Κριτικό σχόλιο στη νέα ποιητική συλλογή “Κοσμογωνία”

24grammata.com/ εάν / κριτική

ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΙΣ «ΚΟΣΜΟΓΩΝΙΕΣ»

για να διαβάσετε την ποιητική συλλογή “Κοσμογωνίες” κλικ εδώ

γράφει Απόστολος Θηβαίος

Η πρώτη εντύπωση συνιστά μία ηγετική εκτίμηση ενός έργου. Με τούτο τον αξιωματικό τρόπο κανείς δεν μπορεί παρά να σταθεί με ενδιαφέρον απέναντι στην ποιητική συλλογή της Δία (κατά το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της) με τον ευφάνταστο τίτλο «Κοσμογωνία.» Ενδεικτικός ο τίτλος της ποιητικής στόχευσης της δημιουργού, η οποία κατορθώνει με εξαιρετικά αποτελεσματικό τρόπο να συχνωτίσει τις υπαρξιακές, ενδότερες αποχρώσεις με το βασικό τόνο μιας επικαιροποιημένης κριτικής. Μια «οσμή» πλησιάσματος στον άνθρωπο αναδύεται από τον τίτλο, μια διακριτική ανάγκη εσωστρέφειας φανερώνεται από την επαρκέστατη ονοματοδοσία της εν λόγω ποιητικής συλλογής. Ήδη από το βιογραφικό σημείωμα της δημιουργού, το οποίο μοιάζει να περιφρονεί τους τύπους και τις επιταγές των κανόνων υποψιάζεται κανείς πως τούτο το έργο είναι μια άκρως, προσωπική υπόθεση. Τέτοια ποίηση, τέτοια δημιουργία προϋποθέτει μια πάλη ανάμεσα στη συντριβή και την ανοχή. Τέτοια ποίηση, λοιπόν συνιστά αυτή της νεότατης και για αυτό προικισμένης με προοπτική.
Ήδη από το πρώτο ποίημα, διαπιστώνονται τα χαρακτηριστικά και οι προθέσεις της δημιουργίας. Η ποιήτρια είναι τολμηρή, μιλά με όρους ερωτικούς, αναδεικνύοντάς τους ως σύμβολα. Ρεαλιστική με άλλα λόγια, τόσο ώστε να μην απομακρύνεται από την εικόνα, αλλά να αφήνει τον αναγκαίο χώρο, το απαιτητό περιθώριο στην έκφραση του συναισθήματος. Η οικονομία του λόγου δεν καταργείται, αφού παρά την έκταση η στιχουργική της, στο όριο της πρόζας και του μέτρου υπακούει στο θαυμάσιο νόμο των υπονοούμενων.
Η ποιήτρια έχει εισπνεύσει στο ακέραιο τα χαρακτηριστικά της εποχής. Κριτική, ικανή να απορρίψει τους επίκαιρους ρυθμούς, δίχως έπαρση ή διογκωμένα, επίπλαστα περιθώρια αυτογνωσίας η ποιήτρια μοιάζει να επιλέγει το δεύτερο, ενικό πρόσωπο, το πλέον υποστηρικτικό του εξομολογητικού ύφους, το οποίο απολαμβάνει να υιοθετεί. Η ανθρώπινη ύπαρξη συνιστά το βασικό, δομικό υλικό της ποίησής της. Η αλήθεια της ωρίμανσης μέσα από την οδύνη των ενστίκτων  και της προηγμένης, ανθρώπινης ύπαρξης αποτελεί το καίριο προαπαιτούμενο για την ποιήτρια. Η έννοια της διαφορετικότητας, η ποινικά κολάσιμη αυτή έννοια συνιστά έναν έπαινο, ο οποίος αποδίδεται κατόπιν δοκιμασιών, εμπρός στον όγκο των ανθρώπων και την ανάλογη αχανή έρημο των ατελών ερώτων.
