Α. Γκίνσμπεργκ, δίχως προσευχή

Ουρλιαχτό του Γκίνσμπεργκ 24γραμματαpg24grammata.com/Αμερική (αφιέρωμα  εν προόδω)

Εξερευνώντας την “Ωραία Αμερική” (25η στάση, αφιέρωμα εν προόδω)

έχουν  προηγηθεί κλικ εδώ

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Ο Απόστολος Θηβαίος θα είναι ο οδηγός και ο ξεναγός μας σε αυτό το πανέμορφο ταξίδι στην Αμερική του ωραίου, του έρωτα και της φαντασίας.

 

ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΤΕΡΥ ΩΣ ΤΟ ΑΓΙΟ ΜΠΡΟΝΞ

Νύχτα μπαίναμε στο Σαν Φραντσίσκο. Έτσι ξαφνικά άναψαν τα φώτα στο δρόμο, θολά νέον στο βάθος του ορίζοντα που κάτι σήμαιναν. Ανεβαίνοντας ανάποδα το ρεύμα των ποιημάτων, με τις λιγοστές μας ελπίδες συγκεντρωμένες στ΄αμφιθέατρα της πόλης, τους δρόμους, παντού σε μια αλλιώτικη διαδήλωση, φτιάχνοντας συνθήματα απ΄το τίποτε. Και τότε ήταν που φάνηκες ξαφνικά πάνω στην γέφυρα μιας πόλης χρυσής χαρίζοντας με μια κίνηση όλα σου τα ποιήματα για πάντα στους ανέμους. Πίσω σου τα ρολόγια που μετρούν αδιάκοπα, καταπίνοντας χρόνια μίλια. Η φωνή σου έχει χαθεί τώρα μες στους θορύβους. Κανένας δεν ακούγεται σ΄αυτήν την πολιτεία και ίσως γι΄αυτό έτσι απατηλά κοιταζόμαστε στις τυχαίες διασταυρώσεις μας. Μια μέρα θα φθάσω ως εκεί. Θα κατορθώσω να φθάσω ως εκεί που οι στίχοι και τα χέρια ελεύθερα γεννούν τις ιδέες και την αίσθηση. Να δώσω μια όπως ο Καρούζος, κοιτώντας πέρα απ΄τα κιγκλιδώματα, εκεί που λάμπει λέει η ελευθερία.

ϗ

Το Ουρλιαχτό του Γκίνσμπεργκ δεν ακούγεται σε καμιά συχνότητα πια. Αυτή η ατμόσφαιρα, αυτή η εποχή αν θέλετε, ολοκληρώθηκε. Διέγραψε έναν πλήρη κύκλο και καταχωρήθηκε για πάντα με μια αξία αναμνηστική. Εκείνο το πνεύμα, η δυναμική και ο ηλεκτρισμός της εποχής σε μια απ΄τις πολλές, αποφασιστικές στροφές που κρύβει ένας αιώνας, αποτυπώνεται σήμερα σ΄όλη την καλλιτεχνική δραστηριότητα της Αμερικής. Καλλιτέχνες ανένταχτοι, έχοντας τα νώτα τους στραμμένα στην πρωτοπορία και μόνο, διαμορφώνουν ήδη από τη δεκαετία του 1950 ένα άλλο καλλιτεχνικό κλίμα που ακόμη και η αντικομουνιστική προπαγάνδα δεν κατόρθωσε να τιθασεύσει. Το Ουρλιαχτό του Γκίνσμπεργκ αφορά το σύνολο του σύγχρονου κόσμου, συνιστά ένα είδος συλλογικής εκφοράς για το λεγόμενο, δυτικό κόσμο. Η παρέα του ποιητή, πρόσωπα κλειδιά στην αμερικανική λογοτεχνία, ενσωματώνουν ένα νέο πρότυπο καλλιτέχνη αλλά και δημιουργίας. Ο Τζακ Κέρουακ περνά στο στυγνό, εσωτερικό ρεαλισμό, αν υπήρξε ποτέ τέτοιος όρος για να περιγράψει τους φωτισμούς στα μέσα δωμάτια, έχοντας γυρέψει χέρια γέφυρες, έχοντας αναγνωρίσει το αρχαίο ποτάμι που κυλά κάτω απ΄τα πόδια μας και κάποτε θα μας περιέχει. Απομόνωση, δημιουργία και μια ροπή προς τις ινδουιστικές, θεολογικές προτάσεις και την εναλλακτική σχέση του προσώπου με το περιβάλλον του θα μεσολαβήσουν πριν ο Κέρουακ καταγράψει στην Μάγκι Κάσιντυ την αποκλεισμένη Αμερική, το μεγάλο χωνευτήρι των ευκαιριών. Μπάροους και Γκίνσμπεργκ συμπληρώνουν τον βασικό πυρήνα των πλέον, εμβληματικών προσωπικοτήτων μιας γενιάς που οι λάτρεις των καταλόγων την αποκαλούν μπητ.

