«Ο ΤΣΑΦΕΝΤΑΣ ΣΕ ΟΡΟΥΣ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥΣ. ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ, ΠΗΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗΣ.»

24grammata.com /απόδημος ελληνισμός / αφιέρωμα: Τσαφέντας / Tsafentas (κλικ εδώ)

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Η απεικόνιση της πραγματικότητας συνιστά την ουσία της τέχνης. Μες σε αυτά τα πρότυπα δρα, αναπτύσσει τις δομές του και επικοινωνεί και εκείνη η τέχνη που καλείται θέατρο. Μία αναπαραγωγή της ανθρώπινης συνείδησης αποτελεί τούτη η διαδικασία, της οποίας η ψυχολογική άσκηση αρκεί για να της προσδώσει το χαρακτηρισμό της λειτουργίας. Στα όρια της θεατρικής πράξης, μέσα στα άκρα τα οποία υποδηλώνουν τα πρόσωπα, ο χώρος και ο χρόνος ως ουσιώδεις παράγοντες ενός γεγονότος ή μιας πράξης εντάσσεται η διαρκής απόπειρα να μελετηθούν τα διάφορα ενδεχόμενα, οι διακυμάνσεις, οι δισταγμοί της ανθρώπινης ψυχής. Με άλλα λόγια το θέατρο αποτελεί ένα ψυχολογικό, άμεσο ντοκιμαντέρ, στηριγμένο στην εξειδίξευση μιας κατάστασης.
Λαμβάνοντας υπόψη τούτο το τελευταίο καταννοούμε το χαρακτηρισμό, τον οποίο προσέδωσε ο Νοτιοαφρικανός  Anton Robert Krueger στο έργο του με τίτλο «Living in strange Lands», μια ψυχολογική θεώρηση της προσωπικότητας του Δημήτρη Τσαφέντα. Το έργο αυτό, ένας συγκλονιστικός μονόλογος κατ΄ουσία αφού ο λόγος αφορά και περιστρέφεται γύρω από το θύτη της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του πρωθυπουργού Φερβούντ. Ο Τσαφέντας για πρώτη φορά εντοπίζεται να λειτουργεί μες στα ανθρώπινα όρια της ύπαρξής του. Δεν αποπειράται να του αποδοθεί ο τίτλος του παράφρονα, δεν επιδιώκεται η δικαιολόγηση της πράξης του, δεν υμνείται ο ίδιος ως φορέας μιας αλλαγής στις συνθήκες και τα δεδομένα της κοινωνίας. Ο Τσαφέντας προσπαθεί να εξηγήσει ο ίδιος τη θέση του, πασχίζει ήδη από την εισαγωγική φράση του κειμένου να μεταδώσει τη συνέπεια με την οποία διαμορφώθηκε η μοναχική και παράξενη ζωή του. «Ήμουν πάντα μόνος. Δεν ανήκω σε καμία κάστα. Ήμουν κάποτε κομμουνιστής, μα τούτο με σκοπό μονάχα την επικοινωνία, την παρέα. Ήμουν κάποτε κομμουνιστής μα τώρα δεν είμαι. Είμαι μόνος τώρα.»  Ο Krueger λοιπόν απαντά σε όλους εκείνους, οι οποίοι πασχίζουν να εξηγήσουν την ταυτότητα και την προέλευση του Τσαφέντα. Η ιδιότητά του σαφής. Ένας άνθρωπος μόνος. Μια καθολική ερμηνεία της πράξης και του βίου του, μια συνεπής διελεύκανση για την πηγή της διαταραχής του. Στο έργο επιδίωξη του συγγραφέα δεν αποτελεί παρά η εμπέδωση μιας διαχρονικής αλήθειας, η οποία συνεπάγεται την απώλεια της ταυτότητας, την ελεγχόμενη εξέλιξη του πεπρωμένου, όχι από κάποιον αστάθμητο παράγοντα ή μια συγκυρία, μα από την ίδια την κρατική εξουσία και τους υπόγειους μηχανισμούς του. Και ίσως τούτη να είναι η αλήθεια για τον Δημήτρη Τσαφέντα, αφού η αδιάκοπη περιθωριοποίηση των «κολοράτων», ανθρώπων όχι καθολικά λευκών ή μαύρων, αποτέλεσε μία από τις συνιστώσες του «άπαρτχαϊντ» και των εφαρμοστών του.
