24grammata.com / Ιστορία της Λογοτεχνίας
γράφει ο Γιώργος Δαμιανός
Πολλές και ξεχωριστές προσωπικότητες (Φιλύρας, Βιζυηνός, Μιχαήλ Μητσάκης, Ακριθάκης, Οικονόμου, Α. Κρυστάλλης) έτυχε να ζήσουν στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο Ίδρυμα. Έζησαν πολλά χρόνια σε ένα φρενοκομείο, όπου «ο μόνος που μας θυμάται συχνά είναι ο θάνατος» (κατά τον Φιλύρα).
Οι σοφοί του Δρομοκαΐτειου ήταν, είναι και θα είναι ένα μέρος της ψυχής όλων των ευαίσθητων και “λογικών” ανθρώπων, που είχαν και θα έχουν τη μοναδική τύχη να τους γνωρίσουν
α. Ρώμος Φιλύρας (1888 – 1942).
Ακολουθεί βιογραφικό, εργογραφία, ενδεικτική βιβλιογραφία
> Ο Βάρναλης τον χαρακτήριζε «ο Ρεμπό της Ελλάδος»
>>“Καλοπροαίρετοι γιατροί μου, αν επιμένετε να με γιατρέψετε από κάτι, γιατρέψτε με από την λογική” (Φιλύρας).
>>> Ο Φιλύρας έπασχε από σύφιλη οκτώ χρόνια προτού εισαχθεί στο ίδρυμα. Τα πρώτα χρόνια μέσα στο Δρομοκαΐτειο ο νους του δεν είχε διαταραχθεί, σιγά σιγά όμως άρχισε να βυθίζεται στην παράνοια. Είκοσι τρία χρόνια έζησε με τη σύφιλη από το 1927 έως το 1942 έζησε έγκλειστος στο Δρομακαϊτειο».
Φιλύρας: «Ο μόνος που μας θυμάται συχνά είν’ ο θάνατος. Ακούει τη μυστική μας επίκλησι, στο αργό ατελείωτο μέτρημα των ραθύμων στιγμών της βαρυθυμίας μας, την άφωνη εκ βαθέων ευχή μας, απάνω στον ταραγμένο ύπνο μας, κι έρχεται, παρηγορητής και γοργοεπήκοος, κομίζοντας τα υπέρτατα δώρα του τα γλυκόπιοτα δυνατά βάλσαμά του, που μας χαρίζουν ό,τι δεν μπορούν να μας χαρίσουν η βερονάλη και η χλωράλη ούτε κανένα ναρκωτικό ή παυσώδυνο… την τελειωτική, την υπέρτατη κάλμα… τη γλυκειά δροσοπαροχή λύτρωσι… Πόσες φορές δεν τον ονειρεύονται στον ύπνο του και στον ξύπνο, τα πολυβασανισμένα νευρόσπαστα των ψυχώσεων, στα τραγικά φωτεινά τους διαλείμματα, πόσες φορές δεν ονειρεύονται να τους χαμογελά, σα μια θαμπή ελπίδα γλυκοχαραυγής, ανάμεσα από την αχλύ και τον ζόφο, που τους σκεπάζει τα ταραγμένα τους λογικά… Και ξέρουν πως το γλυκό τους όνειρο, η ελπίδα κι η γλυκαπαντοχή των βασανισμένων, αργά ή γρήγορα, θα στέρξη μια φορά. Είνε κι αυτό μια παρηγοριά, η μοναχή εδώ μέσα παρηγοριά μας… Όλοι κι αν μας ξεχάσουν, αυτός θα θυμηθή…»
Σκαραμαγκάς*
Σαν κέντημα γύρω οι βράχοι κ΄ οι λόφοι του Κορυδαλλού
στο λιμανάκι, ονειρεμένο, του γραφικού Σκαραμαγκά
κ΄ οι βάρκες στην ακρογιαλιά, που βάζουν πλώρη αργά γι΄ αλλού
τα παραγάδια και τ΄ αγκίστρια κ΄ οι πετονιές αραδαριά.
Όλος γαλήνιο αραξοβόλι ο κόλπος του Σκαραμαγκά
κι αντίκρυ η θρυλική Ελευσίνα, Κούντουρα, Μάντρα και τα Βίλλια
κόττερα μάγα, καραβάκια, τράτες, που σέρνονται αργά,
κι άλλα πλεούμενα που φεύγουν γοργά και παίρνουν φόρα μίλια.