Εδώ ο όρος θα ερμηνευθεί κυριολεκτικά ως χτύπος, σημαδεύοντας για πάντα την καταγωγή της τέχνης, της ζωής και της νόησης. Ανάμεσα σ΄αυτά τα πρόσωπα ο Α. Γκίνσμπεργκ θα προσωποποιήσει την αμερικανική πρωτοπορία λένε. Καλύτερα, αφηγείται το τραγούδι της καταστροφής με φόντο πεσμένα κορμιά, τοξικομανείς, έναν γέρο και αξιοθρήνητο θείο Σαμ μ΄αστερόεσσα Αυτή η απολογιστική χροιά επικεντρωμένη στη σκέψη και τον τρόπο ζωής του ίδιου του ποιητή κάνει τη διαφορά, όχι μόνο στο Ουρλιαχτό μα και τις μετέπειτα, ποιητικές σπουδές του Γκίνσμπεργκ.

Κοινωνική η ποίηση του Ουρλιαχτού θα καταγράψει αποσπασματικά, σχεδόν φωτογραφικά τις πρώτες συνέπειες μιας νέας εποχής, ολότελα ξένης ακόμη για το ρημαγμένο κόσμο. Δεν πρόκειται μόνο για μια τέχνη καθορισμένη απ΄την επισήμανση του ζωγράφου Μαρκ Ρόθκο, κατεξοχήν εκφραστή της αμερικανικής πρωτοπορίας από μια άλλη σκοπιά. Η τομή του Ουρλιαχτού στην παγκόσμια ποίηση, -μια ματιά στις μεταφράσεις του έργου ανά τον κόσμο πείθει για την επίδρασή του στην τέχνη του περασμένου πια αιώνα, προϋποθέτει ως φαινόμενο κάτι πολύ περισσότερο από μια τέχνη περιπέτεια αυτού του κόσμου που αποκαλύπτεται μόνο σ΄όσους θα διακινδυνεύσουν. Η γενιά των μπητ και το Ουρλιαχτό μεταφράζουν ας πούμε τις αναπαραστάσεις του Ε. Χόπερ. Φως, μοναξιά, διάλυση, τετράγωνος από κιμωλία κόσμος. Μόνο που μια δόση κινδύνου και μια χροιά απολογισμού προσθέτει στους στίχους του ποιήματος ένα άλλο ειδικό βάρος και το κάνει να μοιάζει περισσότερο με φαινόμενο της ίδιας της ποίησης . Η γόμωση του Ουρλιαχτού διατηρεί την πίεση στη σωστή περιοχή, οδεύει απ΄το γενικό στο ειδικό, απ΄το πρόσωπο στο σύνολο και αμφίδρομα, έτσι που να καθοριστεί απερίφραστα η ταυτότητα ενός ολόκληρου κόσμου, καταδικασμένου στην αυτοκαταστροφή της εξέλιξης. Ένα παράλογο παιχνίδι που ο Γκίνσμπεργκ ήδη απ΄το 1955 περιγράφει στο εμβληματικό του ποίημα. Το παιχνίδι του εξυγχρονισμού που παραφρόνησε έγραψε κάποτε κάποιος και έτσι σήμερα, δίχως ίχνος ιστορικής αξίας, διαβάζουμε το Ουρλιαχτό συμμετέχοντας στη φόρτιση εκείνου του πλήθους που παραβρέθηκε στ΄αμφιθέατρα του Σαν Φραντσίσκο και που με την ίδια αμηχανία σήμερα κοιτάζει μία προς μία τις τρομερές σκηνές.

