Αναζητώντας το ελληνικό ισοδύναμο του αγγλικού όρου “sustainabledebt”

24grammata.com/ από τη ζωή των λέξεων

 Μια επίκαιρη πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρείας Ορολογίας

γράφει η Νικολέττα Τσιτσανούδη – Μαλλίδη Λέκτορας Ελληνικής Γλώσσας και Γλωσσολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Ένα πολύ ενδιαφέρον μήνυμα λάβαμε αυτές τις ημέρες στον υπολογιστή μας όσοι είμαστε μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ). Ο διαρκώς επιστημονικά ανήσυχος και δημιουργικός Πρόεδρος της Εταιρείας κ. Κ. Βαλεοντής μας ενημέρωσε ότι σε πρόσφατη συνεδρίαση του Γενικού Επιστημονικού Συμβουλίου της ΕΛΕΤΟ συζητήθηκε ο ελληνικός όρος βιώσιμο χρέος που χρησιμοποιείται τελευταία ως ισοδύναμος ελληνικός του αγγλικού όρου sustainabledebt. Και υπέβαλε στην κρίση του κάθε μέλους το σχετικό ορολογικό προβληματισμό, θέτοντας πιο συγκεκριμένα το ερώτημα της καταλληλότητας ή μη του υπόψη ελληνικού όρου και της επιλογής ενδεχομένως άλλου καταλληλότερου όρου. Πρόκειται για μια επίκαιρη και ιδιαίτερη πρωτοβουλία της ΕΛΕΤΟ και του Κ. Βαλεοντή με καταληκτική προθεσμία την 21-4-12. Όσα μέλη της ΕΛΕΤΟ επιθυμούν μπορούν να απαντήσουν ηλεκτρονικά (valeonti@otenet.gr) ή τηλεφωνικά (τηλ. 6974321009) στα κρίσιμα ορολογικά ζητήματα που τίθενται. Μάλιστα, μετά τη λήξη της προθεσμίας και την συγκέντρωση όλων των απαντήσεων, θα διατυπωθεί η οριστική πρόταση του ΓΕΣΥ. Πιο αναλυτικά, θα σας μεταφέρουμε τον προβληματισμό της ΕΛΕΤΟ, έτσι όπως διατυπώνεται στο σχετικό κάλεσμα/ πρόκληση σε σκέψη του Προέδρου της Εταιρείας.

Καταρχάς, παρουσιάζεται ο ορισμός της έννοιας από τη Βικιπαίδεια, όπου μπορεί κανείς να ανατρέξει σε πρώτη φάση στο http://en.wikipedia.org/wiki/External_debt.

sustainable debt is the level of debt which allows a debtor country to meet its current and future debt service obligations in full, without recourse to further debt relief or rescheduling, avoiding accumulation of arrears, while allowing an acceptable level of economic growth. (UNCTAD1/UNDP2, 1996).

Δηλαδή, sustainabledebt: χρέος (ύψος χρέους) που επιτρέπει στην χρεώστρια χώρα να εκπληρώνει τις τρέχουσες και μελλοντικές υποχρεώσεις της για την πλήρη εξυπηρέτησή του, χωρίς προσφυγή σε περαιτέρω ελάφρυνση ή αναδιάρθρωση του χρέους και αποφεύγοντας συσσώρευση των οφειλών, επιτρέποντας ταυτόχρονα στη χώρα αποδεκτό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης.

Στη συνέχεια, αναλύεται ο αγγλικός όρος sustainable debt.

Ο όρος είναι διλεκτικός και ανήκει στην ορολογική κατηγορία προσδιοριστικό συνθετικό – προσδιοριζόμενο συνθετικό. Η λέξη sustainable (προσδιοριστικό συνθετικό) είναι παράγωγο του μεταβατικού ρήματος:sustainπου θα μπορούσε να έχει μία από τις παρακάτω σημασίες (από το λεξικό WebstersRandomHouse): sustain, v.t.

1. to support, hold, or bear up from below; bear the weight of, as a structure.

2. to bear (a burden, charge, etc.).

3. to undergo, experience, or suffer (injury, loss, etc.); endure without giving way or yielding.

4. to keep (a person, the mind, the spirits, etc.) from giving way, as under trial or affliction.

5. to keep up or keep going, as an action or process: to sustain a conversation.

6. to supply with food, drink, and other necessities of life.

7. to provide for (an institution or the like) by furnishing means or funds.

8. to support (a cause or the like) by aid or approval.

9. to uphold as valid, just, or correct, as a claim or the person making it: The judge sustained the lawyer’s objection.

10. to confirm or corroborate, as a statement: Further investigation sustained my suspicions.

[1250–1300; ME suste(i)nen < AF sustenir, OF < L sustinre to uphold, equiv. to sus- SUS– + -tinre, comb. form of tenre to hold]

sustainable, adj.

sustainabili·ty, n.

sustainedly adv.

sustainingly, adv.

sustainment, n.

Syn. 1. carry. See support. 3. bear. 5. maintain

Σύμφωνα με τον ορισμό της έννοιας, οι δυνατές σημασίες του προσδιοριστικού sustainable αντιστοιχούν στις σημασίες 2 ή 3 του ρήματος sustainπου δίνει το λεξικό (bear (υπο)φέρω, undergo υφίσταμαι, υποφέρω, αντέχω).

Ακολουθεί η ανάλυση του ελληνικού όρου βιώσιμο χρέος. Ο όρος είναι επίσης διλεκτικός και ανήκει στην ορολογική κατηγορία προσδιοριστικό συνθετικό – προσδιοριζόμενο συνθετικό. Δηλαδή έχει εφαρμοστεί ο Αναλογικός Κανόνας και ως προσδιοριστικό συνθετικό ισοδύναμο του sustainable έχει επιλεγεί το επίθετο βιώσιμος.

Ας δούμε το επίθετο αυτό μέσα από τέσσερα ελληνικά λεξικά.

ΛΚΝ (Ιδρ. Τριανταφυλλίδη)

βιώσιμος -η -ο [viósimos] E5 : 1. που έχει πιθανότητες, δυνατότητες να επιζήσει: Tα πολύ πρόωρα βρέφη συχνά δεν είναι βιώσιμα. 2. (μτφ.) α. που έχει τη δυνατότητα να επιβιώσει κυρίως οικονομικά: H επιχείρηση είναι βιώσιμη. β. που μπορεί να διαρκέσει: H βουλή δεν μπόρεσε να δώσει βιώσιμη κυβέρνηση. [λόγ. < ελνστ. βιώσιμος, αρχ. σημ.: `(ο χρόνος) που έχει για να ζήσει κανείς΄]

ΛΝΕΓ (Γ. Μπαμπινιώτη)

βιώσιμος, -η, -ο αυτός που έχει τη δυνατότητα ή μεγάλες πιθανότητες να επιζήσει, να επιβιώσει (συνήθ. μτφ.) αυτός που μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει σε καλή κατάσταση: θα ενισχυθούν οι βιώσιμες επιχειρήσεις || ~ κυβέρνηση || πρέπει να βρεθεί μια ~ και δίκαιη λύση για το Κυπριακό ΑΝΤ (κυρ. για επιχειρήσεις) προβληματικός

ΜΕΛ (Μείζον, Τεγόπουλου – Φυτράκη)

βιώσιμος, -η, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που μπορεί να ζήσει, να επιβιώσει: η κυβέρνηση δε θεωρείται βιώσιμη

ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ (Δ. Δημητράκου)

βιώσιμος, 1 ο δυνάμενος ή άξιος να ζήση, 2 επί του χρόνου, όν πρέπει να διέλθη τις εν ζωή, 3 επί προσώπων και ιδίως βρεφών, ο εμφανίζων πιθανότητας ότι θα ζήση, ο περί ού υπάρχουσιν ελπίδες ότι θα ζήση

Από το τελευταίο λεξικό (Δ. Δημητράκου) παίρνουμε και τους ακόλουθους δύο ορισμούς

βιωτός όν δύναταί τις να ζήση, ο άξιος ίνα ζήση τις αυτόν

αβίωτος όν δεν δύναταί τις να ζήση, δυστυχής, αφόρητο

4. Σχολιασμός

Ο όρος βιώσιμο χρέος, σε πρώτο άκουσμα, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι σημαίνει «χρέος που μπορεί να το βιώσει κανένας, που μπορεί να ζήσει κανένας με αυτό». Και θα είχε τότε ένα θετικό μήνυμα για τον οφειλέτη. Και τα τέσσερα ελληνικά λεξικά, όμως, δεν δίνουν τέτοια σημασία στο επίθετο βιώσιμος. Άρα αυτός που «επιβιώνει» είναι το ίδιο το χρέος. Δηλαδή, δεν ενδιαφέρει πώς θα το βιώσει το χρέος η χώρα και οι πολίτες της, αλλά πώς το χρέος θα «ζει και θα βασιλεύει» (επαυξανόμενο φυσικά με τους τόκους του). Η έγνοια, δηλαδή, είναι πώς θα διατηρηθεί στη ζωή το χρέος… Δηλαδή, ας γίνει βιώσιμο το χρέος και ας μας γίνει ο βίος αβίωτος! Έ, μάλλον δεν είναι έτσι!

Ο αγγλικός όρος sustainabledebt είναι (σημασίες 2 και 3) «ανθρωπινότερος». Είναι υποφερτό χρέος ή και αντιμετωπίσιμο χρέος (που μπορεί να το υποφέρει ή να το αντιμετωπίσει κανένας), δηλαδή βιωτό χρέος.

5. Πρόταση

Αγγλικός όρος

Ορισμός/περιγραφή της έννοιας

Ελληνικός ισοδύναμος όρος

Ερώτηση

Απάντηση του μέλους

sustainabledebt

χρέος (ύψος χρέους) που επιτρέπει στην χρεώστρια χώρα να εκπληρώνει τις τρέχουσες και μελλοντικές υποχρεώσεις της για την πλήρη εξυπηρέτησή του, χωρίς προσφυγή σε περαιτέρω ελάφρυνση ή αναδιάρθρωση του χρέους και αποφεύγοντας συσσώρευση των οφειλών, επιτρέποντάς ταυτόχρονα στη χώρα αποδεκτό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης

βιώσιμο χρέος ή

βιωτό χρέος,

υποφερτό χρέος,

αντιμετωπίσιμο χρέος

εξυπηρετήσιμο χρέος ή
– άλλο (και ποιο);

Ολοκληρώνοντας το κείμενο αυτό να ευχαριστήσουμε θερμά τον Πρόεδρο της ΕΛΕΤΟ κ. Κ. Βαλεοντή όχι μόνο για την πρόσκληση συμμετοχής στη συγκεκριμένη ψηφοφορία, αλλά και για την άδειά του να διακινήσουμε στη δημόσια σφαίρα την σημαντική αυτή πρωτοβουλία.

1 UNCTAD: United Nations Conference on Trade and Development

2 UNDP: United Nations Development Programme