εάν (ένθετο του 24grammata.com)
«Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ»
Η περίφημη «γενιά του ‘30» συνιστά μια εποχή ορόσημο για τη μετέπειτα, λογοτεχνική πραγματικότητα του τόπου μας. Νέοι, ποιητικοί ορίζοντες, μεταβολή της θεματολογίας και του ύφους στη λογοτεχνική παραγωγή, μεταστροφή του ενδιαφέροντος προς εσωτερικότερα τοπία, αποτύπωση του αστικού περιβάλλοντος, καθώς το τελευταίο γεννάται και τροφοδοτεί ζητήματα φύσεως κοινωνικής και κατ΄επέκτασης καλλιτεχνικής, μια και η τέχνη, σε όλες τις εκφάνσεις της θεωρείται ως κύρια διέξοδος στο μεταιχμιακό, αυτό κλίμα. Ελάσσονες και μείζονες δημιουργοί, στον τομέα του λόγου, της μουσικής και της εικαστικής έκφρασης καλούνται, -και επιτυγχάνουν, οφείλουμε να σημειώσουμε-, να συλλάβουν και να εκφράσουν μια εποχή, η οποία ήδη βρίσκεται στην αυγή της. Οι νέες τάσεις, οι απαιτήσεις ενός κόσμου που αποκτά διαφορετικές, ανθρωποκεντρικές προεκτάσεις, θέτοντας στο περιθώριο πια τις εθνικές χίμαιρες αναδύεται στο προσκήνιο, προτείνοντας νέα ήθη και μεταγγίζοντας, ο καθένας με τον ειδικό του τρόπο, τις αντίστοιχες αγωνίες και τις προηγμένες θεωρήσεις του δυτικού κόσμου. Κανείς δεν υποψιάζεται πως μες σε τούτη την περίοδο, η πρόοδος που θα σημειωθεί θα ανακοπεί από τον δεύτερο, μεγάλο πόλεμο, ο οποίος και θα συνεισφέρει στην εδραίωση μιας νέας ηθικής. Εκείνης που αντιλαμβάνεται πια το πρόσωπο ως ατομικότητα, ως φορέα συγκρούσεων και αναζητήσεων μες στην έκπληκτη θέαση μιας καινούριας, ταχύτερης και αποτελεσματικότερης πραγματικότητας. Η κρίση του παρελθόντος, η ομοφωνία σε τούτη την άσκηση, θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε, ο οραματισμός της νέας εποχής θα βρει τους Έλληνες δημιουργούς έτοιμους, «σαν από καιρό», ικανούς φορείς μιας συλλογικής μνήμης, μιας ενιαίας απογοήτευσης, μιας κοινής ελπίδας, αδιόρατης ακόμα για τις εποχές που μέλλονται.
Ανάμεσα σε εκείνους που αρθρώνουν το νέο λόγο, ανάμεσα στους πεισιθάνατους και τους πρώιμους ρεαλιστές, τους αυτόχειρες και τους «καταραμένους ποιητές», ίσως φιλοσοφικότερος και ακραία οραματιστής με προεκτάσεις κοινωνικές και πολιτικές στέκει ο Άγγελος Τερζάκης. Πρόκειται για τον διακεκριμένο συγγραφέα, δοκιμιογράφο και θεωρητικό της εποχής, ο οποίος όχι μόνο δεν στάθηκε αλληλέγγυος στη δεινή και απόλυτα δικαιολογημένη απογοήτευση της εποχής του, αλλά ξεπέρασε σε επίπεδο ατομικό την εθνική συντριβή και το βίωμά της, για να ενταχθεί, να μελετήσει και τελικά να περιγράψει με έναν υψηλό βαθμό αρτιότητας τη νέα, αστική τάξη πραγμάτων. Το σκηνικό της πόλης, καθώς μεταβάλλεται και αποκτά τις σημερινές του διαστάσεις μετατρέπεται στον κύριο χώρο, μες στον οποίο εντάσσεται η λογοτεχνική δημιουργία του Τερζάκη. Η «Μενεξεδένια Πολιτεία», το θεατρικό δράμα «Είλωτες», συνιστούν βασικούς πυλώνες της εργογραφίας του.
