24grammata.com/ αρχαιότητα
γράφει η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ – Hélène Glykatzi, épouse Ahrweiler, βυζαντινολόγος, πρύτανηs του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, πρύτανης του Πανεπιστημίου της Ευρώπης
Το πρώτο πρόβλημα που βάζει το θέμα μας «Κρίσεις κατά την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και γενικά κατά το παρελθόν» είναι: τι είδους, ποιάς φύσης, ήταν οι κρίσεις που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι των παρωχημένων εκείνων εποχών;
Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί (σε παρένθεση έστω) ότι είναι διαχρονικό το είδος των κρίσεων που προκαλούν τόσο οι φυσικές καταστροφές (σεισμοί, καταποντισμοί, θανατικά, λειψυδρία, ανομβρία, όσο και οι πολεμικές συρράξεις, τόσο στο στρατόπεδο των ηττημένων, όσο και στο στρατόπεδο των νικητών.
Ας μου επιτραπεί να μη σταθώ λοιπόν στις κρίσεις που προκαλούσαν οι πολεμικές εχθροπραξίες, μολονότι έχει σήμερα άρδην αλλάξει η διεξαγωγή και διαχείριση του πολέμου.
Και βέβαια κανείς δεν μπορεί πια να ελπίσει ότι η μονομαχία των αρχηγών δύο αντιπάλων στρατοπέδων θα μπορούσε να αποτρέψει την μεταξύ τους σύρραξη. Η εποχή του Γολιάθ και του Δαβίδ έχει περάσει ανεπιστρεπτί, όπως άλλωστε και η εποχή του ατομικού ηρωισμού.
Εξηγούμαι: Η παντελής έλλειψη συγκεκριμένου πολεμικού μετώπου (ο πόλεμος διεξάγεται και μέσα στις πόλεις) κάνει να υφίστανται τα δεινά του πολέμου σήμερα όλες οι κατηγορίες του πληθυσμού (των γυναικόπαιδων μη εξαιρουμένων). Το είδος των καταστροφών που επιφέρει άλλωστε ο σημερινός έξυπνος λεγόμενος πόλεμος με τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει, προσδίδει στην όποια τοπική έστω σύρραξη, παγκόσμιες σχεδόν διαστάσεις λόγω των επιπτώσεων που μπορεί να έχει και οι οποίες βέβαια αγνοούν συνοριακά όρια και εμπόδια.
Να τονίσω λοιπόν αρχίζοντας, ότι οι κρίσεις κατά το παρελθόν (όπως άλλωστε και σήμερα) οφείλονται, είτε στις αντιξοότητες που προκαλούν τα αναπάντεχα φυσικά φαινόμενα, είτε στις αντιπαραθέσεις (με συνήθως πολεμική κατάληξη) μεταξύ ομάδων με διαφορετικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα (συμπεριλαμβάνω βέβαια εδώ τις εσωτερικές και εμφύλιες διαμάχες (οικονομικής, πολιτικής, θρησκευτικής ή όποιας άλλης υφής (π.χ. δυναστικής).
Επιβάλλεται ωστόσο να σημειώσω και να υπογραμμίσω ότι από πάντα οξεία κρίση προκαλεί και θα προκαλεί νομίζω, η αλλαγή της ακτίνας στον χώρο δράσης, καθώς και στους ρυθμούς της καθημερινής ζωής. Εξηγούμαι: το πέρασμα από το μικρό προς το ευρύτερο, όπως ας πούμε για την αρχαιότητα από το καθεστώς της Αυτόνομης πόλης στην δημιουργία των Ελληνιστικών Βασιλείων και μετά στην ένταξη στην παγκόσμια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ή για τις μέρες μας στην αποδοχή της παγκοσμιοποίησης, λόγω της επαφή που επιφέρει με τον άλλον τον ξένο, δημιουργεί τις συνθήκες κλονισμού της καθεστηκυίας κοινωνικής τάξης, αλλά και των προσωπικών πεποιθήσεων και βεβαιοτήτων. Να τολμήσω να πω ότι ίσως στην διεύρυνση ακριβώς της ακτίνας δράσης που δηλώνει η ρωμαϊκή παγκοσμιότητα (κάθε θάλασσα πλωτή και κάθε γη βατή είναι Ρώμη), οφείλεται ίσως η επικράτηση τότε ακριβώς του χριστιανισμού; (παγκοσμιότητα-οικουμενικότητα).
Να θυμίσω σχετικά ότι το επιχείρημα για την εισαγωγή του Χριστιανισμού που χρησιμοποιεί ο Ευσέβιος στον λόγο του προς τον Μεγάλο Κωνσταντίνο είναι: αντιγράφω «Η Ρώμη επάταξε την πολυαρχία χάρη στην αυτοκρατορική Μοναρχία και το Βυζάντιο την πολυθεΐα χάρη στον Χριστιανισμό». Υπερβολικό ίσως, αλλά βάσιμο ιστορικά, το ότι η εμφάνιση νέων θρησκειών (όπως άλλωστε και νέων πολιτευμάτων) αποτελεί απάντηση σε κρίσεις που δεν είναι μόνο οικονομικής ή πολιτικής υφής, αλλά κρίσεις πολιτιστικής χροιάς, κρίσεις θα έλεγα ταυτότητας
Είναι οπωσδήποτε αναμφισβήτητο ότι η όποια κρίση έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την δημιουργία αισθήματος ανασφάλειας σε όσους την βιώνουν.
