Οδοιπορικό στη Μοζαμβίκη (2)

  Μαλλοφτη 24γραμματα 544024grammata.com/ οδοιπορικό στη Μοζαμβίκη

Οι συνεργάτες του 24grammata.com, Μανώλης Δημελλάς και Καλλιόπη Μαλλόφτη, επισκέπτονται (από 14/ 02 / 2014) τη Μοζαμβίκη για επαγγελματικούς λόγους και θα μας ενημερώνουν καθημερινά για την κατάσταση των Ελλήνων στη Μοζαμβίκη, την καθημερινότητα των Αφρικανών καθώς και  τον Πολιτισμό τους .

Αποκλειστικά στα 24grammata.com

Διαβάστε όλα τα άρθρα του 24grammata.com για το οδοιπορικό στη Μοζαμβίκη εδώ

Δεύτερη κατάθεση του οδοιπορικού

Mosambique diario 01. Κι ύστερα μιλάμε κι εμείς για φτώχεια

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς. Φωτογραφίες: Καλλιόπη Μαλλόφτη
Διαβάστε όλη την εργογραφία του Μανώλη Δημελλά  στο 24grammata.com κλικ εδώ

Το Σάββατο είναι μια σπουδαία μέρα για τη Μοζαμβίκη. Ντύνονται με τα καλά τους, στολίζονται και τρέχουν στις τελετές των γάμων.

Αν έχουν μερικά ψιλά, κλείνουν τη μια από τις δύο αίθουσες, στο πιο όμορφο κτήριο, μέσα στο κέντρο του Μαπούτο, αν πάλι δεν υπάρχουν χρήματα, τραβούν τραγουδιστά στην παραλία του ινδικού και εκεί, δίπλα στο κύμα, αλλάζουν βέρες και αιώνιους όρκους αγάπης. Είμαστε εμείς, οι Έλληνες, που τρυπώνουμε στις πιο γλυκείες, τις τρυφερές στιγμές τους. Το κτήριο που στις δύο αίθουσες του, πραγματοποιούνται οι πολιτικοί γάμοι του Μαπούτο, είναι το πασίγνωστο Ελληνικό “Αθήναιον”, κατασκευασμένο την δεκαετία του ’30 για τις πολιτιστικές ανάγκες τις πολυπληθέστατης παροικίας μας

Ο εικοσαετής εμφύλιος πέρασε το 1992, την εξουσία στους κομμουνιστές και εκείνοι με τη σειρά τους πήραν όλα τα παρατημένα κτήρια των εποίκων για τις ανάγκες του ταλαίπωρου πληθυσμού. 

Οι Έλληνες αν και δεν ακολουθούσαν τις τακτικές των Πορτογάλων, είχαν φύγει στα βιαστικά λόγω του πολέμου. Έγιναν ένα σωρό δικαστήρια, παρόλα αυτά ακόμη δεν έχει ξαναγυρίσει στα χέρια μας.

Ο τοπικός επίσκοπος, πατέρας Ιωάννης Τσαφταρίδης, μαζί με τον πρέσβη Γεράσιμο Μαρκέτο, ξεκίνησαν έναν καινούριο κύκλο αγώνων, αυτή τη φορά στοχεύουν στο θυμικό, στο συναίσθημα των Μοζαμβικάνων. Όπως φαίνεται στα πρόσωπα τους, εκεί κατανοούν και πονάνε περισσότερο. Έτσι προβάλουν την ξεκάθαρη Ελληνικότητα του κτηρίου, αφού ακόμη και οι μεγάλοι κίονες, των εισόδων, βροντοφωνάζουν την Ελλάδα! Οι ντόπιοι πάλι, το γνωρίζουν, όμως έχουν κι εκείνοι τα δίκια τους. Γενιές ολόκληρες έχουν παντρευτεί και έχουν στεφανώσει, τα παιδιά και τα εγγόνια τους μέσα στο “Αθήναιον” δεν είναι ακόμη πρόθυμοι να σβήσουν  τα χνάρια της δική τους ιστορία.

Αυτό ήταν το ευχάριστο τμήμα του ζεστού πρωινού, στη συνέχεια ταξιδέψαμε προς το βορρά, μισή ώρα από το Μαπούτο, στο προάστιο Ναντάλε, βρεθήκαμε σε ένα ορφανοτροφείο παρατημένων και φορέων του Aids παιδιών.

Μαλλοφτη 24γραμματα 5064Η επίσκεψη είχε οργανωθεί από τον Έλληνα πρόξενο, στο πλαίσιο της επίσκεψεως του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόδωρου Β,΄στη Μοζαμβίκη. Ξεκινήσαμε σε ένα μικρό κομβόι αυτοκινήτων και μας συνόδευε η αστυνομία, διαφορετικά θα χρειαζόταν πολλές ώρες, για να προσεγγίσουμε το παράπηγμα που φιλοξενούνται τα 49 παιδιά.