Γλυκόχρωμα γαλάζια ως πέρα τα τρεμοσάλευτα νερά,
τα κύματα μ΄ αφρόν ολάσπρο, κάπου στο βάθος των κατάρτια
και τα βουνάκια και τα βράχια, τα δεντελλένια στη θωριά
και κάποτε και κάπου – κάπου πανάκια ολόλευκα και ξάρτια.
Κι απ΄ όλα, από τις αχτιβάδες, και τα πετράδια στ΄ ακρογιάλι
ως τα βουνάκια και τα ψάρια, που τ΄ αγκιστρώνουν πετονιές
λάμπει μια υγεία και μιαν αύρα φυσάει σα νίκη ή μαϊστράλι
πνέει απ΄ τα βάθη κ΄ ένα ρέμα, παίρνει και ρέει απ΄ τις ρονιές.
Κι απ΄ το Δαφνί, τη Σαλαμίνα, το Ναύσταθμο κι ακόμα πέρα
ο θρίαμβος των τοπίων παίρνει και βασιλεύει γραφικά
σμίγουν το χώμα, το χαλίκι κ΄ οι γλάροι στο γλαυκό του αιθέρα
και νανουρίζεται η ψυχή μας στο κύμα αιθέρια και γλυκά.
*Σημείωση: Ο Κώστας Βάρναλης επισκέφτηκε τον Φιλύρα στο Δρομακαϊτειο. Σε αυτήν την επίσκεψη πήρε από το ν Φιλύρα τέσσερα ποιήματα και ένα πεζό, μεταξύ των οποίων είναι και ο “Σκαραμαγκάς”
Ο παραλογισμός των λογικών και ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας
Του Ηλία Μαγκλίνη
«Θέλουν να σας κάνουν καλά. Αλλοίμονο, εκεί φτάνει ο παραλογισμός των λογικών. Καλά, δηλαδή να γυρίσετε πίσω, έξω στην τέφρινη πραγματικότητα, να ξαναδήτε πίσω με την κρίσι του ακέραιου μυαλού την πιο αβάσταχτη, την πιο αρμολογημένη αλλόφρονη λογική της ζωής που σκοτώνει την ανθρώπινη καρδιά. […] Μα τι θα βάλετε στη θέση του οράματος εσείς οι λογικοί; […] Καλοπροαίρετοι γιατροί μου, αν επιμένετε να με γιατρέψετε από κάτι, γιατρέψτε με από την λογική». Αυτά έγραφε ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας μέσα από το Δρομοκαΐτειο. Εκεί πέρασε δεκαπέντε χρόνια από τη ζωή του, από το 1927 έως το 1942 – εκεί τελείωσε τις μέρες του, έχοντας τη μοίρα του Βιζυηνού και του Μητσάκη. Ενας άνθρωπος που παρακαλάει να τον γιατρέψουν από τη λογική, όσο αντιφατικό κι αν είναι το αίτημά του, δεν είναι έτσι απλά «τρελός» μα ένας πάσχων που βρίσκεται παράλληλα μέσα και έξω από την ασθένειά του.
Στην «Καθημερινή»
Το «Η ζωή μου εις το Δρομοκαΐτειον» δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στην «Καθημερινή» πριν από ογδόντα ακριβώς χρόνια. Με πρωτοβουλία του Αιμίλιου Χουρμούζιου, ο οποίος είχε επισκεφθεί τον ποιητή στο ψυχιατρείο, η «Καθημερινή» δημοσίευσε το αυτοβιογραφικό αυτό κείμενο από τις 23 έως τις 29 Ιουνίου του 1929, συνοδεύοντας τις πρώτες δύο δημοσιεύσεις με φωτογραφίες του ποιητή μέσα από το Δρομοκαΐτειο(…)
Ο Φιλύρας έπασχε από σύφιλη οκτώ χρόνια προτού εισαχθεί στο ίδρυμα. Τα πρώτα χρόνια μέσα στο Δρομοκαΐτειο ο νους του δεν είχε διαταραχθεί, σιγά σιγά όμως άρχισε να βυθίζεται στην παράνοια. Είκοσι τρία χρόνια έζησε με τη σύφιλη».
Το πρόγραμμα της παράστασης περιλαμβάνει και το ποίημα που έγραψε ο Κώστας Καρυωτάκης για τον Φιλύρα, με τον τίτλο «Υποθήκαι». Σχολιάζει ο Γ. Αναστασάκης: «Ο Καρυωτάκης τον επισκέφθηκε στο Δρομοκαΐτειο και μετά έγραψε το ποίημα. Λέγεται ότι και ο Καρυωτάκης έπασχε από σύφιλη και δεν ήθελε να έχει την ίδια κατάληξη με τον Φιλύρα, πιθανώς αυτός να ήταν και ο βασικός λόγος της αυτοκτονίας του». Το 1927 εισήχθη ο Φιλύρας στο Δρομοκαΐτειο, ο Κώστας Καρυωτάκης αυτοκτόνησε το 1928.