Να σημειώσω λοιπόν μόνο σε παρένθεση, ότι κατά την αρχαιότητα ασφαλώς, αλλά καμιά φορά και στα μεσαιωνικά χρόνια απάντηση στην κρίση ανασφάλειας που μάστιζε συχνά τον κόσμο, αποτελούσε η δημιουργία συμπαγών πολισμάτων. ΄Ετσι η δημιουργία της πόλης ήταν η λύση απέναντι στους κινδύνους της υπαίθρου κατά την αρχαιότητα, ενώ η δημιουργία κάστρων, – πόλεων φυσικά ή τεχνητά οχυρωμένων δηλαδή μακριά από τις ζώνες κινδύνου, ήταν η λύση που οι βυζαντινοί εφήρμοσαν για να ανταποκριθούν στην κρίση συνεχούς ανασφάλειας που είχαν προκαλέσει οι εχθρικές επιδρομές και ιδιαίτερα τα ετήσια κούρσα των Αράβων-Σαρρακηνών κατά των παραλιακών πληθυσμών. Άλλο τώρα αν οι σημερινές μεγαλοπόλεις από εστίες ασφάλειας) μετατράπηκαν σε χώρους αναπάντεχων νέων κινδύνων, που προκαλεί ο υπερπληθυσμός. Αυτό λόγω αναγκών υγιεινής, επικοινωνιών, διατροφής και συναναστροφών.
Να προσθέσω στις εισαγωγικές αυτές παρατηρήσεις ένα άλλο λόγο δημιουργίας κρίσεων (κι’ αυτό από πάντα) τον αποκλεισμό από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές ή από τους απαραίτητους πόρους για την καθημερινή διαβίωση μιας ομάδας εξ’ αιτίας των ενεργειών μιας άλλης (αποκλεισμός από εχθρό εσωτερικό ή εξωτερικό). Αποτελούσε ανέκαθεν η ενέργεια αυτή αιτία διχοστασίας, με διαστάσεις πραγματικής κρίσης, που μπορούσε να οδηγήσει, είτε σε πολεμική σύρραξη, αν ο αποκλεισμός προέρχεται από εξωτερικό εχθρό, είτε σε εμφύλιο σπαραγμό, αν προέρχεται από το εσωτερικό (σε επανάσταση και στάση) δηλαδή, με κατάληξη πολλές φορές, πλην της διατάραξης της καθεστηκυίας τάξης, την ριζοσπαστική αλλαγή του πολιτεύματος.
Αναφέρομαι εδώ ιδιαίτερα σε κοινωνικό-οικονομικές καταστάσεις αποκλεισμού από την εξουσία ομάδων μη προνομιούχων, που με την εξέγερσή τους προκαλούν σημαντικές κρίσεις λόγω της διάβρωσης που εκφράζουν του κοινωνικού ιστού.
Να θυμίσω βιαστικά ότι ο υπερβολικός δανεισμός των νοικοκυριών με τις υπέρογκες υποχρεώσεις που απαιτεί η αποπληρωμή των χρεών, (πράγμα που συναντάμε σε όλες τις εποχές και κοινωνίες), οδήγησε σώφρονες ηγέτες στην απόσβεση των χρεών (την περίφημη σεισάχθεια που εφήρμοσε στην αρχαία Αθήνα ο Σόλωνας) αυτό για να αποφευχθεί η οικονομική κρίση και η επακόλουθη μείωση του παραγωγικού δυναμικού.
Σημειώνω παρεμπιπτόντως ότι η μη απόσβεση των οικογενειακών χρεών οδήγησε συχνά οικογενειάρχες στο να αποδεχτούν την κατάργηση της προσωπικής ελευθερίας τόσο των ίδιων, όσο και των γόνων τους (μιλώ εδώ για την υποδούλωση λόγω χρεών, για την μάστιγα αυτή που συχνά αναφέρουν τα κείμενα της χριστιανικωτάτης αυτοκρατορίας του Βυζαντίου. Και αυτό παρά την ανάπτυξη της φιλανθρωπίας που χαρακτηρίζει την βυζαντινή διοίκηση (εκκλησιαστική και μη) και την βυζαντινή κοινωνία, παρά το πλήθος των ευαγών ιδρυμάτων και παρά τον φόρο τον λεγόμενο «αλληλέγγυον» που όπως δείχνει το όνομά του, υποχρέωνε τους έχοντες μιας συγκεκριμένης ομάδας (ιδιαίτερα τα μέλη των αγροτικών κοινοτήτων) να καλύψουν τις υποχρεώσεις των αδυνατούντων ομοχώρων συμπατριωτών τους.
Να σημειώσω λοιπόν ότι η ύπαρξη της αλληλέγγυας φορολόγησης αποτελούσε στο Βυζάντιο απάντηση στις κρίσεις που προκαλούσαν οι σιτοδείες οι συχνοί λιμοί της εποχής, αλλά και οι προσωπικές ατυχίες και αντιξοότητες κάποιας μερίδας της ίδιας φορολογικής βέβαια αλληλέγγυας ομάδας.
Έτσι, ενώ με την Σεισάχθεια το βάρος της απόσβεσης των χρεών σηκώνει η εκάστοτε κρατική μηχανή με το «αλληλέγγυο» το κράτος βρίσκει τον σωστό λογαριασμό της φορολογικής εισφοράς χάρη σε δόσεις που καλύπτουν ομαδικά οι φορολογούμενοι, άσχετα του μεριδίου που καλείται να προσφέρει ο καθένας, σύμφωνα με τις δυνατότητές του, και ανάλογα βέβαια με τον πλούτο του (παραγωγικό και ιδιοκτησιακό).
Περιττό να προσθέσω ότι σε ώρες έκτακτης ανάγκης τόσο κατά την αρχαιότητα, όσο και κατά τον μεσαίωνα, το κράτος για να καλύψει έκτακτες ανάγκες δεν δίσταζε να δημεύσει τις περιουσίες ιδρυμάτων (εκκλησιών, ναών, μοναστηριών), αλλά και ιδιωτών (συνήθως των αντιφρονούντων) αλλά όπως και μέχρι πρότινος δεν δίσταζε επίσης να προβεί είτε σε έκτακτη φορολογία, είτε σε δημόσιους εράνους εισφορές και χορηγίες όπως έγινε π.χ. επί Μεταξά για την αεροπορία ή ακόμη τελευταία για την αποκατάσταση των πυροπαθών).
