Σε Δ΄ πρόσωπο
Η θεωρία της συνάρθρωσης των τριών προσώπων
Μια αιρετική πρόταση στην έκφραση και σύνταξη του Λόγου εισηγείται σε τούτο το άρθρο ο Γιάννης Κωβαίος. Αναφέρει χαρακτηριστικά: “Προτείνουμε, λοιπόν, και θέτουμε υπό προβληματισμό την υιοθέτηση του όρου «Δ΄ πρόσωπο», ώστε να συμπεριλαμβάνουμε σε αυτό, όποτε απαιτείται, και τα 3 συγχρόνως. Καθαρά σημειολογικά, προφανώς, και όχι με επινόηση ενός νέου γραμματικού τύπου στα ρήματα ή στις αντωνυμίες, που να αποδίδει αυτό το συμβατικό πρόσωπο ” και καταλήγει με πραότητα “Προσδοκούμε να προβληματισθείτε πάνω στη θεωρία της συνάρθρωσης των τριών προσώπων και όσοι επιθυμούν να καταθέσουν την άποψή τους σε έναν γόνιμο διάλογο! Δε δογματίζουμε, απλώς εισηγούμαστε μια νέα οπτική στη σημαντική των κύριων όρων της σύνταξης,”
γράφει ο Γιάννης Β. Κωβαίος
«Εύχομαι να ευτυχήσετε και να σας τα φέρει όλα κατ’ ευχήν η ζωή!».
«Και ερωτώ: Μπορείς να το φτιάξεις ή να έρθει ο μάστορας;».
«Ας υποθέσουμε ότι χάνεστε σ’ ένα δάσος. Ποιος θα αναλάβει τις απαραίτητες δράσεις;».
«Πόσοι από εσάς θα διανυκτερεύσουν εδώ σ’ εμάς;».
«Λες να το ξέρω και να τους το κρύβω;».
«Και καλά εσύ που έφταιξες. Εμείς γιατί να πληρώσουμε, εφόσον ευθύνεται άλλος;».
Τι κοινό παρατηρείτε στις πιο πάνω διατυπώσεις ευθέος λόγου; Πρόκειται για συνήθη καθημερινό λόγο, που σε όλες τις περιπτώσεις του χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και τα 3 πρόσωπα (ανεξάρτητα από τον αριθμό, ενικό ή πληθυντικό): εγώ, εσύ, αυτός-ή-ό, εμείς, εσείς, αυτοί-ές-ά.
Καμιάς γλώσσας η Γραμματική δεν προβλέπει Δ΄ πρόσωπο και δικαίως. Ωστόσο, η «τεχνική» αυτή τακτοποίηση των προσώπων σε 3 παρουσιάζει, κατά τη γνώμη μου, ένα έλλειμμα: Απομονώνει στη δική του μόνο πρόταση το κάθε πρόσωπο που ενεργεί ή υφίσταται την ενέργεια του ρήματος, αγνοώντας τη συνύπαρξη και των τριών μαζί σε μία ή περισσότερες συνυφασμένες περιόδους! Στα πιο πάνω παραδείγματα, μέσα από τις απλούστατες και πάγκοινες αυτές περιόδους λόγου, αναδεικνύουμε την αβίαστη συνάρθρωση του Α΄, του Β΄ και του Γ΄ προσώπου, αδιακρίτως ενικού ή πληθυντικού, υποκειμένων ή αντικειμένων. Και αυτό, σε μια εποχή κι έναν πολιτισμό που κατηγορούνται αφενός για τη μαζοποίηση στην οποία ωθούν τα άτομα και αφετέρου για το ακριβώς αντίθετο, για τη μοναξιά και την αλλοτρίωση που επιφέρουν, χωρίς κατ’ ανάγκην κάτι τέτοιο να είναι οξύμωρο, όπως μοιάζει, γιατί βέβαια αυτός ο «ανθρώπινος πολτός» αποτελεί παρά φύσιν μάζα μοναχικών ατόμων και όχι κοινότητα προσώπων, όπως θα άξιζε.