Όσο απομακρυνόμασταν από το Μαπούτο, τόσο οι εικόνες σκλήραιναν. Ένας πολύβουος κεντρικός δρόμος και γύρω του μια απέραντη παραγκούπολη, ότι όνομα, ότι λέξεις κι αν φορτώσεις  στους ανθρώπους, δεν καταφέρνεις να περιγράψεις πρώτα και κύρια το συναίσθημα της αντιμεταβίβασης που σου προκαλούν.

Η φτώχεια, η ανέχεια και η ανάγκη για επιβίωση εδώ έχουν ονοματεπώνυμο, ταυτότητα και περιφέρονται σκελετωμένα κάτω από τον ήλιο. Η δική μας μνήμη, σβήνει στα γρήγορα τέτοιες εικόνες, ότι φτάνει από τη μάνα Αφρική μας προκαλεί λύπη, όμως παρέα με τη λευκή θλίψη μας, μοιάζει να παράγονται και εκείνες οι εγκεφαλικές ουσίες, που διαγράφουν αναπόδραστα κάθε ξενική και κυρίως τη μαύρη τραγικότητα.

Οι Μοζαμβικάνοι είναι περήφανοι, μας βλέπουν από τα παράθυρα των αυτοκινήτων, είμαστε οι βιαστικοί λευκοί, οι περαστικοί από έναν άλλο πεινασμένο πλανήτη, που μόνο οι διαφημίσεις από τις πολυεθνικές εταιρίες αναψυκτικών, μπογιατισμένες πάνω στις παράγκες, θυμίζουν πως μοιραζόμαστε την γη.

Όλα και όλοι είναι στο δρόμο, ένα κουβάρι ψυχών ολοκληρώνει τον ορισμό της φτώχειας και προκαλεί να αμφιβάλεις πρώτα για την ανθρώπινη φύση και έπειτα για τα ανθρώπινα συστήματα που από τη γέννηση τους στα σίγουρα είναι λανθασμένα. Την χαριστική βολή δίνουν οι συζητήσεις στην δροσερή από τον κλιματισμό, ατμόσφαιρα του αυτοκινήτου. Ενώ από τα παράθυρα προσπερνάμε πρωτόγνωρα στιγμιότυπα της Μοζαμβικάνας καθημερινότητας. Ενημερωνόμαστε για τα μεγάλα κοιτάσματα από το πέτρωμα του Τανταλίτη, που χρησιμοποιείται στις πλακέτες των κινητών τηλεφώνων και στην αγορά κοστίζει περίπου 380 δολάρια το κιλό!  Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, στο ίδιο τμήμα της χώρας, πάνω από τη πόλη Μπεϊρα, ψηλά στο βορρά, που είναι και το πιο φτωχό κομμάτι της Μοζαμβίκης, βρέθηκε ακόμη και φώσφορος, αλλά το πιο σπουδαίο είναι το φυσικό αέριο που φήμες θέλουν το κοίτασμα να είναι η μεγαλύτερη ποσότητα μετά την Ρωσική. Όσο μιλάμε για το χορό των επενδύσεων και των εκατομμυρίων  που θα φθάσουν στη χώρα ασύλληπτες εικόνες από δυστυχισμένους ανθρώπους τρυπώνουν δίχως καμιά ντροπή μέσα από τα μάτια μας. Εμείς αλλιώς ορίζουμε τη φτώχεια, με άλλες λέξεις ντύνουμε τη πείνα και διαφορετικά στολίζουμε την ανέχεια.

Οι αστυνομικοί κορνάρουν νευρικά, κάνουν στο πλάι όλα τα αυτοκίνητα, είμαστε στα μέσα του μήνα και υπάρχουν ακόμη λίγα χρήματα για καύσιμα, την επόμενη βδομάδα οι περισσότεροι Μοζαμβικάνοι θα κλειδώσουν τα αυτοκίνητα, δεν έχουν άλλη επιλογή, παρά μόνο τα πόδια, για τις ατέλειωτες μετακινήσεις. Μαραγκοί, κουρείς, σιδεράδες, έμποροι και ράφτες, καταμεσής του δρόμου όλα γίνονται ένα παζάρι, ένα εμπορικό αλισβερίσι που χτίζουν οι ατέλειωτες, οι αφτιασίδωτες ανάγκες. Το μηνιάτικο ίσα που φτάνει τα 100 δολάρια, που με τη σειρά τους δε φτάνουν ούτε για μια βδομάδα. Από την άλλη οι ανάγκες που έντεχνα έχει σπρώξει η παγκόσμια αγορά, κινητά, γκάτζετ, διαδίκτυο, αγκαλιάζουν όλο και περισσότερο τον μέσο Μοζαμβικάνο. Στην αρχή είπαμε πως εμάς τους λευκούς, ίσως μας μισούν, όμως αρκετά από τα βλέμματα προδίδουν την επιθυμία να μας μοιάσουν. Σαν κι εμάς, τους Έλληνες, όταν τις περασμένες δεκαετίες πέφταμε πάνω σε κάποιον περαστικό βορειοευρωπαίο και κάναμε  όνειρα να είμασταν σαν κι αυτούς. Με τέτοιες σκέψεις, σβήνουμε στα βιαστικά τις εικόνες από τα περίχωρα του Μαπούτο.

