Παιχνίδια στην Ακροθαλασσιά, Βασίλης Κωνσταντούδης
Free ebook- 24grammata.com
[κατέβασέτο]
γράφει ο Απόστολος Θηβαίος
Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ
ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Η ευτυχής αοριστία του Βασίλη Κωνσταντούδη
Στην «Εισαγωγή στην πεζογραφία του Γ. Χειμωνά», -μελέτη στην οποία επανερχόμαστε συχνά, εξαιτίας των καθολικών συμπερασμάτων της και της ικανής, κριτικής θεώρησής της-, ο Γ. Αριστηνός, σε μια ανάλυση της ουσίας του λόγου επισημαίνει πως λόγος δεν είναι μονάχα εκείνο που λέγεται, μα ακόμα οι σιωπές, τα χάσματα. Οι υπαινιγμοί θα συμπληρώσουμε με έμφαση, φανερώνοντας τη διευρυμένη και καθολική στόχευση του ποιητικού φαινομένου. Μιλούμε δηλαδή για έναν λόγο, ο οποίος μες στην εκκωφαντική έλλειψή του εμπεριέχει ένα αχανές πεδίο αναφοράς και στοχοθέτησης.
Επιδιώκοντας την ανακάλυψη, ο Βασίλης Κωνσταντούδης στα «Παιχνίδια στην ακροθαλασσιά», τα οποία φιλοξενούνται στη σειρά «Εν καινώ», αποπειράται τη διασύνδεση του ποιητικού λόγου με την ανοίκεια φόρμα του ερωτήματος. Δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε τούτη τη μορφή, ως συνέπεια της ποιητικής ανεπάρκειας, αλλά ως ένα στόχο, προκειμένου να επισημανθεί το στοιχείο της έκπληξης που είναι φορέας της ανακάλυψης. Σε τούτη την τελευταία προσβλέπει ο Κωνσταντούδης, θέτοντας τον εσωτερικό χώρο ως το ασαφές πεδίο μες στο οποίο είναι δυνατόν να δράσει λυτρωτικά ή υποστηρικτικά η ποιητική λειτουργία. Ο ποιητής με τα ολιγόλεκτα ερωτήματα επιδιώκει τη σύνταξη ενός κατευθυντήριου λόγου, στα πρότυπα του ερωτικού, μονοσύλλαβου λόγου που επισήμανε τόσο εύστοχα η Βιρτζίνια Γουλφ. Μια λεπτή τέχνη, μια πρόταση είναι ετούτη που οραματίζεται ο Κωνσταντούδης, συντάσσοντας το ευρύ ερωτηματολόγιό του με μια κρυφή αλληλουχία, ψυχικής, κυρίως φύσεως.
Ο Βασίλης Κωνσταντούδης αντιπαραθέτει ένα είδος ποιητικού λόγου που διαφεύγει του σχήματος και των προορισμών. Ο ρεαλισμός στέκει ατόφιος μες στο έργο του, διότι δεν πηγάζει από την παρατήρηση του περιβάλλοντος και των ψυχικών του προεκτάσεων, αλλά από μια υποταγή εμπρός στο προσωπικό και τις επιβολές τις οποίες αυτό επιφέρει. Σε μια παράφραση της εύκαμπτης και ευπροσάρμοστης λακανικής θεώρησης, ο Κωνσταντούδης αποπειράται να εντοπίσει το καινούριο. Εκείνο το οποίο ισοδυναμεί με το αληθινό, ακόμη και αν θεωρηθεί με την αντιστροφή του παραπάνω αξιώματος. Ετούτο το αληθινό και το καινούριο δεν αποτελούν παρά μία απόπειρα να κατοικήσει ο άνθρωπος τον κόσμο, μια αντιστοιχία του οράματος για τη μετοίκηση μες στη γλώσσα και την ελευθερία της. Στην ενστικτολογική, σχεδόν προσέγγιση του Κωνσταντούδη, δεν υφίσταται το στοιχείο της δυσπιστίας, μα μία καθολική αθωότητα. Αυτή η τελευταία θα αναγορευτεί σιωπηρά η βασική αφορμή για το πλησίασμα της σκέψης στα ψυχολογικά και οντολογικά, ανθρώπινα όρια. Το τόλμημα του προσωπικού στοιχείου, το οποίο εξωθεί τον Κωνσταντούδη στην ερωτηματική του