Ένας επίμονος υπουργικός εφιάλτης.

υπουργός24grammata.com

γράφει  ο Μανόλης  Δημελλάς

σχετικό άρθρο κλικ εδώ

Ο υπουργός είχε ξυπνήσει νευρικά, δεν είχε διάθεση για χαϊδέματα και φιλοφρονήσεις. Καθ΄οδόν, είχε ξεκινήσει κιόλας η ενημέρωση του, μάθαινε για τις συγχωνεύσεις, διάβαζε για την εξέλιξη της λίστας φαρμάκων, ενώ με το ένα αυτί άκουγε το ραδιόφωνο, δύσκολη δουλειά, άλλοι λένε πως μοιάζει με καπετάνιο, άλλοι, ίσως πιο πετυχημένα, με μαέστρο συμφωνικής ορχήστρας, κάτι να πάει στραβά χάνεται το σύμπαν, ενώ χρεώνεται όλο το λάθος, στον τύπο που κρατά την μπαγκέτα και διευθύνει.
Νέος άνθρωπος, πρώτη φορά υπουργός, όμως όλα τα χρόνια χωμένος στα κομματικά καθήκοντα, κύλησε ο καιρός και τώρα που τα καθαρά χέρια ήταν το αναγκαίο προσόν, βρήκε ρόλο και μεγάλη καρέκλα, που όμως κάθε μέρα τρίζει.
Δεν τον φόβιζε, δεν τον τρόμαζε τίποτε, έκανε την δουλειά του μακριά από βολέματα και προσωπικές σκέψεις, μπήκε στο γραφείο και σαν να ήθελε να σιγουρευτεί, όλα ήταν τοποθετημένα στη θέση τους. Στάθηκε στις τρείς φωτογραφίες, μια πρόσφατη, με τον σημερινό αρχηγό, ακόμη μια, με τη γυναίκα και τα παιδιά του και η τελευταία, ο Άγιος Συμεών, ο προστάτης των “τρελών”, που ήταν η αδυναμία του. Εκεί τα έχασε, ακόμα ένα σημάδι, η φωτογραφία του Άγιου είχε μετακινηθεί, κάποιος την ξεσήκωσε, την παράχωσε στα ράφεια της βιβλιοθήκης. Φώναξε τη γραμματέα του, αναζητούσε τον “δράστη”, ενώ παράλληλα επανέφερε τον μισοπάλαβο Άγιο στην αρχική του θέση. Παρήγγειλε ένα καφέ και έπιασε την αλληλογραφία, πλησίαζαν οι μέρες που η τρόϊκα θα ξ ανασκάλιζε το υπουργείο του, αλλά δεν φοβόταν, ήταν έτοιμος να δείξει δουλειά και επιτυχίες.
Τι σου είναι το άτιμο κεφάλι μας, δεν έλεγε να κατεβάσει το πρωινό όνειρο από την συνεχή προβολή μέσα στην οθόνη του μυαλού.
Εκεί, μέσα στο υπουργικό γραφείο, είχε έρθει λέει ο Άγιος Συμεών, ήταν μια κανονισμένη συνάντηση, όχι τυπική, αλλά είχε κόσμο και ντουνιά, ο Άγιος έκανε παρατηρήσεις και παράπονα, οι δημοσιογράφοι κατέγραφαν, ενώ  ο ίδιος, πάλευε, προσπαθούσε να δικαιολογηθεί. Με τους υγιείς, με εκείνους που λέμε πως είναι στα καλά τους, έχουν τη λογική να καταλάβουν, βοηθά η αντίληψη τους να βάλουν σε μια τάξη, σε μια σειρά, τα αλλεπάλληλα χτυπήματα, εκείνες τις αλλαγές που φτιάχνουν τον καινούριο κόσμο. Όμως με τους ιδιαίτερους, με εκείνους που βλέπουν αλλιώς, διαφορετικά χρώματα, μυρίζουν άλλα αρώματα και οι λέξεις έχουν άλλο χνάρι στο μυαλό, αυτοί έχουν ανάγκη από φροντίδα, επέμενε ο γέρος Άγιος, υποφέρουν εκείνοι που δεν έχουν το ίδιο μέτρο ηθικής και λογικής, οι διαφορετικοί θέλουν προστασία.