Ιδωμένη λοιπόν μέσα από το ανθρώπινο πρίσμα, η θεώρηση της περίπτωσης Τσαφέντα αποδίδει στο θεατρικό έργο του Krueger το χαρακτηρισμό του «κοινωνικού», του πολιτικού θεάτρου, εκείνου που ενσωματώνει μες στη θεματολογία του ζητήματα κοινωνικής υφής, μελετώντας τις διαστάσεις και τη σχεδόν βέβαιη διαχρονικότητά τους ως φαινόμενα και πολλές φορές παθολογίες που δεν μπορούν παρά να ελέγχουν και να καθορίζουν ζωές και συμπεριφορές.
Στην πρώτη εκτέλεση του έργου «Living in strange Lands» ο Krueger μας πληροφορεί για τη διαμόρφωση του σκηνικού του, το οποίο σαφώς και αναδεικνύει τον πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα της παράστασης, κατευθύνσεις διάφανες, σαφείς. Στο λιτό, σκηνικό διάκοσμο, ο συγγραφέας εισάγει τη μνήμη με τη μορφή της φωτογραφίας, καθώς η ίδια η πραγματικότητα αποτελεί τη σήμανση της αληθινής ιστορίας την οποία το έργο πραγματεύεται. Φωτογραφίες από τον ίδιο τον Φερβούντ, τη σωρό του με τα σημεία εισόδου του μαχαιριού, εικόνες από τα μέρη τα οποία έζησε ο Τσαφέντας, οι μορφές των ψυχιάτρων οι οποίοι διέγνωσαν τη διαταραχή του, το κατάστημα από όπου ο θύτης προμηθεύτηκε το μαχαίρι, εικόνες από πρόσωπα και χώρους οι οποίοι συνδέονται με τον Δημήτρη Τσαφέντα. Συνολικά εξήντα φωτογραφίες συνθέτουν τη σκηνική διάρθρωση του έργου, με κορυφαία ίσως εκείνη των ιθαγενών Zulu οι οποίοι δείχνουν να χορεύουν χαρούμενοι κάτω από το πρωτοσέλιδο της βρετανικής εφημερίδας «The Private Eye», την επομένη της αποτρόπαιας πράξης. Ο όρος «πολιτικό θέατρο» δείχνει να εντοπίζει το πεδίο μιας απόλυτης εφαρμογής.
Ο Krueger στην προσπάθειά του να διαμορφώσει τους πραγματικούς όρους της υπόθεσης Τσαφέντα, επιλέγει μια γλωσσική μίξη της διαλέκτου των Afrikaans και των ελληνικών. Ο Δημήτρης Τσαφέντας εκφέρει έναν λόγο άμεσο και προσωπικό, πολλές φορές δυσνόητο για τον θεατή, μα απαραίτητο για την υποβλητική αναπαραγωγή της ιστορίας. Δεν πρέπει δε να λησμονείται πως ετούτη η γλώσσα, όχημα του λόγου μετά την τέλεση της πράξης, δεν συνιστά μια απλή ενέργεια ομιλίας μα ένα λόγο που γέννησε μια πράξη, που έγινε κίνηση, ικανή να δημιουργήσει μια ένταση που φτάνει ως το θάνατο. Τέτοια είναι η γλώσσα του Krueger και έτσι λειτουργεί μες στις διαστάσεις του έργου, φανερώνοντας την πρόθεση του συγγραφέα να δημιουργήσει με ακρίβεια του όρους της προσωπικότητας του Δημήτρη Τσαφέντα.
