Η ακολουθία του νυμφίου
Αργά τη νύχτα, εκείνη ακριβώς την ώρα που τίποτε δεν περιμένεις για να συμβεί, ξεχύθηκαν στους δρόμους. Μύριζαν λιβάνι, μύριζαν ο ένας τον άλλον, όπως όταν απομείνει κανείς πολύ ώρα στα ξένα δωμάτια. Χτυπούσαν τις πόρτες, μας ξυπνούσαν, φίλοι από καιρό πια χαμένοι με λιωμένα πουκάμισα, με πολύ βαθιά μάτια σαν βυθούς. Έρχεται, έλεγαν, έρχεται και θεμελίωναν εκ νέου την καινούρια νύχτα, μετρώντας τις αποστάσεις, με τα μεγάλα, τα μαρτυρικά τους βήματα.