Το μέτρο όμως που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι η νόθευση του νομίσματος, πράγμα που ισοδυναμεί με την σημερινή υποτίμηση. Η υποχρεωτική κυκλοφορία του νοθευμένου νομίσματος για τις πληρωμές από το κράτος, ενώ οι προς το κράτος πληρωμές εγίνοντο με το ατόφιο νόμισμα προκαλούσε σύγχυση αλλά και απόκρυψη νομισμάτων υγιούς κοπής (όπως λέει ο λαός: το κακό νόμισμα έδιωχνε το καλό).
Σχετικά με την συνήθη αυτή πολιτική θα αναφέρω από τα παλιά ως παράδειγμα μόνο το ότι ο Αλέξιος Κομνηνός αλλοίωσε το βυζαντινό νόμισμα (έκανε δηλαδή υποτίμηση του υπέρπυρου) και δεν δίστασε να δημεύσει τα σκεύη των Κων/τικών εκκλησιών και μονών για να πληρώσει τους μισθοφόρους που είχε επιστρατεύσει εναντίον των ποικιλώνυμων τότε εχθρών της αυτοκρατορίας των Νορμανδών, των Σελτζούκων Τούρκων, αλλά και των Πετσενέγων.
Το παράδειγμα αυτό ακολούθησε αργότερα ο Μανουήλ Παλαιολόγος που δήμευσε την κτηματική περιουσία μονών του ΄Αθω (κυρίως του Βατοπεδίου)για να αντιμετωπίσει την όλο και αυξανόμενη στην περιοχή της Μακεδονίας τουρκική πίεση και απειλή.
Τα μέτρα αυτά αποβλέπουν συνήθως στην εξεύρεση πόρων αναγκαίων για την άμυνα του κράτους που επωμίζονταν τότε τα ακριβοπληρωμένα μισθοφορικά ξένα στρατεύματα. Η άμυνα του κράτους όμως (αυτό το πάγιο μέλημα της βυζαντινής πολιτείας) απαιτούσε και την τέλεια προσήλωση στην αυτοκρατορική πολιτική των κατοίκων (ιδιαίτερα των συνοριακών περιοχών) αυτών που ορέγονταν εξωτερικοί εχθροί. Για την διασφάλιση αυτής της απαραίτητης προϋπόθεσης για την ακεραιότητα της Ρωμανίας (του Βυζαντίου εδάφους δηλαδή) οι αυτοκράτορες δεν δίσταζαν να προχωρήσουν σε υποχρεωτικές μετακινήσεις των αβέβαιων συνοριακών πληθυσμών. ΄Ετσι για να αποφευχθεί ο κίνδυνος της συνεργασίας των Σλάβων της Μακεδονίας με το εχθρικής διακείμενο γειτονικό βουλγαρικό κράτος, ο Ιουστινιανός Β΄(688-689) διέταξε την μετακίνηση πάνω από 200.000 Σλάβων από την Μακεδονία-Θράκη προς την Μ. Ασία, όπου οι ακραιφνείς ελληνικοί πληθυσμοί της περιοχής τους αφομοίωσαν μεθοδικά και τελειωτικά.
Κατά τον ίδιο τρόπο για να αποφευχθεί ο «αμφιτερισμός», όπως γράφει ο Κων/νος Πορφυρογέννητος των Αρμενίων στην Ανατολή (είχαν τον πειρασμό να συνεταιρισθούν με τους ομογενείς και ομοθρήσκους τους που βρίσκονται υπό αραβική εξουσία), οι Βυζαντινοί μετακίνησαν αρμενικούς πληθυσμούς της Μικρασίας προς την Μακεδονία. Γόνος των Αρμενίων αυτών είναι και ο ιδρυτής της περιώνυμης μακεδονικής δυναστείας, ο Βασίλειος Α΄(867) ο λεγόμενος Μακεδών.
Το μέτρο όμως της υποχρεωτικής μετακίνησης των πληθυσμών οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες τον εφήρμοσαν και προκειμένου να δυναμώσουν το ελληνικό στοιχείο περιοχών που είχαν κατακλύσει τα σλαβικά φύλα.
΄Ετσι ο Νικηφόρος Α΄(αρχές του 9ου αιών) μετέφερε κατοίκους από κάθε «θέμα» κάθε περιφερειακή δηλαδή διοίκηση) της Μικρασίας στην κυρίως Ελλάδα και εμπόδισε έτσι την σλαβοποίηση των «κατωτικών μερών». Δικαιολογημένα ο Π. Χαράνης ονόμασε τον αυτοκράτορα αυτόν «Σωτήρα της Ελλάδος».
Κάθε Δημογραφική επίσης κρίση λόγω πολέμου ή επιδημιών ή φυγής των πληθυσμών λόγω επερχομένων κινδύνων αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο. Η μετακίνηση έτσι των πληθυσμών, υποχρεωτική ή ίσως και εθελούσια, ευνοήθηκε από τους Βυζαντινούς για να επανδρώσουν περιοχές αποψιλωμένες και από φυσική αντιξοότης.
Αυτό συνέβη μετά την επιδημία πανώλης που μάστιζε την Ελλάδα, στα χρόνια του Ιουστινιανού, καθώς και μετά την κατάκτηση περιοχών από εχθρούς που επέτρεψαν ωστόσο, λόγω συμφωνιών με την αυτοκρατορία, την ομαδική έξοδο των πληθυσμών.
Όπως π.χ. συνέβη με την έξοδο των Κυπρίων μετά από την αραβική κατάκτηση και την εγκατάστασή τους στην περιοχή της Κυζίκου (επί Ιουστινιανού Β΄) στην Μικρασία, μέχρι τον επαναπατρισμό τους, όταν εξομαλύνθηκαν οι Βυζαντινο-αραβικές σχέσεις με το Con την συγκυριαρχία και ισομοιρίαν δηλαδή στην Μεγαλόνησο. Δηλαδή με την ισότιμη εκ περιτροπής είσπραξη φόρων και κυριαρχία των συμβαλλομένων στο νησί της Κύπρου, πράγμα που ισοδυναμούσε με κατάσταση ουδετερότητας των κατοίκων της.
