24grammata.com- Πολιτικός Λόγος
γράφει ο Σταμάτης Κυρζόπουλος
Η είδηση, εν μέσω της Αυγουστιάτικης ραστώνης και του καταιγισμού σεναρίων για την ενδεχόμενη σύνθεση του «πακέτου μέτρων» των 11,5 δις ευρώ (κρατείστε το νούμερο αυτό στο μυαλό σας, σύντομα θα το «βρούμε πάλι μπροστά μας»), πέρασε μάλλον στα «ψιλά». Μία αποκαλυπτική μελέτη του Πανεπιστημίου του Σικάγου υπολόγισε τα μη δηλωθέντα εισοδήματα των ελευθεροεπαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων (ιατρών, μηχανικών, χρηματοοικονομικών παραγόντων, λογιστών, νομικών, καλλιτεχνών, ξενοδόχων, εστιατόρων, κατασκευαστών, αγροτών) στην Ελλάδα και το («σωτήριον») έτος 2009 σε 28 δις ευρώ. Τα εισοδήματα αυτά, αν είχαν φορολογηθεί κανονικά (με 40% συντελεστή), θα είχαν αποφέρει φορολογικά έσοδα τουλάχιστον …11,2 δις ευρώ (άλλως θα μείωναν το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 κατά 31%, του δε 2008 κατά 48%). Η, με μετριοπαθείς, δηλαδή, υπολογισμούς, υστέρηση εσόδων λόγω φοροδιαφυγής ενός και μόνο έτους, έφθανε για να καλύψει το σύνολο των επαχθών μέτρων (τα οποία εννοείται ότι θα …«είναι τα τελευταία») που θα ληφθούν για τη βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή που απαιτείται για την προσεχή διετία.
…Μάλιστα… «Και που είναι η είδηση;», θα αναρωτηθεί ο καλόπιστος (και κουρασμένος από τις συζητήσεις και διακηρύξεις δεκαετιών για το ζήτημα) αναγνώστης. «Χρειαζόμασταν τους καθηγητές από το Σικάγο να μας πουν ότι η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα είναι τερατώδης;» Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο της μελέτης των Αρταβάνη, Morse, και Τσούτσουρα (Έλληνες οι δύο εκ των τριών) είναι η απλότητα της μεθόδου που χρησιμοποίησαν: συνέκριναν τα δηλωθέντα εισοδήματα των ελεύθερων επαγγελματιών με τις δόσεις αποπληρωμής των δανείων τους.
Προέκυψαν λοιπόν τα εξής εντυπωσιακά ευρήματα:
α) Πλήθος δανειοληπτών με δηλωθέντα μηνιαία εισοδήματα μικρότερα της μηνιαίας δόσης των δανείων τους εξυπηρετούσαν κανονικά τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες!
β) Οι τράπεζες χορηγούσαν δάνεια όχι με βάση το δηλωθέν εισόδημα, αλλά με βάση αυτό (που βασίμως) εικάζαν ότι είχε ο δανειολήπτης.
γ) Με βάση την παραδοχή ότι οι καταβαλλόμενες δόσεις δανείων βρίσκονται συνήθως στο 30-40% του πραγματικού εισοδήματος και το δεδομένο από τα στοιχεία, ότι αυτό βρίσκονταν στην περίπτωση των Ελλήνων αυτοαπασχολούμενων κατά μέσο στο 82% (και για ορισμένες επαγγελματικές κατηγορίες στο 100%), κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα πραγματικά εισοδήματα ήταν διπλάσια (για την ακρίβεια 1,92 φορές) υψηλότερα των δηλωθέντων.
…Τόσο απλά…
Χωρίς «αντικειμενικά» κριτήρια, χωρίς «πόθεν έσχες», χωρίς πολύπλοκες διερευνήσεις των διαδρομών και των διαπλοκών των εξωχωρίων (οff-shore) εταιρειών, χωρίς φορολογικά «σαφάρι», χωρίς «εκτεταμένους ελέγχους», χωρίς ΣΔΟΕ, χωρίς «αδιάφθορους», χωρίς «φοροκάρτες», χωρίς συλλογή αποδείξεων, χωρίς ειδικά φορολογικά κίνητρα και αντικίνητρα, χωρίς φορολογικά νομοθετήματα χιλιάδων σελίδων και εσκεμμένης καφκικής πολυπλοκότητας, χωρίς διακρατικές συμφωνίες με την Ελβετία για τραπεζικές συνδρομές και «λίστες καταθετών», χωρίς «αρχές ξεπλύματος μαύρου χρήματος», μια απλή διασταύρωση των φορολογικών δηλώσεων με τα διαθέσιμα από τις τράπεζες στοιχεία εξυπηρέτησης δανείων και τραπεζικών πληρωμών αρκούσε (γιατί πλέον ίσως δεν αρκεί) για την ανάδειξη των διαστάσεων του προβλήματος, αλλά κυρίως για την (σε μεγάλο βαθμό) ταυτοποίηση των φοροφυγάδων.