Αλλά και ο έντεχνος λόγος αναδεικνύει συχνά το τριαδικό πρόσωπο. Εντελώς ενδεικτικά θυμίζουμε στίχους από το ποίημα «Δουλειά χωρίς ελπίδα» του Άγγλου πρωτοπόρου του Ρομαντισμού και κορυφαίου θρησκευτικού φιλοσόφου Σάμιουελ Τ. Κόλεριτζ: «Μόνος εγώ μέσα σ’ όλα με δίχως δουλειά τριγυρνάω […] Κι όμως γνωρίζω κάτι άγνωστους όχτους που αμάραντα ανθίζουν,/ ξέρω κρυμμένες πηγές που το νέκταρ σε ρυάκια σκορπίζουν./ Για άλλους, αμάραντα, αλίμονο γι’ άλλους αν θέλετε ανθίστε…» (μτφρ. Λάμπρου Πορφύρα). Ο ποιητής επιστρατεύει ταυτόχρονα και τα 3 πρόσωπα, ώστε πολύ συνειδητά να αποκόψει –σύμφωνα με τις αρχές του ρεύματος που υπηρετεί– το Εγώ (Α΄) από τις ομορφιές της φύσης (Γ΄), με τις οποίες (Β΄) διαλέγεται ακριβώς για να τους ζητήσει αυτό, καθώς και από τους συνανθρώπους.
Ας μας συγχωρηθεί εδώ και μια προσωπική ποιητική κατάθεση: «Έφτιαξε το “σε” ο Πλάστης/ απ’ το πλευρό του “αγαπώ”./ Και είδε και εθαύμασε!/ Τολμάς να παρακούσουμε/ και τούτη τη φορά;». Ο Πλάστης, το Εγώ του «αγαπώ», Εσύ που σου απευθύνω το δίλημμα, Εμείς οι δυο…
Προτείνουμε, λοιπόν, και θέτουμε υπό προβληματισμό την υιοθέτηση του όρου «Δ΄ πρόσωπο», ώστε να συμπεριλαμβάνουμε σε αυτό, όποτε απαιτείται, και τα 3 συγχρόνως. Καθαρά σημειολογικά, προφανώς, και όχι με επινόηση ενός νέου γραμματικού τύπου στα ρήματα ή στις αντωνυμίες, που να αποδίδει αυτό το συμβατικό πρόσωπο. Και το κεφαλαίο Δ προσφέρεται ιδανικά σαν τρίγωνο ή πυραμίδα για την ταξινόμηση των προσώπων, όπως έχει συμβεί με το τριαδικόν, το τρισυπόστατον ή το τρισδιάστατον για ανάλογες οντότητες, έννοιες κ.λπ. στις μυθολογίες, φιλοσοφίες και θρησκείες όλων των λαών από τα βάθη των αιώνων:
Το Α΄ ενικό καταλαμβάνει την αριστερή γωνία της βάσης, καθώς είναι «πρώτο» μεταξύ ίσων (αυτού και του Β΄) και οφείλουμε να του υπενθυμίζουμε και να καλλιεργούμε την ιδέα των «πρωτείων» του προς επίρρωση της μοναδικότητάς του και της ατομικής ευθύνης του, χωρίς όμως να το τοποθετούμε στην κορυφή, όπως η ευκλείδεια Γεωμετρία, οπότε θα ενισχύαμε την οίησή του και θα το απεικονίζαμε να θεωρεί «αφ’ υψηλού» τον «σύντροφό» του. Ιδού, μάλιστα, πώς ο Πλάστης στο πιο πάνω ποίημά μου κατέχει αυτονόητα την κορυφή!
