Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας, Κ. Αξελός

κατάλογοςΗ ΜΟΙΡΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Κ. ΑΞΕΛΟΣ,
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ 2010
(κείμενο του Ιουλίου του 1954)

24grammata.com
γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

«Θεσπίστηκαν πια τα κέντρα. Σπουδαίες πόλεις μ΄εργοστάσια, μεγάλες εταιρείες πετρελαιοειδών, εγκλήματα και τις ασφυκτικές, πάντα παραλίες του σαββατόβραδου. Αυτές οι μεγάλες πόλεις κράτησαν τ΄αρχαία ονόματά τους. Οι δρόμοι τους φέρουν τα επώνυμα ποιητών, ηρώων, ζωγράφων. Μνημεία με θαυμάσια οικονομία κρατούν άσβηστο το φυσικό και αξεπέραστο μεγαλείο της ιστορικής συνείδησης. Αυτές οι πέτρες που φέρουν ονόματα, όπως Ρίμινι, Ελ Αλαμείν, Κορυτσά, Ζάλογγο συντηρούν την εθνική περηφάνεια και τελούν πάντα υπό τ΄αδιάκοπο, ανθρώπινο κοπάδι.Οι νέες αυτές, ελληνικές πόλεις εκτείνονται σε μερικά χιλιόμετρα. Τις μαρτυρούν οι ωχροί φωτισμοί των εθνικών οδών, καθώς ξεκινούν στις εξόδους της πόλης για τους μικρούς, ηπειρωτικούς οικισμούς, κρατώντας πάντα μια στενή σχέση με τοπία θαλασσινά.
Καφενεία δίπλα σε χαλάσματα, θάλασσες και Όμηροι, πίνακες μ΄όψεις της Μικρής Ελλάδας και του Σεληνούντα. Σπίτια στο δέρμα του φθινοπώρου και δείγματα της νεοκλασικιστικής περιόδου κοσμούν τις καρτ ποστάλ στα κιόσκια του Συντάγματος. Σήματα, φωνήεντα, θεοί και κρυμμένοι ορίζοντες συνθέτουν το πρόσωπο της πόλης.Οι καρυάτιδες δίνουν ζωή στην πόλη, έτσι όπως πάντα απέμειναν κορίτσια.Η πόλη αυτή θ΄ανακηρυχτεί κάποτε χώρα. Θα΄ναι μια δικαίωση μα δεν θα΄ναι σε καμιά περίπτωση ελληνική.»
(«Αναμνήσεις σπουδαίων πόλεων», Ταξιδιωτικά)
¥

