Κατανόηση Συρίας Δοκιμές

24grammata.com/ Μέση Ανατολή

Ο Καβαφικός Λόγος και η σημερινή κατάσταση στη Συρία

«ΔΕΝ ΦΡΟΝΤΙΣΑΝ»

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος

Η καβαφική ποίηση κινήθηκε πάντοτε μες στα όρια του ρεαλισμού. Μιλούμε για έναν ρεαλισμό, ο οποίος συμπυκνώνεται στην έκφραση μιας ιδέας ή ενός συναισθήματος, της ατμόσφαιρας, δηλαδή, η οποία μπορεί να οδηγήσει το νοητό στα μονοπάτια των εντυπώσεων. Εκείνων των καταστάσεων, οι οποίες δεν περιγράφονται, ο λόγος για την ακρίβεια σε τούτο το σημείο υστερεί, ενώ την ίδια στιγμή η δυναμική του εξαπλώνεται, ώστε ακόμα και με τις σιωπές του να κατορθώνει το επιθυμητό, την επιδίωξη μιας συντονισμένης, εργαστηριακής προσέγγισης. Ο καβαφικός ρεαλισμός, ακόμα και εκείνος που αποκαλύπτεται στα λεγόμενα «πολιτικά» ποιήματά του, είναι φορές κατά τις οποίες δεν ανταποκρίνεται σε μια αυστηρή απεικόνιση της πραγματικότητας. Μα ακριβώς ετούτο συνιστά το μέγιστο ποιητικό προσόν του Αλεξανδρινού. Η δυνατότητα δηλαδή, απεικόνισης μιας ιστορικής πραγματικότητας, ελασσόνων πολλές φορές ή ανύπαρκτων μεγεθών, τα οποία όμως εξυπηρετούν την ποιητική πρόθεση του δημιουργού. Κάπως έτσι επιτυγχάνεται και καθορίζεται η πολιτική τοποθέτηση του Κωνσταντίνου Καβάφη, με την οποία συνίσταται η εξειδικευμένη εκείνη κατηγοριοποίηση των στιχουργημάτων του, όπως αποτελούν τα ποιήματα μιας πολιτικής θεώρησης, ιδωμένης από ένα στοχαστικό και ακριβές πνεύμα.
Στην κατηγορία των ποιητικών στιχουργημάτων του Καβάφη, των προικισμένων με την επιτυχή εξέταση της πολιτικής καταστάσεως, τη διαχρονικότητα και την τόση ανθρωπιά τους, εντάσσεται και το ποίημα «Ας φρόντιζαν», με την αναφορά στη συριακή πραγματικότητα των δυναστειών και της διεκδίκησης του θρόνου της Αντιόχειας. Πρόκειται για μια επισήμανση του πολιτικού και κοινωνικού αμοραλισμού, με τον οποίο πάντοτε στέφεται η ανθρώπινη συλλογικότητα, σε κάθε εποχή και συγκυρία. Διαπιστώνεται μες στο έργο του Αλεξανδρινού η αισθητική της πολιτικής πραγματικότητας, η οποία διαχρονικά διαβρώνεται από την επιδίωξη της γοητευτικής εξουσίας. Το ποίημα, με τον υποβλητικό, γνώριμο υποκειμενισμό του Καβάφη, ο οποίος ενδύεται κάθε φορά την ταυτότητα του προσώπου του ποιήματος, ο ίδιος εκφράζει μια οικουμενική πραγματικότητα, επιτρέποντας μέσω της υπονοούμενης επικαιροποίησης της να αναγνωρισθεί η αναγωγή της σε κάθε εποχή και η, ως εκ τούτου αγόρευσή της σε μια ηθογραφική θεώρηση της ανθρώπινης δράσης. Οι μνηστήρες του θρόνου, η στρεβλότατη επίδραση των πρακτικών τους σε επίπεδο κοινωνικό, η μετάδοση τούτης της αισθητικής και η εμπέδωσή της ώς αναγνωρισμένη πρακτική από πλευράς ατομικότητας, ο κόπος των «δελφίνων» για την πραγμάτωση της μεμονωμένης φιλοδοξίας. Τούτα θα μπορούσαν με ακρίβεια να εκτιμηθούν ως τα κύρια και βασικά θέματα του ποιήματος του Καβάφη, η διάσταση του οποίου, παρά τις κριτικές επισημάνσεις δεν ξανοίγεται στο επίπεδο της πολιτικής, μα εκτείνεται μες στο βάθος της απτής, κοινωνικής πραγματικότητας. Συνιστά, λοιπόν τούτο το ποίημα, με αφορμή την πολιτική επιδίωξη, μια βαθιά και καυστική ματιά στην ανθρώπινη φύση, στην ηθική κατάπτωσή της που είναι πάντοτε γέννημα του πολιτισμού. Με ιστορική συνέπεια εκείνη πάντοτε συμβάλλει στην αλλοίωση της κοσμολογικής ύπαρξης του ανθρώπου και των συνόλων του, έτσι ώστε νέοι, τελικά δρόμοι να ανοιχτούν μες στις στάχτες και ολοζώντανος ο Φοίνικας να ανασυρθεί προς νέα πετάγματα και ψηλότερους, καταδικασμένους ουρανούς.