Οι παρατηρήσεις αυτές με οδηγούν να σημειώσω ότι ένα είδος κρίσης που συχνά μάστιζε την πολιτεία στον Μεσαίωνα ήταν η ερήμωση ορισμένων περιοχών είτε για λόγους συχνών εχθρικών επιδρομών, είτε για λόγους φυσικών αντιξοοτήτων, που προκαλούσαν την πτώση του δημογραφικού επιπέδου και συνακόλουθα την εγκατάλειψη καλλιεργήσιμων γαιών κατάσταση που προκαλούσε με τη σειρά της, διατροφική κρίση (ελλείψεις πρώτων ειδών διατροφής, όπως π.χ. σιτοδεία) και βέβαια πενία των δεινοπαθούντων πληθυσμών.
Να σημειώσω παρεμπιπτόντως ότι σε περιόδους σιτοδείας που μάστιζαν την πρωτεύουσα με τον πολυπληθή πληθυσμό της , το κράτος δεν δίσταζε να πάρει μέτρα καταστολής εναντίον των εμποροκαπήλων, αλλά και να επιβάλλει τιμές κρατικού μονοπωλίου, όπως π.χ. συνέβη με την τιμή «πινακίου άρτου» την εποχή του αυτοκράτορα Μιχαήλ που ονομάστηκε ακριβώς για την επιβολή του μέτρου αυτού παραπινάκης.
Περιττό να προσθέσω ότι οι περιστάσεις αυτές δημιουργούν και τις συνθήκες εκμετάλλευσης σε βάρος των πενήτων που με τη σειρά τους εγκυμονούν κοινωνικές εκρήξεις, όπως π.χ. συνέβη με την κοινωνική επανάσταση των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη (μέσα 14ου αι.)
Ταραχές αυτές οικονομικής φύσης που προστίθενται στις συχνές ταραχές θρησκευτικής όμως χροιάς (όπως π.χ. ήταν οι πολυπληθείς αιρέσεις) που διασάλευαν την καθεστηκυία τάξη στο Βυζάντιο. Αναφέρω μόνο την διαμάχη με τους Παυληκιανούς που έληξε ακριβώς με την εκτόπιση του αιρετικού πληθυσμού από τις εστίες του. Από την Μικρασία εκδιώχθηκαν στην Βουλγαρία, όπου και διέδωσαν την αιρετική διδασκαλία τους, θεωρούμενοι σήμερα ως πρόγονοι των Βογομίλων, αλλά και των Kathares, των καθαρών της Γαλλίας.
Ένα από τα συνεχή προβλήματα που αντιμετώπιζε ο κόσμος, τόσο στην Αρχαιότητα, όσο και στον Μεσαίωνα (στην εποχή της μεγάλης κινητικότητας των πληθυσμών) ήταν το «συνοικείν» των ιθαγενών με τους νεήλυδες.
Η ιδιότητα και ο ρόλος του Μέτοικου στα χρόνια της ελληνικής αρχαιότητας, με τις υποχρεώσεις που υπαγορεύει απέναντι στην φιλοξενούσα πολιτεία, είναι η πιο συχνή απάντηση στο πρόβλημα των ξενόφερτων, αν βέβαια δεν ήταν αιχμάλωτοι πολέμου ή σκλάβοι την εποχή εκείνη.
Η αποδοχή των ξένων πληθυσμών στο Βυζάντιο, κληρονομιά αυτή της Ρώμης, γίνεται κατά τα πρώτα χρόνια της αυτοκρατορίας σύμφωνα με το σύστημα των «φοιδεράτων» ξένων πληθυσμών δηλαδή που η αυτοκρατορία εγκαθιστά σε ορισμένες περιοχές, με την υποχρέωση εκ μέρους τους να προμηθεύουν στρατιώτες στο κράτος. Η εγκατάσταση π.χ. των Γαλατών πρώτα και ύστερα άλλων βαρβαρικών φύλων, όπως π.χ. των Γότθων μας παρέχουν εύγλωττα παραδείγματα της συνήθειας αυτής.Η αφομοίωση των φύλων αυτών αποτελεί το κύριο μέλημα της αυτοκρατορίας. ΄Ηταν η αφομοίωση απολύτως επιτυχής των Γαλατών της Μικρασίας οι οποίοι έδωσαν ολόκληρη τη περιοχή της κεντρικής Μικρασίας το όνομά τους (Γαλατία), απέβη όμως προβληματική με τους Γότθους, που εισχώρησαν στα ανώτατα αξιώματα του κράτους συμπεριφερόμενοι ως οι κύριοι της εξουσίας, πράγμα που προκάλεσε την οργή των ιθαγενών και οδήγησε στην σφαγή των Γότθων της Κωνσταντινούπολης στα 399, αλλά και στα αντιγοτθικά γεγονότα της Θεσσαλονίκης επί Θεοδοσίου του Μεγάλου.
Το πρόβλημα του συνοικείν έγινε οξύτερο ως και για μια πολυεθνική αυτοκρατορία όπως το Βυζάντιο, όταν ξένοι πληθυσμοί έφτασαν απρόσκλητοι ως εισβολείς αναζητώντας νέες εστίες εγκατάστασης, όπως π.χ. έγινε με τα σλαβικά φύλα από το τέλος του 6ου αι. και εδώ και πολύ αργότερα (κατά τον 14ο αι.) με τους Αλβανούς.
Μέλημα της αυτοκρατορίας ήταν να αφομοιώσει το γρηγορότερο αυτούς τους μόνιμα εγκαταστημένους στα εδάφη της ξένους, εμφυσώντας σ’ αυτούς τα ήθη, έθιμα και αξίες της βυζαντινής κοινωνίας. Το αυτοκρατορικό βυζάντιο πετύχαινε την εκβυζαντινοποίηση αυτή των ξένων με τον εκχριστιανισμό τους, τον εξελληνισμό (την ελληνική δηλαδή γλωσσομάθεια) και τέλος με την ένταξή τους στα διοικητικά πλαίσια του κράτους.