Σε κάποιο άγνωστο, δίχως όνομα χωμάτινο δρόμο στρίβουμε αριστερά. Λακκούβες, λάσπες και πανέμορφα γουρλωμένα, απορημένα μάτια, από δεκάδες κατοίκους των σπιτιών που μοιάζουν περισσότερο με διαλυμένες παράγκες παρά με ανθρώπινες κατοικίες.

Στο ορφανοτροφείο οι συνθήκες είναι απερίγραπτες, πέντε χρόνια λειτουργίας όμως νερό δεν υπήρχε! Μια δεξαμενή ήταν το δώρο του Έλληνα πρέσβη ΓερΜαλλοφτη 24γραμματαάσιμου Μαρκέτου που ειδικεύεται σε τέτοιες κατασκευές. Στα τέσσερα δωμάτια του ορφανοτροφείου κοιμούνται 49 ορφανά παιδιά, με τα 27 από αυτά να είναι οροθετικά. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, Θεόδωρος Β’, μοίρασε δώρα τρόφιμα και παιγνίδια στα παιδιά, όμως δεν καταφέραμε να κερδίσουμε ούτε ένα χαμόγελο.

Το Aids σαρώνει και στην Μοζαμβίκη, το επίσημο ποσοστό των φορέων είναι 35%, όμως ανεπίσημα ξεπερνά το 42%! Την περασμένη δεκαετία τα προφυλακτικά που έφερναν οι διάφορες ΜΚΟ ήταν ανθεκτικά και τα χρησιμοποιούσαν για να φτιάχνουν μπάλες ποδοσφαίρου! Τότε τα απέφευγαν, θεωρούσαν στις καλύτερες περιπτώσεις, ότι είναι ανθυγιεινά, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που επαναλάμβαναν για την προκαλούμενη αρνητική μαγεία, που φέρνει η χρήση τους. Σήμερα ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της Μοζαμβίκης, κυρίως στα αστικά κέντρα, τα έχει, επιτέλους, αποδεχθεί.

Κάθε εικόνα κρύβει επιμελώς τις αλήθειες της παγκόσμιας αγοράς. Το Aids έφερε ΜΚΟ, εταιρίες και μπόλικα φάρμακα που μοίραζαν για τη θεραπεία των οροθετικών. Όμως ο καθένας από τους σωτήρες έρχεται για να κάνει πρώτα τη δουλειά του, έτσι ξεφόρτωσαν στη Μοζαμβίκη  ακόμη και φάρμακα σε σκόνη! Ευτυχώς στις αρχές του 2001 ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Ι. Λούλα, τους έχτισε ένα εργοστάσιο, για την παραγωγή των κατάλληλων φαρμάκων και για τη θεραπεία των οροθετικών. Έτσι και τα 27 οροθετικά παιδιά του ορφανοτροφείου, ακολουθούν θεραπευτική αγωγή και παρακολουθούνται από γιατρούς.

Είναι όμως δύσκολο να μην παίρνεις ένα χαμόγελο, να μην κερδίζεις ένα μικρό γέλιο από τα παιδιά. Μπορεί η ηλικία τους να μη ξεπερνά τα δάχτυλα των χεριών μας, γνωρίζουν, πόσο δύσκολα θα είναι τα χρόνια τους. Εμείς γυρίσαμε στους κλιματισμένους και προφυλαγμένους χώρους. Μπορούμε να κουβεντιάζουμε για ώρες τα μαύρα προβλήματα, ίσως κιόλας να κλάψουμε.

Ωστόσο θα σβήσουμε τη μνήμη μας πάνω στις ντόπιες συνταγές, τις καυτερές γαρίδες που είναι και από τα must της Μοζαμβίκης, ακόμα εμείς οι ξεβαμμένοι, οι λευκοί, έχουμε το πάνω χέρι…

Συνεχίζεται…