Pavlos Mélas : 13 octobre jour de mémoire / 13 Οκτωβρίου ημέρα μνήμης Παύλου Μελά

24grammata.com/ γαλλικά/ ιστορία
κείμενο στη γαλλική και ελληνική γλώσσα

Pavlos Mélas (1870-1904)
Né et baptisé à Marseille

Fils de Michail Mélas le 3ème et de Eléni née Boutsina, il est né le 29 mars 1870 à Marseille, a été éduqué à Athènes. Il a grandi dans un environnement de renouveau national.
Il est entré à l’école militaire d’Evelpidon et en est sorti avec le grade de sous-lieutenant. En 1892, il a épousé Nathalia, fille du macédonien Stéphanos Dragoumis, qui a été pour lui une excellente compagne et collaboratrice.
L’aventure nationale de 1897 l’a blessé profondément. En croyant cependant que le pays retrouvera sa voie, il a réagi dans le climat de déception qui dominait, alors il a créé en Macédoine un noyau national combatif contre des projets bulgares et devient l’âme du mouvement.
Le 24 février 1904, sur ordre du gouvernement grec, il est venu en Macédoine, avec quatre autres officiers pour réunir des éléments et pour étudier personnellement la situation.
Le 10 juillet de la même année, il est revenu seul en Macédoine comme maquignon à Cozani et à Siatista, où il a organisé son premier corps d’armée. Il circulait sous le pseudonyme Mikis Zezas. Il est revenu à Athènes et est parvenu à fonder le Comité Macédonien, il est retourné pour la troisième et dernière fois en Macédoine. Il dirigeait un corps d’armée de 35 hommes, cependant substantiellement il était le chef de tous les groupes de rebelles qui agissaient sur les périphéries de Monastère et de Kastoria. Le combat était dur, parce qu’ils n’avaient pas des conducteurs expérimentés et ils ne pouvaient être approvisionnés facilement. Les pluies continues les embarrassaient beaucoup. En dehors de ceci, les autorités turques avaient été informées du passage des frontières par ce corps grec et le pourchassaient avec une importante force armée.
Mélas a commencé immédiatement à réagir contre ces forces armées. Son action a continué jusqu’au 12 août 1904. Ce jour là, Mélas se trouvait au village de Siatista, qui aujourd’hui se nomme Mélas en son honneur. Les Turcs ont encerclé le village et le poste armé de Mélas. Au bout de deux heures d’encerclement, Mélas a décidé de tenter une sortie. Mélas s’est précipité le premier et a été mortellement blessé. Il est mort le 13 octobre 1904.
La nouvelle de sa mort héroïque a bouleversé la nation grecque. Athènes est en deuil.
Sa mort a entraîné la venue en Macédoine de nombreux officiers grecs. Le combat pour la libération de la Macédoine a été organisé, il s’est étendu pour aboutir aux guerres balkaniques victorieuses (1912-1913). Mélas a été le premier héros de Macédoine au sein de la patrie grecque.
Pavlos Mélas est originaire de la famille historique de Méladon d’Epire avec des racines qui remontent à Constantinople avant la prise, entre les familles militaires et politiques les plus puissantes de Byzance, les Kefala et après d’autres, les Mélaniodon.
A Marseille, le père de Pavlos s’est occupé du commerce et il a fait fortune. Conformément à la tradition familiale, il en a disposé pour des causes nationales et sociales. De la même manière, sa mère a eu une action importante dans les mêmes secteurs.

