24grammata.com / θετικές επιστήμες
Το πλανητάριο ως μέσο συνθετικής επιμορφώσεως, της πιο ευχάριστης και αποτελεσματικής που έχει επινοηθεί ποτέ, σύντομα κατέστη ένας σπουδαίος τρόπος για εκατομμύρια ανθρώπους να μάθουν πράγματα που πίστευαν ότι είναι πέρα από τη μαθησιακή ικανότητά τους, για τους μεγαλύτερους να μοιραστούν τις γνώσεις τους με τους νεότερους και για τους εμπειρογνώμονες να έρθουν σε επαφή με τους ανειδίκευτους. Γιατί το πλανητάριο διαθέτει μια εκπληκτική δυνατότητα, αφού και οι επιστήμονες, αλλά και αυτοί που διαθέτουν στοιχειώδη μόνο εκπαίδευση, μπορούν να απολαύσουν την ίδια ακριβώς παράσταση, έχοντας κοινή συναίσθηση της γενικής εξέλιξης των γεγονότων και της συσχέτισης αιτίων και αποτελεσμάτων.
Ο αείμνηστος Ευγένιος Ευγενίδης, δεν όριζε τους τομείς στους οποίους έπρεπε να δραστηριοποιηθεί το Ίδρυμα. Τούτο το άφησε στην ευχέρεια της Διοικήσεώς του. Έτσι, η αείμνηστη αδελφή του Μαριάνθη Σίμου, πρώτη διαχειρίστρια-διοικήτρια και ψυχή του Ιδρύματος, αποφάσισε την προσθήκη και ενός πλανηταρίου στο κτηριακό συγκρότημα του Ιδρύματος, ύστερα από σχετικές εισηγήσεις των συμβούλων της Σταύρου Πλακίδη, καθηγητή της έδρας της αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Δημητρίου Κασσάπη, επιμελητή στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Το ποσό που δαπανήθηκε για το σκοπό αυτό ήταν υπέρογκο για την εποχή εκείνη, ενώ ο πολύ μεγάλης αξίας κεντρικός πλανηταριακός προβολέας, ήταν δωρεά του Νικόλαου Βερνίκου-Ευγενίδη. Ο πρώτος εκείνος προβολέας Mark IV της εταιρείας Carl Zeiss, ύψους 6 μέτρων και βάρους 2,5 τόνων αποτελούνταν από 29.000 εξαρτήματα. Τα δύο σφαιρικά του άκρα, καθώς και ο ενδιάμεσος κορμός ήταν κατάσπαρτα με 150 προβολικά συστήματα, που του επέτρεπαν να προβάλλει στον ημισφαιρικό θόλο, εκτός των άλλων, 8.900 άστρα μεγέθους μέχρι 6,5, την κίνηση του Ηλίου, της Σελήνης και των πέντε λαμπρών πλανητών, την εικόνα του ορατού ουράνιου θόλου, όπως αυτή φαίνεται από κάθε σημείο της Γης, και τις εποχικές αλλαγές.
Σήμερα, το υπέροχο αυτό όργανο, κοσμεί την αίθουσα δεξιώσεων του πρώτου ορόφου, τοποθετημένο, ως έκθεμα πλέον, στην ίδια ακριβώς θέση που βρισκόταν στη διάρκεια της λειτουργίας του από το 1966 έως το 1999. Έτσι, στις 7 Ιουνίου του 1966 εγκαινιάστηκε στο νέο κτηριακό συγκρότημα του Ιδρύματος Ευγενίδου στη Λεωφόρο Συγγρού και άρχισε να λειτουργεί το πρώτο Πλανητάριο στην Ελλάδα και το μοναδικό της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Εκπληρώθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο πληρέστερα η επιθυμία και το όραμα του εθνικού ευεργέτη Ευγένιου Ευγενίδη «να συμβάλει εις την εκπαίδευσιν νέων ελληνικής ιθαγενείας εν τω επιστημονικώ και τεχνικώ πεδίω». Για να τιμηθεί το γεγονός αυτό, τα Ελληνικά Ταχυδρομεία είχαν εκδόσει ειδικό γραμματόσημο με σφραγίδα πρώτης ημέρας εκδόσεως.Με προτροπή του Σταύρου Πλακίδη, η αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου προσέλαβε το 1962, ως πρώτο διευθυντή του Πλανηταρίου, τον τότε υφηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγητή Μαθηματικών της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων Δημήτριο Κωτσάκη, ο οποίος το 1965 εξελέγη καθηγητής της έδρας της Αστρονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Κωτσάκης παρέμεινε διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου έως το 1973, με σύμβουλο Αστρονομίας του Ιδρύματος τον Σταύρο Πλακίδη.