Όμως πέρα απ΄αυτές τις μεγαλειώδεις πόλεις και την καταγεγραμμένη ιστορία τους που συνεπάγεται θρυλικές εξάρσεις και το βέβαιο θάνατο μες στους αιώνες η γλώσσα και οι αξίες κάμπτονται, νικιώνται. Με κομμένη την ανάσα κάθε πρωί οι Έλληνες αγωνιούν για τη διάσωση των εστιών, όσων στάθηκαν σε πείσμα του καιρού στα ορεινά της άλλοτε βυζαντινής Λακωνίας ή κρατούν στιγματισμένο το παρόν τους με ουρανίσκους βυζαντινούς, μες στις λόχμες και τ΄αξέχαστα, θερινά μεσημέρια. Αυτά τα τελευταία συνιστούν το μόνο στοιχείο της ελληνικής οικουμενικότητας, καθώς μια τέτοια ώρα στην Πορτογαλία και αλλού χάθηκαν θερμοί ποιητές και μήτε ένα όνομα δεν απέμεινε γι΄αυτούς.
Στοχαστές όπως ο Κώστας Αξελός επισημαίνουν τούτη την έλλειψη οικουμενικότητας. Η αισθητική προσέγγιση του ελληνικού σε τίποτε δεν συνεπάγεται μια ολοκλήρωση της ελληνικής εικόνας. Το υλικό αυτό, μ΄αρκετή δόση γραφικότητας παραμένει το βασικό, υπερασπιστικό επιχείρημα για τη σύγχρονη, αυτιστική πραγματικότητα της πατρίδας μας. Όσοι θα μπορούσαν δε να συμβάλλουν στη διαλεκτικότητα του αισθητικού παραμένουν αφανείς, περιφρονημένοι απ΄το κυρίως σώμα του λαού. Το υψηλό που διεκδικείται προϋποθέτει μια δημιουργική αντιπαλότητα ανάμεσα στο λόγο και τη φαντασία. Και ως τέτοια θα μπορούσε κανείς να ορίσει τη μεταφυσική διάσταση της ελληνικής πραγματικότητας, διαρκώς παρούσα στ΄απομακρυσμένα, επαρχιακά κέντρα των αιγαιακών οικισμών. Το υψηλό παραμένει ένας ανεκπλήρωτος πόθος για τη σύγχρονη Ελλάδα που ολοένα και περισσότερο ρέππουσα προς το λάθος επιδιώκει το συγχρωτισμό και την εμπέδωση λόγου και οράματος. Μ΄όλη βεβαίως την ένδεια με την οποία η γλώσσα, ως φορέας της ελληνικής σκέψης επιβιώνει μες στην οριστική της έκφραση.
Ο Κώστας Αξελός στο πόνημά του περί της μοίρας της σύγχρονης Ελλάδας, επισημαίνει διαρκώς την ανεκπλήρωτη οικουμενικότητα. Η εξάντληση των εθνικών, πνευματικών πηγών, όπως διαπιστώνεται στην εντόπια εμμονή μιας ρηχότατης αρχαιοφιλίας επιβεβαιώνει την αδυναμία του σύγχρονου, ελληνικού κόσμου να θέσει ξανά το στόχο και τ΄όνειρο που συνθέτουν και συντρίβουν κάποτε μια αυτοκρατορία. Ο υπερβολικός συγκεντρωτισμός, τάση η οποία δεσμεύει στην αδράνεια και τα πενιχρά μέσα τις πνευματικές δυνάμεις μιας ευρείας περιφέρειας, η προσήλωση στην αποτίμηση αποτυχημένων ιδεολογιών, τ΄αναπάντητα ερωτήματα για την αληθή καταγωγή της ελληνικής ψυχής συγκροτούν τ΄αδιέξοδο. Το πόνημα του σημαντικότατου Έλληνα φιλοσόφου και στοχαστή αποκτά μεγαλύτερη ακόμη σημασία, καθώς στις σελίδες του αναγνωρίζει κανείς μερικούς απ΄τους λόγους εκείνους που οδήγησαν στην εξαθλίωση του παρόντος. Αυτή η επικαιροποίηση των αιτιών της ελληνικής απομόνωσης καθιστά το εγχειρίδιο του Αξελού χρήσιμο και ευρηματικό. Η άλλη όψη του νομίσματος συνθέτει το ζητούμενο για τον Έλληνα στοχαστή.
Αυτή η υποκειμενικότητα, – ο όρος κατακερματισμός θα μπορούσε να εκφράσει το πνεύμα των ελληνικών προθέσεων-, στοιχείο αντιπροσωπευτικό για κάθε εποχή διάλυσης δεν συνδράμει στη διαμόρφωση μιας νέας ιδεολογίας, ικανής να εντάξει στους κόλπους της τα στοιχεία της εγχώριας παράδοσης αλλά και τους νεωτερισμούς της ευρωπαϊκής δύσης. Νεωτερισμοί οι οποίοι ιχνογραφούν την απόσταση της ελληνικής πραγματικότητας απ΄τις προόδους της πάντοτε, κατά τον Εμπειρίκο, γηραιάς και αθάνατης ηπείρου. Ο Κώστας Αξελός σχολιάζει την έλλειψη της εσωτερικότητας, τον επαρχιωτισμό της ελληνικής κοινωνίας, η οποία επιδιώκει μόνον μια αναβίωση της αισθητικής μνήμης, δίχως καμιά ενσωμάτωση αυτής της τελευταίας στα επίκαιρα ζητούμενα και τις απαιτήσεις της νέας χιλιετίας. Ο δυτικός μιμητισμός και ένας επίμονος ελληνοκεντρισμός αποτελούν τις πιο ουσιώδεις στρεβλώσεις της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, δίχως τούτο να σημαίνει πως μια ορθή και κριτική εκτίμηση αυτών των τάσεων δεν θα μπορούσε να οδηγήσει το έθνος σε μια αναβίωση των πιο υψηλών, συλλογικών στιγμών.
Στην ελληνική δημοκρατία των δρόμων και των ηλεκτρονικών πια, διαδεδομένων μέσων ο Κώστας Αξελός ιχνογραφεί την ελληνική ταυτότητα. Κοντά πολύ κοντά στην όψη που απέδωσε ο Νίκος Εγγονόπουλος ο στοχαστής σημειώνει. Οι Νεοέλληνες, -όρος που δεν δικαιούμαστε καθώς τίποτε το νεωτερικό δεν κατέστη κτήμα και δικαίωμά μας,-συλλογίζονται και δεν σκέπτονται, μιλούν πολύ και δεν έχουν συντεταγμένη γλώσσα, ρωτούν και απαντούν, αλλά χωρίς καμιά συνέχεια, βαδίζουν πάνω σ΄ένα δρόμο αλλά δεν πορεύονται. Η σκέψη του δεν συνιστά σχολή και δεν γεννά τη μνήμη.
Αυτή η θαυμάσια οικονομία με την οποία ο Αξελός προσωποποιεί την ελληνική μορφή, η καταλληλότητα των χαρακτηρισμών και η επίκαιρη δυναμική τους πιστοποιούν την ανάγκη για μια συλλογική αναστροφή. Εγχειρίδια όπως αυτό θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ελληνική αυτοπροσωπογραφία ή ακόμη καλύτερα μια ισχυρή και αδιαμφισβήτητη αφορμή για να αποστρέψουμε το βλέμμα από τα συντρίμμια ενός αποτυχημένου, αισθητικού κυρίως εθνικισμού. Η πολυετής συνύπαρξη φύσης και τέχνης απαιτεί την προσαρμογή της ελληνικής πραγματικότητας με τα κεκτημένα της δυτικής σκέψης και της τεχνικής που γεννιέται μαζί με την επιστήμη. Αυτή η προσαρμογή, κατά τον Κώστα Αξελό είναι δυνατόν να κλείσει μια ολόκληρη εποχή, κατοχυρώνοντας ως εμπειρία και δικαίωση τις προφητείες του περασμένων δεκαετιών για ένα νέο, ελληνικό δράμα.