Ένα καινούριο, και καθ’ όλα μερακλίδικο, βιβλίο – δίσκος.

ΣΑΒΒΌΠΟΥΛΟς 24ΓΡΑΜΜΑΤΑ24grammata.com/ τραγούδι ρεμπέτικο

Δείτε, επίσης τη μοναδική συλλογή του 24grammata.com σχετικά με το ρεμπέτικο και τη λαϊκή μουσική κλικ εδώ

Ο Πάνος Σαββόπουλος γράφει για το μοναδικό Βιβλίο – Δίσκο (με εκτελέσεις, που ακούγονται για πρώτη φορά, παγκοσμίως): “ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΜΠΟΥΡΑ ΣΤΟ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ”
Η Ιστορία και η Εξέλιξη του Μπουζουκιού και οι Πρώτες του Ηχογραφήσεις (1926 – 1932). Έκδοση Orpheumphonograph, Απρίλιος 2013

«Όποιος δεν είναι μερακλής, πρέπει για να πεθάνει
γιατί στον κόσμο τούτονε, μόνο τον τόπο πιάνει»
ΜΠΑΛΟΣ ΜΑΤΖΟΡΕ ΜΑΝΕΣ
Α. Νταλγκάς, 1929

γράφει ο Πάνος Σαββόπουλος

Κουρουσης 24γραμματαΠραγματικά, πρόκειται για ένα βιβλίο-δίσκο που ξεχειλίζει από μεράκια, αφού περιέχει μερακλίδικα ρεμπέτικα τραγούδια, τα οποία ερμήνευσαν μερακλήδες (μη επαγγελματίες, ως επί το πλείστον…), τα έφεραν, τώρα, στο φως μερακλήδες ιχνηλάτες (συγγραφέας και εκδότες) και το οποίο απευθύνεται, ωσαύτως, σε μερακλήδες.
Και όχι! Όχι, δεν θα περίμενε κανείς να πραγματοποιήσει μια τέτοια έκδοση ένας φορέας πολιτισμού της Ελλάδας, αφού δεν μάς το έχει συνηθίσει ποτέ ως τώρα. Τούς μάθαμε καλά πια. (Κι αν υπάρχει και καμιά εξαίρεση, κάποιου «ημέτερου» ή «μεγάλου», έστω κι έτσι, απλά επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός. Και οι …τοιούτοι (ίσως και …κυριολεκτικώς) φορείς, επιχορηγούνται με τα χρήματα (συγνώμη που θα το πω …μαλλιαρά και λαϊκίστικα) του λαού (γιατί, δηλαδή, αν έλεγα του … – βάλτε εσείς ένα επίθετο – κοσμάκη, θα ‘τανε προτιμότερο;). Αφήστε πια που, σ’ αυτούς τους φορείς, κανοναρχούν άτομα άσχετα με τον πολιτισμό, αφού τα προσόντα που απαιτούνται για τέτοια πόστα είναι κυρίως: φίλοι, κομματόσκυλα, «κηπουροί», «γλείφτες», ετσέτερα… που έλεγον και οι …αρχαίοι υμών προγόνοι. Δες τε ονόματα μετά από τη χούντα και πάρτε και καμιά …ασπιρίνη, ίσως γερμανική, για ασφάλεια.
Τα λέω όλα αυτά, για να τονίσω το κατόρθωμα που, τελικά, πέτυχαν ο Σταύρος Κουρούσης και ο Κώστας Κοπανιτσάνος, με τα πολύ περιορισμένα οικονομικά δεδομένα τους. Ευτυχώς που υπάρχουν πάντα και οι ευαίσθητοι φίλοι και «στέκονται» όταν λάχει.
Τα λέω επίσης αυτά, για να σάς συστήσω, και αν μού επιτρέπετε να σάς παρακαλέσω, να μην επιδοθείτε σε οποιοδήποτε (σίγουρα αγνότατο και δεν αμφιβάλλω ούτε στο ελάχιστο…) «klopyright» του βιβλίου ή του δίσκου, αφού οι δημιουργοί του, βασικά, ενδιαφέρονται να εισπράξουν ό,τι έβαλαν και να επιστρέψουν τα δανεικά, ώστε να προχωρήσουν στην επόμενη έκδοση και μετά στη μεθ’ επόμενη κ.ο.κ. Και σάς βεβαιώνω ότι έχουν πολύ και ιδιαίτερα πρωτότυπο υλικό να μάς χαρίσουν. Περισσότερο απευθύνομαι σ’ όλα αυτά τα ευαίσθητα «παιδιά» του διαδικτύου, τα οποία με πολλούς τρόπους βοήθησαν να προβληθεί το ρεμπέτικο, ακόμα και κάποιες φορές …ψιλοπαράνομα. (Τώρα, βέβαια, θα μού πείτε «τι ψιλοπαράνομα μάς λες, δίπλα στις μεγαλοαπατεωνιές του …μπουρδέλου; Και, φυσικά, θ’ απαντήσω «έχετε δίκιο»). Τα ευαίσθητα «παιδιά», λοιπόν, που πάνω στη λαχτάρα τους για κάτι καινούριο που κυκλοφόρησε και τα ενθουσίασε, το «προσφέρουν» αμέσως στο κοινό του διαδικτύου, χωρίς να υπολογίσουν ότι έτσι εμποδίζουν να κυκλοφορήσουν κι άλλα …ενθουσιαστικά και …λαχταριστά! Κι αυτό, με την ευκαιρία, μού θυμίζει (κάπως) τους άλλους ευαίσθητους και σαφώς δίκαια αγανακτισμένους, αυτούς του …κινήματος «Δεν πληρώνω…», γιατί τελικά ό,τι δεν πληρώνουν αυτοί, το πληρώνουν οι «φουκαράδες» με τις κομμένες συντάξεις και μισθούς, αφού ό,τι «Δεν πληρώνεται», καταβάλλεται απαραίτητα από το κράτος λόγω συμβάσεων. Και, ξανά με την ευκαιρία, ούτε σωστό βρίσκω εκείνο το «Τα τραγούδια είναι του λαού… και πρέπει να τα «κρεμάμε» στο διαδίκτυο…». Γιατί κι αν ακόμα υποθέσουμε, με ένα σωρό (έωλες) παραδοχές ότι όντως είναι του …λαού (αν έλεγε κάποιος ότι είναι των ρεμπέτηδων και μόνο, κάπως τρώγεται…), τελικά ο …φορέας τον τραγουδιών, ήγουν οι ίδιοι οι δίσκοι (το …υλικό, να πούμε), ανήκουν σ’ αυτούς που τους αγόρασαν, πληρώνοντας, συχνά, πανάκριβα και όχι σε κάποιον απροσδιόριστο …λαό, όστις συν τοις άλλοις ψηφίζει και ότι ψηφίζει… σαν …ας μην το πω. Και ρωτήστε, για να σάς πουνε σχετικά, αυτούς που με στερήσεις αγοράζουν παλιούς δίσκους ή και γενικότερα παλιό υλικό αξίας. Ρωτήστε, για παράδειγμα, τον Charles Howard που πλήρωσε ένα …μισθό ευρώα για να αγοράσει το σπανιότατο δίσκο «ΣΤΟΥ ΜΠΕΖΕΣΤΕΝΗ ΤΗΝ ΑΥΛΗ» ή τον Ηλία Μπαρούνη που έδωσε 5 τενεκέδες εξαιρετικό λάδι, για να αποκτήσει τον, επίσης σπανιότατο δίσκο, «ΤΑ ΔΙΣΤΙΧΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ».
Περαίνων, επ’ αυτού: Αγοράστε το βιβλίο-δίσκο, και διαδώστε το όπως τού αξίζει, ώστε να βοηθήσετε να δούμε σύντομα κι άλλα ωραία από τον Σταύρο και τον Κώστα.
Στο «ψητό» τώρα.
Δε θα ασχοληθώ, εδώ, με τα περιεχόμενα του βιβλίου και του δίσκου, γιατί υπάρχει σχετικό κατατοπιστικό Δελτίο Τύπου από τους εκδότες και προτιμώ να κάνω κάποιες ειδικότερες προσεγγίσεις και παρατηρήσεις.
Το βιβλίο-δίσκος, ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΜΠΟΥΡΑ ΣΤΟ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ, απευθύνεται, ως ελέχθη, σε κάθε μερακλή, καθημερινό άνθρωπο. Όμως έχει πρωτοτυπίες και εκπλήξεις, οι οποίες δεν απευθύνονται οπωσδήποτε σε κάθε τέτοιον άνθρωπο και που ούτε καν τις βλέπουμε σε ανάλογα βιβλία, ακόμα και έμπειρων και πολυγράφων συγγραφέων του είδους. Αναφέρομαι στα εξής:
1. Τις επτά σελίδες με ακριβείς μετρήσεις, κατασκευαστικές λεπτομέρειες και εκτιμήσεις λειτουργικές των δύο, «ιερών» πια, οργάνων του Γιουβάν Τσαούς – Ιωάννη Εϊτζιρίδη, μαζί με καίριες διευκρινιστικές φωτογραφίες.
Φαντάζεστε, νομίζω, τη χρησιμότητα του κεφαλαίου αυτού, αν κάποιος μαθητής σε μια σχολή οργανοποιίας, επιθυμήσει να κατασκευάσει ένα από τα όργανα αυτά ας πούμε σαν πτυχιακή εργασία. Σκεφθείτε, πάντως, και την περίπτωση να αρχίσουν να τα παραγγέλνουν τα όργανα του Γιουβάν Τσαούς και επαγγελματίες του είδους και να τα χρησιμοποιούν κατά το δοκούν, αφού υπάρχουν κατασκευαστές που θα μπορούν να τα κάνουν, βάσει αυτών των πληροφοριών.
2. Τις τέσσερις σελίδες με τα κουρδίσματα (ντουζένια) του ταμπουρά και του μπουζουκιού, με όλες τις λεπτομέρειες και τις ποικιλίες τους.
Πρόκειται για πολύ χρήσιμη εργασία για όλους του «ψαγμένους» (τονίζω το …ψαγμένους) επαγγελματίες μουσικούς του ρεμπέτικου, αλλά και τους ερασιτέχνες «εραστές» του είδους. Και να σάς πω, τώρα, ότι κάποια φορά που ήθελα να κάνω μια εκπομπή για τα «ντουζένια» στην πολύπαθη (και …πονηροτάτη) ΕΡΤ και έψαχνα να βρω γνώστες (που σίγουρα υπάρχουν), δεν βρήκα αυτά που ήθελα και τελικά δεν έκανα την εκπομπή.
Έτσι για …γούστο, να σάς πω ότι και στα, παράλληλου «βίου» με τα ρεμπέτικα, μπλουζ είχαμε «ντουζένια», όταν μερικές φορές άλλαζε το κούρδισμα μιας χορδής της κιθάρας. Π.χ. η μπάσο μι να χαμήλωνε σε ρε. Ο αντίστοιχος όρος του «ντουζένια» ήταν «crossed note» (σταυρωτή νότα). Και τα κουρδίσματα αυτά είχαν ονομασίες (όπως και των ρεμπέτικων): «ισπανικό», «χαβανέζικο», «σεβαστούπολης» κ.λ.π. (κατά το «συριανό», «αραπιέν» κ.λ.π.) που πιθανά υποδείκνυαν την προέλευση ή την περιοχή χρήσης τους.
3. Το ότι επί τέλους κυκλοφορούν, και μάλιστα κατευθείαν από τη «μήτρα» τους (και χωρίς ηχητικές παρεμβάσεις) οι «δεύτερες» ηχογραφήσεις σπουδαίων τραγουδιών (αριθ. 1, 6 και 16 του δίσκου), καθώς και τραγουδιών που δεν τύπωσε ποτέ η εταιρεία (αριθ. 3, 4, 7, 8, 12, και 13) κι έτσι μαθαίνουμε μυστικά και συνήθειες των τότε εταιρειών, αλλά και για την ερμηνευτική συμπεριφορά των μουσικών. Φανταστείτε, ότι καμία από τις «παράλληλες» ηχογραφήσεις που περιέχονται στο δίσκο, δεν μοιάζει με το «ταίρι» της. Κάτι που αποδεικνύει ότι οι ερασιτέχνες (κυρίως) ερμηνευτές του ρεμπέτικου (οργανοπαίχτες και τραγουδιστές), ζούσαν απόλυτα τη στιγμή της …ιερουργίας τους. Επίσης, κάτι που επιβεβαιώνει αυτό που τονίζει ο συγγραφέας του βιβλίου στη σελ. 16, «Ο αυτοσχεδιασμός, αποτελεί βασικό στοιχείο της λαϊκής δημιουργίας». 
Οι εν λόγω ηχογραφήσεις κοιμόντουσαν για πολλά χρόνια σε κάποια «συλλεκτικά» συρτάρια. Μάλιστα, θα μαντέψω, ότι κοιμόντουσαν με πείσμα και δεν εκδίδονταν για να τα απολαύσουμε όλοι. Ούτε και υπήρχε «σχεδιασμός» έκδοσης τους, για να υποθέσουμε ότι ο κάτοχος του «συρταρίου» (Α, ρε, «γενικές» – τις γραμματικές πτώσεις εννοώ -, της ελληνικής γλώσσας, …κουφάλες), λέω, λοιπόν, ο κάτοχος του «συρταρίου» να …ανέμενε την ολοκλήρωσιν μελέτης ΤΟΥ τινός. Να με συμπαθάτε, αλλά εγώ αυτό το ονομάζω …διαταραχή «συλελκτική». Να με συμπαθάτε και πάλι. Οπότε Σταύρο, που ‘ριξες και την πολλή δουλειά κι έφαγες όλη τη «βρομιά» του ψαξίματος, σε ευχαριστούμε από καρδιάς.
4. Το ότι το βιβλίο – δίσκος κοσμείται με φωτογραφικό υλικό, κάποιο από το οποίο δεν είχαμε ξαναδεί, και ότι το υλικό αυτό έχει άμεση σχέση με τα κείμενα. Κι απ’ ότι πρόσεξα, δε μπήκαν φωτογραφίες έτσι για να «στολίσουν» τις σελίδες (και να δημιουργούν και σύγχυση, από πάνω), όπως βλέπουμε συχνά σε τέτοια βιβλία. Και να αναρωτιέται μετά ο αναγνώστης «καλά αυτές οι φωτογραφίες γιατί είναι εδώ;». και να μην παίρνει την απάντηση «για να δείξει, ο …ξυγγραφεύς, ότι διαθέτει πλούσιον αρχείον φωτογραφικόν…»
ΥΓ-1. Θα συνιστούσα, πρώτα να διαβαστεί καλά το βιβλίο και μετά να ακουστεί ο δίσκος.
ΥΓ-2. Ελπίζω, να μη βρεθεί κάνας σκατόψυχος ζηλιάρης και αρχίσει να κάνει κριτική επισημαίνοντας μόνο τυχόν μικρές αβλεψίες, αντί να επαινέσει και να ευχαριστήσει γι’ αυτά που έμαθε και άκουσε για πρώτη φορά. Ελπίζω…
ΥΓ-2. Ευτυχώς που δεν ασχολήθηκε με το θέμα κάποιος πολυπράγμων «βαρετικός» (Α! Καλοί μου Γύφτοι – το γάμα με κεφαλαίο παρακαλώ, όπως ακριβώς Γάλλος, Γεωργιανός, κ.λ.π. – τι ωραία που τα λέτε!), λέω, λοιπόν, κάποιος πολυπράγμων «βαρετικός» πανεπιστημιακός, γιατί τότε θα «τρώγαμε» σίγουρα, σαν αποτέλεσμα, σκατιά «πανεπιστημιακού» «ανατομείου». (Α! Και …«νεκροτομείου» μού κάνει, δε με κόφτει).

Καλή απόλαυση και καλό σας καλοκαίρι.
Πάνος Σαββόπουλος
Ιούνιος, 2013