Πέντε μύθοι για τον… λαβύρινθο των εξετάσεων

24grammat24grammata.com- εκπαίδευση

Το νέο νομοσχέδιο, που κατατίθεται στη Βουλή την ερχόμενη εβδομάδα, έχει στόχο την παλινόρθωση του Λυκείου ως εξεταστικού κέντρου, τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού και τη διοχέτευσή του στην επαγγελματική εκπαίδευση, τη μαθητεία και την απλήρωτη εργασία.

Το νέο νομοσχέδιο, που κατατίθεται στη Βουλή την ερχόμενη εβδομάδα, έχει στόχο την παλινόρθωση του Λυκείου ως εξεταστικού κέντρου, τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού και τη διοχέτευσή του στην επαγγελματική εκπαίδευση, τη μαθητεία και την απλήρωτη εργασί

Ο εκπαιδευτικός του Λυκείου θα μεταλλαχθεί σε έναν συμβολαιογράφο επιδόσεων, ο ρόλος του οποίου θα εξαντλείται στη διαπίστωση-νομιμοποίηση της ικανότητας εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στην ανώτατη εκπαίδευση

ΕΡΕΥΝΑ του Χρήστου Κάτσικα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Την ερχόμενη βδομάδα αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο «Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις» με τις αλλαγές στο Λύκειο και στην τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση.

Η κεντρική κατεύθυνση των αλλαγών είναι, ανάμεσα σε άλλα, η παλινόρθωση» μιας επικεντρωμένης στις εξετάσεις οργάνωσης του Λυκείου, με στόχο τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού και το σπρώξιμό του στην επαγγελματική εκπαίδευση-κατάρτιση και τη μαθητεία–απλήρωτη εργασία.

Στην υλοποίηση του νομοσχεδίου εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος η μαθησιακή διαδικασία να καταδυναστευθεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα» των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σε αυτές και ο εκπαιδευτικός να μεταλλαχθεί σε έναν συμβολαιογράφο επιδόσεων, ο ρόλος του οποίου θα εξαντλείται στη διαπίστωση-νομιμοποίηση της ικανότητας εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στην ανώτατη εκπαίδευση, μέσα από μια διαδικασία επιλογής που θα επεκτείνεται χρονικά σε όλο το εύρος του Λυκείου.

Ωστόσο οι εξετάσεις και η επιμονή στο επικεντρωμένο στις εξετάσεις σχολείο δεν συνδέονται μόνο με την εισαγγελικού τύπου σχολική ετυμηγορία, ούτε μόνο με τη δημιουργία συνθηκών φροντιστηριακής προσφυγιάς. Να το πούμε προκαταβολικά: οι εξετάσεις, και ιδιαίτερα οι τόσες πολλές εξετάσεις, μας διδάσκουν πολύ περισσότερα από όσα μας εξετάζουν. Με λίγα λόγια, οι εξετάσεις δεν έχουν να κάνουν μόνο με τη διαπίστωση των γνώσεών μας, όσο και να μας διδάξουν ό,τι δεν μπορούν (ή δεν μπορούν τόσο καλά) να μας διδάξουν οι πιο τυπικές όψεις της εκπαίδευσης.

Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Mπερτέλ Ολμαν, πριν ασχοληθεί κανείς με το τι μαθαίνουν οι νέοι με την καταναγκαστική τους συμμετοχή σε αυτή την εκπαιδευτική ιεροτελεστία, θα ήταν πρώτα απ’ όλα χρήσιμο να «ξύσει» κάποιους μύθους, οι οποίοι περιβάλλουν τις εξετάσεις σαν φωτοστέφανο. Οι πιο σημαντικοί μύθοι είναι οι ακόλουθοι:

1. «Οι εξετάσεις είναι αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης».

Ομως η εκπαίδευση, με τη μία ή την άλλη μορφή, έχει υπάρξει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, κάτι που δεν μπορούμε να πούμε για τις εξετάσεις. Η πρακτική των αναγκαστικών συχνών εξετάσεων είναι πολύ πρόσφατη και ακόμα σχετικά σπάνια ανά τον κόσμο. Π.χ. στη χώρα μας η θέσπιση εξετάσεων στην πορεία πρόσβασης στο πανεπιστήμιο έχει ιστορικό χαρακτήρα. Στη δεκαετία του 1920, το καθεστώς της εγγραφής στο πανεπιστήμιο με μόνο εφόδιο το απολυτήριο του τότε Γυμνασίου ανατρέπεται για πρώτη φορά και νομοθετούνται οι εξετάσεις για το πανεπιστήμιο και ο ορισμένος αριθμός εισακτέων, ο γνωστός «numerus clausus». Την περίοδο αυτή προκρίνεται να υπάρξει φραγμός «κατά του πληθωρισμού του πνευματικού προλεταριάτου» ανάμεσα στη μέση εκπαίδευση και στο πανεπιστήμιο.

2. «Οι εξετάσεις είναι αμερόληπτες».

