24grammata.com/ Λόγος
μια καταπληκτική ιστορία του Μ. Δημελλά δύο, άγνωστες μεταξύ τους γυναίκες, που ζουν ανάμεσα μας
κείμενο – φωτογραφίες: Μανώλης Δημελλάς
“…Η Φρατζέσκα και η Μέλπω, ποτέ δεν συναντήθηκαν, δεν άλλαξαν καμιά κουβέντα, ακόμη και αν κατά λάθος τρακάρουν, ίσως να μην αλλάξουν ούτε βλέμμα.
Άλλοι κόσμοι, όμως είναι εκείνοι οι διαφορετικοί κύκλοι ανθρώπων που κρατούν και κράτησαν τα μπόσικα στην ιστορία μας και αποδεικνύουν με τη στάση τους πως υπάρχει μια ελπίδα, μοναχά μέσα από τη μάθηση και την διαρκή μετάδοση, ακόμη και της προσωπικής βιωματικής αλήθειας, αρκεί να μην γίνεται με κλειστά αυτιά και μάτια”.
Η Φρατζέσκα, είναι η κόρη του Σέρτζιο, του Ιταλού στρατιώτη που από έρωτα, αληθινή αγάπη με μια Καρπαθιά, τη Ζωή, έμεινε, έκαμε φαμίλια και αγωνίστηκε, ολοκλήρωσε το κύκλο του, στο μικρό τόπο.
Η Φρατζέσκα, Ελληνίδα με ιταλικό αίμα, δεν βλέπει ντόπιους ή ξένους, δεν θέλει να ξεχωρίζει τις φυλές από το χρώμα, έμαθε να παρατηρεί ανθρώπους και συμπεριφορές.
Αμφιβάλλει όμως, για τον τρόπο που αγγίζουμε την αλήθεια και πιστεύει σε εκείνες τις ξεκάθαρες ανθρώπινες σχέσεις που έχουν να κάνουν με τις πράξεις, μακριά από λόγια και στενάχωρες σκέψεις.
Μοιράζει παντού την ιστορία της οικογένειας της, όχι μόνο δεν ντρέπεται για τις απίστευτες κακουχίες και την φτώχεια, αλλά καμαρώνει για τον Ιταλό δραπέτη.
Όλα τα έμαθε από έναν “ξένο”, έναν πρώην κατακτητή, τον πατέρα της, που όμως έδωσε όλη τη ζωή του για τη φαμίλια, τα επτά παιδιά, και το νησί, ο Σέρτζιο ξαναβρέθηκε στο Μπάρι, την πρώτη του πατρίδα, έπειτα από 30 χρόνια και αυτό για σύντομες διακοπές.
Από κατακτητής έγινε μετανάστης, άλλαξε πατρίδα και ταυτότητα, αυτός είναι που έμαθε, δίδαξε τα παιδιά του, με την καθημερινή του στάση, να καταλαβαίνουν, να νιώθουν τις λέξεις διαφορετικότητα και αποδοχή.
Αυτές οι μέρες το μυαλό γεμίζει εικόνες, από τη μια το σκοτεινό παρελθόν, επέτειοι, ξεθάβουν εκείνα τα πουλιά και τα χρυσά αυγά τους, που δεν λένε να ψοφήσουν, τους σαρκοφάγους Φοίνικες, που γεννιούνται όπως φαίνεται, ακόμα και από την σκορπισμένη τέφρα τους.
Σύμβολα μιας τραγικής εποχής, οι οπλισμένοι, αποφάσιζαν και διέτασσαν, με την παραμικρή διαφωνία να γίνεται παρανυχίδα, και με τον νυχοκόπτη, πάντα έτοιμο, όχι απλά να κόψει, μα να ξεριζώσει την παραμικρή αντίρρηση ή διαφορετική άποψη.
Ίσως πρέπει να έχεις κατακτήσει άγριες μνήμες, αν θέλεις να στέκεσαι με δέος πάνω στην αλήθεια.
Στέκομαι άτυχος ή μήπως τυχερός; κάθε φορά που γεμίζει το μυαλό μου η συνέντευξη της Μέλπως Λεκατσά, η εικοσάχρονη τότε Μέλπω, γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της χούντας, μέσα στα κρατητήρια ΕΑΤ – ΕΣΑ, που “φιλοξενήθηκε” 3,5 μήνες, μα δεν θυμάμαι πια τα λόγια της, είναι που την πρόδωσε το σώμα της, δεν σταμάτησε να τρέμει, και τα μάτια της χάθηκαν, πνίγηκαν στα δάκρυα, αληθινό κλάμα.
Η Μέλπω δεν περιγράφει την ιστορία, την έζησε, και δεν ντρέπεται να μιλήσει για αυτήν στα ίσια, δεν έκανε όμως καριέρα, μέσα από την συμμετοχή της στα κοινά, βλέπεις πάντα τα στερνά τιμούν τα πρώτα.
Αλλά εάν δεν βιώσεις τον εφιάλτη, είναι εύκολο να μιλάς για ένα κακό όνειρο και να χτίζεις με πλουμιστά λόγια ένα σωρό “ανώγια και κατώγια” δικαιοσύνης.
Δεν είναι όμως το παρελθόν, είναι το παρόν, που μας κάνει να ντρεπόμαστε, να μιλάμε σαν απορημένοι, για πράξεις, αλλά και στάσεις ανθρώπων που δείχνουν πόσο είμαστε έτοιμοι, να αποδεχθούμε την περίφημη δημοκρατία, την ισονομία και την διαφορετικότητα.
Δεν είναι η παράνοια του οπλισμένου αφέντη της φράουλας,κι αυτός έρχεται από ένα περιβάλλον που χρόνια τώρα, ξεροβήχει, κάθε που μιλούν μικρά και μεγάλα γεγονότα για την κατάσταση.
Είναι που ο καπετάνιος του βαποριού της άγονης, ανήμερα της μαύρης επετείου, της 21 Απρίλη 2013, παίζει στο διαπασών στρατιωτικά εμβατήρια και όσοι διαφωνούν και το συζητούν, βρίσκουν απέναντι τους ένα σωρό υποστηρικτές που για πλάκα ή στ’ αλήθεια, πιστεύουν πως η χούντα ήταν ένα παιγνιδάκι.
Η Φρατζέσκα και η Μέλπω, ποτέ δεν συναντήθηκαν, δεν άλλαξαν καμιά κουβέντα, ακόμη και αν κατά λάθος τρακάρουν, ίσως να μην αλλάξουν ούτε βλέμμα.
Άλλοι κόσμοι, όμως είναι εκείνοι οι διαφορετικοί κύκλοι ανθρώπων που κρατούν και κράτησαν τα μπόσικα στην ιστορία μας και αποδεικνύουν με τη στάση τους πως υπάρχει μια ελπίδα, μοναχά μέσα από τη μάθηση και την διαρκή μετάδοση, ακόμη και της προσωπικής βιωματικής αλήθειας, αρκεί να μην γίνεται με κλειστά αυτιά και μάτια.