Ο Krueger αναζήτησε κάθε πληροφορία, η οποία θα του επέτρεπε να σχηματοποιήσει επακριβώς, όσο τούτο γίνεται βεβαίως, το ψυχολογικό προφίλ του Δημήτρη Τσαφέντα. Προς τούτο το σκοπό, μας πληροφορεί ο ίδιος πως αναζήτησε υλικό από το επίσημο αρχείο του Πανεπιστημίου της Πραιτόρια, πώς εντρύφησε στον ψυχολογικό τρόμο του κατηγορούμενου μελετώντας τα ηχητικά ντοκουμέντα από τις συνεδρίες με τους ψυχιάτρους των φυλακών και εκείνων που εισηγήθηκαν την ανεπάρκειά του κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Μας πληροφορεί ο Krueger πως η Liza Key, μία από τις ελάχιστες φίλες του Τσαφέντα συνέβαλε στην παροχή καίριων πληροφοριών γύρω από την παράξενη προσωπικότητα του άνδρα με τις κρητικές ρίζες.Το ίδιο αποφασιστική ήταν και η διεθνής βιβλιογραφία, για την οποία ήδη έχουμε κάνει μια αναλυτική, όσο το δυνατόν αναφορά, καθώς και το έργο του William Taner «Tsafendas.»
Τόσο η δημιουργία του έργου από έναν επιφανή δημιουργό, όσο και η ρεαλιστική υφή του καθιστούν το «Living in strange Lands» ένα θεατρικό κείμενο, το οποίο παραθέτει στη σκηνή το φάσμα ενός βίου. Η συνδυαστική του φύση, εκείνη δηλαδή που θέλει το έργο κοινωνικό ή πολιτικό μα και βαθιά ανθρώπινο, ίσως να αποτελεί και την πιο ισορροπημένη θεώρηση της περίπτωσης του Δημήτρη Τσαφέντα ανάμεσα στο σύνολο των σχετικών αναφορών.
Η περίπτωση του Τσαφέντα αποτέλεσε αντικείμενο θεατροποίησης σε πλήθος περιπτώσεων. Ίσως ενδιαφέρουσα, για την κατάληξη με την οποία ολοκληρώθηκε το εγχείρημα να αποτέλεσε το έργο «The famous dead Man» των Matthew Krouse και Rober Colman, σάτιρα η οποία σύντομα απαγορεύτηκε αφού υποστηρίχτηκε πως δυσφημούσε τον δολοφονηθέντα πρωθυπουργό, υποστηρίζοντας τη δική του παραφροσύνη και όχι του Δημήτρη Τσαφέντα. Το έργο, το οποίο ανέβηκε στη σκηνή το 1985, οδηγήθηκε στην απαγόρευση εξαιτίας μια επιστολής παραπόνων της  Anna Bosshof, κόρης του Φερβούντ η οποία έβρισκε προσβλητικό το περιεχόμενο. Σημειώνεται πως το εν λόγω έργο στοχοθέτησε τους συγγραφείς απέναντι στους ακροδεξιούς κύκλους, αναγκάζοντάς τους να λαμβάνουν προφυλάξεις για την ίδια τη ζωή τους. «Δημιουργήσαμε έναν οργισμένο χαρακτήρα, μαύρο και διαλυμένο», σημειώνει Krouse για να σχολιάσει με νόημα και σκεπτικισμό πως «ο Τσαφέντας και ο Μαντέλα συνιστούν τις δυο πλευρές του νομίσματος.» Στο θέατρο τούτα δεν μένουν ανομολόγητα, συμπληρώνει ο γράφων και ερμηνεύει πολλαπλά την τελευταία φράση, αποδιδόμενη στον θεατρικό συγγραφέα Matthew Krouse.