Η νέα Λυρική σκηνή

λυρικη 25γραμματα24grammata.com/ μουσική

Η ΝΕΑ ΛΥΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ ΚΑΙ Τ΄ΑΠΑΧΘΕΝΤΑ ΜΑΡΜΑΡΑ

Σκέψεις για την πόλη μου

«Η τέχνη [και η πόλη] είναι μορφές ζωής»
Κατά παράφραση της διαπίστωσης
του Π. Βαλερύ  

 

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ
Ο βράχος της Ακροπόλεως φέγγει κάτω απ΄τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μιχάλη Κακογιάννη. Φώτα δαπέδου, ειδικοί μηχανισμοί πάνω στους κίονες και το εσωτερικό του ναού, αποκαθιστούν αιώνες σκιάς. Η Ακρόπολη, ακόμη και αν παραμένει κατακερματισμένη, με διαρκείς βελτιωτικές επεμβάσεις στο σώμα του Παρθενώνα και τις εξειδικευμένες φθορές δύο και πλέον χιλιάδων χρόνων διαμορφώνει ένα αξεπέραστο, οικοδομικό σκηνικό που χρόνια τώρα εξακολουθεί στη στενή περιοχή της αρχαιολογικής Ακροπόλεως. Οι δομικές επεμβάσεις συνιστούν την αποκλειστική μέθοδο, τη μόνη που θα μπορούσε άλλωστε να συμβάλει στην αποκατάσταση των προβλημάτων, όπως αυτά συσσωρεύονται μες στη μακραίωνη ιστορία του μνημείου. Η ιστορική αξία του Παρθενώνα και των υπολοίπων σπαραγμάτων που φύονται στον περιρρεόντα χώρο δεν θα μπορούσε παρά να καταστήσει ιδανική την όψη της για τους πολίτες όλων των εποχών. Η ιδιοφυία που ανέδειξε την οικουμενική αυτή σκηνογραφία θ΄αποτελεί εις τους αιώνες μια αφορμή σύγκρουσης με τα αισθητικά πρότυπα και τους επίκαιρους κανόνες της οικονομίας. Ο μελετητής Άμπυ Βάρμπουργκ θέτει μ΄αξιωματικό τρόπο μία από τις σύγχρονες παραμέτρους καθώς και εκείνες τις συνθήκες οι οποίες διαμορφώνουν τελικά το δεσμό του παγκοσμίου πνεύματος με το θαύμα του ιερού βράχου των Αθηνών.Μεταφυσικό τοπίο, προικισμένο με τις μαρτυρίες ατέλειωτων εποχών, Ο Παρθενώνας και ο κλασσικός του ρυθμός διασώζουν μία από τις πρώτες ακμές της ανθρωπότητας. Και ακόμη ασύλληπτες σκηνοθεσίες, υποβλητικές, ικανές να επιβάλονται πάνω στα πρόσωπα και τις καλλιτεχνικές δημιουργίες προσδίδουν στο μνημείο το διαρκώς ανανεούμενο, συμβολιστικό του χαρακτήρα. Μια φαινομενικά φορμαλιστική δημιουργία η οποία όμως διατηρεί αναλλοίωτη τη δυναμική της, πρωτίστως ως σύμβολο.
Μία από τις σύγχρονες προκλήσεις για το αττικό μνημείο δεν είναι παρά η πλήρης και ολοκληρωτική αποκατάσταση του καλλιτεχνικού του συνόλου. Προμετωπίδες, αναπαραστάσεις, μαρμάρινες πτυχώσεις και προεξοχές, μάρμαρα και εξειδικεύσεις της αισθητικής του πληρότητας ζητούνται ολοένα και πιο επιτακτικά από τα μουσεία του κόσμου. Αυτή η αποκατάσταση συνιστά μια παγκόσμια, πολιτιστική δέσμευση, μια υποχρέωση της παγκόσμιας κοινότητας απέναντι σ΄ένα θαυμάσιο δείγμα της ανθρώπινης, καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Η ελληνική πολιτεία, φορείς ιδιωτικής πρωτοβουλίας, εξέχουσες προσωπικότητες της σύγχρονης τέχνης, σωματεία και ιδρύματα συμμετέχουν σε μια απέλπιδα προσπάθεια προκειμένου ο Παρθενώνας ν΄αποκαταστήσει πλήρως την αρχική του όψη. Η αποφασιστικότητα της Μελίνας Μερκούρη και η κοινοποίηση ενός αιτήματος με οικουμενικές περισσότερο προεκτάσεις παρά ελληνικές, ήδη από τη δεκαετία του 1980 επιβεβαιώνει το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον της ελληνικής πολιτείας, ώστε ο Παρθενώνας να θέσει και πάλι ενώπιον του αιώνα μας το ανυπέρβλητο, αισθητικό του μέτρο.
