«Χακί Χαϊκού», στρατευμένη ποίηση

24grammata.com/ Σύγχρονοι Λογοτέχνες

αποκλειστικά στα 24grammata.com

Υπεύθυνος στήλης: Γιώργος Πρίμπας

Η ποιητική συλλογή «Χακί Χαϊκού», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φαρφουλά, είναι μία συλλογή ποιημάτων χαϊκού που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας των Αναστάσιου Ζαφειριάδη και Χριστόφορου Νικολάου. Χαρακτηριστικό της συλλογής είναι πως σε κανένα σημείο της δε διευκρινίζεται η πατρότητα του κάθε ποιήματος. Επειδή όμως το χαϊκού δεν είναι παρά η αποτύπωση με λέξεις μίας μόνο στιγμής/εικόνας και στο στρατό τα συναισθήματα και οι επιθυμίες είναι τόσο κοινές, αυτή η ιδιαιτερότητα της συλλογής έρχεται να το τονίσει.

Η εικονογράφηση έγινε από τον Κωνσταντίνο Τζωρτζακάκη και η επιμέλεια της συλλογής από τον Ιωάννη Παλαβό του οποίου, στη συλλογή, περιελήφθησαν τρία χαϊκού.

Από τη συλλογή αυτή που περιλαμβάνει περισσότερα από 200 χαϊκού, μετά τις συνοπτικές βιογραφίες – εργογραφίες των δύο ποιητών, παρατίθενται κατωτέρω από τρία ποιήματα από κάθε μία από τις επιμέρους ενότητες της. Να επισημάνουμε και το πολύ κατατοπιστικό γλωσσάρι με το οποίο κλείνει η συλλογή.

Ο Αναστάσιος Ζαφειριάδης γεννήθηκε το 1981 στη Θεσσαλονίκη. Είναι ορθοδοντικός. Έχει εκδώσει τα παρακάτω κόμικ άλμπουμ:
«Οι απίθανες περιπέτειες του Σπιφ και του Σπαφ» (futura, 2005),

«Ο κυρ-Κονγκ και άλλες ιστορίες…» (9η Διάσταση, 2007),

«Intra Muros» με τον Π. Χριστούλια (Ελευθεροτυπία, 2010),

«Χακί χαϊκού» (Φαρφουλάς 2010)

«Η Αράχωβα» με τον Π. Πανταζή (9η Διάσταση, 2011) και το

«Δεν είναι αυτό που νομίζεις» με τους Λ. Τσουκνίδα και Π. Πανταζή (Jemma Press, 2011).

Ο Χριστόφορος Νικολάου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Σπούδασε χημεία, βιολογία και δημοσιογραφία, αλλά έπρεπε να περιμένει το μεγάλο σχολείο του στρατού για να μάθει όλα όσα ξέρει για τη ζωή, το θάνατο και το μυστικό του καλού μπριάμ. Εργάζεται στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Η συλλογή «Χακί χαϊκού» (Φαρφουλάς, 2010) είναι η πρώτη συγγραφική του απόπειρα. (Γιώργος Πρίμπας)

Της κατάταξης.

Την πρώτη μέρα

κάθε ψάρακας πάντα

θα τη θυμάται.

 

Το της κουκέτας

αιώνιο δίλημμα:

πάνω ή κάτω;

 

Σε δύο μέρες

τα άρβυλα βρόμισαν.

Πότε πρόλαβαν;

 

Της υπηρεσίας.

Σκοπιά στην πύλη

και ο χρόνος πυκνώνει

σαν το σκοτάδι.

 

Τρίτο νούμερο˙

ο θαλαμοφύλακας

πάλι κοιμάται.

 

Στο περίπολο

πως πήγε η Πανάθα

αναρωτιέμαι.

 

Της ρουτίνας.

Ακούω κραυγές:

«Πηξ Λα Μουν» φωνάζουνε,

γελάν οι παλιοί.

 

Τζάμπα κρεβάτι

φαΐ, νερό και χέστρα

κει στο Λοχοτέλ.

 

Με ευλάβεια

κρύβω βαθιά το πορνό

κατ’ απ’ το στρώμα.

 

Της καμπάνας.

Ο φάκελός μου

του Λοχαγού δεν κάνει.

Σ.εξ. για τρεις μέρες.

(Σ.εξ: στέρηση εξόδου)

 

Με το τσιγάρο

στην πύλη τους έπιασε

ο Ταγματάρχης.

 

Για ένα κράνος

που δεν το κουβαλούσα

τώρα ‘μαι μέσα.

 

Της λούφας.

Κλείνω την πόρτα.

Στο γραφείο κοιμάμαι

να μη φαίνομαι.

 

Λουφάρει τάχα

στων σκουπιδιών τους κάδους˙

τον παίζει κρυφά.

 

 

Το κωλόβυσμα

Ο χειριστής τοστιέρας

Δεν πήρε όπλο.

 

Της άδειας.

Για μια άδεια

πάω να πω κάλαντα

στον Διοικητή.

 

Πήρα άδεια

έξω να βγω, αλλά στο

σπίτι κλείνομαι.

 

Άδεια τέρμα˙

πάλι υπηρεσία.

Πάνε τα πάρτι.

 

 

Της απολύσεως.

Μετράω αργά

πότε απολύομαι.

Στάζουν οι ώρες.

 

Μόλις χάραξα

τελευταία χαρακιά

στο τζόκεϊ μου.

 

Ονειρεύομαι;

Ή μήπως είναι μία

μεγάλη άδεια;