24grammata.com- Ιστορία της Λογοτεχνίας
O Ποιητής Μίμης Φωτόπουλος
ποιητικές συλλογές Ημιτόνια (1960), Μπουλούκια (1940)
24grammata.com/ free ebook
Διαβάστε επίσης
1. Μίμης Φωτόπουλος – Θα πούνε για τους στίχους μου (του ποιητή Γιώργου Πρίμπα) κλικ εδώ
2. Ο Μίμης Φωτόπουλος στο “σανίδι” της ποίησης. (της ποιήτριας Ντόρας Βλάσση) κλικ εδώ
3. Σύντομη θεώρηση στη στιχουργική Του Ποιητή Μίμη Φωτόπουλου (του ποιητή Απόστολου Θηβαίου) κλικ εδώ
4. O Ποιητής Μίμης Φωτόπουλος (του Γιώργου Δαμιανού) κλικ εδώ
Συμπληρώθηκαν 37 χρόνια από το θάνατο του Μίμη Φωτόπουλου και ακόμα παραμένει άγνωστη η σημαντική ποιητική δημιουργία του
γράφει ο Γιώργος Δαμιανός,
Ο Μίμης Φωτόπουλος (8/04/1913 – 29/10/1986) είναι μια από τις πιο διάσημες αλλά και συγχρόνως άγνωστες μορφές στην Ελληνική Τέχνη. Τούτο το οξύμωρο δεν είναι ένα ευφυολόγημα αλλά μια πραγματικότητα, μιας και όλοι γνωρίζουν τον ηθοποιό Φωτόπουλο να υπηρετεί, τις περισσότερες φορές, έναν εύκολο και ενίοτε εμπορικό κινηματογράφο αλλά αγνοούν παντελώς τη λογοτεχνική και εικαστική του διάσταση. Είναι από τις περιπτώσεις, που τα χειροκροτήματα του καρατερίστα “μάγκα”, το “τιμημένου παλικαριού”, του “αυστηρού πατέρα παλαιών αρχών” θάβουν κάθε ελπίδα να φανεί ο ευαίσθητος ποιητικός του στίχος (εξέδωσε πέντε ποιητικές συλλογές), η αγωνία του θεατρικού συγγραφέα (έγραψε δύο θεατρικά), η πρωτοποριακή διάθεση του ζωγράφου και οι ρηξικέλευθες αντιλήψεις (ασχολήθηκε για πολλά χρόνια με την τεχνική του κολάζ και οργάνωσε πέντε ατομικές εκθέσεις)
Είναι άδικο, αλλά αυτόν τον αεικίνητο υπηρέτη της Τέχνης συνοδεύει, στη λαϊκή συνείδηση, πιο δημοφιλής ατάκα του “και μετά θα κάααθεσαι”. Ο Μίμης Φωτόπουλος εξέδωσε πέντε ποιητικές συλλογές: «Μπουλούκια» 1940, «Ημιτόνια» 1960 (στην οποία περιλαμβανόταν και μία ανατύπωση της συλλογής «Μπουλούκια» ), «Σκληρά τριολέτα» 1961, «O θάνατος των ημερών» 1976 και «Μπαλάντες του έρωτα και του θανάτου» 1984. Οι συλλογές, δυσεύρετες σήμερα, ήταν, πλην της τελευταίας, ιδιωτικές εκδόσεις. Φαίνεται ότι αυτή η επιτυχία του ενόχλησε τους κριτικούς της ποίησης και για δεν ασχολήθηκαν μαζί του. Η εμπορική επιτυχία ήταν πάντα η καταδίκη, ίσως και φθόνος, των Ελλήνων κριτικών. Οι μόνοι που ενέσκηψαν με αγάπη στους στίχους είναι οι ομότεχνοι του και οι απλοί εραστές των στίχων και όχι των κριτικών
Αναζήτησα τρεις αξιόλογους σύγχρονους ποιητές (Α. Θηβαίος, Γ. Πρίμπας, Ντ. Βλάσση) να με μυήσουν στην ποίηση του Φωτόπουλου. Ρωτώ τον Γιώργο Πρίμπα αν ο Φωτόπουλος ήταν μετρ των στίχων και εκείνος είναι απόλυτος: “Όχι. Εξάλλου το είπε: “Οι «μαιτρ» των στίχων/ αν καταδεχτούνε / και τα δούνε / θα φρίξουνε / και στο καλάθι των αχρήστων / θα τα ρίξουνε.”
