24grammata.com/ Λόγος
γράφει ο Ουμπέρτο Έκο (Umberto Eco)
επιμέλεια από το Θανάση Γιαλκέτση
Το περασμένο καλοκαίρι έγινε μεγάλη συζήτηση για το αν θα έπρεπε να αναφέρονται στο ευρωπαϊκό σύνταγμα οι χριστιανικές ρίζες της ευρωπαϊκής ηπείρου. Αυτοί που ζητούσαν να γίνει αναφορά στηρίζονταν στο προφανές γεγονός ότι η Ευρώπη γεννήθηκε πάνω σε μια χριστιανική κουλτούρα, ακόμη και πριν από την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ετσι όπως δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον ανατολικό κόσμο χωρίς το βουδισμό, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την Ευρώπη χωρίς να λογιαριάσουμε το ρόλο της εκκλησίας, των διάφορων χριστιανών βασιλέων, της σχολαστικής θεολογίας ή της δράσης και του παραδείγματος των αγίων της. Αυτοί που αντιτάχθηκαν στην αναφορά λογαριάζουν τις κοσμικές αρχές πάνω στις οποίες βασίζονται οι σύγχρονες δημοκρατίες.
Αυτοί που θέλουν την αναφορά θυμίζουν ότι η εκκοσμίκευση είναι πολύ πρόσφατη ευρωπαϊκή κατάκτηση, κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και δεν έχει καμία σχέση με τις ρίζες, οι οποίες απλώνονται στο μοναχισμό. Αυτοί που αντιτίθενται σκέφτονται κυρίως την Ευρώπη του αύριο, που αρχίζει μοιραία να γίνεται πολυεθνική ήπειρος. Μια ρητή αναφορά στις χριστιανικές ρίζες θα μπορούσε να μπλοκάρει τη διαδικασία ενσωμάτωσης των νεοφερμένων, αλλά και να υποβαθμίσει άλλες θρησκευτικές παραδόσεις σε μειονοτικές κουλτούρες και λατρείες, οι οποίες απλώς θα γίνονται ανεκτές.
Επομένως, όπως βλέπουμε, αυτός δεν είναι μόνον θρησκευτικός πόλεμος, επειδή εμπλέκει και ένα πολιτικό σχέδιο, μιαν ανθρωπολογική θεώρηση και την απόφαση αν θα σκιαγραφηθεί η φυσιογνωμία των ευρωπαϊκών λαών με βάση το παρελθόν τους ή με βάση το μέλλον τους. Ας ασχοληθούμε με το παρελθόν. Η Ευρώπη αναπτύχθηκε μόνο με βάση τη χριστιανική κουλτούρα; Δεν αναφέρομαι στους εμπλουτισμούς από τους οποίους επωφελήθηκε η ευρωπαϊκή κουλτούρα στην πορεία των αιώνων, ξεκινώντας από τα ινδικά μαθηματικά, την αραβική ιατρική ή και τις επαφές με την πιο μακρινή Ανατολή όχι από τον καιρό του Μάρκο Πόλο αλλά από τον καιρό του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κάθε πολιτισμός αφομοιώνει στοιχεία από κοντινούς ή μακρινούς πολιτισμούς, αλλά χαρακτηρίζεται έπειτα από τον τρόπο με τον οποίο τα οικειοποιείται. Δεν αρκεί να πούμε ότι πήραμε το μηδέν από τους Ινδούς ή από τους Αραβες, αφού έπειτα η Ευρώπη ήταν αυτή που υποστήριξε πρώτη φορά ότι η φύση είναι γραμμένη με μαθηματικούς χαρακτήρες.
Ετσι, θα ξεχνάγαμε τη συμβολή του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. Η Ευρώπη αφομοίωσε τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό τόσο στο πεδίο του δικαίου όσο και σε εκείνο της φιλοσοφικής σκέψης ή ακόμη και των λαϊκών δοξασιών. Ο χριστιανισμός ενσωμάτωσε παγανιστικούς μύθους και τελετουργικά και μορφές πολυθεϊσμού επιβιώνουν στη λαϊκή θρησκευτικότητα. Δεν είναι μόνον ο κόσμος της Αναγέννησης, ο γεμάτος από Αφροδίτες και Απόλλωνες, αυτός που ανακάλυψε τον κλασικό κόσμο, τα ερείπιά του και τα χειρόγραφά του.