Ατομικότητα και ατομική ευθύνη, λοιπόν, πρωτίστως. Γιατί τόσο η Δημοκρατία όσο και η Δικαιοσύνη (μην είναι αυτά τα δύο κορυφαία «Δ» που ενέπνευσαν τη θεωρία μας;) αφορμώνται και εδράζονται στο κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. Τα περί «συλλογικής ευθύνης» όζουν φασισμό (και το βίωσε ανατριχιαστικά η ανθρωπότητα με το Ολοκαύτωμα, με τη σφαγή των νηπίων και με άλλες θηριωδίες), ενώ τα περί «μαζικών φορέων», «μαζικού κινήματος», «ισχυρών ή εύθραυστων πλειοψηφιών», «δίκιου του εργάτη (ή του χούλιγκαν ή οποιουδήποτε άλλου), που ισοδυναμεί με το νόμο» κ.τ.ό. απορρέουν εκ του πονηρού, αποβλέποντας να εξαλείψουν μέσα –ας μας επιτραπεί η λέξη– στο «μπούγιο» τον σεβασμό και τον αυτοσεβασμό, τον αυτοέλεγχο, την ευθυκρισία, την επιχειρηματολογία, την παρρησία επίσης, γιατί όχι και την αυταπάρνηση αν χρειαστεί. Εννοείται ότι στη Δημοκρατία «οι πλειοψηφίες κυβερνούν και οι μειοψηφίες ελέγχουν», ωστόσο η ιστορική πείρα διδάσκει και για τα τραγικά λάθη των πλειοψηφιών (βλ. Σικελική καταστροφή, Μικρασιατική, έλευση Εθνικοσοσιαλισμού, πόλεμος Βιετνάμ κ.λπ.) καθώς και για την αφόρητη δεσποτεία τους, συχνά, πάνω στις μειοψηφίες (βλ. εξευτελισμό από τον Οδυσσέα όχι μειονότητας αλλά του ενός, του μοναδικού με παρρησία και δίκιο σε όλο το στρατό των Αχαιών, του Θερσίτη, γενοκτονίες Αρμενίων, Ποντίων, Ασσυρίων στην Τουρκία, των Αλβανόφωνων στη Σρεμπρένιτσα, των Τούτσι στη Ρουάντα, των χριστιανών του Ιράκ και της Κίνας κ.λπ.). Οπότε, από το «Εγώ» άρξασθε!
Απέναντί του το Β΄ ενικό. Μοιράζονται τη βάση της πυραμίδας και συνομιλούν. Είναι δεδομένη, άλλωστε, η εξίσωση «Άνθρωπος ίσον άνθρωπος και συνάνθρωπος». Διαφορετικά, «άνθρωπος μόνος ή θηρίον ή θεός» κατά Αριστοτέλη. Η διαλεκτική των δύο προσώπων πυροδοτεί τον έρωτα και γεννάει ζωή, ένα τρίτο πρόσωπο δηλαδή, στην κορυφή του Δ! Υφαίνει διάλογο με λόγο και αντίλογο, συνεργασία, αλληλεγγύη, σεβασμό, κατανόηση, παραμυθία, που και αυτά παράγουν ή τροφοδοτούν το Γ΄ πρόσωπο. Στην υγιή σχέση, παρατηρεί ο Έριχ Φρομ, επιτυγχάνεται η ανεπανάληπτη εκείνη εξίσωση: Τα 2 πρόσωπα να γίνονται 1, αλλά κατά βάθος να παραμένουν 2! (Σκέφτονται, συναισθάνονται, ενεργούν σαν ένας άνθρωπος, χωρίς όμως ο ένας να «καπελώνει» ή και να «καταβροχθίζει» τον άλλο ως ασθενέστερο). Και η λαϊκή θυμοσοφία το επιβεβαιώνει με τη διαπίστωση: «Χαρά μοιρασμένη, διπλή χαρά. Πόνος μοιρασμένος, μισός πόνος». Ασφαλώς, και ο ανταγωνισμός και ο πόλεμος και, συλλήβδην, κάθε μορφή παραβατικότητας προϋποθέτουν δύο μέρη. Όμως, ο πολιτισμός αγωνιά να εξανθρωπίζει, όχι να εξαγριώνει. Να καταστέλλει τα πρωτόγονα ένστικτα με όλους τους μηχανισμούς κοινωνικοποίησης, άσχετα αν πολλές φορές αυτοί αποτυγχάνουν στο έργο τους. Επομένως, θα ακολουθήσουμε την οδό της Αρετής και θα εμπνεύσουμε στο Εγώ και στο Εσύ να διαλεχθούν στη βάση της ισοτιμίας. Με άλλα λόγια, στη βάση της πυραμίδας.