Η λογοτεχνική όμως παραγωγή του Τερζάκη θα λάμψει και για ένα άλλο χαρακτηριστικό της γνώρισμα, σπάνιο για τους δημιουργούς της εποχής. Η δοκιμιακή, συγγραφική του δραστηριότητα θα συνεισφέρει στο έργο του με έναν τρόπο κοινωνικο-πολιτικό, ειδικά σε μία χρονική συγκυρία, όπου η δοκιμιογραφία και η κριτική σκέψη βρίσκονται σε στάδιο εφηβικό, έχοντας να παρουσιάσουν σπάνιες ή μεμονωμένες περιπτώσεις σχετικής αρτιότητας. Ο Άγγελος Τερζάκης θα κομίσει στο είδος αυτό μια νέα, πρωτοποριακή σκέψη, ενώ ο ίδιος δεν είναι άξιο απορίας που μνημονεύεται κυρίως για τούτη τη λογοτεχνική πλευρά του. Ο σύγχρονος άνθρωπος, οι προβληματικές που ορθώνονται εμπρός του, οι αγωνιώδεις αναζητήσεις, η νέα θέση του μες στον κόσμο του άστεως θα αποτελέσουν τα πεδία εφαρμογής του δοκιμιακού λόγου του συγγραφέα, καθιστώντας τις εν λόγω δημιουργίες ιδιαίτερα επίκαιρες, μοντέρνες με την έννοια μιας ικανής προσέγγισης σε θέματα, όπως τα παραπάνω, τα οποία και πραγματεύεται. Η έννοια της δημοκρατικής αποκατάστασης, η συνειδητή κατοχύρωση και ωρίμανσή της μέσα από μια σωστή και ορθολογική εφαρμογή, η αποδέσμευση από τις αλυτρωτικές, εθνικιστικές επιδιώξεις, οι οποίες τόσο ικανά έθρεψαν γενιές Ελλήνων, η αυθόρμητη ακύρωση του ίδιου του σοσιαλισμού μέσα από την ακατάστατη, επιστημονική πρόοδο, η οποία ξεπερνά το σύστημα και το θέτει σε αμφισβήτηση μες στην ίδια την εφαρμογή του, η νέα εκμετάλλευση της εθνικής τραγωδίας από νέους «καπηλευτές», απασχόλησαν τη δοκιμιακή, πολιτική γραφή του Τερζάκη. Η εξειδίκευσή του θεωρείται ως και σήμερα αξεπέραστη, αφού κατέγραψε με παρρησία και ισχυρή επιχειρηματολογία τα «κακώς», εκείνα «κείμενα», τα οποία ως και σήμερα πλήττουν το κύρος παγιωμένων εννοιών, όπως η νομιμότητα, το «κοινωνικό κράτος», τη δημοκρατία στο σύνολό της.