Ένας μέσης ηλικίας Έλληνας πολίτης πρέπει να έχει ακούσει ή διαβάσει στη ζωή του περί «φοροδιαφυγής» και περί «πολιτικής βούλησης» για την «πάταξη» της δεκάδες χιλιάδες φορές. Μια πρόχειρη αναζήτηση σε δημοφιλή μηχανή του διαδικτύου ανέδειξε τα εξής αποτελέσματα: φοροδιαφυγή 1.560.000 ιστοσελίδες, πολιτική βούληση 254.000 ιστοσελίδες, πάταξη φοροδιαφυγής 363.000 ιστοσελίδες. Άρθρα, αναλύσεις, ομιλίες, «δεσμεύσεις», «κοινωνικά
συμβόλαια», προεκλογικές διακηρύξεις, κομματικά προγράμματα, προγραμματικές δηλώσεις στο κοινοβούλιο, εισηγητικές εκθέσεις προϋπολογισμών ξιφούλκησαν ρητορικά επί δεκαετίες κατά της φοροδιαφυγής και των φοροδιαφευγόντων και υποσχέθηκαν «δικαιότερη κατανομή των βαρών» και αυξημένη συμβολή των «εχόντων και των κατεχόντων» με μηδαμινά αποτελέσματα. Ανούσιες φλυαρίες, πολιτικά (και ίσως όχι μόνο) υστερόβουλες κενολογίες. Η αλήθεια είναι ότι το μεταπολιτευτικό (ούτως καλούμενο ή/και αυτοαποκαλούμενο) πολιτικό σύστημα πριμοδότησε τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής μικρομεσαίας ή/και προσωπικής επιχείρησης ανεχόμενο θηριωδών (αθροιστικά) διαστάσεων φοροδιαφυγή. Ο ελληνικός μικρο-καπιταλισμός της αυτοαπασχόλησης και της μικρομεσαίας εργοδοσίας αντιπαρέχονταν τα ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας φοροδιαφεύγοντας υπό πολιτική προστασία και κρατική ανοχή. Τούτα δεν έγιναν τυχαία: ήταν πολιτικές επιλογές στήριξης των υποτιθέμενων «μη προνομιούχων» και συνέβαλαν στην οικοδόμηση του κλεπτοκρατικού (μη) παραγωγικού μοντέλου δάνειου ευδαιμονισμού, που χρεοκόπησε και καταρρέει. Οι πελατειακές σχέσεις δεν αφορούσαν μόνο τους διορισμούς στο δημόσιο, αλλά και τον προστατευτισμό της συστηματικά φοροδιαφεύγουσας επιχειρηματικότητας.
Μπορώ να φαντασθώ ότι στα ανωτέρω γραφόμενα υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις από τρεις τουλάχιστον οπτικές γωνίες:
α) Η «αριστερή» οπτική θα αντέτεινε ότι από οικονομικής, κοινωνικής και ηθικής άποψης η φοροδιαφυγή των πολύ μεγάλων εισοδημάτων και επιχειρήσεων (τριγωνικές συναλλαγές κ.α.) είναι πολύ σημαντικότερο ζήτημα από αυτή των αυτοαπασχολούμενων και των ελευθέρων επαγγελματιών και ότι απλές μέθοδοι όπως η διασταύρωση δηλωθέντων εισοδημάτων και εξυπηρετήσεων τραπεζικών δανείων δεν τη συλλαμβάνουν. Θα επιχειρηματολογούσε, φαντάζομαι, ότι, και έτσι τα «μεγάλα ψάρια» θα ξέφευγαν με off-shore και λογιστικά τερτίπια και ότι προέχει η φορολόγηση του «μεγάλου κεφαλαίου». Νομίζω ότι η προσέγγιση αυτή παραβλέπει -μέσα στον δογματισμό της-, ότι το βάρος της εισφορο- και φορο- διαφυγής του ελληνικού μικρο-καπιταλισμού είναι αθροιστικά τεράστιο και με πολύ σημαντικότερα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Το 96,5% του ελληνικού επιχειρηματικού ιστού αποτελείται, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερο από 10 εργαζόμενους. Η αυτοαπασχόληση και η μικρή εργοδοσία στην Ελλάδα ήταν (για την περίοδο 1990-2008 κατά μέσο όρο) 42% του εργατικού δυναμικού, από τα υψηλότερα, αν όχι το υψηλότερο στον κόσμο. Είναι δε βέβαιο, ότι οι επιχειρήσεις αυτού του τύπου, χωρίς οργανωμένα λογιστήρια ή μηχανοργάνωση, τείνουν να φοροδιαφεύγουν και (κυρίως) να μην καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων τους σε μεγαλύτερο βαθμό από τις μεγάλες επιχειρήσεις ή εταιρείες. Κατά τα λοιπά, συμφωνώ, ότι η σύλληψη της φοροδιαφυγής των μεγάλων επιχειρήσεων (ιδίως των πολυεθνικών) και των μετόχων τους είναι σαφώς δυσκολότερη υπόθεση, από δημοσιονομικής όμως άποψης, είναι μικρότερης κλίμακας πρόβλημα.