Η ποιήτρια σφαιρικά αγγίζει το πρόσωπο. Μες στα όρια της ποίησής της, η πολιτική διάσταση του ανθρώπου φανερώνεται, κυριαρχεί, αποκαλύπτει τον προσωπικό κώδικα της δημιουργού. Με αφορμή το ποίημα «Στεφάνι  Δ.Π.», η δημιουργός καταθέτει ένα πολιτικό σχόλιο, με εύρος ιστορικό και κοινωνικό, εμπρός στην πολυ-πολιτισμική, μεσογειακή πραγματικότητα, την ίδια που μπορεί να αναχθεί σε πιο οικουμενικά μεγέθη. Από τις σωκρατικές αναφορές, ως την ευρωπαϊκή σύμπραξη υμετέρων στην επιδίωξη ενός αυτόνομου και αυτοσυντήρητου κράτους η ποιήτρια με όχημα την καθολικότητα του αίματος αποθέτει το στεφάνι των καλά μελετημένων λέξεών της στο ίδιο, εκείνο μνημείο ενός άγνωστου στρατιώτη, ενός στρατιώτη ανώνυμου και άσημου πια. Ο αυτισμός της πατριδοκαπηλίας, όπως διαφαίνεται στο έργο της “Δία” συνιστά ένα άκρως επίκαιρο θέμα. Η αντίθεσή της απέναντι σε τούτες τις ιστορικά διαχρονικές πρακτικές εκφράζεται με μία ποίηση—πράξη. Η ποιήτρια αποθέτει στο μνημείο ένα σύμβολο ακραία εχθρικό για την εντόπια συνείδηση, ένα σύμβολο που δίκαια μπορεί να χαρακτηριστεί ως το μέσο μιας λυτρωτικής εξοικείωσης με το οριστικό, πια παρελθόν.
Οι εναλλαγές, ποιοτικές και θεματικές την ίδια στιγμή συνιστούν ένα ακόμα ιδίωμα ποιητικό για τη δημιουργό. Με μια αίσθηση υπερβατική ενδύεται το τοπίο και η οπτική του. Η γεωμετρία του λόγου συναντά τη γεωμετρία του τοπίου, τη διαφάνειά του, την πλαστικότητα, έτσι όπως ορίστηκε από τον Περικλή Γιαννόπουλο και οριοθέτησε τελικά το ποιητικό, πρωτογενές υλικό για δημιουργούς όλων των τάξεων και των εποχών. Το «πελεκητό φως» συνιστά ένα οικοδόμημα, το βασικό υποστήλωμα της ελληνικής θέασης. Ακόμα και αν η πρόθεση της ποιήτριας είναι απλά να μελετήσει το φως, στην εκφορά της κουβαλά την ασυνείδητη, ποιητική παράδοση ενός ολόκληρου αιώνα. Η φωτοχυσία απαντάται σε πλήθος δημιουργών, η ίδια διεισδυτικότητα, η οποία εντοπίζεται στην «Κοσμογωνία», η αντίστοιχη εισδοχή και η χωροταξική πλήρωση ενυπάρχει σε πλήθος δημιουργών.  Η ένταση του τοπίου θα μεταγγιστεί στο ποίημα, η φωτογραφική μνήμη της ποιήτριας λάμπει και δεσμεύει το φως, τη στιγμή, τα χαρακτηριστικά της.  Ετούτη ακριβώς η αναγνωστική και νοηματική παύση της ποιήτριας αρκεί για να συγκρατήσει στην κορυφή τους, τόσο το ποίημα όσο και το εικονιστικό υλικό του. Το τοπίο ολοκληρώνεται σε τούτο το χρόνο, καθώς και σε ένα άλλο παρελθοντικό. Μνήμη, φως, λόγος ευθυγραμμίζονται, επιζούν νοηματικά δημιουργώντας μια αυστηρή και αδιαπέραστη ποιητική γεωμετρία, μια αίσθηση, η οποία αρκεί για τον γράφοντα ώστε να συγκρατήσει τον τίτλο και τη στιχουργική.
Η σύνδεση της ποιήτριας με το υγρό στοιχείο δεν μπορεί να παραβλεφθεί από το έργο της. Τοπίο μα και υλικό φαντασμαγορίας, καταφύγιο, πηγή ελευθερίας με την ευρύτητα και την ανατροφοδοσία της. Μεσ  στο έργο της  η εικονοποιεία επικρατεί ως μέσο ανάγνωσης του οπτικού υλικού και αναγωγής του σε συναίσθημα. Σε τούτο το σημείο, είμαστε υποχρεωμένοι να προβούμε στην παραδοχή πως το εικονιστικό στοιχείο της «Κοσμογωνίας» συνιστά κυρίως υλικό φύσεως δομικής, αφού κάθε αναφορά εκπορεύεται και κατευθύνεται προς το άτομο.