Ο χριστιανικός Μεσαίωνας θεμελίωσε τη θεολογία του πάνω στη σκέψη του Αριστοτέλη, που τον επανανακάλυψε μέσα από τους Αραβες. Και αν αγνοούσε σε μεγάλο βαθμό τον Πλάτωνα, δεν αγνοούσε τον νεοπλατωνισμό, ο οποίος επηρέασε πολύ τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Ο Αυγουστίνος, μέγας χριστιανός στοχαστής, δεν θα μπορούσε να είχε προκύψει χωρίς την αφομοίωση του πλατωνικού ρεύματος. Η ίδια η έννοια της αυτοκρατορίας, γύρω από την οποία αναπτύχθηκε η πολύχρονη σύγκρουση ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη και ανάμεσα στα κράτη και την εκκλησία, είναι ρωμαϊκής προέλευσης. Η χριστιανική Ευρώπη επέλεξε τα λατινικά της Ρώμης ως γλώσσα των ιερών τελετών της θρησκευτικής σκέψης, του δικαίου, των πανεπιστημιακών σπουδών.
Από την άλλη μεριά, δεν μπορεί να γίνει νοητή μια χριστιανική παράδοση χωρίς τον ιουδαϊκό μονοθεϊσμό. Το κείμενο πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, το πρώτο κείμενο που ο πρώτος τυπογράφος σκέφτηκε να τυπώσει, το κείμενο με τη μετάφραση του οποίου ο Λούθηρος θεμελίωσε τη γερμανική γλώσσα, είναι η Βίβλος.
Η χριστιανική Ευρώπη γεννήθηκε και αναπτύχθηκε ψάλλοντας τους ψαλμούς, διαβάζοντας τους προφήτες, διαλογιζόμενη για τον Ιώβ ή τον Αβραάμ. Ο εβραϊκός μονοθεϊσμός υπήρξε μάλιστα ο μόνος συνδετικός κρίκος ο οποίος επέτρεψε ένα διάλογο μεταξύ χριστιανικού μονοθεϊσμού και μουσουλμανικού μονοθεϊσμού.
Αλλά το πράγμα δεν τελειώνει εδώ. Πράγματι, η ελληνική κουλτούρα, τουλάχιστον από τον καιρό του Πυθαγόρα, δεν θα μπορούσε να γίνει νοητή χωρίς να λογαριάσουμε την αιγυπτιακή κουλτούρα και από τη μαστοριά των Αιγυπτίων ή των Χαλδαίων εμπνεύστηκε το πιο τυπικό από τα ευρωπαϊκά πολιτισμικά φαινόμενα, δηλαδή η Αναγέννηση, ενώ το ευρωπαϊκό φαντασιακό από τις πρώτες αποκρυπτογραφήσεις των οβελίσκων που έκανε ο Σαμπολιόν, από το αυτοκρατορικό στιλ ώς τις φαντασιοκοπίες του New Age (τις πολύ σύγχρονες και πολύ δυτικές), τράφηκε με Νεφερτίτες, μυστήρια των πυραμίδων, κατάρες των Φαραώ και χρυσούς σκαραβαίους.
Εγώ δεν θα θεωρούσα άστοχη σε ένα σύνταγμα μιαν αναφορά στις ελληνορωμαϊκές και ιουδαϊκο-χριστιανικές ρίζες της ηπείρου μας, συνδυασμένη με τη δήλωση ότι ακριβώς χάρη σε αυτές τις ρίζες, έτσι όπως η Ρώμη άνοιξε το δικό της πάνθεον σε θεούς κάθε είδους και έβαλε στον αυτοκρατορικό της θρόνο ανθρώπους με μαύρο δέρμα (ας μην ξεχνάμε ότι ο άγιος Αυγουστίνος είχε γεννηθεί στην Αφρική), η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι ανοιχτή στην ενσωμάτωση κάθε άλλης πολιτισμικής και εθνικής συνεισφοράς, θεωρώντας αυτή τη διαθεσιμότητα για άνοιγμα ως ένα από τα βαθύτερα πολιτισμικά της χαρακτηριστικά.
Το ακόλουθο κείμενο του Ουμπέρτο Εκο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «L’ Espresso». archive.enet.gr