O Μίμης Φωτόπουλος ήταν Ποιητής. Ανθρώπινος, ειλικρινής, γήινος, σεμνός. Έγραψε σε ένα συνταρακτικό και σήμερα επίκαιρο όσο ποτέ Ποίημα για τον άγνωστο αδελφό του που κείτονταν νεκρός επί κατοχής και δεν στάθηκε να τον κλάψει, γιατί πεινούσε. Έγραψε για τη μάνα, τον έρωτα, τον πόνο, την αδικία και αναρωτιόταν, ενώ «ξέρει», «γιατί ελπίζει;». Έγραφε: «γιατί μόνο η δημιουργία του γέμιζε τη ζωή». Όχι, δεν ήταν «μαιτρ» των στίχων, ήταν Ποιητής όπως Ποιήτρια ήταν, για παράδειγμα, η Κατερίνα Γώγου, που ήλπιζε να μη γίνει «ποιήτρια» και δεν είναι οι «μαιτρ» των στίχων που αναρωτιούνται, στα αστικά και μικροαστικά τους γκαλά, αν οι προηγούμενοι ήταν ή δεν ήταν ποιητές.
Η Ντόρα Βλάσση πιστεύει ακράδαντα στη δυναμική των στίχων του Φωτόπουλου: “Η ποίηση του Φωτόπουλου είναι καθαρή από οποιονδήποτε τσαρλατανισμό. Δε διυλίζει την πεμπτουσία. γιατί δεν έχει την πολυτέλεια αυτού του χασομεριού. Δε θέτει πολύπλοκα φιλοσοφικά ερωτήματα, αυτή η ποίηση. Είναι μία σειρά από σκληρές – και μέσα στην σκληρότητά τους συχνά ωραίες και ελπιδοφόρες- πραγματικότητες. Είναι ο κόπος. Είναι οι νεαροί Δον Κιχώτες. Είναι το ιψενικό δράμα που πρέπει να παλέψει με την Πείνα. Είναι η ίδια η Πείνα αυτοπροσώπως, κανονική , κυριολεκτική, χωρίς λογοτεχνικό προσωπείο. Η Πείνα είναι μια ηρωίδα που υπήρξε. Που υπάρχει και σήμερα. Πρόκειται, λοιπόν, για λαϊκή ζωγραφική με την έννοια του γράφω τη ζωή, είναι ο αστερίσκος της ενστικτώδους αναγκαιότητας των ανθρώπων να μιλούν χωρίς να ακκίζονται μέσα από μία τρομακτική για την ειλικρίνεια της, τέχνη. Αυτή η αξία δε θα χωρέσει ποτέ σε μουσεία. Θα πλανάται και πάντα θα είναι επιτακτική ανάγκη να πλανάται, σαν μπουλούκι και να παίζει Ίψεν, Μπρέχτ και τον Ρινόκερο του Ιονέσκο στις αυλές και στα επαρχιακά καφενεία , στις ταράτσες και στα νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Τέλος, ο Απόστολος Θηβαίος προβληματίζεται για το αν θα μπορούσε ο Φωτόπουλος να ενταχθεί στην εθνική ποιητική επετηρίδα: “Οι περιπτώσεις του Μάνου Χατζιδάκι και του Γιάννη Τσαρούχη, επιβραβεύθηκαν μόνο κατά το τέλος τους από την ακαδημαϊκή κριτική. Θα μπορούσε κανείς να μνημονεύσει άλλες τόσες που δεν στάθηκαν τυχερές. Αυτή η αδέξια, παιδική αφέλεια, ο εγωισμός είναι στοιχείο του προσώπου μας. Ο Γιώργος Μιχαηλίδης, η Κατερίνα Γώγου, ο Σκαρίμπας, το «Στην Κ.» , ο εφιαλτικός Αλέξανδρος Κοτζιάς συνιστούν ένα περιθώριο. Στοιχείο του προσώπου μας, μονάχα και αδιάφορο σε μια ελεύθερη και γενναιόδωρη τέχνη”.