αντίθετα με τις εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό χώρο στην Αθήνα τα πράγματα εξελίσσονται με πολύ αργό ρυθμό. Παρ’ όλα αυτά, στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα, με την επιστροφή των πρώτων υποτρόφων του εξωτερικού, κάτι αρχίζει να αλλάζει. Οι νεαροί Έλληνες κτηνίατροι ύστερα από λαμπρές σπουδές στις σχολές της Ευρώπης, θα αναπτύξουν πρωτοβουλίες σε όλους τους τομείς της δραστηριότητάς τους. Ανάμεσα σε όλα τα άλλα έργα τους είναι και η αναδιοργάνωση της στρατιωτικής κτηνιατρικής υπηρεσίας, η ίδρυση και στελέχωση αντίστοιχης πολιτικής κτηνιατρικής υπηρεσίας, η ίδρυση και λειτουργία κτηνιατρικών ιδρυμάτων με διαγνωστική και ερευνητική δραστηριότητα, η καθιέρωση του αστυκτηνιατρικού ελέγχου καθώς και η δημιουργία της Ελληνικής Κτηνιατρικής Εταιρείας (ΕΚΕ), που για δεκαετίες ολόκληρες, μέχρι την ίδρυση πανεπιστημιακής σχολής, θα αποτελέσει το μοναδικό επιστημονικό κέντρο της κτηνιατρικής, με πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλους τους τομείς της επιστημονικής και επαγγελματικής δραστηριότητας.
Το 1917, ιδρύεται το Υπουργείο Γεωργίας στο οποίο υπάγεται το Ζωοτεχνικό και Κτηνιατρικό Τμήμα και οι προσπάθειες συνεχίζονται ώσπου το 1984 ο Γεώργιος Ν. Πιλάβιος επισημαίνει τις δυσμενείς επιπτώσεις για την κτηνοτροφία και την εθνική οικονομία με την παντελή έλλειψη γεωργικών και κτηνιατρικών Σχολών και τη μη ύπαρξη κατάλληλων ελληνικών συγγραμμάτων. Οι πρώτες ουσιαστικές προσπάθειες για την ίδρυση Πανεπιστημιακής Κτηνιατρικής Σχολής στην Ελλάδα άρχισαν το 1905 με πρωτοβουλία του μετέπειτα προέδρου της ΕΚΕ Ιωάννη Δ. Πετρίδη. Ο νεαρός τότε στρατιωτικός κτηνίατρος είχε προτείνει την ίδρυση γηγενούς κτηνιατρικής σχολής. Αν μάλιστα κρίνουμε από το καταστατικό της ΕΚΕ, όπου ρητά αναφέρεται ότι σε περίπτωση διάλυσής της η περιουσία της περιέρχεται στην μέλλουσα να ιδρυθεί κτηνιατρική σχολή, η υλοποίηση της επιδίωξης αυτής δεν εγκαταλείφτηκε ποτέ από τα μέλη της ΕΚΕ.
Με τη σύσταση του Κτηνιατρικού Μικροβιολογικού Εργαστηρίου (ΚΜΕ) στην Αθήνα το 1911 και την έναρξη της λειτουργίας του μετά από μια δεκαετία αρχίζει μια νέα περίοδος για την ελληνική κτηνιατρική με διευθυντή για 41 ολόκληρα χρόνια τον καθηγητή Κωνσταντίνο Μελανίδη. Στη συνέχεια, ιδρύθηκε το Κτηνιατρικό Μικροβιολογικό Εργαστήριο Θεσσαλονίκης, θεσπίσθηκε από το Βασίλειο Χατζηόλο η τεχνητή σπερματέγχυση, ιδρύθηκαν τα Κτηνιατρικά Μικροβιολογικά Εργαστήρια του Στρατού και η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία με έδρα την Αθήνα. Η ίδρυση της ΕΚΕ αποτέλεσε εξαιρετικό γεγονός, άρχισε να λειτουργεί στις αρχές του 1924, περατώθηκε η σύνταξη του καταστατικού της τον Ιούλιο του ίδιου έτους και το Νοέμβριο του 1925 ολοκληρώθηκε και η διαδικασία της αναγνώρισής της.
Η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία εκφράζει τις θερμές της ευχαριστίες στο
Δρ Τάσο Αθ. Τσακνάκη για την άδεια χρησιμοποίησης στοιχείων από το βιβλίο του
«Ιστορία της Ελληνικής Κτηνιατρικής», Τόμοι Α & Β, 2006