Το κατόρθωμα αυτό, όσον αφορά στα σλαβικά φύλα τα εντός του Βυζαντίου εγκαταστημένα, αποδίδουν οι πηγές μας (ο Κων/νος Πορφυρογέννητος και άλλοι) στον Βασίλειο Α΄τον Μακεδόνα, άλλο τώρα το γιατί απεκρύπτουν τον αληθινό εμπνευστή της αφομοιωτικής αυτής πολιτικής και επιτυχίας που δεν είναι άλλος από τον κακώς ονομαζόμενο μέθυσο Μιχαήλ Γ΄.
Η μέθεξης αυτή των ξένων στις αξίες των ιθαγενών γίνεται με δύο προϋποθέσεις 1) Να έχουν οι υποδεχόμενοι αριθμητικά την κρίσιμη δημογραφικά μάζα και την ανωτερότητα βέβαια του πολιτισμού που επιτρέπει την αφομοίωση ξένων χωρίς να υποσκάπτει τα πολιτιστικά θεμέλια των υποδεχόμενων και 2) με την προϋπόθεση ότι οι νεηλύδες αναγνωρίζουν το χρέος τους απέναντι στους ιθαγενείς και δέχονται να ενστερνιστούν όχι μόνο τις αξίες τους αλλά και τα συμφέροντά τους.
Περιττό να πω ότι η βιολογική καθαρότητα δεν αποτέλεσε ποτέ προϋπόθεση του «συνοικείν» εξ’ ού το Ισοκράτειο
«΄Ελληνες εισί οι της ημετέρας εκπαιδεύσεως μετέχοντες» ή ακόμη πιο συγκεκριμένα «το ΄Ελλην ου του γένους αλλά της διανοίας» όπως τονίζει πάντα ο ίδιος ο Ισοκράτης.
΄Ετσι χάρη στην σπουδαιότητα του ελληνικού πνευματικού κατορθώματος που διασώζει το Βυζάντιο, αλλά και χάρη στην πληθυσμιακή τους σπουδαιότητα οι βυζαντινοί αφομοίωσαν κατά καιρούς τους διαφόρους ξένους που είχαν εγκατασταθεί στα εδάφη τους, δημιουργώντας χάρη στον εξελληνισμό τους και χάρη στην ένταξή τους στην Ορθοδοξία, ακραιφνείς Βυζαντινούς. Αναδείχναν έτσι τη χώρα τους, την ελληνοποιημένη δηλαδή ρωμαϊκή αυτοκρατορία του Μεσαίωνα, σε χωνευτήρι πολιτισμών και πληθυσμών, αποδεικνύουν δηλαδή ότι η Ελλάδα είναι «πνεύμα και όχι αίμα» για να το πω λίγο σχηματικά.
Η τέλεια λοιπόν και οριστική αφομοίωση των όποιων ξένων με τις αρχές, αξίες και αρετές των ελληνοπρεπών πληθυσμών της αυτοκρατορίας, και όχι η απλή αποδοχή και ενσωμάτωση στην κοινωνία απέτρεψε στο Βυζάντιο να αντιμετωπίσει το μέγιστο πρόβλημα της απρόβλεπτης εγκατάστασης ομάδων αλλοφύλων στα εδάφη του, αυτών που συλλήβδην τα κείμενα της εποχής ονομάζουν Βαρβάρους.
Άλλο πρόβλημα που επίσης βάζει το θέμα μας είναι σε ποιόν κατέφευγαν οι ιθύνοντες για να τους συμβουλέψει τα δέοντα σε ώρα κρίσης. Γνωστός ο ρόλος του Μαντείου των Δελφών και οι σχετικοί χρησμοί της Πυθίας κατά την αρχαιότητα. Να σημειώσω ότι οι αποφάνσεις του Μαντείου, όσο σκοτεινές και αν ήταν αποτελούσαν βαρύνοντα παράγοντα τόσο για την επίλυση κρίσεων εσωτερικής υφής όσο και για την διαχείριση των σχέσεων με εξωτερικούς εχθρούς.
Θα αναφέρω ως μόνο παράδειγμα τον χρησμό για τα ξύλινα τείχη, που επιτυχώς ερμηνεύθηκε η ανάγκη δημιουργίας στόλου, κατά την περίοδο των περσικών, στόλος που επέτρεψε στον Θεμιστοκλή την περιώνυμη ναυμαχία και νίκη της Σαλαμίνας, που έσωσε την Ελλάδα.
Πολλά λέγονται για τους σύγχρονους οιωνοσκόπους και προφήτες (προβλέψεων της σήμερον για το ότι δηλαδή ηγέτες, στρατιωτικοί και πολιτικοί, συμβουλεύονται χαρτορίχτρες και καφετζούδες (το πράγμα ειπώθηκε με επιμονή π.χ. για τον Πλαστήρα), πριν λάβουν τις κρίσιμες αποφάσεις.
Ας μη σχολιάσω όμως αβέβαιες πληροφορίες για άτυπη διαγωγή και ας σταθώ λίγο στη διαχείριση των κρίσεων μέσω της διπλωματίας των φορέων και των επιχειρημάτων, που οι ανταγωνιζόμενοι θέτουν σε εφαρμογή για την ευθετότερη επίλυση των διαφορών τους. Και αυτό άσχετα βέβαια από τα υλικά μέσα που διαθέτει η επίσημη διπλωματία όπως π.χ. θεμιτές ή μη δωροδοκίες, ή όπως έκανε το Βυζάντιο, απονομή τίτλων ευγένειας και αξιωμάτων.
Είναι επίσης γνωστή η προσφυγή στα θεία και η αρωγή Αγίων Προστατών και θαυματουργών, στις χριστιανικές κοινωνίες και πολιτείες. ΄Ετσι η Μαρτυροφύλακτος Θεσσαλονίκη σώθηκε χάρη στον ΄Αγιο Δημήτριο από την εισβολή των Σλάβων, έτσι η εμβάπτιση του χιτώνα (του μαρτυρίου) της Παναγίας από τον Πατριάρχη Φώτιο στον Βόσπορο έσωσε την Κ/λη από την πρώτη εισβολή των Ρώσων (860), όπως άλλωστε η Υπέρμαχος είχε σώσει άλλοτε (στα 626) την πόλη της από τους Αβάρους (υπαινίσσομαι την δημιουργία του Ακάθιστου ΄Υμνου από τον πατριάρχη Σέργιο). Να σημειώσω ωστόσο ότι και η αρχαιότητα βρίθει από θείες επεμβάσεις όπως μας δείχνουν τα ομηρικά έπη, αλλά και αυτή ακόμη η ιστορική αφήγηση η σχετική με τη μάχη του Μαραθώνα και την μετέπειτα λατρεία του θεού Πάνα από τους Αθηναίους. Και να προσθέσω βέβαια και στην προσφυγή στον από μηχανής θεό που έλυνε κάθε αδιέξοδο. Η προσμονή της αρωγής από τα θεία τόσο άλλοτε όσο και σήμερα οδηγεί φορά στην δημιουργία του λεγόμενου κόμματος της εκκλησίας που δρα όχι τόσο για την επίλυση της κρίσης αλλά ως «λόμπι» (ομάδα πίεσης) προς ίδιον συμφέρον. Αυτό όμως μας πάει αλλού.
H προσπάθεια διαιτησίας όπως γίνεται με την αφρικανική Palabra με κατάληξη τη συναίνεση (το consensus) που αποδίδει λύσεις χωρίς να υπάρχουν έτσι νικητές και ηττημένοι, καθώς και η επίμονη συμβουλή του Richelieu» διαπραγματευθείτε και πάλι διαπραγματευθείτε γιατί έτσι ασφαλώς κάτι θα κερδίσει η ειρήνη», δίνουν νομίζω γλαφυρά και λακωνικά τους στόχους της κάθε διπλωματίας λαϊκής ή επίσημης δια μέσου των αιώνων.
΄Ετσι δημιουργήθηκε κατά την αρχαιότητα η χρήση του «συμβόλου» η αμοιβαία συμφωνία, η βούληση δηλαδή των ανταγωνιζομένων να σεβαστούν συμβάσεις και συμφωνίες. (Να πω χαρακτηριστικά ότι ο όρος σύμβολο έδωσε και την έννοια του συμβόλου ως τα σήμερα διεθνώς δηλώνοντας το στοιχείο συσπείρωσης των ομάδων.
Και έτσι αναπτύχθηκε προοδευτικά το διεθνές δίκαιο, το σχετικό με την διπλωματική διευθέτηση αλλά και με την διεξαγωγή οργανωμένης πολεμικής σύρραξης που καθορίζει και με την έννοια του δίκαιου πολέμου.
Θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα των επιχειρημάτων διπλωματίας κρίσεως από την βυζαντινή ιστορία που δείχνει, κατά τη γνώμη μου,ότι δεν πρέπει να υποτιμάς τον αντίπαλό σου, αλλά ούτε να ταπεινώνεις ποτέ τον ηττημένο. Αρχή αυτό της βυζαντινής διπλωματίας σύμφωνα με ένα αμερικανό σύμβουλο των δυνατών της Ουάσιγκτον. Αρχή που δείχνει όχι μόνο την διπλωματική εμβέλεια των βυζαντινών, αλλά και τις υψηλές ανθρωπιστικές προθέσεις της παρεξηγημένης αυτής αυτοκρατορίας. Ο Αντιπρόσωπος του μεγάλου Ιουστινιανού στην περσική αυλή, Ιωάννης ο Πατρίκιος, επιφορτισμένος να συνάψει συνθήκη ειρήνης με τους Σασσανίδες, δηλώνει στον Πέρση βασιλιά: «Μολονότι έχουμε σίγουρη την νίκη, επιλέγουμε την ειρήνη, γιατί πιστεύουμε ότι οι νικητές ζουν κάκιστα και υποφέρουν από τα δάκρυα που χύνουν οι νικημένοι».
Να καταλήξω λοιπόν λέγοντας ότι η κάθε διπλωματική ενέργεια, με όποια κι’ αν επιστρατεύει επιχειρήματα, αποβλέπει στην παγίωση της ειρήνης και μάλιστα της διαρκούς, δεδομένου των δεινών που συνεπάγεται για όλους ο πόλεμος. ΄Ασχετο τώρα αν η παγίωση μιας διαρκούς ειρήνης σημαίνει, και προϋποθέτει και αυτό από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας, την ολοσχερή καταστροφή του εχθρού.
Η απόδοση ωστόσο της Ρωμαϊκής (της βυζαντινής δηλαδή) φιλανθρωπίας απέναντι στους εχθρούς αρχή που εισήγαγε το Βυζάντιο εξηγεί το επίθετο φιλάνθρωπος και ειρηνοποιός για τον βυζαντινό αυτοκράτορα χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο ηγέτης του κράτους παραιτείται από το καθήκον του να αμύνεται σθεναρώς των δικαιωμάτων της αυτοκρατορίας και να διεξάγει κατά της βουλιμίας των εχθρών τον Δίκαιο πόλεμο.
Και είναι δίκαιος ο κάθε αμυντικός πόλεμος και μάλιστα αυτός που διεξάγεται κατά εισβολέων βαρβάρων στα Αρχαία χρόνια, κατά αλλόπιστων και αλλόδοξων στα χρόνια των Βυζαντινών.
Πόλεμο δίκαιο υπέρ αλυτρώτων αδελφών, υπέρ του έθνους των χριστιανών διεξάγει κατά τον νόμο κατά την Επαναγωγή και όπως το λέει και ο Λέων ο Σοφός, κάθε βυζαντινός αυτοκράτορας, γι’ αυτό και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση της πολιτικής του. Αυτής που του εμπνέει η πίστη του στον Θεό, στον προστάτη δηλαδή του Θεοφύλακτου κράτους του.