Ο καβαφικός ρεαλισμός, όπως διατρέχει το ποίημα εξυπηρετεί εκείνο, το οποίο τόσο εύστοχα έθεσε ο μελετητής Σαββίδης. Προβαίνει στο συμπέρασμα πως ο ρεαλισμός του Καβάφη δεν αποσκοπεί παρά στη μελέτη του ανθρώπου και του κόσμου, έτσι ώστε να μπορούν να αναδειχτούν ξεκάθαρες οι συγκρούσεις με την κοινωνική πραγματικότητα και να εννοηθεί ο κόσμος με όλα του τα επίμονα αμαρτήματα. Η αναφορά στη Συρία δεν συνιστά μια πρόσφορη επιλογή, σε ιστορικές πληροφορίες, μήτε μια τυχαία, όμως επιλογή του ποιητή. Στην ιστορική συγκυρία, μες στην οποία μας τοποθετεί ο Κωνσταντίνος Καβάφης, μπορεί κανείς να μαρτυρήσει τον κλονισμένο πολιτισμό του αρχαίου, συριακού κόσμου, ο οποίος με τόση ευκολία παραδίνεται στην παρακμή για να αποκτήσει κάποτε μια θέση μες στις ιστορικές καταγραφές. Ο πλούτος, η ευμάρεια, η καταποντισμένη ηθική ενός ανεπτυγμένου κόσμου, συνιστούν επαναλαμβανόμενες καταστάσεις μες στη χρονική ευρύτητα της ιστορίας. Οι πολιτισμοί και τα επιτεύγματα, τα οποία ξεπέρασαν την εποχή τους κάποτε θα συρθούν μες στις σκόνες, ερρειπιώδη, θρυλικά τοπία οι πόλεις, όπως η Αντιόχεια που έθρεψαν μια παλιά χίμαιρα. Ο Καβάφης, αναγνωρίζοντας στην εποχή του, τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα παρόμοια σημάδια σήψεως κοινωνικής και ηθικής δεν αποσιωπά, προβαίνει σε μία ουσιαστικά εκτίμηση του παρόντος, μα και του μέλλοντος. Ο λόγος του δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το παρελθόν , μια και ο ίδιος επιστρατεύει και διεισδύει στην ιστορική μαρτυρία, όχι μόνο για να ερμηνεύσει την παρακμή του ελληνιστικού κόσμου μα και για να ασκήσει μια σαφή κριτική προς την εποχή του και το μελλοντικό της ορίζοντα.  Ο διακριτικός, «ερευνητικός» ρόλος της φανταστικής, μα τόσο ζωντανής εμπειρίας, σημειώνει ο μελετητής Σαββίδης, ασκεί μια επίδραση στη γραφή, τέτοια ώστε μπορούμε να θεωρήσουμε ετούτη την ποιητική λειτουργία, ως μια δημιουργική πράξη, που συμπληρώνει το δρώμενο και το καθιστά υλικό σπουδαίο προς τη συνειδητοποίηση της πράξεως. Τόσο η ονοματοδοσία του τίτλου, όσο και ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται το αισθητικό.-εκείνο το οποίο ανταποκρίνεται με τη ψυχή-, επιβεβαιώνουν την πρόθεση του Καβάφη να παραμείνει αδιάφορος εμπρός στο φάσμα της ζοφερής, κοινωνικής πραγματικότητας που τον περιβάλλει, ενώ την ίδια στιγμή εξυπηρετείται ένας αποσταγματικός λόγος από προσωπικής πλευράς, που αποδεικνύει την πρόθεση του ποιητή να αποστασιοποιηθεί από την εποχή του και τις πολιτικο-κοινωνικές  αντιστοιχίες με το ιστορικό παρελθόν.
Σήμερα, τούτο το στιχούργημα αποδεικνύεται επίκαιρο και στοχευμένο, ιδανικό να περιγράψει με ακρίβεια μια πραγματικότητα, η οποία ταυτίζεται τόσο ως περιεχόμενο, όσο και ως γεωγραφική αναφορά. Αναφερόμαστε φυσικά στο συριακό, εμφύλιο πόλεμο, εκείνον που εδώ και μήνες μαίνεται στην άλλοτε, κραταιά, αραβική χώρα, στερώντας τη ζωή από χιλιάδες αθώους μάρτυρες μιας σφοδρής αντιπαράθεσης. Η συριακή κοινωνία, τεμαχισμένη και αποδυναμωμένη, καθώς επιβάλλει κάθε εμφύλια σύγκρουση, αδυνατεί να παραχωρήσει ένα οριστικό τέλος στη δολοφονία των αμάχων και στην περιθωριοποίηση ενός ολόκληρου έθνους. Ο τωρινός, κυβερνητικός σχηματισμός, βαθιά αντιδημοκρατικός και συγκεντρωτικός αδυνατεί να παραχωρήσει τα ιστορικά κεκτημένα του εκφραστή του, Άσαντ, ο οποίος με το δικαίωμα της κληρονομικότητας κατέχει και επιβάλλει την  εξουσία του στο σύνολο του συριακού πληθυσμού. Μια πραγματικότητα, αφενός