Η έγνοια του Γκίνσμπεργκ είναι για τούτο τον κόσμο και όχι ένα φορτίο που του επιβλήθηκε. Η επιλογή είναι δική του. Έχοντας βιώσει οριακές εμπειρίες σε προσωπικό επίπεδο, σε τέτοιο βαθμό που στον πρόλογό του ο Γουίλιαμς να επισημαίνει την έκπληξη για τον ποιητή που επιβιώνει του ίδιου του ευατού του, κατακτά τις ακρότητες που αποκάλυψαν κάποτε την Ταϊτή. Χάρη στην τέχνη, χάρη στο ουρλιαχτό του που ακούγεται απ΄την Τσάινα Τάουν ως την Αθήνα ο κατά κόσμον Άλαιν, ιδρυτής μιας καινούριας ιδέας επιζεί. Για να τραγουδήσει έναν απ΄εκείνους τους σκοπούς που γράφονται μια φορά στα χρονικά, συνοψίζοντας όλα τα προηγούμενα και ανοίγοντας τον δρόμο για τη σκέψη του μέλλοντος. Ο δικός μας Μιχάλης Κατσαρός, ένας γνήσιος, -ίσως άθελά του- εκφραστής της μπητε γενιάς σε τούτη τη χώρα μας κληροδότησε εκείνο το μνημειώδες αντισταθείτε ευθυγραμμίζοντας το κάλεσμά του με τη βαθιά και ακλόνητη πίστη της αμερικανικής ποίησης πως θα μπορούσαμε να σωθούμε απ΄ όσα μας περιμένουν χάρη στην αγάπη. Αυτήν άλλωστε γύρεψε η “ιερή” εκείνη “τριάδα” στ΄ατέλειωτα ταξίδια της στην αμερικανική ενδοχώρα σε μια πορεία συμβολική προς τις κοιτίδες. Με τη δύναμη της αγάπης που το Ουρλιαχτό αποκαθιστά απ΄την ντεμοντέ, επίκαιρη εκδοχή ενός κλισέ και με τον εξοπλισμό μιας αυθεντικής τέχνης, μιας καθαρής φωνής ν΄αποτελούν τα μόνα εφόδια. Για τον Κατσαρό ήταν το νερό, για τον Γκίνσμπεργκ το βίωμα της ίδια της ήττας του.

Το Ουρλιαχτό απαιτεί να μυηθείς. Πυκνό, όπως η ζωή ενός Οδυσσέα, βιωματικό και φερέγγυο στο στόχο του.Να κερδίσεις τον παλμό σου, αυτόν που τόσο αλόγιστα σου χαρίζεται, προσθέτοντας μια ακόμη σημασία στις δισεκατομύρια αυτού του κόσμου. Αυτό είναι το θέαμα εντός του θεατή.

Τίποτε δεν έσωσε ο Γκίνσμπεργκ. Καμιά απ΄τις ειρηνικές και ρομαντικές εκδοχές της Αμερικής δεν περιλαμβάνεται στο Ουρλιαχτό του. Καμιά παράταξη και καμιά ιδεολογία δεν μπορούν να επικαλεστούν τη συγγένεια με το ποίημα, αλλά και τη μυστικιστική, γεμάτη καταχρήσεις κυνική απεικόνιση αυτού του κόσμου σε μια κατά Αν Σέξτον ποίηση που εκπλήσσει δυσάρεστα και δεν χαϊδεύει. Όπως τελειώνουν κάποτε οι φρουτιέρες και οι ανθοστήλες απ΄τη ζωγραφική, όπως τελειώνουν οι διακοσμήσεις στα μέσα δωμάτια και όπως γυρίζουν οι καθρέφτες εντός μας. Κάπως έτσι θα μπορούσε να περιγράψει κανείς την ανένταχτη και ματαιωμένη προσπάθεια της γενιάς των μπητ που πρόωρα και δίχως το αντίκρισμα της καλλιτεχνικής τους δράσης που θα έρθει αργότερα κατά γενική ομολογία απολαμβάνει την ήττα. Απώλεια του παιχνιδιού για αυτούς τους ίδιους αλλά και τον κόσμο. Ο Φερλινγκέτι, ο Κόρσο, ο Σνάιντερ, ο Ορλόφσκι, όλοι τους σκεπάζονται απ΄την ηδονοθηρία που τους μονοπωλεί, αυτοσχεδιάζοντας μέσα σ΄ένα καταρραμένο κόσμο, καταδικασμένο να τελειώσει αργά ή γρήγορα. Οι ποιητές αυτοί είναι επιβήτορες του καιρού και της Αμερικής. Αυτήν την ήττα τους απολαμβάνουν σημειώνει η Τζένη Μαστοράκη στο εξαιρετικό, επεξηγηματικό κείμενο των προθέσεων που προηγείται της μετάφρασης του Ουρλιαχτού. Δοσμένοι στα φαντασιακά, τεχνητά ταξίδια και την αυτοκαταστροφή που συνεπάγεται η μοναξιά αυτού του κόσμου, οι μπητ θα εκπνεύσουν, αφήνοντας ως ορόσημα τα έργα τους.