Υπουργέ, ρίξε μια ματιά τριγύρω, επαναλάμβανε ο Άγιος,
κατάθλιψη και αυτοκτονίες είναι η μόδα της εποχής, παντού, όλος ο κόσμος υποφέρει, όμως κάτι κάνει, κάπως στέκεται, φέρνει το σκεπασμένο, κρυμμένο θέμα, στο τραπέζι και το κόβει, το επικοινωνεί και το κάνει αυτόματα λέξεις, που είναι πάντα πιο μικρές, πιο βολικές από τα χαμένα, κρυμμένα συναισθήματα.
Ήρθε ο αχνιστός καφές του υπουργού, άνοιξαν και φαρδιά ντοσιέ με τα χρωματιστά σχεδιαγράμματα και τις αλλαγές να γίνονται πράξη. Το θέμα ήταν οι επίορκοι, ποιοι και πως θα φύγουν, να τελειώσει αυτό το παραμύθι, να μείνουν οι καλοί και να φύγουν οι κακοί, οι υπάλληλοι που αμάρτησαν δεν έχουν θέση σε κανένα παράδεισο,
Ξεχάστηκε με τους αριθμούς, δεν χωρούσαν πουθενά οι οριακοί, εκείνοι που πατούν στα ίδια πεζοδρόμια, αλλά βλέπουν αλλιώς τις σπασμένες πλάκες.
Έφυγαν οι σύμβουλοι από το γραφείο, έφυγαν οι επικοινωνιολόγοι και το γραφείο τύπου του υπουργείου, έμεινε μοναχός, σε λίγο θα είχε ένα νέο γύρο σχεδιασμών και επανακαθορισμών των στόχων, είχε και εκείνον τον Άγιο Συμεών, να του ζαλίζει τον έρωτα με τους παρατημένους οριακούς, τους φανερούς και τους κρυφούς ψυχασθενείς.
Άρπαξε τη φωτογραφία από το τραπέζι και την παράχωσε, ανάμεσα σε χοντρά βιβλία, μιας από καιρό, ξεπερασμένης εγκυκλοπαίδειας, μεγάλους, χοντρούς τόμους, όλο μπλε, κοτσομένα εξώφυλλα με χρυσά γράμματα, δεν ήταν η γνώση που έκρυβε, ήταν που όταν ο υπουργός έβγαινε στα κανάλια, τα βιβλία ήταν το φόντο, τα γράμματα έκαναν καλά τη δουλειά τους, αφού κάνα-δυό φορές του είχαν πει για το γραφείο που έμοιαζε με στούντιο. Εκεί, ο Άγιος χωμένος, θα πάψει να μιλά, δεν υπάρχουν χρόνοι και στιγμές για αρρώστιες του μυαλού, πρώτα οι ζωντανοί ψηφοφόροι, αυτοί που καίγονται και το καταλαβαίνουν, εκείνοι που δεν νιώθουν, είναι καλύτερα κάπου να τερματίζουν.
Ανόητα όνειρα, τέρμα με τα βραδινά δείπνα και τα γλυκά, όσο για Άγιους, εκείνους που βγαίνουν στη γύρα παριστάνοντας τους προστάτες, ας βρουν άλλα κορόιδα, για να ανάβουν καντήλια και να θυμιατίζουν, άκου παράδεισος και κόλαση, σαχλαμάρες όλα είναι εδώ, έπιασε τον εαυτό του να μονολογεί και να ιδρώνει, αυτό το κλιματιστικό του υπουργείου, το ρημάδι είναι σχεδόν πάντα χαλασμένο.