οριζόμενη από τη μακρόχρονη, καταδυναστευτική, φιλοδυτική πολιτική των αρχών και αφετέρου από την περιφρονητική στάση απέναντι στα σημεία των καιρών, όπως επιδείχτηκε και συνεχίζει ακόμα και τούτη την ύστατη στιγμή από τη σύγχρονη, συριακή ελίτ. Με άλλα λόγια, η ποιητική του Καβάφη συνιστά μια πιστή απεικόνιση τούτης της εποχής, καθώς αναγνωρίζει, όχι μόνο τη διαβρωμένη, εκτελεστική εξουσία χωρών με ελάχιστα προηγμένη δημοκρατία, αλλά και τη στάση ενός πληθυσμού, ο οποίος παρέμεινε απαθής, μιμούμενος άκριτα τα δυτικά πρότυπα, το ύφος του ματαιόδοξου προσώπου της εξουσίας, επιδιώκοντας έναν πλούτο, ο οποίος δεν μπορεί παρά να παραμένει αγροίκος, άγονος.
Η παρούσα κατάσταση, καθώς βιώνεται μέσα από δέκτες τηλεοπτικούς και ασύρματους ορίζοντες δεν αποτελεί παρά μια τραγική κατάφαση, η οποία ξεπερνά την προοπτική της ελπίδας. Ίσως για τούτο το λόγο να μην υφίσταται ούτε και στην καβαφική ποίηση τέτοιο απατηλό ψήγμα. Ίσως η τόλμη, το χαρακτηριστικό ετούτο να επισφραγίζει την πρωτοπορία ενός γνήσιου ρεαλιστή, ενός κινηματογραφιστή της ιστορίας που διέφυγε οριστικά των λυρικών δεσμών. Το τραγικό, συνεχίζουμε το συλλογισμό μας, προϋποθέτει την παράσταση σύγκρουσης ανάμεσα στις τάξεις, την εύθραστη διαλεκτική, η οποία αναπτύσσεται πάντοτε μεταξύ εξουσιαζόντων και εξουσιαζόμενων. Δίχως κορώνες και συναισθηματισμούς, ο Καβάφης ξεπερνά ακόμη και τούτο το όριο, υπονοώντας το τραγικό, μια εικονοποιία, η οποία υπερβαίνει ορισμούς και διαλεκτικές και στέκει ως ένα αποφασιστικό αίσθημα, μια παγιωμένη κατάσταση, για την οποία, όπως και σήμερα η λύση συνιστά μια χίμαιρα.
Η παρούσα κατάσταση στη Συρία αποτελεί μια απόδειξη της κατεστραμμένης πραγματικότητας,  η οποία μας απειλεί. Το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη συνιστά μια μορφή παρηγοριάς εμπρός στην επικαιρότητα. Τούτο όχι γιατί στο λόγο του Αλεξανδρινού υποκρύπτεται η αισιοδοξία και η λύτρωση, μα γιατί μες στο ποιητικό σύμπαν αποδεικνύεται η υποψία μας. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, πάντοτε με τα ίδια κουρελιασμένα ρούχα, αναπάντεχα, καθώς τη ζωγραφίσαμε, ασπρόμαυρη, με μολύβι, δίχως λάδια μες στο μεγάλο βιβλίο του ανθρώπινου κόπου. Το ίδιο εκείνο, πανέμορφο πλοίο που καθελκύστηκε με τόσες τιμές, μες σε πυροτεχνήματα και ελπίδες για υπέροχα ταξίδια,τώρα, ξανά, καίγεται στο μέσον της Προποντίδος και εμείς διασκεδάζουμε ανυποψίαστοι μες στα πολυτελή σαλόνια και βυθιζόμαστε, αγαπητέ.

Ας φρόντιζαν
Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.

Αλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Αριστοτέλη, Πλάτωνα·
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ό,τι κι αν πεις).
Από στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Αλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι·
κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
του Κακεργέτη βλέψεις, και παληανθρωπιές, και τα λοιπά.

Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.

Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Αυτή είν’ η πρόθεσίς μου.
Αν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους –
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.

Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.

Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.

Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.

Αλλά, κατεστραμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ.
Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης