γράφει ο Απόστολος Θηβαίος.
Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ
Κάμε χώρο είμαι ένας
που σπρώχνει τον άνεμο
ένας που στη ράχη του
φέρνει βουνά
για να καθίσουν πουλιά
και κελαηδήσουν
Γ. Σαραντάρης
Η αίθουσα που ονομάστηκε των φιλοσόφων διατήρησε στους τοίχους των δώδεκα διαδρόμων της τις μορφές των πιο εμβληματικών φιλοσόφων, εκτελεσμένες από τον Τιντορέτο και άλλους καλλιτέχνες. Οι δημιουργίες προορίζονταν για τη Βιβλιοθήκη του Σανσοβίνο. Σήμερα οι διάδρομοι είναι διακοσμημένοι απ΄τις οκτώ αλληγορίες του 17ου αιώνα με κύρια θέματα το Λάθος και την Τιμωρία. Φέρουν ακόμη τα πορτραίτα δόγηδων με σημαντικότερα αυτά του Ντομένικο Μισιέλ και του Πιέτρο Μουτόνι. Η πρώτη πύλη δεξιά της κυρίας εισόδου περιλαμβάνει την ιδιωτική κλίμακα που χρησιμοποιούσε ο Δόγης για να προσεγγίσει τις αίθουσες του Κολλεγίου και της Βουλής. Η πύλη φέρει το επιβλητικό και μεγαλόπρεπο φρέσκο του Αγίου Χριστοφόρου, το οποίο και διατηρήθηκε μετά τη συντήρησή από τον Τιτσιάνο γύρω στα 1523 για το εκκλησάκι του Σαν Νίκολο. Η φιγούρα του χωρικού, βγαλμένη θαρρείς απ΄τα γλυπτά του Μικελάντζελο ορθώνεται φυσική μες σε μια πανδαισία χρωμάτων, καθώς ο άνδρας βαδίζει πάνω στα νερά της λίμνης. Πρόκειται δίχως αμφιβολία για μια απ΄τις πιο χαρακτηριστικές και ζωντανές αφηγήσεις της ζωγραφικής τέχνης.
Το παραπάνω απόσπασμα από την κατατοπιστική μελέτη των Φρανσουά και Βαλκανοβέρ για λογαριασμό του υπουργείου του πολιτισμού της Ιταλίας στάθηκε η αφορμή για την πρώτη επαφή με το έργου του Αγίου Χριστοφόρου. Η μορφή του αγίου, καθώς σηκώνει στους ώμους του τον μικρό Ιησού αποτελεί μία απ΄τις πιο εύστοχες αλληγορίες. Στο πρόσωπό του μεταφράζεται η αντοχή και η θέληση της εκκλησίας να διατηρήσει ζωντανό το έργο και το αίσθημα της θεϊκής διδασκαλίας. Κόντρα σε κάθε ερημιά και δυσχέρεια αυτός ο Άγιος Χριστόφορος με τα στιβαρά του άκρα εικονογραφεί τις βάσεις και τις δομές ενός θεσμού, προορισμένου για τον άνθρωπο και τις κοινωνίες του.Ο χωρικός που περιφρονεί κάθε κίνδυνο εμπρός στην πίστη του, ο άνθρωπος που ετάχθη για πάντα με το μέρος του Χριστού, επαναλαμβάνοντας το χρυσό και απαράλλαχτο κανόνα της θυσίας και της αφοσίωσης. Ο Άγιος Χριστόφορος της αίθουσας των φιλοσόφων αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της έμπνευσης την οποία άντλησε η ζωγραφική της αναγέννησης από τη χριστιανική μυθολογία και την ιστορική παρουσία των μαρτύρων της. Τα θεμέλια του εκκλησιαστικού θεσμού, το μέγεθος και η ισχύς της πίστης, τούτα είναι τα δομικά στοιχεία τα οποία μεταφράζουν τα φρέσκα της αίθουσας. Στην απλή και ταπεινή ψυχή, στην αυθεντική δραματουργία της ζωής και των πιο γνήσιων εκφραστών της χρωστά η εκκλησία τη γέννηση και την επιβίωσή της μέχρι την περίοδο που θεμελιώνονται τα πολλαπλά, βενετσιάνικα θαύματα. Όλα εκείνα που θα μπορούσαν να συνοψίσουν μία απ΄τις ποικίλες εκδοχές μιας πόλης μετέωρης ανάμεσα στην ιστορία, το μύθο και το πάθος.
