Γιώργος Μπουζιάνης, θεμελιωτής της μοντέρνας τέχνης

24grammata.com- ζωγραφική

Σημαντικοί ζωγράφοι στην σκιά της δημοσιότητας

Για τους αμύητους, και το όνομα ακόμη ίσως είναι άγνωστο. Δεν έτυχε προβολής, δεν έδρεψε δάφνες στο εσωτερικό απο τις μεγάλες μάζες, δεν κυνήγησε την εμπορικότητα.  Ο αθηναίος Γιώργος Μπουζιάνης (1885 – 1959) με καταγωγή από Τρίπολη σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών με δασκάλους τους Ροϊλό, Λύτρα, Βολανάκη, Γερανιώτη. Συνέχισε στο Μόναχο κοντά στον Όττο Σάιτζ (Otto Seitz), ενώ σύντομα τον απορροφούν τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα. Μετά τη μαθητεία στον ιμπρεσιονιστή Μαξ Λίμπερμαν, ήδη από το 1917 ασπάζεται το γερμανικό εξπρεσιονισμό αλλά με το δικό του πολύ εκφραστικό ύφος. Στα έργα του άρχισε να δίνει περισσότερη έμφαση στην αποτύπωση της ανθρώπινης μορφής — κυρίως της γυναικείας φιγούρας — και στα συναισθήματα που γεννάει αυτή η αποτύπωση. Οι γερμανοί τεχνοκριτικοί δέχθηκαν θετικά τα νέα έργα του καλλιτέχνη και το 1924 έκλεισε συμβόλαιο με την γκαλερί Μπάρχφελντ.  Κατόπιν, με την οικονομική στήριξη της γκαλερί Μπάρχφελντ, πήγε στο Παρίσι, όπου έζησε κατά την περίοδο 1929 έως 1932.

Λόγω του κραχ του 1929 που κλόνιζε και  την Ευρώπη, αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Μόναχο. Όμως, με την σταδιακή εξαφάνιση του εξπρεσιονισμού και την άνοδο του ναζισμού, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει και την Γερμανία, για να επιστρέψει τελικά το 1934 στην Ελλάδα, ενώ πολλά έργα του αγνοούνται όταν η χιτλερική εκστρατεία  εναντίον της «εκφυλισµένης» τέχνης, τα  κατάσχει από τα Μουσεία Λειψίας και Chemnitz. Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, ο Έλληνας πρέσβης στο Βερολίνο, Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής, μεσολάβησε για να διοριστεί καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Ο διορισμός αυτός τελικά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, προς μεγάλη απογοήτευση του Μπουζιάνη. Επιπλέον, ο αθηναϊκός καλλιτεχνικός περίγυρος αντιμετώπισε αρχικά τον ζωγράφο με αδιαφορία έως εχθρότητα. Τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου ήταν πολύ δύσκολα για τον ζωγράφο. Μόνον το 1949, όταν πραγματοποίησε μεγάλη αναδρομική έκθεση στον «Παρνασσό», το φιλότεχνο κοινό άρχισε να μιλά και πάλι με ενθουσιώδη λόγια για το μοναδικό ύφος του Μπουζιάνη.

“Γυναίκα με κόκκινο μαντήλι”, ελαιογραφία

Διαμόρφωσε ένα αναγνωρίσιμο εξπρεσιονιστικό προσωπικό ιδίωμα, που αρνήθηκε να περικλείσει το έργο του σε συμβατικές κατευθύνσεις και απέδειξε ότι η τέχνη είναι μια έσχατη ανάγκη ζωγραφικής στάσης. Μετά από σύντοµη θητεία στον ακαδηµαϊσµό, το ρεαλισµό και τον ιµπρεσιονισµό, διαµόρφωσε ένα αναγνωρίσιµο, προσωπικό εξπρεσιονιστικό ιδίωµα που τον κατέταξε στην ελληνική πρωτοπορία. Η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας για άλλη μια φορά, και τον επόμενο χρόνο (1950) εκπροσώπησε την χώρα στην Μπιενάλε της Βενετίας. Το 1956 τού απονεμήθηκε το α΄ ελληνικό βραβείο του Διεθνούς Διαγωνισμού Guggenheim. Μετά τον θάνατό του, το σπίτι του ζωγράφου στην Δάφνη Αττικής αγοράστηκε από τον Δήμο Δάφνης και έχει μετατραπεί σε μουσείο. Έργα του Μπουζιάνη υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη καθώς και σε πολλές άλλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές εντός και εκτός Ελλάδας. Αναδρομικές εκθέσεις με έργα του πραγματοποιήθηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη το 1977 και το 1985, και στο Μουσείο Μπενάκη το 2005.

Ο Μπουζιάνης, μεμονωμένο πνεύμα βαθιάς δημιουργικότητας, αποκαλύπτει μια εντελώς διαφορετική πτυχή της ζωγραφικής, που έχει να κάνει με τη διείσδυση μέσα στο φαινομενικό κόσμο, την έκφραση του ατομικού ψυχισμού. Το έργο του θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος στο χτίσιμο της ιστορίας της ελληνικής τέχνης και η επίδρασή του μπορεί να θεωρηθεί ως μια από τις οξύτερες, καθώς η προέκτασή της ξαναβρίσκεται σε πολλές εκδοχές του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, αλλά και της αφαιρετικής παραστατικής ζωγραφικής, τάσεις που απορρόφησαν μεγάλη ενέργεια του καλλιτεχνικού δυναμικού από τη δεκαετία του ’50 έως και του ’80. Τα θεμέλια της μοντέρνας τέχνης στην Ελλάδα χτίζονται, σε χρονολογική σειρά αξιολόγησης, από φυσιογνωμίες σαν τον Παπαλουκά, τον Παρθένη, το Μαλέα, τον Οικονόμου. Για τον Παρθένη, η ζωγραφική ήταν ένας υπερβατικός χώρος. Για τον Μπουζιάνη, η αυθεντική ταυτότητα αντικατοπτριζόταν στο βαθύτερο ψυχισμό του ατόμου, στην αχαλίνωτη έκφραση μιας διεισδυτικής όρασης. Ο μη-χώρος του Παρθένη συναντάται με τον εσωτερικό χώρο που διανοίγει ο Μπουζιάνης, στο σημείο που και οι δύο θέλησαν να κοιτάξουν πιο μακριά από τον καθαρά αντικειμενικό κόσμο

xartografos.wordpress.com