Μάνης και μανιχαϊσμός

24grammata.com/ θρησκεία / ιστορία

γράφει ο κ. Δημήτρης Μιχαλόπουλος, Διευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών.

«Μανί-Χαβί» σημαίνει «ο Μάνης ζει»· η φράση είναι περσική, μα στα ελληνικά ακούστηκε ως «Μανιχαίος»· από εκεί προέρχεται ο όρος «μανιχαϊσμός».

Ο Μάνης υπήρξε πρόσωπο ιστορικό: γεννήθηκε περί τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, όταν πια επισφραγιζόταν ο οικουμενικός χαρακτήρας του ρωμαϊκού κράτους. Ωστόσο ­ και τούτο πρέπει να προσεχθεί ­ δεν «είδε το φως» σε μέρος της ρωμαϊκής επικράτειας. Πράγματι, καταγόταν από χωριό κοντά στις όχθες του Τίγρη, σε ζώνη περίπου συνοριακή του μεγάλου περσικού κράτους· εκεί κοντά άλλωστε μεγάλωσε, σε μικρό δάσος από φοινικόδεντρα, όπου κατοικούσε κοινότητα είδους ασκητών, τους οποίους είχαν θεωρήσει χριστιανούς.

Τούτο έχει σημασία. Η εποχή ήταν περίοδος έντονου πνευματικού αναβρασμού. Ο τόνος που επικρατούσε στις σκέψεις των ­ φιλοσοφημένων τουλάχιστον ­ ανθρώπων προσφυώς αποδίδεται με τη ρήση από περίφημο χριστιανικό ύμνο της εποχής: «Vergente mundi vespere» (= Το βράδυ του κόσμου [μας] που πάει να σβήσει). Ο κόσμος τελείωνε. Λοιπόν, τι έμελλε να ακολουθήσει;

Σε αυτό το ερώτημα ο Μάνης έδωσε εμμέσως δική του απάντηση. Και βέβαια η απάντησή του ήταν, κατά πρώτο λόγο, δυνατόν να διαβαστεί στην περιπέτεια της ίδιας του της ζωής. Αρχικά η περιπέτεια αυτή εντοπίζεται στην παιδική του ηλικία: ο πατέρας του τον πήρε από τη μάνα του και τον ενέταξε, νήπιο ακόμη, στους κόλπους της κοινότητας που προαναφέρθηκε, μέλος της οποίας ήταν και ο ίδιος. Ο μικρός όμως γρήγορα ένιωσε αποστροφή για τον σκληρότατο τρόπο ζωής που ακολουθούσαν οι «μοναχοί» αυτοί και έτσι, μόλις μεγάλωσε, σηκώθηκε και έφυγε. Ο πατέρας του τον ακολούθησε ­ αρχικά για να τον «συνετίσει», τελικά επειδή τον πίστεψε.

Πρώτος σταθμός του Μάνη προς τους ανθρώπους ήταν η ξεχασμένη σήμερα Κτησιφώντα. Η μεγαλούπολη αυτή ήταν πρωτεύουσα του περσικού κράτους ­ και αυτό παρουσιάζει ενδιαφέρον, διότι η πολιτική κατάσταση του τότε φθίνοντος κόσμου δεν γίνεται σήμερα τουλάχιστον αντιληπτή από τον άνθρωπο της Δύσης. Πράγματι, η Ρώμη ούτε τότε αλλά ούτε και πριν ήταν αήττητη. Η ισχύς των λεγεώνων είχε καμφθεί λόγω της στρατιωτικής δύναμης του περσικού κράτους και έτσι ο γνωστός κόσμος της εποχής αποτελούσε μέγα ψηφιδωτό, τα κύρια τμήματα του οποίου ήταν η Ρώμη, το Ιράν, η Κίνα και το βασίλειο της Αιθιοπίας (που μόνο στις ημέρες μας καταλύθηκε). Οι περιοχές που δεν υπάγονται σε αυτές τις κρατικές ενότητες αποτελούσαν είδος no man’s land ­ με αποτέλεσμα οι κάτοικοί τους να υφίστανται τις συνέπειες πολεμικής κατάστασης η οποία απλώς σιγόκαιε, χωρίς βέβαια να σβήνει ποτέ.

Υπό τις συνθήκες αυτές, ο Μάνης πήγε να κάνει στην επικράτεια του Ιράν ό,τι οι χριστιανοί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αρχικά το κήρυγμά του αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία· όταν όμως κατέδειξε τις ιατρικές ικανότητές του προς όφελος μέλους της οικογένειας του Βασιλέως των βασιλέων, τότε οι ιδέες του άρχισαν να γίνονται αντικείμενο προσοχής και ολόκληρο το «μέγα των Περσών βασίλειο» παραλίγο να υιοθετήσει το θρησκευτικό σύστημα που αυτός επαγγελλόταν.

Γιατί όμως αυτό τελικά δεν έγινε; Η ιστορική απάντηση είναι απλή. Ο Βασιλεύς των βασιλέων ήταν τότε σε σύγκρουση με τον ρωμαίο αυτοκράτορα. Οι Ρωμαίοι έβγαιναν νικημένοι από τις κατά καιρούς συρράξεις και τελικώς βρέθηκαν υποχρεωμένοι να δεχθούν την καταβολή φόρου υποτελείας. Αυτό βέβαια ήταν με δυσκολία υποφερτό. Τελικώς, όταν αυτοκράτορας έγινε ο Βαλεριανός, άρχισε νέος πόλεμος, «πόλεμος αμφισβήτησης» στην ουσία, εφόσον η Ρώμη επιχειρούσε άπαξ διά παντός να αποσείσει την υποτέλεια που της είχε επιβληθεί. Και πάλι όμως οι λεγεώνες νικήθηκαν· ο Βαλεριανός πιάστηκε αιχμάλωτος και με αυτό τον τρόπο παγιώθηκε στην ουσία κατάσταση η οποία δεν έμελλε να ανατραπεί παρά αιώνες αργότερα, χάρη στη μεγαλοφυΐα του Ηρακλείου, μονάρχη της καθ’ ημάς Ανατολής. Οπως και να έχει πάντως, καίριο σημείο είναι το εξής: ο Μάνης, αν και σαφώς προστατευόταν από τον ιρανό βασιλέα, δεν θέλησε να συμβάλει στη νικηφόρα για αυτόν τον τελευταίο σύγκρουση.

Γιατί; Διότι όπως φαίνεται ­ και φαίνεται πως επί του θέματος μπορούν να αναπτυχθούν πολλές απόψεις ­ ο Μάνης, όσον αφορά το θεμελιώδες ερώτημα «Ποιος είναι υπεύθυνος για το κακό σε αυτό τον κόσμο;» έδινε απάντηση εμμέσως κατηγορηματική: «Οχι ο άνθρωπος». Με άλλα λόγια, έριχνε στον ­ όποιο ­ Θεό την ευθύνη του κακού και έτσι, «αθωώνοντας» γενικώς τους ανθρώπους, δεν ήταν δυνατόν να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε πράξη βίας.

Η στάση αυτή γοήτευσε αρκετούς στο παρελθόν και, όπως είναι σαφές, γοητεύει σήμερα ακόμη περισσότερους. Το θέμα όμως δεν είναι κατά πόσον μια «τοποθέτηση» είναι γοητευτική ή όχι· το ζήτημα είναι κατά πόσον είναι λογική. Και επί του προκειμένου ο παραδοσιακός χριστιανισμός είναι σαφής: «Τα μεν άνω μόνον Θεού. Τα δε κάτω και ημών» ­ ή, για να θυμηθεί κανείς και τους Πατέρες: «[Δει] και πραγμάτων άπτεσθαι πολιτικών». Ο άνθρωπος, λόγω της πτώσης του, απομακρύνθηκε από τον Θεό και είναι έτσι υπεύθυνος του κακού που τον περιβάλλει, αντικείμενο ­ αλλά και υποκείμενο ­ του οποίου συνήθως γίνεται. Είναι βέβαιο ότι από την ­ ορθολογική ­ αυτή τοποθέτηση δεν απορρέει προτροπή γενικευμένης αποχής από τον κόσμο γενικώς και τα κοινά ειδικότερα…

… Την οποία κατέληξε να υιοθετήσει και να προβάλει ο Μάνης και οι κατά καιρούς οπαδοί του. Οπωσδήποτε οι «επίγονοι» του πάρθου προφήτη σιωπηρά εγκατέλειψαν κατά τη μεσαιωνική και νεότερη περίοδο τη στάση της αποχής και είτε μεταχειρίστηκαν βία ή ανέπτυξαν, για να επιβάλουν τις απόψεις τους, τάσεις εμμέσου πειθαναγκασμού. Ολα αυτά όμως, καθώς και το γεγονός πως τελικώς το πρόσωπο του Μάνη κατέληξε να συγχέεται, στην αχλύ του θρύλου, με άλλα, τελείως διαφορετικά… είναι μια άλλη ιστορία.
www.tovima.gr