Θεσσαλία και Άρτα (1881). Οι επιπτώσεις της ενσωμάτωσης

24grammata.com/ ιστορία

αποκλειστικά στο 24grammata.com

γράφει ο Μάριος Ορφανός
Αργότερα, με τη  διεύρυνση του ελληνικού κράτους με την Άρτα και την Θεσσαλία το 1881 περιπλέχτηκε το ζήτημα της μεγάλης ιδιοκτησίας. Τα «τσιφλίκια» της Θεσσαλίας αγοράστηκαν από πλούσιους Έλληνες του εξωτερικού οι οποίοι, πέρα από το γεγονός ότι διατήρησαν τον αναχρονιστικό θεσμό των κολίγων, άσκησαν πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις για να κερδοσκοπήσουν από την παραγωγή σιταριού. Επιδίωξαν, δηλαδή, την επιβολή υψηλών δασμών στο εισαγόμενο από τη Ρωσία σιτάρι, ώστε να μπορούν να καθορίζουν όσο το δυνατόν υψηλότερες τιμές για το εγχώριο προκαλώντας, μάλιστα, μερικές φορές και τεχνητές ελλείψεις. Πάντως εκείνοι που επλήγησαν, κατά κύριο λόγο, μετά την ενσωμάτωση ήταν οι ίδιοι οι αγρότες των περιοχών Θεσσαλίας και Άρτας, αφού η θέση τους επιδεινώθηκε με την εφαρμογή του βυζαντινό-Ρωμαϊκού δικαίου, που ίσχυε στο ελληνικό κράτος.
Βάσει αυτού του δικαίου καταργήθηκαν όλες οι υφιστάμενες μέχρι τότε διατάξεις για τους επίμορτους καλλιεργητές, οι οποίοι στηρίζονταν στο εθιμικό τοπικό δίκαιο και στο οθωμανικό δίκαιο. Ενώ επί οθωμανικής κυριαρχίας οι κύριοι τσιφλικιών είχαν μόνον το δικαίωμα «εξουσιάσεως» του εδάφους (tasarrouf), της εισπράξεως δηλαδή μόνο των προσόδων, μετά την ενσωμάτωση, οι ίδιοι απέκτησαν και το δικαίωμα απόλυτης ιδιοκτησίας επί των γαιοκτησιών τους. Η σύγκρουση τσιφλικούχων και κολίγων οφειλόταν στην άρνηση των τελευταίων ν’αποδεχθούν την επιδείνωση της θέσης τους, που απέρρεε από τις απαιτήσεις των νέων γαιοκτημόνων, βάσει των οποίων αποξενώνονταν από τα πατροπαράδοτα δικαιώματά τους επί της γης, των οικιών, των δασών, των βοσκοτόπων και άλλων εν γένει κοινόχρηστων χώρων του τσιφλικιού.
Οι πρακτικές αυτές δημιούργησαν εντάσεις και οδήγησαν στη ψήφιση νόμων8 απ’την κυβέρνηση Θεοτόκη, που έδιναν τη δυνατότητα διανομής της γης σε ακτήμονες καλλιεργητές. Οι νόμοι αυτοί είχαν θεσμοθετηθεί προκειμένου ν’αποκατασταθούν με αγροτικό κλήρο οι προσφυγές που είχαν έλθει στην Ελλάδα από Ανατολική Ρωμυλία, Βουλγαρία και Ρουμανία, μετά από διώξεις που υπέστησαν οι Έλληνες σ’αυτές τις περιοχές. Οι νόμοι αυτοί αφ’ενός προέβλεπαν εκούσια και όχι αναγκαστική απαλλοτρίωση και αφ’ετέρου είχε εκληθεί ότι αφορούσε πρόσφυγες και όχι αυτόχθονες καλλιεργητές. Γι’αυτό και οι τσιφλικούχοι δεν είχαν αντιδράσει κατά την ψήφιση του. Όμως κάποιες ασάφειες στη διατύπωση του έδωσαν τη δυνατότητα στις ελληνικές κυβερνήσεις ν’αγοράζουν όσα τσιφλίκια ήθελαν να πωλήσουν οι ιδιοκτήτες τους και να τα μεταπωλούν και σε αυτόχθονες ακτήμονες. Η εφαρμογή τους αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση και οι τριβές που προκλήθηκαν προκάλεσαν συγκρούσεις, η πιο σημαντική από τις οποίες έγινε στο χωριό Κιλελέρ το 1910.
Οι εξελίξεις προχώρησαν αργά μέχρι το τέλος των Βαλκανικών πολέμων (1913), οπότε το ζήτημα έγινε πιο περίπλοκο, καθώς μέσα στα νέα όρια της χώρας υπήρχαν πλέον και μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων.