“Ηλιβέρνη”, Ελένη Γεωργίου

γεωργιου 24γραμματα

24grammata.com/ free ebook
[download]

 

Το σχέδιο του εξωφύλλου “Ηλιβέρνη” (μελάνι σε χαρτί) φιλοτέχνησε ο γλύπτης Γιάννης Μπρούζος.
ISBN: 978-618-82002-0-3
Επίλεκτες Ψηφιακές Εκδόσεις: 24grammata.com
Σειρά: εν καινώ, Αριθμός σειράς: 130
Τόπος και Χρονολογία πρώτης έκδοσης: Αθήνα, 2015
Μέγεθος Αρχείου: 1,6 Mb
Σελίδες: 50
Μορφή αρχείου: pdf
Γραμματοσειρά: cambria
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση δίχως την έγγραφη άδεια του δημιουργού ή του εκδότη
Της ιδίας:
“Ζίγκφριντ”: Μετάφραση του θεατρικού έργου του Ζαν Ζιροντού, εκδ. Παπαιωάννου (2009)
“Δια της γραφής”: Ποιητική συλλογή, εκδ. Ενδυμίων (2011)
“Φύση των φαινομένων”: Ποιητική συλλογή, www.24grammata.com, σειρά: “εν καινώ”, αριθμός σειράς 10.
“Εσπερίδος είδος συν ωμή λεία”: Ποιητική συλλογή, www.24grammata.com, σειρά: “εν καινώ”, αριθμός σειράς 74.
“Εσπερίδος είδος συν ωμή λεία”: Ποιητική συλλογή, εκδ. Soap (2014)
στον Στέφανο
Διαλείποντα λόγια.
Στο πανόραμα του επικείμενου τρόμου δεν εμπιστεύεται τις λέξεις.
Υψωμένοι ευλύγιστοι αντίχειρες και υποσχέσεις για την ψυχή
τον απειλούν με μια αιωνιότητα ερημική ή θορυβώδη.
Το χρόνο ζωντανεύει ο θάνατος, το θάνατο ζωντανεύει ο χρόνος.
Κάτω απ’ τα πόδια του οι υπόνομοι, πάνω απ’ το κεφάλι του ο εφιάλτης.
Αγαπάει πρόσωπα που κρίνουν και καταδικάζουν,
αγαπάει ως το μίσος
και κερνάει στο τραπέζι της αδελφοσύνης.
Περνάει από τις ερειπωμένες πόλεις. Δεν διακρίνει πια μορφές.
Περιγραφές, μόνο αυτές του απομένουν.
Κάτω από σκοροφαγωμένα καλύμματα περιμένουν σκονισμένα σώματα,
ίσως δεν είναι σώματα, είναι σκιές.
Ελαφριά στην απλότητα, βαριά στην αβεβαιότητα, η αγάπη απλώνεται.
Όνειρο ή νοσταλγία; Πώς να σταθείς αλύγιστος σε ένα σημείο ζωής
που επαναφέρει τους αντίθετους δρόμους;
Οι αγάπες που διαρκούν εξαντλούν τους εραστές,
γλιστρούν σαν σύννεφα στον ξεθωριασμένο ουρανό
ή έρπουν κάτω από τα ωχρά λουλούδια με τους αφυδατωμένους μίσχους.
Οι χρόνοι που σχημάτισαν το κέλυφος της γης κούρνιασαν στο στήθος σου.
Ένα ξάφνιασμα που βούλιαξε στη λήθη γεμίζει και πάλι τα ψυχρά οράματα.
Τώρα στους σκοτεινούς κήπους με τους κισσούς
τραγουδάς με όλες σου τις φωνές τα καλοκαίρια.
Τι άσεμνη βιασύνη.
Είχαμε υφάνει έναν ιστό προσκολλημένο στον κόσμο
και πώς να κόψουμε τα νήματα;
Πες μου εσύ, εσύ που δίνεις το φιλί των λουλουδιών,
εσύ, εσύ που γνωρίζεις την ευθυμία της σιωπής, μη σωπαίνεις, πες μου,
πώς να κόψουμε τα νήματα; Πώς να σκάψουμε τα μνήματα;
Τα δάχτυλα κόπηκαν στα αγγίγματα της ικεσίας.
Για ένα νανούρισμα θα έδινα την ψυχή μου.
Με αφημένα τα μέλη στην αγρύπνια, με τα μάτια ανοιχτά
ακούω στον ψίθυρο των δεντρόφυλλων ό,τι απέκρυψες,
τη θλίψη, τη θλίψη.
Τι θλίψη!
Μείνε μακριά,
αιχμηρή είναι η νύχτα περικυκλωμένη από την τύφλωση του φωτός.
Τα βρύα που σε χωρίζουν από μένα και τα τριζόνια
γίνονται τώρα οι τρυφεροί μου σύντροφοι.
Εσύ κάτω από τα πόδια μου σαν να σε έχω μόλις γεννήσει
κι αυτή η τριανταφυλλιά που σκαρφαλώνει πάνω μου
και μού πληγώνει τις σάρκες, πάλι εσύ.
Αποχαιρέτησε.
Θάψαμε ό,τι αγαπήσαμε, φίλους κι εχθρούς και τώρα μένουμε ήσυχοι.
Μην επιστρέφεις. Δεν πλησιάζει το φθινόπωρο σ’ αυτά τα μέρη.

Κινηματογραφία της σκέψης:
πλίθρες από φως, πάχνη στα σοκάκια σαν αποπλανημένο σεληνόφως,
οπτικά πεδία ατομικισμού,
ζευγάρωμα εμμονών και δαιμόνων.
Η κόψη του κύματος και του κεραυνού,
το δρεπάνι της σιωπής θερίζουν το τραγούδι.
Κράτα μου το χέρι, αποκαλύψου.
Είσαι ο καθεδρικός ναός μου.
Η παγερή ακινησία,
η μεταμέλεια, η αγιότητα και η ταπεινότητα οξειδώνουν τα χαλκώματα.
Δαιμονισμένες λέξεις ξυπνούν τις μνήμες και μνήμες ξυπνούν τις λέξεις.
Εκεί κουρνιάζουν ο κερκοφόρος φόβος,
οι κεροδοσιές και ο αργυραμοιβός.
Άσε μου το χέρι, εξαφανίσου.