Πρέπει να έχει στομάχι γερό η ποίησή μας,
Ώστε ν΄αντέξει κάρβουνο, λάστιχο, ουράνιο,
Φεγγάρια, ποιήματα
Λ. Σίμπσον
γράφει ο Απόστολος θηβαίος
Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ
Μόνος στις κατάμεστες πλατείες του μέλλοντος διατυπώνει τ΄ αξιώματα. Ανήκει σ΄ εκείνους τους μικρούς, πολύχρωμους κεραυνούς του Γονατά που δεν πεθαίνουν ποτέ. Μόνος στις κατάμεστες πλατείες του μέλλοντος εκφωνεί τον πανηγυρικό λόγο της πίστης του. Οι σιωπές που πυροδοτούνται ξαφνικά, έχοντας επωάσει ολόκληρους καιρούς, η ζωή που αψηφά το τέλος και προβάλλει μυθική και αδιάφθορη, μια μεγαλειώδης και ανίκητη επανάσταση. Τα χέρια σου που λαμβάνουν τόσα σχήματα και θρυμματίζουν τον καιρό, η μνήμη του νερού και η αρχαία του ηλικία συνιστούν, σε πείσμα των καιρών μια μορφή αντίστασης. Οι παλιοί του φίλοι είναι ποιητές, είναι όσοι πίστεψαν και πιστεύουν ακράδαντα ότι καμιά απολύτως ήπειρος δεν έχει ανακαλυφθεί ως τώρα. Είναι όσοι υπηρετούν το δόγμα που μας θέλει υπαλλήλους μιας ακλόνητης συνείδησης και μιας απρόσκοπτης και μοιραίας ιστορίας. Πρόκειται γι΄ αξιώματα αδιαμφισβήτητα. Πάει να πει πως ετούτη η αρχαία θρησκεία πετάει στη φωτιά την ησυχία της, αντέχει το βάρος ενός καλοκαιρινού μεσημεριού και συντρίβει τους μαύρους ήλιους που μας συντροφεύουν. Πιστεύει στην τέχνη της ιδέας, λαμβάνοντας τη θέση που της αρμόζει μες στην ξέφρενη ιστορία. Υπαγορεύει έναν λόγο πύρινο, ελπίζει σε θανάτους δίχως προσευχές, περιφρονεί καθ΄ολοκληρίαν τους παλιούς, ξοδεμένους φίλους, εγκαταλείπει το κοπάδι του πλήθους και μόνος, σχεδόν καιόμενος από μοναξιά επιβιβάζεται στις μεγάλες λεωφόρους των καιρών. Κρατά απ΄ το χέρι γυναίκες ποιήτριες, απ΄ εκείνες που γεμίζουν μ΄ αστέρια την ψυχή μας και ζουν στα σύρματα, σκίζει όλες τις σελίδες της ιστορίας και καταργεί τις ώρες της κοινής σιωπής της. Ύστερα, προσμένοντας τον πρώτο άνεμο, εγκαταλείπει την Αριάδνη και τους λαβύρινθους ολοκληρώνοντας την προσευχή του με μια στροφή για την καινούρια μέρα. Με μια ελπίδα για όσα πεθαίνουν στους φωταγωγούς, για το τρεμάμενο φως της λάμπας, για τις θύελλες που υπάρχουν πάντα, για χάρη της θάλασσας, για τα μοναχικά δωμάτια και το χρώμα του αίματος. Σ΄ αυτά και μόνο πιστεύει ο προσευχητής.
Ο Δημήτρης Δημητριάδης είναι ένα απ΄ εκείνα τα πολύ καθαρά πρωινά που μας μένουν αξέχαστα. Είναι ένας που μπορεί και αλλάζει την έκβαση της μάχης. Βγαίνει στις σελίδες τις νύχτες, ανάμεσα σε καθρέφτες, χειροκροτώντας ξέφρενα το λάθος και το ποίημα. Χειροκροτώντας ξέφρενα τον ίδιο το σφυγμό σου, δηλώνοντας απερίφραστα πως μπορεί να ξοδέψει έναν ολόκληρο ουρανό για να σε δει να μάχεσαι. Τα ποιήματά του πρέπει να διαβαστούν με μια ανάσα. Η κριτική στην περίπτωση του Δημήτρη Δημητριάδη, οφείλει ν΄ ασκηθεί στον ίδιο τον αναγνώστη.
“Απέναντι”
Δημήτρης Α. Δημητριάδης
24grammata.com/ free ebook
[download]