΄Ετσι ο λοιδορών τους καιρούς (τις περιστάσεις της εποχής) λοιδορεί τον ίδιο τον βασιλέα και τιμωρείται από τον νόμο, όπως επίσης τιμωρούνται και οι ταραξίες της δημόσιας τάξεως, αυτοί δηλαδή που θέλουν να επιβάλουν «δημοκρατία» (ο όρος δημοκρατία στα βυζαντινά χρόνια σημαίνει οχλοκρατία). Να θυμίσω ότι κατά προτροπή της ίδιας της Θεοδώρας, ο Μεγάλος Ιουστινιανός που σκέφτηκε κάποια στιγμή να εγκαταλείψει τον θρόνο, λόγω της Δημοκρατίας που τάραξε την Κ/λη, διέταξε τέλος την ανελέητη σφαγή των δημοτών και πέτυχε έτσι το τέλος της Στάσης του Νίκα ( 532 ). « Βασιλεύς του είπε η ατρόμητη σύζυγος του μετά την Πορφύρα μόνο το σάβανο μπορεί να σου ταιριάξει».
Η λύση της Στάσης αυτής που εκλόνισε την αυτοκρατορία δείχνει και τον τρόπο της διαχείρισης των κοινωνικών κρίσεων: Αιματηρή καταστολή είναι η επίσημη απάντηση. Αλλά για να εξιλεωθεί ο πολύς Ιουστινιανός από το μόλυσμα της εμφύλιας αιματοχυσίας, έχτισε όπως είναι γνωστό, τον Μεγαλοπρεπή ναό της Αγίας Σοφίας στην Κ/λη (537).
Να τελειώσω σημειώνοντας ότι σωστή διπλωματία και δίκαια διαχείριση μιας κρίσης τόσο κατά την αρχαιότητα, όσο και κατά τον Μεσαίωνα, θεωρείται αυτή που έχει πάντα αρωγό υπερφυσικές δυνάμεις, θεϊκές.
΄Ετσι παρακλήσεις, προσευχές και λιτανείες συνοδεύουν ανέκαθεν κάθε είδους κρίση. Η επιστράτευση της δημόσιας και της ιδιωτικής ευλάβειας θεωρείται ένα μέσο για την ευθετώτερη επίλυση. Να σημειώσω όμως παράλληλα ότι η αναζήτηση αποδιοπομπαίου τράγου (συνήθως εκκεντρικών και αλλόδοξων, όπως π.χ. των Εβραίων) αποτελούσε συχνά πράξη για την εξεύρεση της αιτίας του κακού, που σπάνια επωμίζονται οι όντως φταίχτες. Διασυρμοί, διαπομπεύσεις αθώων, ξόρκια, βασκανίες και ειδών-ειδών μαγείες που συναντάμε ως και σήμερα ακόμη και σ’ αυτές τις ανεπτυγμένες κοινωνίες, αποτελούν πάντοτε τις παραπλανητικές λαϊκές πρακτικές για λύση κρίσεων που κατατρέχουν τα αδύνατα πνευματικά και κοινωνικά στρώματα. Η αναποτελεσματικότητα των εκδηλώσεων αυτών δεν φαίνεται να έχει αποθαρρύνει τους οπαδούς τους, που ο αριθμός τους αυξάνει αποκαρδιωτικά, παρά την διάδοση παιδείας και κριτικής σκέψης.
Να σημειώσω ότι οι πρακτικές αυτές είναι εξίσου φαύλες με την ακράδαντη πίστη για λύση κρίσης που ακολουθούσε κάποτε την σύναψη γαμήλιων συμβολαίων μεταξύ των ηγετών μερίδων αντιπάλων. ΄Ετσι θεώρησαν ότι ένας πιθανός γάμος μεταξύ του Καρόλου του Μεγάλου και της αυτοκράτειρας του Βυζαντίου Ειρήνης θα αρκούσε να επιλύσει την διάσταση μεταξύ χριστιανικής Δύσης και Ανατολής-Φρούδα βέβαια ελπίδα-όπως άλλωστε το απέδειξε και ο γάμος του Ναπολέοντα με γόνο του αυστριακού θρόνου, πράγμα που ως γνωστό δεν απέτρεψε την αυστριακή συμμετοχή στο Βατερλό. Η εμπιστοσύνη σε παρόμοια διαβήματα είναι εξίσου μάταιη με την συμβουλή να κάνεις στην δυσκολία όπως ο Μεγαλέξανδρος μπροστά στον Γόρδιο δεσμό. Απάντηση αυτό αναμφισβήτητη στην κάθε κρίση, φτάνει βέβαια να έχεις όπως θα πει ο λαός τα ανάλογα κότσια.
Ο προσεκτικός ακροατής θα παρατηρήσει ότι δεν ανέφερα τίποτα σχετικό με την χειραγώγηση της κοινής γνώμης στην οποία επιδίδονται ανέκαθεν οι εκάστοτε εξουσίες, ιδιαίτερα για να διασκεδάσουν τα πνεύματα από την εκάστοτε κρίση. Η ψευδής προπαγάνδα, τα ψευδώνυμα κατορθώματα και τα όποια ψέματα των μυημένων ή μη στα μυστικά της εξουσίας, αποτελούν διαχρονικό μέσο απάντηση στις κρίσεις, ιδιαίτερα βέβαια εκ μέρους των οπαδών των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Να πω μόνο παρενθετικά ότι η διαφάνεια των αποφάσεων της εξουσίας αποτελεί νομίζω ίδιον ειρηνευμένων καιρών και μόνο. Και αυτό ακόμη και κάτω από δημοκρατικά πολιτεύματα, ελεγχόμενα από κοινοβούλια ή από τον ελεύθερο τύπο.