Ιδρυματοποίηση
Το στοιχείο εκείνο που ελκύει τον Γ. Αναστασάκη είναι η παραδοχή του Φιλύρα ότι, ναι μεν είναι κλεισμένος σε ένα ψυχιατρείο ανάμεσα σε ψυχασθενείς, η αγωνία του όμως είναι ότι «δεν είναι τόσο τρελός όσο θα έπρεπε. Επειδή διαθέτει μνήμη δεν είναι τόσο τρελός. Οι άλλοι εκεί μέσα δεν θυμούνται την έξω ζωή. Αυτός δεν ταυτίστηκε με τους άλλους, ήταν μια περιπλανώμενη σκιά ποιητή ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν χαθεί στον δικό τους κόσμο…
«Πάντως, πριν καν μπει «μέσα»», επισημαίνει ο Γ. Αναστασάκης, «έκανε πράγματα που έδειχναν ότι δεν πάει καλά. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, έχασε και δύο δάχτυλα. Οταν τραυματίστηκε, απέστειλε ο ίδιος τηλεγράφημα στην Αθήνα ότι πέθανε. Μόλις που πρόλαβε τη δημοσίευση νεκρολογιών, δικαιολογούμενος ότι «αστειευόταν». Σε μια άλλη περίπτωση, σε ένα καφενείο στο Σύνταγμα, πήγε και κάθισε στο τραπέζι των στρατηγών λέγοντας σε όλους ότι είναι στρατηγός. Λίγη ώρα μετά, είδαν τον φρούραρχο να τον κυνηγάει σε όλο το Σύνταγμα! Τελικά, εξαιτίας της σύφιλης έχασε τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Επειτα, ισχυριζόταν ότι ήταν γόνος Βυζαντινών αυτοκρατόρων και ότι ήταν ερωτευμένη μαζί του μια πριγκίπισσα της Ρουμανίας. Τα είχε γράψει αυτά, είχε δώσει δείγματα ότι το μυαλό του είναι πειραγμένο». (από την εφ. Καθημερινή)
Ρώμος Φιλύρας (1888-1942) (poiisispoudaia.blogspot.com)
Βιογραφία
Γεννημένος το 1888, ο Ρώμος Φιλύρας (φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιωάννη Οικονομόπουλου) ανδρώθηκε μέσα στο κλίμα των αλλεπάλληλων πολέμων που συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία και ολόκληρο το κόσμο στις δυο πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Γεννήθηκε στο Δερβένι Κορινθίας.
Έφηβος στρατιώτης στους βαλκανικούς πολέμους, ανθυπολοχαγός τη περίοδο του Α παγκοσμίου πολέμου, ζει εκ των έσω την οδύνη του πολέμου και με ευαισθησία και οξυδέρκεια διαισθάνεται και διαβλέπει την αστάθεια και τα αδιέξοδα των μελλούμενων καιρών.
Η ποίησή του, ποίηση λυρική, όπου υμνείται ο έρωτας, η ομορφιά και η φύση, γίνεται αντίδοτο στο δηλητήριο της νοσηρότητας, της διάλυσης, της ανίας και της απελπισίας, με το οποίο διαποτίζει τις ψυχές όλων των ευαίσθητων ανθρώπων.
Το καταφύγιο αυτό όμως δεν είναι αρκετό για να στεγάσει την ψυχή του ως το τέλος. Με την εισαγωγή του προδομένου από το λογικό του ποιητή στο Δρομοκαίτειο το 1927 αρχίζει μια επώδυνη πορεία καταβύθισης στο σκοτάδι της απαισιοδοξίας και της απόγνωσης, που έχει αλώσει τις ψυχές των περισσότερων απ’ τους συγκαιρινούς του. Η φρενοβλάβειά του που τον οδηγεί στο ψυχιατρείο, τον κρατά εκεί για δεκαπέντε χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων συνεχίζει να γράφει.
Η φωνή τουδεν εκφράζει την άρνηση και τον μηδενισμό, αλλά καταφέρνει και πλάθει έναν φανταστικό κόσμο, όπου πραγματικότητα και όνειρο συμφύρονται, κάποτε αξεδιάλυτα, ώσπου τα όρια γίνονται δυσδιάκριτα.