13 Οκτωβρίου ημέρα μνήμης Παύλου Μελά
Ο Παύλος Μελάς (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904) ήταν αξιωματικός πυροβολικού του ελληνικού στρατού και πρωτεργάτης του Μακεδονικού αγώνα. Ήταν γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη.
Γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τη Βόρεια Ήπειρο. Μετά τη μετακίνηση της οικογένειας στην Αθήνα, σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ’ όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού το 1891. Φέροντας τύψεις για την έκβαση του πολέμου του 1897 συμμετείχε από τους πρώτους στο ιδρυθέν το 1900 Μακεδονικό κομιτάτο για την εμψύχωση του απογοητευμένου ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας και σε αντίδραση στη δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Έτσι από τον Φεβρουάριο του 1904 ο Παύλος Μελάς έσπευσε με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους Α. Κοντούλη, Α. Παπούλα και Γ. Κολοκοτρώνη, προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης. Αποτυγχάνοντας σε εκείνη την πρώτη προσπάθεια, επανήλθε τον Ιούλιο του ίδιου έτους οπότε και εισήλθε στη Μακεδονία ως ζωέμπορος με το όνομα “Πέτρος Δέδες”. Μετά 20ήμερη παραμονή συναντήθηκε με τον Λάμπρο Κορομηλά στη Θεσσαλονίκη ανταλλάσσοντας σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα.
Στις 18 Αυγούστου όταν όλα ήταν έτοιμα κατά το σχέδιο ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό όνομα Καπετάν Μίκης Ζέζας, επικεφαλής σώματος εκ 35 μόλις ανδρών, που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, ανέλαβε την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους και εισήλθε ένοπλα στα Μακεδονικά εδάφη με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και στις μικρότερες ομάδες που δρούσαν εν τω μεταξύ στη περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς. Πληροφορηθέντες οι Τούρκοι από διάφορους καταδότες περί της εισόδου και της δράσης του Παύλου Μελά έθεσαν προς καταδίωξή του πολυάριθμο τουρκικό απόσπασμα. Παρά τις συνεχείς διώξεις του Οθωμανικού στρατού ο Παύλος Μελάς άρχισε ν΄ αποδεκατίζει τις βουλγαρικές ομάδες με βάση τα χωριά Λιγκοβάνη και Λίχυβο. Όμως στις 13 Οκτωβρίου 1904 βρισκόμενος στα Στάτιστα και προδοθείς από την βουλγάρικη συμμορία του Μήτρου Βλάχου περικυκλώθηκε από Τουρκικό απόσπασμα 150 ανδρών. Μετά από δίωρη λυσσαλέα μάχη διέταξε αιφνίδια έξοδο τεθείς επικεφαλής των ανδρών του . Στην επιχείρηση αυτή τραυματίσθηκε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα και πέθανε μετά από μισή ώρα στα χέρια του φίλου του, Γεώργιο Στρατινάκη. Η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν:”Βούλγαρος να μη μείνει”. Γύρω από το σώμα του νεκρού Π. Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και ενταφιασμό του. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστό στους Τούρκους ποιος ήταν ο νεκρός, και συγκεκριμένα ότι ήταν Έλληνας αξιωματικός, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα ενώ οι Τούρκοι δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα ο προεστός της Στάτιστας ονόματι Ντίνας απεσταλμένος της Ελληνικής πλευράς (πιθανώς του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη ή του οπλαρχηγού Κύρου) επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό. Στο μεταξύ όμως ο θάνατος του Μελά είχε μαθευτεί στην Αθήνα και η Τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα ειδοποίησε τις Τουρκικές Αρχές της Θεσσαλονίκης να βρουν το πτώμα ώστε να το χρησιμοποιήσουν ως απόδειξη της Ελληνικής επέμβασης σε Τουρκική επικράτεια. Έτσι, ενώ ο Ντίνας έκανε την εκταφή εμφανίστηκε Τουρκικός στρατός. Τότε έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε. Το κεφάλι τάφηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι ενώ οι Τούρκοι πήραν το ακέφαλο σώμα και το πήγαν στην Καστοριά για αναγνώριση. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που γνώριζε τα πάντα, κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς που περικύκλωσε το Διοικητήριο και απαιτούσε να τους δοθεί το σώμα “κάποιου Ζέζα” που ήταν Έλληνας. Ο Μητροπολίτης, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων κατάφερε να του δοθεί το σώμα το οποίο και τάφηκε στο παρεκκλήσιο των Ταξιαρχών.
Μετά το θάνατο του η δράση των Ελληνικών δυνάμεων εγινε πιο έντονη, περιορίζοντας τη δράση των Βούλγαρων Κομιτατζήδων, και επιτυγχάνοντας την ένωση Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας με την Ελλάδα. Σήμερα, το όνομα του Παύλου Μελά φέρει προς τιμή του το χωριό Στάτιστα ενώ πλήθος προτομών του στολίζουν πλατείες πόλεων μεταξύ των οποίων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κοζάνη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.
Ο Παύλος Μελάς θεωρείται σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα, και πολλά προσωπικά του αντικείμενα εκτίθενται τώρα στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης και στο μουσείο Παύλος Μελάς στην Καστοριά.
από την ιστοσελίδα diaspora-grecque.com (ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΤΕ την και γνωρίστε την ελληνική διασπορά της Γαλλίας)