«ΣΙΔΗΡΟΥΝ ΘΟΛΟΣ», Με αφορμή τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων ημερών στην πολύπαθη Παλαιστίνη.

Έφυγε από τη ζωή,  20/11/2012,  ο Χρόνης Μίσσιος.  Δείτε το παρακάτω video του 24grammata.comWebTV

Διαβάστε το σχετικό αφιέρωμα του 24grammata.com για τον πολιτισμό της Μέσης Ανατολής κλικ εδώ.

Δείτε το μοναδικό, παγκοσμίως, ντοκιμαντέρ των Δημελλά/Κλειτσικα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Παλαιστίνη (από το πιλοτικό πρόγραμμα του 24grammata culture WebTV

Σύντομα κοντά σας το πρώτο culture WebTVστην Ελλάδα

24grammataWebTV

«ΣΙΔΗΡΟΥΝ ΘΟΛΟΣ»
Με αφορμή τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων ημερών στην πολύπαθη Παλαιστίνη.

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος

Αγαπημένε μου φίλε,
Απόψε σε ονειρεύτηκα. Ήμαστε λέει της ησυχίας οι λειτουργοί, βαθιά κρυμμένοι κάτω από τα παλιά δέντρα του όρους των Ελαιών. Δεν μιλούσαμε, μονάχα ανθίζαμε μες στην ευτυχισμένη υγρασία φίλε μου. Χαμογελούσαμε γιατί συλλογιζόμαστε πως απόψε δεν θα εισβάλουν οι τιμητές, οι ιερείς, απόψε, δεν θα εισβάλουν τα άγρια σκυλιά και οι προδότες. Ετούτα περάσαν σου έλεγα και σφίγγαμε τα χέρια όπως όσοι γίνονται αδέρφια. Δίχως άλλα αίματα, δίχως χαρακιές, μονάχα με τα μάτια φίλε μου αγαπημένε.Με ρώτησες για τα χρώματα του πρωινού που τόσους αιώνες το προσδοκούμε με ορμή, για τις καινούριες μέρες με ρώτησες και είδα θάλασσες αγωνία βαθιά μες στα σπίτια του προσώπου σου. Και δεν σου μίλησα, τίποτε δεν σου είπα, μονάχα έκρυψα το βλέμμα μου προς την κατεύθυνση των κάτωχρων φωτισμών. Όταν επέστρεψα κοντά σου ήσουν ένα σπίτι γκρεμισμένο, η στάση του σώματός σου εννοώ πως εθύμιζε κάτι τέτοιο, μια οικεία γεωμετρία δηλαδή. Τα παραθυρόφυλλά σου ορθάνοιχτα, οι πόρτες σου ριγμένες στα χώματα, κουβέρτες, σκισμένα πουκάμισα σκορπισμένα γύρω, σαν τις ακίνητες σημαίες των ηττημένων. Μέσα από το σώμα σου πετούσαν λαβωμένα πουλιά, άνθρωποι με σκισμένα φτερά στις πλάτες τους. Ήταν οι ελπίδες σου, συλλογίστηκα και έκανα να τους μιλήσω, να σηκώσουν τα πρόσωπά τους από τούτο το σκληρό ορίζοντα, μα κανείς δεν μου έδωσε σημασία. Τούτη είναι η βέβαιη πορεία προς το θάνατο, σκέφτηκα,  κοιτάζοντας τόσες ξοδεμένες ελπίδες φίλε μου. Έπειτα είδα και άλλα πολλά που μου έσφιξαν γερά την καρδιά. Δεν μιλώ για τα σκοτεινά δωμάτια, δεν μιλώ για τις σκόνες και τα αίματα στους τοίχους που περιμένουν να γίνουν συνθήματα.Μιλώ για τα μικρά παιδιά που τα κρατούν θρηνώδεις άντρες με παραμορφωμένα πρόσωπα. Πώς ισορροπούν στα χαλάσματα, πώς αντέχουν και περπατούν με τέτοιο βάρος, με τόσο θάνατο στα χέρια τους, αναρωτιέμαι φίλε μου. Τα ματωμένα σώματα έπειτα ενταφιάζονται μες σε μεγάλους λάκκους. Κάποτε, φίλε μου, όταν τα αρχαία αναβρυτήρια θα σωπάσουν, όταν πια θα έχουμε διδαχτεί ολόκληρη των πουλιών την τραγική ιστορία, εκείνοι που γράφουν την ιστορία θα εντοπίσουν τα λείψανα, θα μελετήσουν τη θέση, τα τραύματα, θα υποθέσουν την αιτία του θανάτου, θα διατάξουν την επιχωμάτωση του ομαδικού τάφου. Δεν θα υποπτευθούν πως τούτα τα σώματα είναι πια ρίζες γερών δέντρων στα όρια της πόλεως, δεν θα φανταστούν πως οι πιο βαθιές ομορφιές ξεκινούν πάντα από τα στόματα νεκρών νηπίων.
Έπειτα συντριμμένοι, καθώς αρμόζει στους καιρούς μας, σηκωθήκαμε και περπατήσαμε αργά, ήρωες τραγικοί. Μέσα από τα μάτια σου περνούσαν τώρα σκληροί, ζεστοί άνεμοι, μας στέγνωναν ολότελα τα μάτια, τα δάκρυά μας τέλειωσαν. Ύστερα, προτούν ηχήσουν ξανά οι σειρήνες των πρωινών βομβαρδισμών, δώσαμε τα χέρια. Μου έδειξες χιλιάδες παιδιά που αποχαιρετούσαν τις μανάδες τους και ανέβαιναν στα θρυλικά υψώματα. «Ο αιώνας μας είναι ένα παιδί σκυμμένο ολότελα στον εαυτό του», μου είπες εμπιστευτικά, σηματοδοτώντας μιας ολόκληρη εποχή.
Τινάχτηκα μες στον ύπνο μου. Κανείς μας δεν αξίζει τον οίκτο των παιδιών σκέφτηκα και επειδή ανησύχησα πολύ με τούτο το όνειρο, σκέφτηκα να σου γράψω. Ήμουν βαθιά λυπημένος και ένοχος. Εμπρός μου ορθάνοιχτο, μια μεγάλη ευκαιρία για την ευτυχία, το προαύλιο ενός κόσμου. Στην Παλαιστίνη, συλλογίστηκα τα γράμματα φτάνουν πάντοτε, όταν οι παραλήπτες έχουν αγαπήσει, έχουν ζήσει, έχουν αγαπήσει, έχουν τιναχτεί σαν φωτοβολίδες στον άνεμο. Μες στα τόσα σκοτάδια, άναψα όλα τα φώτα και άνοιξα στην απαίσια, δυτική νύχτα  τα σαθρά μου παράθυρα. Αγαπημένε μου φίλε, από τη χώρα των Φιλισταίων.

η φωτογραφία είναι του Μ. Δημελλά