Πορτραίτο
Στο δρόμο, που το πλήθος τρέχει αδιάφορο
για κάθε ωραίο, αγάλι επερπατούσες,
έμοιαζες σα να σε ύψωνε πνοή
και τίποτα σα να μην εμισούσες.
Το βήμα σου απαλό σαν Απολύτρωση
κι η όψη σου ολόασπρη σαν κρίνο
κι έπεφτε η λάμψη της ματιάς κι εφάνταζε
το γαληνό χαμόγελό σου εκείνο!
Ένας ιερεύς κάποιας θρησκείας απόκοσμης
ή από του Βελασκέζ το θείο χρωστήρα
ζωγραφισμένος Ανδαλούσιος άρχοντας,
πρόβαινες μέσ’ την ανθρωποπλημμύρα.
Στον πολυθόρυβο το δρόμο ένα πρωί σ’ αντίκρυσα
όραμα πράο, άυλο, της αγιωσύνης
και στην ψυχή μου απόμεινες σαν είδωλο
μιας αιθερίας, ονειρευτής γαλήνης.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία (www.ekebi.gr )
• Άγρας Τέλλος, «Φιλύρας Ρώμος», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια24. Αθήνα, Πυρσός, 1934.
• Άγρας Τέλλος, «Ρώμος Φιλύρας», Νέα Εστία32, ετ.ΙΣΤ΄, 15/9/1942, αρ.367, σ.955-956.
• Α[ποστολίδης] Ρ[ένος], «Ένας άγνωστος Ρώμος Φιλύρας», Πειραϊκή – Πατραϊκή57, 1/1960, σ.20.
• Βάρναλης Κώστας, Αισθητικά – ΚριτικάΒ΄, σ.222 και 225. Αθήνα, Κέδρος, 1958.
• Δημαράς Κ.Θ., «Ρώμος Φιλύρας», Ελεύθερον Βήμα , 10/9/1942.
• Ζαφειρόπουλος Κώστας, «Μια ώρα με τον Φιλύρα», Η Καθημερινή, 20/3/1939.
• Ζήρας Αλέξης, «Ρώμος Φιλύρας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
• Καιροφύλλας Κώστας, «Ρώμος Φιλύρας», Αυτοί οι ωραίοι τρελοί, σ.221-236. Αθήνα, Φιλιππότης, 1986.
• Κόλλιας Σήφης, Ρώμος Φιλύρας· Με πρόλογο του Ακαδημαϊκού κ.Γρ.Ξενόπουλου. Κόρινθος, 1946. (και εκδ. ε΄, συμπληρωμένη, 1972)
• Κόρφης Τάσος, Ρώμος Φιλύρας· Συμβολή στη ζωή και στο έργο του. Αθήνα, Πρόσπερος, 1992 (νέα έκδοση).
• Κόρφης Τάσος, «Ρώμος Φιλύρας», Ματιές σε ποιητές του μεσοπολέμου, σ.23-37. Αθήνα, Πρόσπερος, 1978.
• Μάνεσης Σταύρος, «Μια συνάντηση με το Ρώμο Φιλύρα», Νέα Εστία57, ετ.ΚΘ΄, 1η/4/1955, αρ.666, σ.445-446.
• Παράσχος Κλέων, «Ρώμος Φιλύρας», Δέκα έλληνες λυρικοί, σ.181-192. Αθήνα, 1937. (και εκδ. β΄, Αθήνα, Φέξης, 1962)
• Στεργιόπουλος Κώστας, «Ρώμος Φιλύρας», Η ελληνική ποίηση· Η ανανεωμένη παράδοση, σ.252-262. Αθήνα, Σοκόλης, 1980.
• Στεργιόπουλος Κώστας, «Ο Φιλύρας και ο πηγαίος λυρισμός», Γράμματα και Τέχνες7-8, 7-8/1982 (τώρα και στον τόμο ΠεριδιαβάζονταςΑ΄· Από τον Κάλβο στον Παπατσώνη, σ.113-125. Αθήνα, Κέδρος, 1982).
• Χατζηφώτης Ι.Μ., «Ρώμος Φιλύρας (μια τραγική μορφή)», Ανιχνεύσεις [Νεοελληνικά μελετήματα και κριτικά δοκίμια], σ.47-55. Αθήνα, Αλκαίος, [1973].
• Χουρμούζιος Αιμίλιος, «Κριτική Εισαγωγή», Ρώμος Φιλύρας · Άπαντα· Έμμετρα και πεζά· Κριτική εισαγωγή Αιμ. ΧουρμούζιουΑ΄, σ.ζ΄-λγ΄. Αθήνα, Γκοβόστης, 1939.