στόχευση, δεν αποζητά την επαλήθευση. Στέκει κινητοποιητικό, προσεγγίζοντας τη λακανική θεωρία και την αέναη πρωτοτυπία της. Ο πληθωρισμός των προσωπικών τοποθετήσεων, είναι δυνατόν να καταστήσει τον ποιητικό λόγο, διαλλεκτικό και γόνιμο. Πάει να πει πως στα «Παιχνίδια στην ακροθαλασσιά» διαπιστώνουμε την προοπτική μια φιλοσοφικής ποίησης, διόλου στηριζόμενης σε σύνθετες τοποθετήσεις και αποδείξιμα στοιχεία. Ο Κωνσταντούδης διατυπώνοντας την αφορμή συμπερασμάτων τα οποία είναι αδύνατον να διαψευστούν κινείται παράλληλα με τη λακανική θεωρία, προσδιορίζοντας ουσιαστικά μια ψυχαναλυτική προσέγγιση, πλήρως αντιθετική με τον ορθολογιστικό και κονονιστικό λόγο των αδιάψευστων επιβεβαιώσεων. Ο ερωτηματικός λόγος του Κωνσταντούδη αντιτίθεται στους επιδιωκόμενους αντικατοπτρισμούς του Κίμωνα Φράιερ. Οι διατυπώσεις του δημιουργού στέκουν σε μια άμεση, ευθεία αλληλεπίδραση με τα πράγματα. Τα μάτια της Μέδουσας δεν συνιστούν μια τρομακτική προοπτική. Οι απολιθωμένες ζωές της σύγχρονης εποχής παράγονται από το δισταγμό προς την αμεσότητα, την αδιαφιλονίκητη ροπή προς το στοιχείο του «έμμεσου.»
Το στοιχείο της αισθητικής επάρκειας, μια δηλαδή εκτίμηση του «ωραίου» θα μπορούσε να αποδυναμώσει τη συλλογή του Κωνσταντούδη. Ακόμα και αν θεωρηθεί δίκαιη, σύμφωνη με τα παραδεγμένα, τεχνικά στοιχεία μια εκτίμηση της συλλογής του Κωνσταντούδη, δεν θα πρέπει ετούτη να αγνοήσει το εισαγωγικό σημείωμα του συγγραφέα, καθώς και τον ίδιο τον τίτλο της συλλογής που αν δεν επιβάλλει, τουλάχιστον δικαιώνει τον αυθορμητισμό και την ετερότητα. Τα αφοπλιστικά ερωτήματα του Βασίλη Κωνσταντούδη, τραχιά και αδέξια κάποτε, δεν υπογραμμίζουν παρά μια αγωνία, τόσο για το πραγματικό όσο και το πλασματικό εκείνο πεδίο που πάντα θα εποφθαλμιά την ανακαίνιση της όψης των πραγμάτων. Η ελευθερία του λόγου, η οποία άρχεται της ίδια της αυτοδιάθεσης των υποκειμένων, συγκροτεί τον υπαινικτικό λόγο, εκείνον τον ίδιο που προκύπτει μέσα από τα θεματικά ερωτήματα του Βασίλη Κωνσταντούδη. Ο δημιουργός ανήκει στην αρχαία, ευγενική τάξη των αργοναυτών. Όσων δηλαδή κατέχουν το θάρρος να εκπέμψουν από τους ακραίους εκείνους σταθμούς που οι άλλοι αρνήθηκαν να προσεγγίσουν, με καθαρό, σαφή τρόπο.
Η ποίηση του Κωνσταντούδη δεν συνιστά παρά μια μέθοδο ενδοσκόπησης και κριτικής. Η σαφής, ποιητική της θεώρηση δεν υφίσταται. Οφείλουμε, όμως να σημειώσουμε σε τούτο το σημείο, την αδιάψευστη θέση του Α. Καραντώνη, ο οποίος πρώτος επισήμανε την ομοιότητα της ψυχολογίας ανάμεσα στις δυο αλληλοτροφοδοτούμενες οπτικές. Η στόχευση του Κωνσταντούδη είναι σαφής. Η συνέπεια του ενεργητικού στοχασμού, την οποία επιδιώκει επιτρέπει στο αδιόρατο να διατυπωθεί. Η ποίηση τότε, επισημαίνεται θα διαφύγει του εσωτερικού, αυτόκλητου ρεαλισμού της. Η πρωτοτυπία του Κωνσταντούδη σε τούτο ακριβώς συνίσταται. Η διέγερση της ποίησης που δεν γράφτηκε και υπονοείται συνιστά μια ευχάριστη και δημιουργική έκπληξη.