24grammata.com/ λαογραφία
Οι “φανοί”, οι μασκαράδες που περιφέρονται σε όλη την πόλη, οι λαϊκοί οργανοπαίκτες και οι μπάντες στους δρόμους, το κρασί, τα “κιχιά” και τα κεράσματα σε όλους, η έντονη σκωπτική διάθεση και η καθολική συμμετοχή στα δρώμενα, είναι τα χαρακτηριστικά των αποκριάτικων ημερών.
Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για το έθιμο των μεταμφιεσμένων (ρογκατζιάρια) είναι του 1747, η ύπαρξή τους όμως πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα, παράλληλα με την πρώτη βιοτεχνική και εμπορική ανάπτυξη της πόλης.
Παλιότερα -στις γιορτές του δωδεκαημέρου- οι ομάδες των μεταμφιεσμένων ονομάζονταν “ρογκατζιάρια” με κυριότερη αμφίεση αυτή των κωδωνοφόρων. Αυτοί φορούσαν προσωπίδα με μορφή γοργόνας, ψάθινη πανοπλία, κρεμούσαν πάνω τους κουδούνια και κυπριά και κρατούσαν ένα δρεπάνι. Όταν δυο παρέες κωδωνοφόρων συναντιόνταν σε ένα στενό δρόμο, η μία θα έπρεπε να υποχωρήσει για να περάσει η άλλη.
Όμως την υποχώρηση τη θεωρούσαν ταπεινωτική και γι’ αυτό η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύγκρουσης ήταν γύρω στα 1860 να αλληλοσκοτωθούν δυο αδέλφια που δεν αναγνώρισε το ένα το άλλο. Από τότε οι τουρκικές αρχές απαγόρευσαν τις εκδηλώσεις, οι οποίες ξανάρχισαν μετά το 1890.
Το αναβιωμένο έθιμο -οι απόκριες- με τα “καρναβάλια” είχαν μια ανανεωμένη μορφή, αποτελώντας ολόκληρες θεατρικές παραστάσεις με θέματα από την ιστορία, τη μυθολογία, τα ταξίδια, τη σύγχρονη ζωή. Το πιο χαρακτηριστικό θέμα της εποχής ήταν το “καρναβάλι της καμήλας”.
Το 1938 ο Δήμος Κοζάνης επισημοποίησε τις αποκριάτικες εκδηλώσεις, που διακόπηκαν με τον πόλεμο και ξανάρχισαν το 1950. Σήμερα, τις ημέρες του καρναβαλιού η Κοζάνη αποδεσμεύεται από τα καθημερινά προσχήματα και επαναφέρει το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα για να εκφραστεί αυθεντικότερα και να ξεφαντώσει διονυσιακά.