Χαρακτηρίσαμε εξομολογητική την πρόθεση της ποιήτριας και τούτη η επισήμανση έρχεται να πληρωθεί στο ποίημα «Τζελελετούμ». Η εποχιακή ανεπάρκεια, κατάληξη μιας λανθάνουσας εκτίμησης της αγάπης, μιας διαρκούς εκμεταλλεύσιμης αναγωγής της σε θρησκευτικό ή τελετουργικό επίπεδο. Η αποφυγή της εξάντλησης του έρωτα συνιστά αντίθετα τη βαθύτερη επιδίωξη, τον πρωταρχικό σκοπό της ποιήτριας, αυτόν αντιλαμβάνεται ως τρόπο εν νόησης και συνειδητοποίησης της λειτουργίας της αγάπης. Καταφύγιο, σε αντιστοιχία προς τη θάλασσα η καταβύθιση, η ενδοσκόπηση προς ανεύρεση κοιτασμάτων της δημιουργικότητας και της αντοχής. Η ποιήτρια δεν αποδίδει στο λόγο παρά τη δυνατότητα εκτίμησης της πραγματικότητας, την αποκατάσταση της αρχετυπικής, ανθρώπινης αλήθειας. Ουδεμία πρόθεση ο λόγος της να πληρεί τις μαντικές ικανότητες οιωνοσκόπων, κηρύκων ερυθρών. Η ανθρώπινη ύπαρξη συνιστά για την ποιήτρια μια οδύνη σωματική, έρμαιη από τις τόσες ατελέσφορες λειτουργίες και τούτη, λοιπόν η μνήμη ξεπερνά τη μοίρα, τα αινίγματα και τις γριφιώδεις ερμηνείες της.
Σε μια ποίηση αγνή, προσωπική, ειλικρινή επιβάλλεται το βαθύ και εσωτερικό γκρέμισμα του «παλιόσπιτου» της αδικίας. Το άπειρο οικοδόμημα, εξαπλωμένο στα όρια της πόλης και των ανθρώπων. Αιχμηρές σκεπές, επώδυνες, ανθρώπινες καταστάσεις. Για την ποιήτρια δεν υφίσταται τίποτα προς εκτίμηση και αντίληψη. Η ίδια περιφρονεί λοιπόν τέτοιους φρικτούς ορίζοντες, ανθρώπινους. Με τρόπο ανάλογο η «θαρραλέα» ποιήτρια εμπεριέχει το ζήτημα του θανάτου μες στην ποιητική δημιουργία. Θεώρηση εσωτερική, ώριμη και φιλοσοφική των πιο καίριων ζητημάτων της ζωής συνιστούν τα χαρακτηριστικά της  νεότατης, -και τούτη είναι η ευχάριστη έκπληξη-, ποιήτριας.
Πρωτοπορία, σαφής διαχωρισμός του ποιητικού λόγου από τη στείρα στιχουργική, εκείνη που θέλει τη θεώρηση του εχθρικού, χρονικού τοπίου. Η καταφατική συνεισφορά του χρόνου μια σπάνια, ποιητική εκφορά, ένα σαφές προτέρημα και ένα υλικό για περαιτέρω, συγκριτική μελέτη μες στο σύνολο της ποιητικής δημιουργίας, καθώς αποκαλύπτεται στο ποίημα «Δικός μου Εαυτός.»
Η πίστη στην ταπεινοφροσύνη της ποίησης, όπως αποκαλύπτεται και διακρίνεται στην ποίηση της, την οδηγεί στο κορυφαίο, ίσως ποίημα της συλλογής «Κοσμογωνία.» Στον «Νάρκισσο»  η ποιήτρια δικαιώνεται, συμπυκνώνεται, αποκτά μια δυναμική, ως αποτέλεσμα ενός ολότελα επιτυχούς αυτοπεριορισμού, καταλαμβάνοντας το εύρος της συναισθηματικής, των πραγμάτων τάξης.
Η Δία  συνιστά μια νέα, ποιητική φωνή. Η συνέχειά της θα εξαρτηθεί από τη συνέπεια. Η ωριμότατη ποίησή της με βεβαιότητα, όμως ούτε μπορεί να αγνοηθεί, μα ακόμα περισσότερο δεν μπορεί παρά να δεσμεύσει την ποιήτρια για μια εξίσου θαρραλέα επανεμφάνιση. Εκείνο το οποίο απαιτείται, θεωρώντας τούτο μια σαθρή και μόνο υποκειμενικότητα δεν είναι άλλο παρά η περαιτέρω συμπύκνωση του ποιητικού λόγου, αφού μες στην οικονομία του η ποιήτρια κατορθώνει αρκετές φορές να κόψει την ανάσα, να μεταδώσει την παύση του ειρμού και να τη μετατρέψει σε αίσθημα με αμείωτη την ένταση. Θα περιμένουμε, λοιπόν εκ νέου την ποιήτρια με στις «κοσμογωνιές» ετούτης της πόλης, με ανυπομονησία ευχάριστη. Ετούτο το κατέκτησε, επάξια.