εάν (ένθετο του 24grammata.com)- ποίηση
γράφει ο Γιώργος Πρίμπας
Ο Δημήτρης Α. Δημητριάδης γεννήθηκε στο Τέμενος Δράμας και ζει στη Θεσσαλονίκη. Ασχολείται με τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία. Συνεργάζεται με πολλά περιοδικά λόγου και τέχνης («Μανδραγόρας», «Σίσυφος», «Ο Φαρφουλάς» ,«iamvos art», «Φηγός» κ.α) και με τις επιθεωρήσεις πολιτικής και κοινωνικής παρέμβασης «Manifesto» και «Πολίτες» ενώ διατηρεί τη μόνιμη στήλη «Στην απέναντι όχθη» στην εφημερίδα «Μελάνι χωρίς είδηση». Υπήρξε τακτικό μέλος της «Ενωτικής Πορείας Συγγραφέων» και ιδρυτικό μέλος της «Λαογραφικής Εταιρίας Ν. Πέλλας».
Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές:
«Χωρίς σύνορα» (εκδόσεις Τέχνη και λόγος, 1983) και
«Τα ηχεία του κινήτρου και της υποταγής» (εκδόσεις Ιθάκη, 1990) από την οποία παρατίθενται τα κατωτέρω ποιήματα,
ενώ βρίσκονται υπό έκδοση δυο ακόμα βιβλία του, ένα δοκιμιακού λόγου και μία ποιητική συλλογή.
Απ’ όλα πιο πολύ
η απόγνωση με τρομάζει
η χωρίς ανταπόκριση εκμηδένιση
που γλιστράει
ελίσσεται
γυρνοφέρνει
να μου κόψει την ανάσα.
———————
Ίδιες οι εκφράσεις
οι συμβάσεις
τα σχήματα ίδια
καμιά αναδίπλωση
εξαίσια σοβαροί σαλεύουμε στους βυθούς.
——————–
Που θα πάει η δημοπρασία;
Φτάσαμε στους πάγκους.
Η παράγκα ξεπουλήθηκε.
———————
Κλαίνε με λυγμούς κρυφά
όταν μονάχοι τους τις νύχτες μένουν
κόρες πλουσίων
έφηβοι φτωχοί
κλητήρες
τορναδόροι
όλοι στο βάθος μουλωχτοί τις νύχτες κλαίνε
επαναστάτες
χαφιέδες
και δάσκαλοι κλαίνε βαθιά
πρεζόνια
πόρνες
καλόγεροι και αστυνόμοι
κλαίνε με λυγμούς κρυφά
όταν μονάχοι τους τις νύχτες μένουν
κλάμα πνιχτό γεμίζει την πόλη τους.
———————–
Τίποτα δεν γλιτώνει
δεν επιζεί
δεν αντιστέκεται
τίποτα δεν μπορεί να μας πείσει πια
ούτε τα λόγια
ούτε το αίμα.
———————–
Σε χάραξα στο κορμί μου
στο κρανίο σε χάραξα.
Ποιος ξέρει
πως θα γείρω κι απόψε.
————————
Όσοι ονειρεύονται
έχουν απλωμένα τα κουρέλια τους σε συρματοπλέγματα
συνεχίζουν να περπατούν με ξυλοπόδαρα
και μιλάνε σιωπώντας.
Σκορπισμένοι στην απέναντι όχθη
αφουγκράζονται του ς παλμούς χωρίς ταυτότητες
πολυσύνθετες δηλώσεις
και συνδιαλλαγές.
Χαρούμενοι τρελοί
ιδιόμορφοι ίσκιοι
φορτώνουν την αγωνία τους σε φτερούγες πουλιών
αδιαφορώντας για την κάννη της εποχής
κι επιμένουν
απροσάρμοστοι πάντα.