Οι δύο «σύντροφοι», «συνεταίροι», «συνομιλητές» κ.τ.ό., το Εγώ και το Εσύ, ήδη και μόνο από αυτή τη θέση συνιστούν για τον παρατηρητή τους Γ΄ πρόσωπο, δυικού αριθμού έως την Ελληνιστική εποχή, έπειτα πληθυντικού: Είναι αυτοί, αυτές ή αυτά και, επομένως, συναντιούνται στην κορυφή του Δ και τους αξίζει η κορυφή! Επιπλέον, όπως και πιο πάνω θίξαμε, ενεργώντας συντείνουν συνηθέστατα στην επίτευξη κάποιου κοινού στόχου, λογουχάρη δημιουργούν μια καινούργια ζωή, φέρνουν σε πέρας μια εργασία, αντιμετωπίζουν έναν κίνδυνο, παίζουν ή απολαμβάνουν κάτι, αλλά και λογομαχούν, διαπληκτίζονται, συγκρούονται, κάποτε και μέχρι θανάτου. Δηλαδή, η ενέργεια και των δύο μαζί ως υποκειμένων μεταβαίνει σε κάποιο ή κάποια αντικείμενα (Γ΄ πρόσωπο), ας πούμε εσύ κι εγώ ιδρύουμε μια εταιρεία (μονόπτωτο ρήμα = ένα αντικείμενο: εταιρεία) και παρακαλούμε τον αδελφό σου να μας βοηθήσει (δίπτωτο ρήμα = δύο αντικείμενα: τον αδελφό, να βοηθήσει). Εδώ, μάλιστα, το «εγώ», το «εσύ» και το «αυτός» τα έχει συνδράμει και το Α΄ πληθυντικό πρόσωπο (ιδρύουμε, παρακαλούμε), άρα το «παιχνίδι» του Δ΄ προσώπου –σε μια τόσο απλή περίοδο– έχει ανοίξει ακόμη περισσότερο! Πέρα, πάντως, από την ύπαρξη του ή των αντικειμένων, σε Γ΄ πρόσωπο μπορεί να συνυπάρξει κι ένα τρίτο ή περισσότερα υποκείμενα: Εγώ, εσύ και ο αδελφός σου θα ιδρύσουμε μια εταιρεία. Το Δ΄ και πάλι εν πλήρει δράσει!