Η χρονική συγκυρία ίσως να μην προοιωνίζει θετικές εξελίξεις, δεδομένης της απαξιωτικής στάσης της παγκόσμιας κοινότητας απέναντι στα επίμονα, δημοσιονομικά και εγχώρια, κοινωνικά προβλήματα. Οι φωνές που συνηγορούν στην επιστροφή των περίφημων Ελγίνειων Μαρμάρων πληθαίνουν δίχως όμως τούτη η στάση να συνιστά μια επαρκή αντίδραση απέναντι στην αδιαφορία της κοινής γνώμης. Το νέο, ελληνικό μουσείο πιστοποιεί τ΄άλματα της ελληνικής πολιτείας στον τομέα του πολιτισμού. Άλματα ικανά να οδηγήσουν την παγκόσμια κοινότητα σε μια πιθανή αναθεώρηση της γενικότερης στάσης απέναντι στο φυσικό και δικαιολογημένο, ελληνικό αίτημα. Οι σκόπιμες ελλείψεις στα εκθέματα του μουσείου και η επιλογή είτε αυτές ν΄αντικαθιστούνται από σύγχρονες μιμήσεις είτε πάλι να επισημαίνονται στα επεξηγηματικά σχόλια που συνοδεύουν το έργο συντηρούν την πραγματικότητα της αέναης διεκδίκησης. Η έκβαση των συνομιλιών ανάμεσα στην ελληνική και την βρεττανική πλευρά, σχετικά με την επιστροφή των απαχθέντων μαρμάρων δεν έχει παράγει παρά σκόρπια συμπεράσματα περί του δικαίου ή του αδίκου της υποθέσεως. Οι παγκόσμιοι οργανισμοί, στα πλαίσια διπλωματικών παιχνιδιών και ανταποδοτικών, πολιτικών πρακτικών διατηρούν ένα ορισμένο ενδιαφέρον στην τελική έκβαση του ζητήματος. Είναι όμως προφανές πως το αίσιο τέλος για την πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας θ΄αργήσει να επέλθει. Ο μνημειακός χαρακτήρας και η ιστορική αξία του Παρθενώνα προφανώς και θα εξυψώνεται στο χρηματιστήριο της τέχνης. Αυτός ο τελευταίος παράγοντας καθώς και μια γνήσια επαναφορά θεμελιωδών, ηθικών κανόνων είναι δυνατόν να συμβάλουν αποφασιστικά στην τακτοποίηση του ζητήματος. Το μέλλον θ΄αποφανθεί για την πολυπόθητη, καλλιτεχνική επάρκεια του Παρθενώνα και την ενδεχόμενη συμπλήρωση εκείνων των ελλείψεων οι οποίες θα μπορούσαν ν΄αποκαλύψουν στο μέγιστο, δυνατό βαθμό τα ευρεία όρια ενός παλμού που επιζεί ως σήμερα.
Η ελληνική προσήλωση στην κλασσική αισθητική προέρχεται προφανώς από το ειδικό βάρος των μνημείων της Ακροπόλεως. Έτσι εξηγείται η αγαλματοποιία του κέντρου των Αθηνών και η συντήρηση οικημάτων που διατηρούν στ΄ακέραιο την έκφανση του ελληνικού, όπως αυτό σημειώθηκε στις αρχές του αιώνα κατά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Η παράδοση του νέου δεν μπορεί παρά να διεκδικεί απ΄το κοινωνικό σώμα  το μερίδιο που του αναλογεί σήμερα. Όμως ο νεοκλασσικισμός, ακόμη και σε μια κρίσιμη καμπή για το ελληνικό πνεύμα και τη μετέπειτα προσήλωση στο ίδιο το υλικό του εξαντλεί τ΄αποθέματά του. Η Αθήνα της δεύτερης χιλιετίας καλείται να συστηματοποιήσει την εκπόνηση ενός σχεδίου, με βάση το οποίο θα μπορούσε να καταρτιστεί μια σαφής, αισθητική προσέγγιση του τοπίου και των επίκαιρων αναγκών. Το ιστορικό, αθηναϊκό κέντρο διατηρεί στ΄ακέραιο τη σημασία του ακόμη και σ΄αυτήν την εποχή των διαρκών αλλαγών. Εντούτοις οι εξωγενείς, αρχιτεκτονικές προτάσεις που καταθέτονται αφήνουν τον ίδιο τον πολίτη έξω και πέρα από το αναφαίρετο δικαίωμά του να συστήσει μια νέα, αισθητική ταυτότητα.Ο Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου, η Μαρίνα των Βράχων, τα εξωφρενικά αηδόνια του Γιώργου Σεφέρη, ο Θεόφιλος και η κεραμεική αίσθηση του Τσαρούχη καλούνται να προσαρμόσουν τα ειδικά, ψυχικά τους χαρακτηριστικά στους νέους ρυθμούς. Ο πολίτης των Αθηνών οφείλει να διευκρινίσει την θέση του μες στο νέο, δημιουργικό χάρτη που θέτει την πόλη προ των αλλαγών.Μ΄άλλα λόγια καλούμαστε εκ νέου να εντοπίσουμε ξανά το σπουδαίο εκείνο αίσθημα της ενατένισης, το οποίο τόσο έλλειψε τα προηγούμενα χρόνια.
