24grammata.com/από τη ζωή των λέξεων
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στο σύκο και το συκώτι και το συκοφάντη;
Τι σημαίνουν οι φράσεις “μου κόπηκαν τα ήπατα”, ” λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη”
γράφει ο Νίκος Σαραντάκος(www.sarantakos.com)
Το συκώτι, ένα από τα σπουδαιότερα ανθρώπινα όργανα, εθεωρείτο από την αρχαιότητα η έδρα του θάρρους, του θυμού και του φόβου. Η λέξη “λευκηπατίας” (ή λευχηπατίας), αυτός δηλαδή που έχει λευκό συκώτι, σήμαινε τον δειλό, αυτόν που δεν έχει αίμα στις φλέβες του, όπως θα λέγαμε σήμερα. Η αρχαιοελληνική σύνδεση του συκωτιού με το θάρρος και τον θυμό εμφανίζεται και σε άλλες γλώσσες: έτσι, στα ιταλικά και στα ισπανικά, η έκφραση “έχει συκώτι” (avere fegato και tener higado, αντίστοιχα) σημαίνει τον θαρραλέο άνθρωπο, αυτόν που “το λέει η καρδιά του”. Παρόμοια, οι Γάλλοι χρησιμοποιούν την έκφραση avoir les foies blancs (έχει άσπρο συκώτι) για να χαρακτηρίσουν τον δειλό τον λιπόψυχο. Ανάλογο είναι και το αγγλικό lily-livered. Στη νεοελληνική γλώσσα, λέμε μου κόπηκαν τα ήπατα (αξιοπρόσεκτη η διατήρηση του αρχαίου τύπου!) για να δηλώσουμε τον υπερβολικό φόβο, όπως λέμε μου έπρηξες το συκώτι σε κάποιον ενοχλητικό και μη χαλάς το συκώτι σου, δηλαδή μην θυμώνεις (για πράγματα ανάξια λόγου). Τέτοιες φράσεις βρίσκουμε και σε άλλες γλώσσες, λ.χ. στα ιταλικά λένε si mangia il fegato (τρώει το συκώτι του) για κάποιον που βράζει από το θυμό του, ενώ στα ισπανικά η έκφραση moler los higados σημαίνει ακριβώς “πρήζω το συκώτι κάποιου”.
Οι λέξεις foie, fegato, higado προέρχονται όλες από τα ελληνικά, μέσω των λατινικών. Η λέξη συκώτι, όμως, από πού προέρχεται; Από το σύκο, είναι η απάντηση, αν και η διαδρομή δεν είναι προφανής. Η συκιά και ο καρπός της, το σύκο, υπάρχουν στην Ελλάδα από πολύ παλιά -μαρτυρούνται και στον ‘Ομηρο, αν και η λέξη “σύκο” ίσως να είναι προελληνική. Το σύκο διαδραμάτιζε κεφαλαιώδη ρόλο στο διαιτολόγιο των αρχαίων Ελλήνων, το οποίο με τα σημερινά δεδομένα θα κρινόταν αφάνταστα φτωχό. Το σύκο λοιπόν το εκτιμούσαν ιδιαίτερα και μάλιστα τάιζαν ορισμένα ζώα (ιδίως χήνες και γουρούνια) αποκλειστικά ή σχεδόν με σύκα, ώστε το συκώτι τους να νοστιμίσει. Αυτό το έδεσμα, κάτι ανάλογο με το σημερινό φουά-γκρα, το ονόμαζαν, πολύ λογικά, “συκωτόν ήπαρ”. Με τον καιρό, το ουσιαστικό εξέπεσε και παρέμεινε το επίθετο, “συκωτόν”, το οποίο έφτασε να χαρακτηρίζει όχι μόνον το ειδικά προετοιμασμένο συκώτι, αλλά το συκώτι γενικά. Αυτό το γλωσσικό φαινόμενο, η έκπτωση δηλαδή του ουσιαστικού, είναι αρκετά συνηθισμένο στα ελληνικά (πρβλ. ποντικός μυς δηλ. το ποντίκι από τον (Εύξεινο) Πόντο, που έγινε ποντικός, νεαρόν ύδωρ, πανικός φόβος). Οι Ρωμαίοι ξεσήκωσαν από τα ελληνικά το συκωτόν ήπαρ, το είπαν iecur fegatum μεταφράζοντας κατά λέξη, και με μια παρόμοια διαδικασία έμεινε το σκέτο fegatum από το οποίο προήλθαν οι λέξεις που είδαμε πιο πάνω.
