Για τις Γυναίκες, του Κ. Ουράνη

ουρανης 24γραμματα24grammata.com/ ιστορία της Λογοτεχνίας

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Για τις Γυναίκες, του Κ. Ουράνη

διαβάστε τα ποιήματα του Κ. Ουράνη στο ebook του 24grammata.com εδώ

 

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Τα κορίτσια της 3ης Σεπτεμβρίου είναι ας πούμε, μικρές, νυχτερινές πατρίδες. Εκεί φθάνουν απ΄όλα τα μέρη εραστές. Εργάτες, υπάλληλοι του σιδηροδρόμου, με γυρτά απ΄την προσπάθεια σώματα, αξιωματικοί, εφήμεροι ταξιδιώτες, νεκροί των Αντικυθήρων, αγαπημένοι.
Γυναίκες, που σας είδα σ’ ένα τραίνο
τη στιγμή που κινούσε γι’ άλλα μέρη

Τα κορίτσια της 3ης Σεπτεμβρίου είναι υπερσυντέλικοι. Συμβαίνουν πάντα τις μικρές ώρες όταν οι καρδιές κινδυνεύουν να σπάσουν. Τότε με τα αισθησιακά τους φορέματα, με τα φώτα της πόλης καρφωμένα στα μαλλιά, με το μακιγιάζ τους χαλασμένο, οι γυναίκες που έκλαψαν μες στα ίδια τους τα χέρια βγαίνουν στη σκηνή. Γελούν και ζητούν φωτιά, παίρνουν πόζες πρόστυχες κρατώντας με τα νύχια τ΄ωραίο, παιδικό πρόσωπο, ήμερο και ανυποψίαστο, στο βάθος ενός δωματίου. Πίσω τους η Αθήνα παλαϊκή, με ραγισμένη αξιοπρέπεια και γκρεμούς.

                                   γυναίκες, που σας είδα σ’ άλλου  χέρι
με γέλιο να περνάτε ευτυχισμένο·
γυναίκες, σε μπαλκόνια να κοιτάτε
στο κενό μ’ ένα βλέμμα ξεχασμένο

Αυτά τα κορίτσια, μα και τ΄άλλα που γυρνούν μες στους κατάμεστους συρμούς, αργά, κάποιο απόγευμα, είναι οι μικρές μας πατρίδες. Είναι όσα σήμαιναν κάποτε τα λόγια του ποιητή Κώστα Ουράνη όταν εμπρός του έλαμπε η ταξιαρχία των αναμνηστικών προσώπων. Τα κορίτσια που αγαπούμε με πάθος, μα και τ΄άλλα, όσα γελούν περνώντας πλάι μας τυχαία ή μας κοιτούν για μόνο στιγμή στοιχίζουν κάτι απ΄τον εαυτό μας. Εμείς λιγοστεύουμε με κάθε τους βλέμμα. Οι οδοί και οι σημάνσεις αφόρητα μας κουράζουν. Όπως και εκείνο το αίσθημα που μας επιστρέφει μια χαμένη ως τότε τρυφερότητα, επίμονη, μία παλιά υπόθεση που νομίζαμε πως έχουμε ρυθμίσει. Απεγνωσμένοι ψιθυρίζουμε ονόματα και πέρα απ΄τα μάτια που τόσο λίγο θυμόμαστε πια, φέρνουμε στο νου αρώματα και ενδύματα μιας άλλης εποχής. Τώρα βρισκόμαστε μακριά απ΄αυτές τις πατρίδες. Όσο και αν γυρέψουμε δεν υπάρχει δρόμος γι΄αυτές. Μόνάχα οράματα πολύ μακρινών και ήσυχων πραγμάτων, νύχτες ερυθρότατες μες στο εφηβικό εκείνο σώμα που τόσο λάτρεψες. Αυτός ο λίγος χρόνος που ξοδέψαμε μαζί τους, εμείς που παραμείναμε ξένοι παρά τον έρωτά μας, εμείς οι παράφορα μόνοι άνθρωποι που ζούμε όπως τα πουλιά. Μ΄άδεια, ελεύθερα πρωινά και τον φόβο πως κάποτε, μια ώρα που δεν θα περιμένουμε ποτέ, ο νους μας θα γυρίσει στις πατρίδες, τις ώρες, τα πρόσωπα και τις καρφωμένες εντυπώσεις στις τέσσερις γωνιές ενός δωματίου. Στιγμές που θα φθάνετε πάντα έτσι αποσδόκητα.
μ’ ένα μαντήλι αργά να χαιρετάτε:
να ξέρατε με πόση νοσταλγία, αν
στα δειλινά τα βροχερά και κρύα,
σας ξαναφέρνω στην ανάμνησή μου
Τρυφερά περιστατικά, γυμνές καμπύλες και γλυπτά και σπουδές του σώματός σου αργά τη νύχτα του Σαββάτου.
Οι ηρωίδες του Κώστα Ουράνη είναι αυτά τα συνταρρακτικά πορτραίτα. Πρόσωπα που έζησαν αόριστα και αφηρημένα πλάι μας, σ΄έναν δρόμο, στο νεύμα του φανοστάτη, μες στις κατάμεστες αίθουσες των κινηματογράφων και τα σφαιριστήρια. Γυναίκες κάτω απ΄τα φώτα απίθανων δρόμων, που θα΄ρχονται πάντα με τη συντελεσμένη τους έννοια, φανταστικές σημαίες των μπαλκονιών, ακίνητες, μες στους καπνούς αναγεννώντας τις εποχές. Μορφές ακίνητες πίσω απ΄τις κουρτίνες με τους νεωτερισμούς, διαβάζοντας όλες τις λέξεις του δειλινού.Εσείς, λοιπόν γυναίκες που γίνατε ποίημα, που ΄χετε ένα φύλλο εύθραστο, γυναίκες βασανισμένες που κατάγεστε απ΄ένα ποίημα, φρουρά ξεχασμένη. Για σας τα ποιήματα και όσα δεν μοιραστήκαμε ποτέ. Για σας τ΄ωραίο, κεραμεικό χρώμα και η νυχτερινή σιωπή. Και ακόμη ο καμμένος από χρόνια ήλιος.Αυτές οι αποστάσεις, αυτά τα μακρινά κορίτσια που τόσο αγάπησε ο ποιητής μες στη λαμπρή ανωνυμία τους ανανεώνουν για πάντα το αίσθημα. Δεν υπήρξε ποτέ μόνο το γεγονός της ποίησης. Ήταν πάντα οι άπειρες εκτάσεις, η τόλμη και η τύχη μιας ανάμνησης που φτιάξε τα πιο σπουδαία ποιήματα. Ήταν κορίτσια που ακόμη μετεωρίζονται, εκτάσεις άπειρες των πόλεων, μυστικά ανεξίτηλα. Αυτά τα τελευταία δεν ομολογούνται και ο ποιητής έτσι που μπορεί και εξακολουθεί το ιδιότυπο αυτό, προσκλητήριο των ερώτων.
Την ίδια νοσταλγία θα συναντώ πάντα στις αναστυλώσεις της κτηριολογίας, στα τραγούδια του ραδιοφώνου, στ΄ανίκητα, τα αιώνια αποσπάσματα που κάποτε μας στοίχισαν και τώρα και κάποτε και πάντα επιμένουν.

·
,
γυναίκες, που περάσατε μιαν ώρα
απ’ τη ζωή μου μέσα- και που τώρα
κρατάτε μου στα ξένα την ψυχή μου!