Το ζήτημα όμως δεν είναι η καθιέρωση ενός νέου τοπίου αλλά η προϋπόθεση της συμμετοχής του ίδιου του ατόμου στην επιλογή των κατευθύνσεων ανάμεσα σε συσχετισμούς ετερόκλητων πραγμάτων. Η ελληνική, αθηναϊκή αρχιτεκτονική, παθητική απέναντι στο ρεύμα του αθεράπευτα, βιομηχανικού πολιτισμού καλείται να βρει την ισορροπία ανάμεσα στο κλασσικό και την αναγκαιότητα της εποχής. Δεν πρόκειται φυσικά για ένα σκληρό βάρος, για ένα αρνητικό φορτίο και μια δευτερεύουσα απαίτηση. Αυτή η ενέργεια η στοχαστική την οποία καλούμαστε να παράγουμε συνεπάγεται την αιώνια ευφροσύνη, σπαράγματα της οποίας επιζούν στο παρελθόν, στις ακαδημίες, στα χαμηλά, σκόρπια αρχαία και ζητούν ν΄ανασυρθούν ξανά, συνδυασμένα επαρκώς με τις σύγχρονες αναγκαιότητες.
Τολμήσαμε παραπάνω να συνδυάσουμε δύο βασικές παραμέτρους της νέας, ελληνικής όψης. Εκείνης που προμηνύεται ειδικά για την Αθήνα και την ειδική, παγκόσμια σημασία της. Μιλήσαμε για την αναγκαιότητα μιας περισσότερο δημιουργικής μηχανικής, -η τελική δικαίωση του φουτουρισμού θα λέγαμε- και την αποκατάσταση της σχέσης του ατόμου με τα μικρά και τα μεγάλα θαύματα του αθηναϊκού παρελθόντος. Δεν αναιρούμε σε καμιά περίπτωση την επιφανειακή αρχαιοφιλία των περασμένων δεκαετιών. Πρακτική και θεωρητική στάση η οποία έθρεψε μια αδικαιολόγητη, εντόπια περηφάνεια. Δεν σκοπεύουμε να υποστηρίξουμε τ΄οριστικό τέλος του νεοκλασσικισμού των Αθηνών. Εκείνο που θέτουμε ως βασικό κίνητρο της επιχειρηματολογίας μας είναι το ίδιο το πρόσωπο, ο ίδιος ο πολίτης. Εκείνος που επιθυμεί μια σύγχρονη πόλη η οποία διατηρεί ακέραιο το δεσμό της με το παρελθόν, αλλά πραγματώνει την ίδια στιγμή το σύγχρονο, φυσικό περιβάλλον, δηλαδή το αστικό τοπίο. Δεν περιφρονούμε σε καμιά περίπτωση τον ελληνικό, αισθηματικό ανθρωπισμό, την ελληνορθόδοξη, ηθικοθρησκευτική παράδοση, μήτε το λαϊκό, ανιματικό μυστικισμό της φυλής μας. Θέτουμε όμως τους εαυτούς μας σ΄ευθεία κρίση προκειμένου τα σύγχρονα έργα που θα ανεγερθούν σε διάφορα σημεία της πόλης να παράγουν το αισθητικό φαινόμενο, την αισθητική ηδονή, προϊόντα των κοινωνικών και αισθητικών επιταγών κάθε εποχής. Αυτά άλλωστε έλειψαν όταν ληστρικά ξένες φυλές επέβαλαν άγραφους νόμους ποινικών στην παγκόσμια συνδιαλλαγή.
Η νέα, λυρική σκηνή που ανεγείρεται ταχύτατα στο νότιο τομέα της πόλης προσβλέπει σε μια ευθεία σχέση με το παρελθόν. Η πλήρης αποκατάσταση του τελευταίου σε συνδυασμό με την καλλιτεχνική οικονομία των νέων κατασκευών θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ενδιαφέρουσα και ανανεωτική μίξη, ανάλογη μ΄εκείνη που συναντούμε στους περιφραστικούς ορισμούς του μοντέρνου και τ΄οξύμωρο του Ρηντ για μια παράδοση του νέου. Φόρμα, συναίσθημα, ζωντάνια και ιστορία οφείλουν να συνυπάρχουν ισόποσα στη διαμόρφωση της Αθήνα του μέλλοντος.
Το βλέμμα της νέας εποχής θα πρέπει να είναι το δικό μας βλέμμα. Μ΄ό,τι έχει μαρτυρήσει,  μ΄ό,τι θυμάται, αγαπά και προσδοκά.