Η λογοτεχνική παραγωγή του Άγγελου Τερζάκη δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέα ή κοινή. Προτείνοντας νέες τάσεις, όπως η διασκεπτική πρακτική του Προυστ, η οποία θέλει τη ρεαλιστική απεικόνιση των πραγμάτων και την πύκνωση της πραγματικότητας, συλλαμβάνοντας την τραγωδία του έρωτα σε βαθμό ικανό και απόλυτο, ο Τερζάκης διαπότισε τη γραφή του με στοιχεία μοντέρνα. Στη «Μενεξεδένια Πολιτεία», η οποία και αποτελεί ένα από τα κορυφαία έργα της σύγχρονης, αστικής λογοτεχνίας στον τόπο μας, ο συγγραφέας κατορθώνει να προϊδεάσει το κοινό για τον κίνδυνο του μεγαλοαστισμού, για την αναγκαία, τέτοια μετάλλαξη της αστικής τάξης πραγμάτων. Με μια γραφή άμεση, σεναριακή, με θεατρική απεικόνιση των χαρακτήρων, ρυθμό εντατικό, ο Τερζάκης κατορθώνει να δεσμεύσει το ενδιαφέρον ενός άμαθου, ακόμα, αναγνωστικού κοινού στις προτάσεις του ρεαλισμού. Τιμά τούτο το κοινό, λοιπόν, και αποτυπώνει με καθαρό και διάφανο τρόπο, την πορεία με την οποία εξελίσσονται οι ζωές, παρανάλωμα πάντα της φιλοδοξίας, του έρωτα, της ανάγκης, της ίδιας της ατομικότητας. Η ονειρική διάσταση θα διαψευθεί στη γραφή του Τερζάκη, θα ακυρωθεί, καθώς αιτία ή σκοπός και όνειρο φθείρονται, παρακμάζουν και έτσι διαπιστώνεται η διάψευση του ονείρου. Ο Τερζάκης δεν λησμονεί την «καταγωγή» του και έτσι προικίζει έναν από τους χαρακτήρες του με το τραγικό όνομα «Ορέστης», βεβαιώνοντας την εξελικτική πορεία ενός πανανθρώπινου μύθου, ακόμα και αν προτείνει μια άλλη θεώρηση, αντίθετη από τη δραματική πλοκή του τραγικού ποιητή. Η αστική μοναξιά, η κοινωνική αναγκαιότητα, τα μοντέρνα, ανθρώπινα «οδοφράγματα» συνιστούν τα πρόσθετα, καινοτόμα στοιχεία, τα οποία προτείνει η μυθιστορία του Άγγελου Τερζάκη.
Ο ένας εκ των συγγραφέων της «Μυθιστορίας των Τεσσάρων» διακρίθηκε για το ήθος, τη λογοτεχνική του αξιοπρέπεια και τη δοκιμιακή του, ακλόνητη γραφή. Η πρωτοπορία του έγκειται στο γεγονός πως ο ίδιος συνέλαβε τις προεκτάσεις της νέας, αστικής τάξης πραγμάτων, όταν ακόμα οι ομότεχνοί του πάσχιζαν να ερμηνεύσουν σε όρους παροντικούς ή μελλοντικούς την εθνική τραγωδία της Μικράς Ασίας και τη διαπίστωση ενός συρρικνωμένου και ταπεινωμένου ελληνισμού. Η πάλη ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά κορυφωνόταν για να δώσει τους αποτρόπαιους καρπούς της λίγα χρόνια αργότερα με τον εμφύλιο πόλεμο, τις εξορίες, τις πρακτικές της Μακρονήσου και των άλλων περιθωριοποιήσεων. Η αξία του Τερζάκη ξεπερνά τούτο το επιφανειακό σχόλιο. Η απώλειά του συνιστά πια μια παγιωμένη οδύνη, η οποία όμως δίνει την ευκαιρία στο έργο του να μετρηθεί με τον καιρό. Και δεν είναι απορίας άξιον, σε καμιά περίπτωση η επιβίωση και η φρεσκάδα και η οξύτητα των παρατηρήσεών του. Είναι λοιπόν μια ευκαιρία η αναφορά στην απώλειά του, όπως έλαβε χώρα στις 3 Αυγούστου του 1979, ώστε να σκύψει ο σύγχρονος αναγνώστης και ο εξειδικευμένος μελετητής σε ένα έργο αξιοπρεπές, άρτιο και διαχρονικό. Να σκύψει με ενδιαφέρον, θα τονίζαμε, πάνω σε μια ολοκληρωμένη, από τις πρώτες ίσως, μορφή των σύγχρονων, ελληνικών γραμμάτων και της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο Τερζάκης συνιστά μία από εκείνες τις μορφές, για τις οποίες η φυσική αποδημία δεν αποτελεί παρά ένα εφαλτήριο ανάδειξης της σκέψης και του έργου. Έτσι επιβιώνει ο λόγος και ο δημιουργός.