Αλλά ας γυρίσουμε στο σύκο. Στην αρχαία ελληνική, το σύκο ως λέξη παίζει και αυτό σπουδαίο ρόλο. Πολλές παροιμιακές εκφράσεις υπάρχουν, όπως π.χ. “όσο διαφέρει σύκα καρδάμων” (για δυο όλως ανόμοια πράγματα) ή “σύκον χειμώνος αιτώ” για άκαιρες επιθυμίες ή επιχειρήσεις. Επειδή το ξύλο της συκιάς ούτε γερό είναι ούτε καίγεται καλά, βγήκε το επίθετο “σύκινος” που σήμαινε “άχρηστος, ανώφελος”. Πασίγνωστη είναι και η αρχαία έκφραση “ονομάζω τα σύκα σύκα (και τη σκάφη σκάφη)” που πέρασε απαράλλαχτη και στα νεότερα ελληνικά. Η προέλευση της σκάφης αυτής δεν έχει ξεκαθαριστεί, είναι όμως πιθανότατο να οφείλεται σε σεξουαλικό υπονοούμενο. Και βέβαια, το σύκο είχε από την αρχαιότητα και ερωτική σημασία, μια και σήμαινε το γυναικείο γεννητικό όργανο. Από αυτή την τελευταία σημασία ίσως προήλθε και η λέξη “συκοφάντης”. Η εκδοχή που ακούγεται συχνότερα, ότι δηλαδή η λέξη προήλθε από αυτούς που κατάγγελλαν τους λαθραίους εξαγωγείς σύκων (πράγμα που, υποτίθεται, απαγορευόταν), όσο και αν είναι ελκυστική, δεν φαίνεται να ευσταθεί, καθώς δεν υπάρχει στα αρχαία κείμενα αναφορά σε τέτοιον αθηναϊκό νόμο. Μάλλον λοιπόν η λέξη προέρχεται (σύκον+φαίνω) από αυτούς που κατάγγελλαν συμπολίτες τους για παράνομες ερωτικές σχέσεις.
Σε άλλες γλώσσες, αντίθετα, η μεταχείριση του σύκου είναι πιο υποτιμητική: non vale un fico secco, δηλαδή δεν αξίζει ένα ξερό σύκο, λένε οι Ιταλοί για κάτι που δεν αξίζει δεκάρα, no dar un higo λένε οι Ισπανοί για κάτι που δεν τους ενδιαφέρει καθόλου, το ανάλογο και οι άγγλοι. Η γαλλική έκφραση mi-figue mi-raisin (μισό σύκο, μισό σταφίδα) δηλώνει κάποιον ή κάτι που δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός, που δεν είναι και τόσο σόι. Πάντως, και η ερωτική έννοια του σύκου διατηρείται: ανάμεσα στα άλλα παραδείγματα, ο οδηγός της εφημερίδας El País για το καλό στυλ (στα ισπανικά), συστήνει στους συντάκτες να αποφεύγουν διάφορες αγγλοσαξωνικές λέξεις, μεταξύ των οποίων και τη λέξη sexy, αντί της οποίας προτείνονται δύο λύσεις: η λέξη erótico και η λέξη sicalíptico. Η πρώτη δεν θέλει εξήγηση βέβαια, η δεύτερη όμως προέρχεται από το γνωστό μας σύκο και από το “άλειψις”, δηλαδή χάιδεμα, τρίψιμο, διέγερση σαν να λέμε. Να προσθέσουμε ότι η λέξη δεν μαρτυρείται στα αρχαία ελληνικά: πλάστηκε στα τέλη του περασμένου αιώνα.