Να παρατηρήσω επίσης ότι δεν αναφέρθηκε καθόλου στις προσπάθειες εξόδου από τις κρίσεις που προσφέρει η επιστημονική πρόοδος και καινοτομία. Να πω μονάχα ότι κατά τη γνώμη μου κάθε βελτίωση των συνθηκών ζωής που επιτυγχάνεται χάρη στην όποια τεχνολογία, ήταν, είναι και θα είναι πάντα, μια απάντηση στην ατελείωτη κρίση της ανθρώπινης διαβίωσης πάνω στον πλανήτη γη.
Στο μόνο πραγματικό δηλαδή σκάνδαλο που σηματοδοτεί ο θάνατος μετά από μια απάνθρωπη ζωή. Η επιστήμη βέβαια δίνει και τα μέσα της εξολόθρευσης, αλλά η επιστήμη επίσης εξευρίσκει και τους τρόπους διάσωσης. Θα πω λοιπόν ότι από όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες η μόνη που δεν σκοτώνει είναι η τέχνη: αλλά αυτή είναι απάντηση σε κρίσεις κατάθλιψης ατόμων αλλά και ομάδων φτάνει μόνο να μην αποπροσανατολίζει όπως κάποτε συμβαίνει τώρα.
Να καταλήξω. ΄Εγινε ελπίζω αντιληπτό ότι από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας μόνο η σωφροσύνη των ηγετών και η έμπρακτη εκ μέρους τους άσκηση της δικαιοσύνης απέναντι φίλων και εχθρών, πενήτων και εχόντων, δυνατών και αδυνάτων, μπορούν να εξασφαλίσουν την διαχείριση των κρίσεων για το συμφέρον, όχι των ιδεών ή των υλικών συμφερόντων, αλλά μόνο υπέρ των πολιτών απανταχού δηλαδή ανθρώπων.
Αυτό ίσως είναι και η έκφραση του μόνου δυνατού σήμερα ανθρωπισμού. Περιττό βέβαια να πω ότι η επιστράτευση του ενδόξου παρελθόντος προς ενθάρρυνση αυτών που αντιμετωπίζουν αβέβαιο μέλλον, αποτελεί ανέκαθεν την απάντηση ηγετών, δασκάλων και ιερέων στις κρίσεις, ιδιαίτερα αυτές που σχετίζονται με αισθήματα παρακμής και ανασφάλειας.
Αισθήματα συχνά, ιδιαίτερα δυστυχώς στα χρόνια μας που δεν φείδονται ουδενός δυνατού ή αδυνάτου. Η ύπαρξη και η διάδοσή τους αποτελεί ίσως την μόνη πάντα αναπάντητη διαχρονική θα έλεγα κρίση, κάθε τόπου και κάθε εποχής. Εναντίον της αντιξοότητας αυτής, απάντηση δυνατή, μόνο η σωστή παιδεία. Αυτή που με επιμονή διδάσκει συνοχή των ομοίων και σεβασμό των ανόμοιων. Ας μην περιμένουμε λοιπόν τους από μηχανής σωτήρες, αλλά ούτε να πιστεύουμε αυτούς που διατείνονται ότι πάντα φταίει ο άλλος (ο ξένος δάκτυλος). Αυτούς που ζητούν από τους άλλους δηλώσεις μετάνοιας (πρακτική γενικευμένη κάποτε και εν Ελλάδι) και από τους ιθύνοντες εκδηλώσεις συντριβής και μετάνοιας για εγκλήματα που διέπραξαν οι μακρινοί προκάτοχοί τους.
΄Εγινε τώρα του συρμού η δήλωση του «Mea Culpa”, όπως π.χ. του Πάπα για τις Σταυροφορίες των Γερμανών για τις Γενοκτονίες των Γάλλων για τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας, περιμένοντας την ομολογία και μετάνοια των Τούρκων για την εθνοκάθαρση στη Μικρασία, την εκδίωξη και εξολόθρευση από τους ΝεοΤούρκους δηλαδή των Αρμενίων και των Ελλήνων του Πόντου.
Διαβήματα αυτά ψυχολογικής υφής που εφεύρε ο σύγχρονος κόσμος στην προσπάθειά του να αποποιηθεί τις τυχόν ευθύνες και για να συμβάλλει στην εμπέδωση μιας παγκόσμιας συμφιλίωσης, το ουτοπικό αυτό όνειρο της κουρασμένης εποχής μας. Χαρακτηριστικά θα σημειώσω έτσι ότι μια επιστημονική έρευνα σχετικά με τα πιστεύω της παγκόσμιας σήμερα νεολαίας (έγινε πρόσφατα και ρωτήθηκαν πάνω από 30 χιλιάδες νέοι όλων των χωρών) έδειξε ότι οι νέοι της εποχής (πλην ίσως μόνο των Τούρκων) ούτε θέλουν, ούτε προτίθενται να υπερασπισθούν τα πάτρια και πολύ λιγότερο να πεθάνουν γι’ αυτά. Κέντρο του κόσμου ο εαυτός τους (το πολύ ο οικογενειακός πυρήνας). Το απόλυτα μικρό, απάντηση στην κρίση που δημιούργησε το απόλυτα,το παγκόσμια μεγάλο. Small is beautiful, ως απάντηση στο πλανητικό χωριό, στο Global village. Τα σημειώνω επίτηδες βέβαια αμερικανικά, για να δηλώσω την εξάρτηση από τα δρώμενα πέραν του Ατλαντικού, τα 4 Δέλτα, δηλαδή η Δημοκρατία, τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο Διάλογος και η Διανομή των αγαθών που αποτελούν την ηθική βάση της σημερινής Ευρώπης ως κοινότητας υποβαθμίζοντας στις συνειδήσεις των νέων. ΄Ισως αυτό να σημαδεύει την πιο έντονη κρίση της εποχής μας.
το άρθρο συγκαταλέγεται και στο e book “Οικονομικές κρίσεις στην Ιστορία” της Αμαλίας Ηλιάδη, κλικ εδώ