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
Ι.Ποίηση
• Ρόδα στον αφρό. Αθήνα,1911.
• Γυρισμοί (1912-1918). Αθήνα, 1919.
• Οι ερχόμενες. Αθήνα, 1920.
• Κλεψύδρα. Αθήνα, Ελληνογαλλικό τυπογραφείο, 1921.
• Ο πιερότος. Αθήνα, Ελληνογαλλικό τυπογραφείο, 1922.
• Θυσία· Ποιήματα (1912-1923) Εικονογραφημένα. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1923.
ΙΙ.Πεζογραφία
• Ο θεατρίνος της ζωής. Αθήνα, Ελληνογαλλικό τυπογραφείο, 1916.
ΙΙΙ.Μεταφράσεις
• Brada, Και το κύμα γύρισε πίσω· Μετάφρασις Απόλλωνος Φιλύρα. Κύπρος, εκδ. Αθηνα, 1918.
ΙΙΙ.Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Άπαντα· Έμμετρα και πεζά · Κριτική εισαγωγή Αιμ. ΧουρμούζιουΑ’. Αθήνα, Γκοβόστης, χ.χ.
Επιπλέον Πληροφορίες
Χειρόγραφα του λογοτέχνη υπάρχουν στο Γενικό Αρχείο του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (Ε.Λ.Ι.Α.)
Παρθενικό Τραγούδι
Των δεκατέσσερω χρονών αντρείεψ’ ο ρυθμός
και το κορμάκι σου ένιωσε καινούργια ανατριχίλα,
και σύναυγα σου διάβηκε τις φλέβες ο χυμός
της άνοιξης και της καρδιάς τρεμούλιασαν τα φύλλα…
Και ροδοσκάσαν τα φιλιά στο κοραλένιο στόμα…
κι είπεν η σάρκα: -“Σήμερα κάτι άγνωστο ποθώ”
κι αλίμονο τον έρωτα δεν ένιωσες ακόμα
που φούντωσε στα στήθια σου της νιότης τον ανθό!
Τραγική Νύχτα
Απόψε στις κιθάρες τους τα Πνεύματα
θα μέλπουνε κρυφούς ρυθμούς και τρόμους
και στο ρυθμό του χαλαζιού θα σέρνουνε
μαύρους χορούς οι καταχνιές στους δρόμους.
Οι αγέρηδες μανιάζοντας θα στήνουνε
τις σκήτες τους στ’ αφρόλουστα ακρογιάλια,
των λουλουδιών τα ταίρια θα χωρίζουνε,
μα και θα ορμούν, θα οργώνουν τα κανάλια.
Απόψε η νύχτα σκιάχτρο στις ψυχούλες μας
και χάροντας απάνου από τη κλίνη…
Οι καταχνιές, που υφαίνουν το τρισκόταδο,
θα’ ρθουν να σαβανώσουν τη Σελήνη…
Εαρινό
Ω, ‘κείνο το αλάλητο στην άνοιξη,
μες στη γλυκειά, την απαλή λαχτάρα.
Ω, ένα πουλάκι μέσα μου λαλεί,
και τρέμει, φτερουγιάζει, λαχταρεί,
κάτι απαλό κι απόκοσμο πολύ…
Και νιώθωντας πως κάτι το καλεί
έξω απ’ τον εαυτό του κι απ’ τη φύση,
και θαρρώντας πως άκουσε φωνούλα,
τρέμει σάμπως στο λούλουδο η δροσούλα,
και κοντεύει να φύγει απ’ τη ψυχή μου
και πετώντας στα μάκρη της αβύσσου
να γίνει χερουβείμ του παραδείσου…
Στον Άδη
Μια μέρα θα μισέψουμε στα σκότη
κι αν δεν το ήπιαμε όλο το ποτήρι.
Κι αν δεν εμείναμε σε θεία αγνότη,
το κορμί μας στον τάφο θ’ απογείρει.
Στερνή αγάπη θε να μοιάζει πρώτη,
τόση λαχτάρα μες στο πανηγύρι
της ζωής μας ανάρπαζε κι η νιότη
μας φούντωνε του αίματος τη πύρη.
Οι κοπέλες μονάχα θα εικονίζουν
κάθε χαρά που πέρασε και πάει
και θα στέκουν εμπρός μας σε παράτα.
Κι ούτε κι ο νους θα ξέρει όταν θα σχίζουν,
σαν άγγελοι των ουρανών τα χάη,
ποια πιο πολύ μας χρύσωνε τα νιάτα.
Comments are closed.