Το Ουρλιαχτό αποτελεί μια καταγραφή της αισθητικής των μπητ και του ρυθμού τους του ίδιου, εκείνου του βασικού στοιχείου που συνθέτει την σύντομη αλλά καταλυτική παρουσία τους στην παγκόσμια καλλιτεχνική σκηνή. Ο Γκίνσμπεργκ ποτέ δεν θα σωθεί. Το ποίημά του αποτελεί απλώς μια γροθιά, μια ευθεία απόπειρα να ανατραπεί αυτός ο τετράγωνος κόσμος που ένας άλλος δικός μας, ο Σκαρίμπας ανατρέπει στην εγχώρια πεζογραφία μας, συστήνοντας αυτό το είδος αντιήρωα που συνοψίζει την παρουσία των μπητ.

Η τζαζ και η Αγία Γραφή, γράφει η Μαστοράκη διυλίζονται μες στον παροξυσμό για την αυγή της νέας εποχής. Όλα ανασυνθέτονται στο έργο του Γκίνσμπεργκ και συνάμα αποτιμώνται σε μια αυθεντική παραπομπή, απ΄τις ελάχιστες για αυτήν την ίδια εποχή που εμείς ενταφιάζουμε σήμερα. Όλα ποντάρονται στο επικίνδυνο παιχνίδι του. Με την ομολογία τους οι μπητ τελειώνουν οριστικά με αυτόν τον κόσμο και φυσικά περνούν στην ιστορία. Και όμως ο παλμός τους ξυπνά διαρκώς, κρατώντας τη φρεσκάδα του. Και ας μην κατόρθωσε τίποτε να αλλάξει, όπως και καμιά τέχνη ανά τους αιώνες. Η πρωτοπορία του Ουρλιαχτού είναι πως στέκει πιο κοντά, σχεδόν αφοπλιστικά σ΄αυτήν την κουρελαρία που ισοδυναμεί με την εποχή μας. Το τραγούδι του είναι ένα νέο είδος ρεαλισμού, με τον διακαή πόθο της ανατροπής να συνδέει με άρρηκτους δεσμούς όλες αυτές τις κατακερματισμένες ατομικότητες.

Ο Καρλ Σόλομον σ΄όλα δόθηκε, δίχως καμιά προνοητικότητα κάηκε σ΄αυτές τις έξαλλες στροφές. Ξέρεις, σου μιλώ για νύχτες με αμφεταμίνες, με εραστές δίχως καμιά εμπνευση απ΄το θεό που απλώς αλλάζουν σώματα ως το ξημέρωμα, γυρεύοντας μια απάντηση στο στοίχημα της φθοράς και της εξάντλησης. Το παιχνίδι του Καρλ το΄κανε τραγούδι κάποιος εδώ στο Σαν Φραντσίκο. Και εμείς που συρρέουμε τόσα χρόνια μετά στον κόλπο με τη χρυσή, θυμάσαι; γέφυρα στήνοντας σε παράνομους αγώνες τα όνειρά μας που δεν κοστίζουν πια τίποτε, καθώς αυτός ο κόσμος, όπως και οι παλιότεροι μα και εκείνοι που θα έρθουν είναι από καιρό κατεστραμμένοι και είναι στο χέρι μας να τους τραγουδήσουμε, να τους τραγουδήσουμε θρηνώντας κάθε πτυχή τους, θάβοντας κάθε δεσμό με τον κόσμο και τις ευκαιρίες του.