Όσο για τον πληθυντικό, ισχύουν περίπου τα ίδια, αλλά με προστιθέμενη αξία τη δυναμική της ομάδας. Το Α΄ πληθυντικό, τοποθετούμενο στην αριστερή γωνία της πυραμίδας, διαλέγεται και αυτό με το Β΄ πληθυντικό στη δεξιά, σε μια αρμονική επικοινωνία και συνεργασία συνόλων που αντιλαμβάνονται την αξία της αλληλοκατανόησης: Εμείς κι Εσείς θα συνεννοηθούμε, θα συνδιαλλαγούμε, θα συμπορευθούμε. Θα βρούμε, λοιπόν, αυτά που μας ενώνουν και όχι αυτά που μας χωρίζουν (ταυτόχρονα, αντικείμενα του θα βρούμε αλλά και υποκείμενα του μας ενώνουν και του μας χωρίζουν σε Γ΄, φυσικά, πρόσωπο). Πόσο γοητευτικό και παρήγορο ακούγεται να χτίζουν γέφυρες και να συμφιλιώνονται δύο λαοί, δύο κόμματα, οι ηγεσίες και οι πιστοί δύο θρησκειών ή Εκκλησιών, οι οπαδοί δύο ομάδων, οι εργοδότες με τους εργαζομένους, οι γενιές, τα φύλα! Να συναντιούνται και να παράγουν, όπως και τα δύο άτομα, τρίτα πρόσωπα (ως αντικείμενα) ή να συνεπικουρούνται σε κάτι αγαθό από τρίτα πρόσωπα (ως υποκείμενα). Πόσο πολύτιμο για την ανθρωπότητα των ανταγωνισμών, της μισαλλοδοξίας και των συγκρούσεων προβάλλει το Δ΄ πρόσωπο! Αυταπάτη αλλά και αυτοΐαση!
Βέβαια, και στον πληθυντικό ελλοχεύει –και, μάλιστα, καταλυτικότερα λόγω του πλήθους ένθεν και ένθεν και της δυναμικής του– ο κίνδυνος της κακοποιού δράσης του Δ΄ προσώπου. Ωστόσο, σε κάτι εμείς οι Οθωμανοί κι εσείς οι Αιγύπτιοι θα συντρίψουμε εκείνο εκεί το «αλωνάκι» ή εμείς οι Αμερικανοί και εσείς οι «πρόθυμοι» της Ευρώπης θα προλάβουμε να μη χρησιμοποιήσουν τα υποτιθέμενα όπλα μαζικής καταστροφής οι αδίστακτοι Ιρακινοί, Ιρανοί κ.λπ., σε κάτι τέτοια οι ανθρωπιστές αντιτείνουμε ένα ιδιαζόντως υψηλόφρον Δ΄ πρόσωπο: «Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν’ ακούσω τη φωνή σου,/ κι ευθύς εγώ τ’ ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;/ Δόξα ’χ’ η μαύρη πέτρα του και το ξερό χορτάρι.» (Στη θέση του «ελληνικού», ελεύθερος είναι ο καθένας να ορίσει όποιον «κόσμο» κρίνει καταλληλότερο, απλώς υπενθυμίζουμε ότι το Θαύμα του Μεσολογγίου συνήγειρε τότε –και ες αεί– σύσσωμη τη σκεπτόμενη και φιλελεύθερη ανθρωπότητα!).
Τα ίδια ισχύουν, φυσικά, και σε συνδυασμούς προσώπων από ενικό και πληθυντικό, αρκεί να χρησιμοποιούνται τα 3 πρόσωπα (βλ. παραλλαγές στα εισαγωγικά παραδείγματα 1, 3, 5, 6 καθώς και στον Κόλεριτζ). Σε τελευταία ανάλυση, η εκεχειρία στην περίφημη διαμάχη ενός ολόκληρου αιώνα μεταξύ Ψυχολογίας, που προέτασσε το Άτομο έναντι της Κοινωνίας, και Κοινωνιολογίας, που έδινε προτεραιότητα στην Κοινωνία έναντι του Ατόμου, διαμάχη η οποία έληξε αισίως με… ισόπαλο και αυτονόητο αποτέλεσμα, δηλαδή με κοινή παραδοχή ότι Άτομο και Κοινωνία βρίσκονται σε διαρκή α λ λ η λ ε π ί δ ρ α σ η, η εκεχειρία αυτή συνάρθρωσε είτε το Εγώ (Α΄ ενικό) είτε το Εσύ (Β΄ ενικό) με την Κοινωνία (που δεν μπορεί να νοηθεί διαφορετικά παρά σε Γ΄ πληθυντικό ως αποτελούμενη από πλήθος ατόμων). Συνεπώς, και καταστατικά προβλέπεται –αν όχι επιβάλλεται– στη σχέση του καθενός μας με την Κοινωνία η διαπλοκή των δύο αριθμών. Και αυτή, ωστόσο, σταθερά λειτουργεί σε Δ΄ πρόσωπο, αφού το κάθε Εγώ έχει απέναντί του τα Εσείς και όλα μαζί συναπαρτίζουν την κοινότητα και ανατροφοδοτούνται αενάως από εκείνη.
