Κώστας Κωνσταντίνου
Δρ. Φιλολογίας Πανεπ. Αθηνών, Μ.Α. Πανεπ. Κολωνίας.5ο Ενιαίο Λύκειο Ηρακλείου, Κρήτης.
1. Διάλεκτος – Ιδίωμα – Ταυτότητα
Θα αρχίσω με την Εκπαίδευση και θα τελειώσω με τον ίδιο τρόπο. Τα παιδιά της Α΄ Λυκείου διδάσκονται, από ένα απόσπασμα τη νεοελληνικής γραμματικής του Μ. Τριανταφυλλίδη, ότι «Ιδίωμα και διάλεκτο ονομάζουμε συνήθως το ίδιο πράγμα, υποδιαιρέσεις της γλώσσας. Συχνά ονομάζουν διάλεκτο ένα ιδίωμα με μεγάλη έκταση ή που διαφέρει σημα- ντικά από την κοινή γλώσσα. Κάποτε πάλι ονομάζουν μειωτικά το ιδίωμα που έμεινε λογοτεχνικά ακαλλιέργητο» (Έκφραση – Έκθεση). Η συνήθης ερώτηση των μαθητών είναι «τι σημαίνει το που διαφέρει σημαντικά από την κοινή γλώσσα;».
Έχοντας κατά νουν ότι μία απάντηση που να ανταποκρίνεται στα πράγματα καθορίζει ενδεχομένως και τη δύναμη της ταυτότητας των διαλεκτόφωνων, θεωρώ την ερώτηση καίριας σημασίας. Ήταν, άλλωστε, η αιτία για ό,τι θα ακουστεί πιο κάτω. Θα προσπαθήσω να διαγράψω μερικές πλευρές των δύο γλωσσικών ποικιλιών (κρητικής καικυπριακής) που περιχαρακώνουν αυτή τη διαφορετική (γλωσσική) ταυτότητα. Ομολογώ ότι θα θέσω πολύ περισσότερα ερωτήματα από αυτά που θα προσπαθήσω να απαντήσω.
2. Μηχανιστικά μοντέλα σύγκρισης
Με δεδομένη τη δυναμική κάθε συστήματος για συνεχή αλλαγή και την, εξ όσων γνωρίζω μέχρι σήμερα, ατελή κωδικοποίηση της νόρμας της ΚΝΕ, μοιάζει να είναι μονόδρομος ο εντοπισμός μερικών στοιχείων, εξ ορισμού υψηλής δομικής σημασίας αλλά και στατιστικά υψηλής συχνότητας, τα οποία θα αποτελέσουν τη βάση της σύγκρισης. Σημαντικός επίσης περιορισμός είναι τα φαινόμενα να έχουν λίγο ή πολύ 10 ΔιεθνΚρητΣυν (2006) Γ1 (Χανιά 2010) 199-209
υπερτοπική παρουσία, τουλάχιστο σε μία από τις δύο γλωσσικές ποικiλίες. Γι’ αυτό θα προσπαθήσω να μεταβώ από την παραδοσιακή σύγκριση της διαλεκτικής τυπολογίας σε μια πιο δυναμική διαδικασία.
Μηχανιστικά μοντέλα σύγκρισης λειτουργούν καλά σε λεξιλογικό επίπεδο και σε «κατά μέτωπον» αντιπαραθέσεις. Σε γενικές γραμμές η λεγόμενη απόσταση Levenshtein (το σχετικά παλαιό αλλά όμωςσημείο αναφοράς στη διαλεκτομετρία) είναι ένας υπολογισμός της ομοιότητας μεταξύ δύο σειρών (strings), από τις οποίες η μία είναι η
πηγή και ή άλλη ο στόχος (για μια απλή και χρηστική παρουσίαση δες
Gilleland).
Η απόσταση αυτή είναι ο αριθμός των διαγραφών, εισαγωγών ή αντικαταστάσεων που απαιτούνται για να μετατραπεί η σειρά-πηγή στη σειρά-στόχο. Η τελική τιμή μπορεί να είναι το άθροισμα αυτών των διεργασιών, οι οποίες μπορούν να ζυγίζονται εξίσου, ή ανισομερώς, ανάλογα με το μοντέλο/εφαρμογή. Έτσι, για παράδειγμα (ΠΙΝΑΚΑΣ 1) με πηγή τη σειρά «μάτια» της νόρμας και σειρά στόχο το «μάθια» της Κρητικής (ΚρΔ) η απόσταση είναι 1, αφού απαιτείται μία αντικατά-
σταση του /t/ από το /θ/.