ϗ

Καρλ Μαρξ Σολομώντας. Σούπερ ήρωας αμερικανικών, κινηματογραφικών προτύπων. Οι μεγάλες λέξεις μ΄αρέσουν γιατί μακραίνουν την εμπειρία. Σ΄όλα ανεξαιρέτως τα καφενεία, στην Αθήνα, το Παρίσι, το Αλγέρι, την Ταγγέρη, παντού ο Καρλ λέει το ίδιο τραγούδι, κοντράροντας μ΄όλη τη δύναμή του, μ΄όλο τον αδερφίστικο ώμο του, τον τροχό της Αμερικής που το 1956 ο Γκίνσμπεργκ ξανά σφραγίζει. Ο Καρλ είναι από μόνος του ένα σύμπαν, μια ήπειρος, πάνω στις στροφές ενός πικρού δρόμου, με την αφοπλιστική και ακατέργαστη ειρωνεία του που δεν κρύβει τον καημό για τα σπουδαία μυαλά που καταστράφηκαν, για φίλους που επέμειναν στο ρομάντσο αυτού του κόσμου και κάηκαν στη γοητεία του. Ο Καρλ εκείνη τη νύχτα στ΄αμφιθέατρα του Σαν Φραντσίσκο θυμήθηκε τον παλιό, καλό εαυτό της τέχνης που κρατά απ΄τη σπορά των Μπλέηκ και Πάουντ. Λόγος και εξάντληση στα όριά τους. Και έστρεψε το βλέμμα της με μια ανθρωπιά που δεν κρύβεται, με όλο το αίσθημα αφοσιωμένη σε έναν εγωιστικό σκοπό όπως ποτέ ξανά, στους υπόγειους, τις δύσκολες νύχτες, εκείνο το μικρό κόσμο τον καρφωμένο σε μια πλάκα τσιμέντο, κρεμώντας τις σημαίες της καταστροφής και της άνευ όρων παράδοσης. Ο Καρλ τέλειωσε το τραγούδι του. Ένα γεγονός είχε συντελεστεί, κάτι που δεν μπορούσε ν΄αντιστραφεί. Το ευαγγέλιο της Αμερικής, αυτό που καθοδηγεί τον 42ο παράλληλο αυτού του κόσμου, συνοψίζεται σε μια ιερή εικονογράφηση. Με πίστη και αίσθημα και φυσικά όλη τη μοναξιά που απαιτεί ο ρόλος, ο Γκίνσμπεργκ ή ο Καρλ ή όποιος άλλος θα τολμούσε να δοκιμάσει, χτυπούν τον παλμό μιας παράξενης πομπής από παρίες και περιθώρια και καταδικασμένους σε κίνδυνο ανθρώπους. Η τέχνη τους μας κάνει ν΄ανάψουμε τα φώτα, να ρωτήσουμε μ΄αγωνία αν όλοι έχουμε δει το ίδιο όνειρο με ακρίβεια λεπτού. Πίνουν ρεύμα ηλεκτρικό, μετροζόλ, ινσουλίνη. Φαντάζουν ξένοι για την εποχή μας αλλά κάτι μέσα μας λέει πως μας μιλάνε με την αλήθεια όλου του κόσμου τους και αυτό αρκεί. Καρλ σε σέβομαι γιατί δεν δίστασες στιγμή, ούτε ακόμη όταν τρελός από πόνο γκρέμιζες την Αμερική και τη ζωή σου με ποιήματα, σε μικρά ή μεγάλα δωμάτια για το χατίρι του μυθολογικού Μανχάταν. Καρλ τώρα ξέρω καλά τα σιδερένια σου όνειρα και πόσο μέτρησαν για τη ζωή και τα ποιήματά σου.

Την Αμερική και την αιωνιότητά σου ξέρω και το φορτίο σου.