Σ’ αυτήν την περίοδο λειτουργίας του Πλανηταρίου σημαντική ήταν επίσης και η προσφορά του αστρονόμου Κωνσταντίνου Χασάπη, ο οποίος ως δεινός ομιλητής, συνέπαιρνε κυριολεκτικά το πολυπληθές ακροατήριό του στις εβδομαδιαίες αστρονομικές του διαλέξεις στο Αμφιθέατρο του Ιδρύματος, ιδιαιτέρως δε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του (1970-1972). Στην πρώτη αυτή περίοδο της λειτουργίας του, το Πλανητάριο βρήκε αρωγούς των δραστηριοτήτων του πολλούς έγκριτους συνεργάτες από το εξωτερικό. Σημειώνεται ιδιαίτερα η συμβολή του Σιδώνιου Κοπάλ, καθηγητή Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ της Αγγλίας, του Χένρι Κινγκ, διευθυντή του Πλανηταρίου του Λονδίνου και του Φ. Πολ, διευθυντή του Πλανηταρίου της Νυρεμβέργης.
Κατά την περίοδο αυτή δόθηκε έμφαση στις παραστάσεις για τους τελειόφοιτους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως, οι οποίοι διδάσκονταν το μάθημα της Κοσμογραφίας. Στη διάρκεια ενός έτους, οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν έξι διαφορετικές παραστάσεις ειδικά διασκευασμένες γι’ αυτούς. Είχαν, επίσης, την ευκαιρία να παρακολουθούν και ειδικές επιμορφωτικές διαλέξεις, αρχικά του αστρονόμου Πέτρου Ροβίθη (1967-1971) και αργότερα της αστρονόμου Μάρως Παπαθανασίου (1971-1982), οι οποίοι ήσαν επιφορτισμένοι, επίσης, με τις καθημερινές παρατηρήσεις του Ηλίου, που πραγματοποιούνταν με το τηλεσκόπιο του Ιδρύματος σε συνεργασία με αντίστοιχα κέντρα της Σουηδίας και της Ελβετίας. Ο καθηγητής τηλεπισκοπήσεως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μιχάλης Μουτσούλας, προσέφερε επίσης πολλές και εξαιρετικές υπηρεσίες ως σύμβουλος του Ιδρύματος και φίλος του Πλανηταρίου μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1995.
Η εγκατάσταση του Πλανηταρίου, πραγματικό στολίδι και πόλος έλξεως για τους μαθητές και το ευρύτερο κοινό, θεωρήθηκε εξ αρχής ένα ζωτικό πρόγραμμα εθνικής εμβέλειας, με βασική επιδίωξή του την ποιοτική βελτίωση της επιστημονικής επιμορφώσεως του λαού μας. Ένα επιστημονικό κέντρο με πραγματικά σημαντική αποστολή και αντικειμενικό στόχο την εκλαΐκευση και διάδοση των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας. Από τα πρώτα του, άλλωστε, βήματα αναπτύχτηκε δυναμικά, ώστε να εξελιχθεί σε ένα κέντρο παιδείας, ψυχαγωγίας και βοήθημα για όλες τις επιστήμες. Γιατί το Πλανητάριο χρησιμοποίησε όλες τις δημιουργικές και τεχνικές δυνατότητες των οπτικοακουστικών μέσων με κατάλληλους συνδυασμούς, ώστε να είναι σε θέση να αφηγηθεί την ιστορία της επιστήμης με τον πιο εντυπωσιακό, θεαματικό και ψυχαγωγικό τρόπο.
Στις αρχές του 1970 ο Διονύσης Σιμόπουλος, ενώ βρισκόταν ακόμη στις ΗΠΑ, άρχισε στενή συνεργασία με τον αείμνηστο Τζώρτζη Αθανασιάδη, τον τότε εκδότη της εφημερίδας Η Βραδυνή, δημοσιεύοντας εκτενή άρθρα για τα αποτελέσματα των διαστημικών αποστολών του επανδρωμένου προγράμματος Απόλλων. Η αρθρογραφία εκείνη αποτέλεσε την αφορμή το καλοκαίρι του 1972 να προσκληθεί στην Αθήνα από την Ελληνική Αστροναυτική Εταιρεία για μια διάλεξη, οπότε του δόθηκε η ευκαιρία να συναντηθεί και με την αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου. Η συνάντηση εκείνη ήταν καθοριστική, αφού, δύο μήνες αργότερα, ορίστηκε διάδοχος του Δημητρίου Κωτσάκη στη διεύθυνση του Ευγενιδείου Πλανηταρίου, αν και ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 6 Απριλίου του 1973. Επηρεασμένος από την πενταετή εμπειρία του ως επιμελητής και αργότερα ως διευθυντής του πλανηταρίου Zeiss στο Κέντρο Τεχνών και Επιστημών της Λουιζιάνας (ενός από τα δέκα μεγαλύτερα πλανητάρια των ΗΠΑ), εισήγαγε καινοτομίες (όπως στη μουσική, στην καλλιτεχνική και σκηνοθετική επένδυση των επιστημονικών διαλέξεων του Πλανηταρίου), με αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση των θεατών του.
Το 1978 οι επισκέπτες του Πλανηταρίου είχαν τετραπλασιαστεί φθάνοντας τους 116.000 το χρόνο, αριθμός ο οποίος με βάση τις θέσεις που διέθετε το Πλανητάριο, αλλά και των παραστάσεων που πραγματοποιούσε τότε, ήταν, εκ των πραγμάτων, αξεπέραστος. Η θεαματική αυτή αύξηση της κινήσεως του Πλανηταρίου οφειλόταν κυρίως στην εντυπωσιακή αναβάθμιση του οπτικοακουστικού εξοπλισμού του, με την εγκατάσταση δεκάδων βοηθητικών προβολέων, εξαιτίας των οποίων οι παραστάσεις γίνονταν όλο και πιο θεαματικές. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν δεκάδες νέες παραστάσεις• έτσι το Πλανητάριο απευθυνόταν πλέον σε όλες τις ηλικίες και σ’ όλα τα μορφωτικά επίπεδα θεατών. Κατά τη δεκαετία του ’70 όμως, παρατηρήθηκε διεθνώς μείωση στον αριθμό ανεγέρσεως νέων πλανηταρίων, λόγω του ότι το ενδιαφέρον για τις σεληνιακές αποστολές του προγράμματος Απόλλων είχε μειωθεί. Ωστόσο, αυτό δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην εξέλιξη των τεχνολογιών που αφορούσαν στα πλανητάρια. Πολλές αίθουσες άρχισαν να χρησιμοποιούν καθίσματα που ήταν προσανατολισμένα σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση και όχι κατ’ ανάγκην προς το κέντρο της αίθουσας. Αυτό βοήθησε το κοινό στο να επικεντρωθεί ακόμα περισσότερο στην ουσία του θέματος, που περιγραφόταν στη διάρκεια της παραστάσεως.Το 1976 κατασκευάστηκε ένα σύστημα πολλαπλών προβολέων το οποίο πρόβαλε μία εικόνα (π.χ., το εσωτερικό ενός αστεροσκοπείου), που κάλυπτε ολόκληρο το θόλο.
Με διάφορους άλλους πειραματισμούς, επιτεύχθηκε, κυρίως σε ό,τι αφορούσε στην αίσθηση του κοινού σε σχέση με το θόλο, να έχει ο θεατής την εντύπωση ότι αποτελεί μέρος του θεάματος «αιωρούμενος» μέσα στο Διάστημα και όχι παρακολουθώντας απλά ένα θέαμα. Το Σαν Ντιέγκο, πρωτοστάτησε το 1973 στη δημιουργία του πρώτου διαστημικού θεάτρου στον κόσμο, όπου ο θόλος είχε κλίση και περιελάμβανε για πρώτη φορά ένα κινηματογραφικό προβολικό σύστημα θόλου, γνωστό τότε ως σύστημα Omnimax. Ένα χρόνο αργότερα, η εμπειρία εκείνη επέδρασε σημαντικά, ώστε να πέσουν τότε οι πρώτοι σπόροι της σημερινής διαμορφώσεως του Νέου Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ι.Ε.
Ο αυτοματοποιημένος έλεγχος των παραστάσεων ήταν ακόμα σπάνιος, αν και το 1976 εμφανίστηκε το πρώτο στον κόσμο απολύτως αυτοματοποιημένο πλανητάριο, το Διαστημικό Θέατρο Άλμπερτ Αϊνστάιν, στο Εθνικό Μουσείο Αεροπορίας και Διαστήματος του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν της Ουάσιγκτον. Για μια παράσταση πλανηταρίου, αρκούσε πλέον να πιέσεις μόνο ένα κουμπί, προκειμένου αυτή να εκτελεστεί αυτόματα. Ο ήχος επίσης βελτιώθηκε αισθητά, περνώντας αρχικά στο διπλό στερεοφωνικό ήχο και κατόπιν στο τετρακάναλο surround. Τα χαρακτηριστικά αυτά δημιούργησαν μία νέα γενιά πλανηταρίων, τα οποία πλέον χρησιμοποιούνταν και για την παρουσίαση θεατρικών έργων, συναυλιών και ειδικών παραστάσεων με ακτίνες λέιζερ. Αυτό είχε ως συνέπεια την αύξηση των εσόδων των πλανηταρίων, ενώ προσέλκυε κοινό, που διαφορετικά ίσως, δεν θα επισκεπτόταν ποτέ ένα πλανητάριο. Το γεγονός ότι σε ένα άλλου είδους κοινό άρεσε αυτό που έβλεπε, αποτέλεσε την αφορμή να επιστρέφει το κοινό αυτό (ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του) στο πλανητάριο για να παρακολουθήσει και τις παραστάσεις που είχαν αστρονομικό περιεχόμενο.
Τις διεθνείς αυτές εξελίξεις ακολούθησε και το πλανητάριο του Ι.Ε., χάρη κυρίως στο θερμό ενδιαφέρον που επιδείκνυε εξ αρχής η αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου, η οποία διέθετε τα αναγκαία κεφάλαια για την αναβάθμιση του εξοπλισμού του. Την περίοδο εκείνη αντικαταστάθηκε η σταθερή σιλουέτα των Αθηνών από ένα σύστημα προβολικών διαφανειών, που είχαν τη δυνατότητα να προβάλλουν στο θόλο πανοραμικές απόψεις απ’ όλο τον κόσμο, αλλά και από τις επιφάνειες των άλλων πλανητών και δορυφόρων, όπως υπολόγιζαν τότε οι επιστήμονες ότι πρέπει αυτές να φαίνονται στους μελλοντικούς τους επισκέπτες. Έτσι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’70 το πλανητάριο του Ι.Ε. χρησιμοποιούσε τον κεντρικό του Παγκόσμιο Προβολέα της Zeiss κι έναν μόνο βοηθητικό προβολέα 5-10 διαφανειών ανά παράσταση, στα τέλη της δεκαετίας αυτής διέθετε πάνω από 75 προβολείς, με 80 διαφάνειες ο καθένας, και τουλάχιστον 200 προβολείς ειδικών εφέ, που αναπαριστούσαν εκατοντάδες διαφορετικά αστρονομικά φαινόμενα, τα οποία δεν μπορούσε να παρουσιάσει ο προβολέας της Zeiss.
Η προσπάθεια αναβαθμίσεως του οπτικοακουστικού εξοπλισμού του Πλανηταρίου ευοδώθηκε χάρη σε τρεις τεχνικούς, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν, γι’ αυτόν το σκοπό στο εξωτερικό: τον αείμνηστο Γιάννη Γαλατά, από την πρώτη ημέρα της εγκαταστάσεως και λειτουργίας του και αργότερα τους Δημήτρη Χατζάκη και Γιώργο Τσεσμελή.
Την ίδια εκείνη περίοδο σημαντική ήταν επίσης και η προσφορά του Μωρίς Αλτσέχ, ενός πραγματικού μετρ της φωτογραφίας στην αισθητική και καλλιτεχνική εμφάνιση των παραστάσεων. Θα ήταν, τέλος, μεγάλη παράλειψη αν δεν υπογραμμιζόταν και η μεγάλη συνεισφορά του εκφωνητή της ΕΡΤ Γιώργου Αθανασόπουλου, ο οποίος από το 1966 έως το 1990 ήταν, ως ο μοναδικός αφηγητής, η «φωνή του Πλανηταρίου» σε περισσότερες από 250 παραστάσεις. Παρόλη την αναβάθμισή του, όμως, οι δραστηριότητες του Πλανηταρίου, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70, σταματούσαν λίγα μόνο μέτρα από τις πόρτες του.
Το κοινό που επισκεπτόταν τις εγκαταστάσεις του ήταν μεν ικανοποιημένο, αλλά οι υπηρεσίες που παρέχονταν περιορίζονταν στις παραστάσεις του, όσο θεαματικές κι αν είχαν γίνει στο μεταξύ. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε σιγά-σιγά σε μιαν αλλαγή της φιλοσοφίας των δραστηριοτήτων του. έτσι το Πλανητάριο έπαψε να περιορίζεται μόνο στην κτηριακή του εγκατάσταση, επεκτείνοντας τις δραστηριότητές του και πέρα απ’ αυτήν, με επιμορφωτικά άρθρα και συνεντεύξεις στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, με εκπομπές εκλαϊκευμένης επιστήμης στην τηλεόραση, αλλά και με επιμορφωτικές διαλέξεις σε όλη τη χώρα. Αποφασίσθηκε τότε να μετατραπεί σ’ ένα ενημερωτικό, εκλαϊκευτικό και εκπαιδευτικό κέντρο, συμμετέχοντας –με ένα μακρόπνοο προγραμματισμό– σε δραστηριότητες μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αφού μόνο μέσω της πλατιάς συνεργασίας με την κοινωνία η λειτουργία του μπορούσε να πετύχει πραγματικά το σκοπό της και να αναπτυχθεί. Τέθηκαν έτσι τα θεμέλια για την έντονη εξωστρέφεια στη δεκαετία που ακολούθησε.
Την ίδια περίοδο, επίσης, το πλανητάριο του Ι.Ε., σε συνεργασία με το Πλανητάριο Aρμά της Βόρειας Ιρλανδίας και το Πλανητάριο του Αμβούργου, συνέστησαν το 1978 την European-Mediterranean Planetarium Association με σκοπό την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των μεγάλων πλανηταρίων της Ευρώπης, ενώ 16 χρόνια αργότερα, με το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο (E.S.O.), αποτέλεσαν έναν νέο πόλο συσπειρώσεως για τη δημιουργία μιας δεύτερης πανευρωπαϊκής επιστημονικής οργανώσεως με την επωνυμία European Association for Astronomy Education.
Σαράντα χρόνια μετά τη δημιουργία του πρώτου Πλανηταρίου στην Ελλάδα από το Ίδρυμα Ευγενίδου το 1966, ο υπερσύγχρονος «διάδοχός του», το Νέο Ψηφιακό Πλανητάριο βρίσκεται πλέον στη διάθεση του κοινού από το Νοέμβριο 2003. Αν το παλαιό Πλανητάριο ήταν μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα και ένα από τα πλέον σύγχρονα Πλανητάρια της εποχής του, το Νέο Πλανητάριο με διάμετρο θόλου 25 μέτρα και συνολική επιφάνεια 950 m2 (όσο 2,5 γήπεδα του μπάσκετ), είναι το μεγαλύτερο και καλύτερα εξοπλισμένο ψηφιακό Πλανητάριο στον κόσμο. Με τη δημιουργία του νέου Ψηφιακού Πλανηταρίου χωρητικότητας 280 θέσεων, ξεκινά η υλοποίηση ενός οράματος με αρχικό εμπνευστή τον αείμνηστο Νίκο Βερνίκο-Ευγενίδη.
Το φθινόπωρο του 1996, ο τότε Πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου Νικόλαος Βερνίκος-Ευγενίδης, ακολουθώντας το παράδειγμα των μεγάλων εθνικών ευεργετών Ευγένιου Ευγενίδη και Μαριάνθης Σίμου και διαβλέποντας ότι ο επερχόμενος νέος αιώνας απαιτούσε τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσέφερε μέχρι τότε το Ίδρυμα Ευγενίδου στη χώρα, αποφάσισε να διαθέσει ένα ιδιαίτερα σεβαστό ποσό για την επέκταση των εγκαταστάσεων και των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος.
Επί τέσσερα χρόνια πριν από τον αδόκητο θάνατό του, το Νοέμβριο του 2000, ο Βερνίκος-Ευγενίδης συμμετείχε αποφασιστικά στη διαμόρφωση των σχεδίων για την επέκταση των εγκαταστάσεων και των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος. Τον οραματισμό αυτό συνεχίζει σήμερα ο διάδοχός του και νέος Πρόεδρος του Ιδρύματος κ. Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης.
Για το χώρο του Νέου Ψηφιακού Πλανηταρίου έχει προβλεφθεί μέριμνα για Άτομα με Αναπηρίες: ειδικά διαμορφωμένες εξωτερικές και εσωτερικές είσοδοι με ράμπες, ανελκυστήρες σε όλους τους ορόφους, προσβάσιμα WC, ειδικά διαμορφωμένα καθίσματα στο νέο χώρο Προβολών, χώροι στάθμευσης αποκλειστικής χρήσης από ΑΜΕΑ.