Προλαμβάνοντας, πάντως, πιθανές ενστάσεις του τύπου «και γιατί να αποδίδουμε μαζί τα 3 πρόσωπα και όχι, κατ’ αρχάς, τα 2 –ας πούμε το Α΄ μαζί με το Γ΄;» προσχωρούμε ασμένως σε ένα τέτοιο αίτημα. Απλώς παραπέμπουμε και πάλι στο τρίγωνο του Δ, υποδεικνύοντας στον χρήστη του λόγου που θέλει να απεικονίσει μαζί 2 από τα 3 πρόσωπα να το πράξει με τα γράμματά τους, όπως κάνουμε δηλαδή για να ονομάσουμε τις πλευρές κάθε τριγώνου. Πιο σχολαστικά, μάλιστα, μπορούμε να προσδιορίζουμε ακόμη και τη «φορά» της εκάστοτε συνάρθρωσης: Α΄Β΄, Α΄Γ΄, ´ô, Β΄Α΄, Γ΄Α΄, ô´, ανάλογα με το ποιο από τα δύο εκκινεί κάθε φορά τη δράση, ποιο έχει την «πρωτοβουλία».
*
Με όσα «αιρετικά» αναπτύξαμε πιο πάνω, δε γνωρίζουμε πόσο πειστικοί σταθήκαμε, αν δηλαδή παρωθήσουμε κάποιους σε μια διαδικασία αναστοχασμού πάνω στην ιδέα ή αν αυτή τύχει μιας αβασάνιστης ή και με θυμηδία απόρριψης. Θα ελπίσουμε το πρώτο, ώστε να βρούμε συνομιλητές, που θα θελήσουν να εκφράσουν τις απορίες, τις ενστάσεις ή και τα συμπληρωματικά επιχειρήματά τους για τη βελτίωση του προσχεδίου αυτού, όπως ήδη, μάλιστα, μάλιστα, έχουν πράξει εκλεκτοί φίλοι και συνάδελφοι, που τους κατέστησα κοινωνούς της θεωρίας πριν από τη δημοσίευση και στους οποίους είμαι ευγνώμων.
Ή, για να το πούμε σε Δ΄ πρόσωπο: Προσδοκούμε να προβληματισθείτε πάνω στη θεωρία της συνάρθρωσης των τριών προσώπων και όσοι επιθυμούν να καταθέσουν την άποψή τους σε έναν γόνιμο διάλογο! Δε δογματίζουμε, απλώς εισηγούμαστε μια νέα οπτική στη σημαντική των κύριων όρων της σύνταξης, όπως συνήθιζε ανέκαθεν αυτός ο ανήσυχος λαός να πράττει κατά την ακμαία πορεία της Γλώσσας του μέχρι την Ελληνιστική Κοινή, εμπλουτίζοντάς την με ουδέτερο γένος, με δυικό αριθμό, με νέες εγκλίσεις. Αυτός ο ανήσυχος, ρέκτης και απαιτητικός λαός, που γνωρίζει πολύ καλά ότι τα εργαλεία ουδέποτε απλουστεύονται, αντίθετα γίνονται πιο πολύπλοκα με τον καιρό, δηλαδή βελτιώνονται!
Από τη ΝΕΑ ΕΥΘΥΝΗ, τχ. 6, Ιούλιος-Αύγουστος 2011