Το 1912, ο Χένρι Γκοντάρντ, ένας διακεκριμένος ψυχολόγος, διεύθυνε, κατά τον ίδιο, «αμερόληπτα» τεστ νοημοσύνης στους νέους μετανάστες της νήσου Ελις και ανακάλυψε πως το 83% των Εβραίων, 80% των Ούγγρων, 79% των Ιταλών και 87% των Ρώσων ήταν χαζοί, προσθέτοντας πως «όλοι οι χαζοί είναι εν δυνάμει εγκληματίες». Βέβαια, τα τεστ νοημοσύνης έχουν βελτιωθεί από τότε, αλλά με δεδομένη τη διαδικασία των εξετάσεων, τις νοοτροπίες αυτών που συντάσσουν οποιοδήποτε τεστ, καθώς και την ποικιλία των ανθρώπων, προερχόμενων από διαφορετικό υπόβαθρο, που συμμετέχουν στις εξετάσεις, είναι αδύνατο να συντάξουμε κάποιο τεστ χωρίς σοβαρές προκαταλήψεις. Παράλληλα, τίποτα δεν είναι πιο άνισο από ένα σχολείο «ίσο» για παιδιά άνισα. Με άλλα λόγια, η κοινωνικά καθορισμένη άνιση επίδοση στο σχολείο επιβιώνει και μετά τις οποιεσδήποτε εκπαιδευτικές παροχές στο πλαίσιο της τυπικής ισότητας ευκαιριών στη μόρφωση (δωρεάν παιδεία, κτίρια, βιβλία κ.ά.) και όχι μόνο επιβιώνει, αλλά οι διάφορες «παροχές» συμβάλλουν στην απόκρυψη της πραγματικότητας.

3. «Αφού όλοι διδάσκονται την ίδια ύλη, εξετάζονται σε κοινά θέματα και αξιολογούνται με κοινά κριτήρια. Αυτό φανερώνει ότι σ” όλους τους μαθητές παρέχονται ίσες ευκαιρίες».

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον μύθο της αξιοκρατικής επιλογής, σ” όλους τους μαθητές παρέχονται «ίσες ευκαιρίες» στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, προκειμένου να προχωρήσουν από την υποχρεωτική βαθμίδα προς τη μέση και την ανώτατη, αρκεί να αξίζουν. Εξάλλου, όλοι διδάσκονται την ίδια ύλη, εξετάζονται σε κοινά θέματα και αξιολογούνται με κοινά κριτήρια, έτσι ώστε να διαπιστώνεται το επίπεδο γνώσεων, καθώς και οι ικανότητες των μαθητών για να κατατάσσονται ανάλογα με τις «φυσικές τους ικανότητες».

Στην πραγματικότητα, όμως, οι μηχανισμοί ελέγχου της επίδοσης των μαθητών δεν αποβλέπουν απλώς στον έλεγχο γνώσεων, ικανοτήτων κ.ά., αλλά παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διευρυμένη αναπαραγωγή των κοινωνικών τάξεων και ανισοτήτων. Συγκεκριμένα, αποσιωπούν τον ταξικό διαχωρισμό ανάμεσα σ” εκείνους που –προερχόμενοι από τις «ανώτερες» κοινωνικές τάξεις– «πρέπει» να έχουν βαθιά επιστημονική εκπαίδευση για να ενταχθούν αύριο στην ελίτ της κοινωνίας, απ” όσους –προερχόμενοι από τα μεσαία και «κατώτερα» στρώματα– θα αποτελέσουν το «επιστημονικό προλεταριάτο», στελεχώνοντας τον κρατικό μηχανισμό και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Οσοι από τις φτωχότερες τάξεις και στρώματα δεν μπόρεσαν να επιλεγούν για τις παραπάνω θέσεις, είναι «ελεύθεροι και ικανοί» να ασκήσουν διάφορα τεχνικά επαγγέλματα ή να γίνουν ανειδίκευτοι εργάτες ή αγρότες ή να μείνουν άνεργοι.

4. «Στις εξετάσεις βαθμολογούνται αντικειμενικά οι επιδόσεις των υποψηφίων».

Οι Ντάνιελ Σταρκ και Εντουαρντ Ελιοτ έστειλαν δυο εργασίες πάνω στα αγγλικά σε 200 δασκάλους γυμνασίου για βαθμολόγηση. Για τη μία εργασία οι βαθμοί κυμαίνονταν από 50 έως 99 και για την άλλη από 64 έως 99. Ωστόσο, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι τα αγγλικά δεν είναι ένα «αντικειμενικό» θέμα. Λοιπόν, έκαναν ακριβώς το ίδιο για μια εργασία που αφορούσε τα μαθηματικά και έλαβαν βαθμούς που κυμαίνονταν από 28 έως 95. Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις οι βαθμοί που έλαβαν βρίσκονταν περίπου στη μέση, είναι προφανές ότι ένα μεγάλος μέρος της βαθμολογίας ήταν αποτέλεσμα αυτού που βαθμολογούσε την εργασία και όχι αυτού που την έδινε.

5. «Οι εξετάσεις είναι ο πιο δίκαιος τρόπος για την διανομή των ανεπαρκών πόρων της κοινωνίας στους νέους και γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει και η σύνδεση των εξετάσεων με τις ιδέες της αξιοκρατίας και της ισότητας των ευκαιριών».

Αν όμως κάποιοι μαθητές, με συνέπεια, τα καταφέρνουν καλύτερα στις εξετάσεις εξαιτίας των πλεονεκτημάτων που κατέχουν και άλλοι μαθητές δεν τα καταφέρνουν, τότε η κατανομή των κύριων παροχών σ’ αυτά τα ίδια άτομα δεν ενισχύει την αρχική ανισότητα; Αυτό που είναι άδικο είναι τα υλικά οφέλη που αποκομίζει ως όλον αυτή η εκπαιδευτική ελίτ, επειδή πήγε καλύτερα στις εξετάσεις από τους υπόλοιπους, όταν αυτό που μετράει δεν είναι οι εξετάσεις, αλλά μάλλον οι διαφορές στις συνθήκες ζωής τους, που έχουν καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα των εξετάσεων.

http://www.efsyn.gr