β) Η νεοφιλελεύθερη οπτική θα αντέτεινε ενδεχομένως ότι η φοροδιαφυγή (ειδικά στην Ελλάδα) είναι οικονομικά ορθολογική και κοινωνικά δίκαιη συμπεριφορά από την πλευρά των ελευθέρων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων, γιατί δεν μπορούν να σηκώσουν άλλο με τους φόρους τους το κόστος εξυπηρέτησης των αναγκών ενός σπάταλου και υπερτροφικού κράτους. Οι πιο ακραίοι νεοφιλελεύθεροι μάλιστα υπαινίσσονται ότι η φοροδιαφυγή είναι περίπου πατριωτική πράξη στην παρούσα φάση (εδώ μάλιστα «συναντώνται» τελικά, με τελείως διαφορετική αφετηρία και λογική, με αριστερούς και δεξιούς «αντιστασιακούς» του μνημονίου και «υπερπατριώτες» που κηρύσσουν το αντάρτικο του «Δεν πληρώνω», και μάλιστα μια «ξενόδουλη» κυβέρνηση). Από οικονομικής σκοπιάς θα αντεπιχειρηματολογήσω ότι, παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα, το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας αφορά το σκέλος των εσόδων περισσότερο από αυτό των δαπανών (δες σχετικά γραφήματα), από δε φιλοσοφικής-ιδεολογικής σκοπιάς θα σχολιάσω, ότι δεν
γίνεται (ρε παιδιά) να ιδεολογικοποιούμε και να απενοχοποιούμε ηθικά όποιες συμπεριφορές μας εξυπηρετούν, επικαλούμενοι την ιερότητα της «ελευθερίας της βούλησης». Συγνώμη, αλλά ουδείς πληρώνει φόρους ελευθέρα τη βουλήσει. Η πληρωμή φόρων είναι εκ των πραγμάτων πράξη (κατ)αναγκαστική, η δε φοροδιαφυγή σκαστή παρανομία, χωρίς οιοδήποτε ιδεολογικό ή ηθικό φωτοστέφανο δήθεν αντικρατισμού. Πρόκειται δε για παρανομία, που γίνεται με τη (δια παραλείψεων) σύμπνοια του, κατά τα άλλα εξοβελιστέου για τον νεοφιλελευθερισμό, κράτους. Είναι η άλλη εκδοχή του «κράτους-πατερούλη», αυτή που μας… συμφέρει.
ακούγεται λογικό, αλλά νομίζω ότι και εδώ ισχύει, ότι και για την περιστολή των δημοσίων εξόδων. Δεν είναι μεν η κατάλληλη στιγμή, αυτά έπρεπε να έχουν γίνει στις εποχές των παχέων αγελάδων, αλλά δυστυχώς απλά δεν υπάρχει άλλη στιγμή πλέον.
Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ για λόγους δημοσιονομικούς αλλά και στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης. Δεν είναι όμως ζήτημα «αλλαγής κουλτούρας» και ηθικού αναπροσανατολισμού της ελληνικής κοινωνίας. Οι φοροδιαφεύγοντες (σε αυτό οι νεοφιλελεύθεροι έχουν δίκιο) συμπεριφέρονται ορθολογικά (…κατά το συμφέρον τους) και ενδεχομένως όσοι δεν φοροδιαφεύγουν (εκτεταμένα), απλώς δεν δύνανται να το κάνουν, ενώ πολύ θα ήθελαν. Ζητούμενο είναι η οικοδόμηση ενός απλού και λειτουργικού συστήματος διασταυρώσεων, ποινών και ανταμοιβών, κάτι που, όπως έδειξε η προαναφερθείσα μελέτη, δεν είναι ανέφικτο. Μόνο όταν το προσωπικό κόστος της φοροδιαφυγής καταστεί υψηλότερο του οφέλους θα αρχίσει να αντιμετωπίζεται το φαινόμενο.
Και βέβαια απαιτείται αυτονοήτως «πολιτική βούληση».
(Κανονική όμως, όχι… ρητορική).
Info:
-Η πλήρης έκθεση των καθηγητών Αρταβάνη, Morse και Τσούτσουρα είναι διαθέσιμη εδώ και μία εξαιρετικά κατατοπιστική περίληψή της εδώ
-Σημαντική μελέτη για το ίδιο θέμα των Ματσαγγάνη, Λεβέντη, Φλεβοτόμου με τίτλο THE CRISIS AND TAX EVASION IN GREECE: WHAT ARE THE DISTRIBUTIONAL IMPLICATIONS? (σελ. 26-31)
–Η Υδρα και η ύβρις. Του Γεράσιμου Μοσχονά
–Δάνεια με βάση τα εκτιμώμενα εισοδήματα. Του Λεωνίδα Στεργίου
Υ.Γ. 1. Το σκίτσο είναι του Δημήτρη Χαντζόπουλου από τα Νέα.