Λαθρόψυχοι (6)

 

Εmigration 24grammataΛαθραίων έργα

Μικρές ιστορίες για φανερούς μετανάστες

Δοκιμές αναζήτησης για τα λαθραία όνειρα, τις λαθραίες ελπίδες, τα λαθραία συναισθήματα ολοφάνερων ανθρώπων

Περιμένουμε και τις δικές παρόμοιες σύντομες ιστορίες (650 – 1000 λέξεις). Στο τέλος θα εκδοθεί ένα συλλεκτικό ψηφιακό και έντυπο βιβλίο (το 24grammata.com διατηρεί το δικαίωμα να μη δημοσιεύει ιστορίες που δε συνάδουν με τις υπόλοιπες. Έναρξη συλλογής: 18/02/2014)

Διαβάστε και τα άλλα μικροδιηγήματα της ίδιος σειράς: εδώ

  1. Γιώργος Δαμιανός, Ιταλικό όνειρο, εδώ

  2. Γιώργος Νικ. Σχορετσανίτης, Το ταξίδι σαν απόδραση – αλλά από πού; εδώ

  3. Τίνα Κουτσούμπου, Ο Καινούριος, εδώ

  4. Σωτήρης Αθηναίος, Η βουβή μούμια, εδώ

  5. Στέλιος Μοιρας, True story, εδώ

6ο

                 Η ανηφόρα μιας ζωής

γράφει ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος

Έδειχνε γύρω στα 25, αλλά μπορεί να ήταν και νεότερος. Η ταλαιπωρημένη όψη του έδειχνε άνθρωπο, που έχει περάσει πολλά. Όταν ήρθε στην Αθήνα είχε μόνο μια μικρή βαλίτσα με όσα μπόρεσε να περισώσει. –Άχμετ από Πακιστάν. Έτσι είχε συστηθεί στην Greta, την Αλβανίδα, που γνώρισε πρόσφατα. Όμορφη δεν θα την έλεγες, ούτε άσχημη. Ένας μέσος όρος. Τον βοήθησε με τα ελληνικά, που ήξερε. Του έμαθε και μερικές λέξεις, έτσι για να καταλαβαίνει τι του λέγανε.
Το πρώτο πράγμα, που σκέφτηκε ο Άχμετ ήταν να βρει δουλειά. Πήγε κάπου, που ζητούσαν γερούς άνδρες. Χαμαλίκι. Σκληρή δουλειά. Η αμοιβή δυο μήνες μετά και μικρή. Ίσα, που θα έφτανε. Τη δέχτηκε τη δουλειά. Θα άντεχε. Θα ζούσε με τα λίγα.
Πέρασαν δυο μήνες και ήρθε η μέρα να πληρωθεί. Το αφεντικό του έδωσε τα μισά.
-Αυτά και βλέπουμε, του είπε. Δεν πάνε καλά οι δουλειές.
-Μα, αφεντικό, εγκώ έχει ντουλέψει πολύ, τόλμησε να πει αυτός.
-Αν δεν σ’ αρέσει φύγε. Μήπως υπογράψαμε συμβόλαιο; Τι να κάνει; Που να διαμαρτυρηθεί; Έσκυψε το κεφάλι του και έφυγε.
Πηγαίνοντας να βρει τη Greta το ίδιο βράδυ ο Άχμετ είδε κάτι, που τον έκανε να αλλάξει δρόμο. Ήταν η συμμορία με τα μαύρα ρούχα και τα ξυρισμένα κεφάλια. Κάθισε σε μια γωνιά και περίμενε να φύγουν. Από μακριά ακούγονταν φωνές και βογκητά. Κάποιον δέρνανε πάλι. Όταν, βεβαιώθηκε ότι έφυγαν, βγήκε από τη γωνιά του και προχώρησε. Βρήκε την Greta σε κακά χάλια. Του είπε ότι την είχανε δείρει και θα τη σκοτώνανε αν δεν φοβόντουσαν τους περαστικούς.
-Εγκώ πάει αστυνομία, είπε ο Άχμετ.
-Όχι! Είπε εκείνη, τρομαγμένα. Θα σε πιάσουν και θα σε διώξουν απ’ τη χώρα, αν σε βρουν χωρίς χαρτιά. Άσε, που μπορεί να σε δείρουν. Την είδε να κλαίει, τη λυπήθηκε και την πήρε αγκαλιά. Ένιωσε κάτι να ραγίζει μέσα του και η αγκαλιά από στοργική έγινε ερωτική. Η Greta αφέθηκε στο αγκάλιασμα και τα χείλη τους ενώθηκαν. Από τότε ξεκίνησαν να προχωράνε μαζί στην ανηφόρα της ζωής τους.