Αυτόν λοιπόν τον ίδιο άγιο, βγαλμένο μέσα απ΄τα φρέσκα του συνάντησα στην ελλησκοπιανή μεθόριο. Η τέχνη τότε απέκτησε μια βαρύτητα διαφορετική. Τ΄απάντημά του θα μπορούσε να θωρακίσει την πίστη μας. Υποκλίθηκα στην όψη του καθώς περνούσε τους ποταμούς, συγκρατώντας στους ώμους τις πιο αγαπημένες μνήμες. Υποκλίθηκα στην αντοχή αυτού του ανθρώπου που χαράζει την πορεία του, διαψεύδοντας κάθε γραμμή και κάθε μοίρα. Ο άγιος είχε το πρόσωπό του παραμορφωμένο απ΄τον ανεπανάληπτο κόπο της επιβίωσης, κάτω απ΄τα πόδια του κυλούσαν ορμητικά τόσα και τόσα ρεύματα. Εκείνος όμως πεπεισμένος για την ορθότητα της πίστης του, με δυναμωμένο όσο ποτέ το αίσθημα της επιβίωσης φυγάδευε μαζί του μια ολόκληρη οικογένεια. Στον ίδιο αυτόν άνθρωπο που οδοιπορεί σε έναν δρόμο σκληρό και αποτρόπαιο εικονογραφείται το μεγαλείο και η φτώχεια μαζί, αυτού του κόσμου. Μεγαλείο της ανθρώπινης θέλησης, μαρτυρία εκείνης της αέναης, ανθρώπινης μετακίνησης που εδώ και αιώνες μεταβάλει το ύφος και τη σύνθεση του κόσμου μας. Φτώχεια, ένδεια ψυχής για όλους εμάς που συναντά με πόζα ανδρείκελων στις μακρινές του πορείες. Ο άγιος καταλύει σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου. Σπάει το στεφάνι του, γεμίζει φώτα η ζωή μας και ας μην υποπτευόμαστε την ανείπωτη προσφορά του για τώρα και για πάντα. Κανείς δεν τον θυμάται πια, κανείς δεν ξέρει για εκείνον. Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Μπάρι, Πράγα, Άμστερνταμ, Όσλο. Ποτέ δεν σταματά το ταξίδι του τούτος ο καινούριος Οδυσσέας. Μονάχα που η δική του Ιθάκη καίγεται απ΄άκρη σ΄άκρη και έτσι ποτέ δεν θα γυρίσει στα παλιά σπίτια, στα παλιά αισθήματα. Ο δικός του Χριστός έχει κατακόκκινα απ΄τον πυρεττό μάτια, έχει στα δυο του χρόνια την ευκαιρία να γνωρίσει τα σκληρά είδωλα της εποχής μας. Βαδίζει με τ΄άστρα ο άγιος, τον δρόμο του τον δείχνει μια Βερενίκη απαστράπτουσα που τον συναρπάζει. Ο δικός του ουρανός έχει για καιρό πια κλειστεί μες στις νύχτες, τούτο το δίχως τοίχους πορνείο του κόσμου φέγγει παντού με εκκωφαντικά φώτα νέον και μεγάλες ταχύτητες. Κόντρα σε κάθε καιρό, σε κάθε αποκλεισμό και περιθώρια ο Άγιος μπαίνει θριαμβευτής του ανθρώπινου παραλογισμού στις μεγάλες κοσμοπόλεις του κόσμου.Στ΄όνομά του υψώνονται πύργοι μ΄αιχμηρές κορφές, μ΄αλεξικέραυνα και πομπούς. Αυτός ο άγιος κουβαλά στις μέσα τσέπες του φθαρμένου του παλτού έναν πελώριο Χριστό. Σ΄όλους τους σταθμούς της ζωής του μεριμνά για την προσευχή. Αφήνει να τον διαπεράσει η πίστη και τα χρώματα του μυθικού μας κόσμου, γυρεύοντας ένα ομορφότερο τραγούδι. Μες στην ερημιά των κλειστών συνόρων δοκιμάζει τις δυνάμεις του στο άθλημα της ζωής. Τα χείλη του που διψούν, τα παιδιά του που πεθαίνουν, τα οράματά που σβήνουν καθώς ξεμακραίνει τον καθιστούν σύμβολο και μέτρο της δυστυχίας που τον μαστίζει. Ο άρρυθμος βίος, ο πάταγος του πολέμου, οι θαμμένες του μνήμες που τον οδηγούν, το έθνος του που ανήκει πια στον θάνατο σημαδεύουν το πρόσωπό του. Η λυρική ζωή με το σάλο και τις ανατροπές της τον αποθανατίζουν για τώρα και για πάντα. Είναι ψηφίδα και σπάραγμα εκείνης της πομπής που διατρέχει σαν φλέβα το γερασμένο μας σύμπαν. Απόσπασμα του ωραίου έπους της ζωής αυτός ο άνθρωπος που γίνεται ολοένα και σπουδαιότερος καθώς χάνει τα πάντα και εξαντλείται για να γεννηθεί ξανά μέσα απ΄την ίδια την ιστορία. Μες στην μηχανική μας εποχή, η καρδιά του αγίου χτυπά εκκωφαντικά, σχεδόν έξαλλα, ζητώντας έναν τόπο, μια πατρίδα νέα, ύστερα απ΄την τόση υγρασία. Μένει η δική μας πίστη, να μετρηθεί. Η δική μας πίστη που μπορεί μεμιάς να κάνει θερμότερη την παγωμένη φυλακή αυτού του τόσο πικραμένου ανθρώπου.
Είναι συνήθεια αρχαία ετούτη η ζωή τραγουδά ο Γ. Σαραντάρης. Σ΄αυτόν τον κανόνα υπακούει η εξαντλητική πορεία του αγίου. Απ΄την Βενετία ως τις ακτές της Ερυθράς και την πλατεία Βικτωρίας μ΄έναν ολόδικό του, προσωπικό Χριστό και το φορτίο του καιρού ο άγιος των φρέσκων φορά τα χίλια και ένα του πρόσωπα, πεθαίνει, σκίζοντας τους χάρτες, σκίζοντας τους χάρτες.