Μυρτώ Αλικάκη, “Τι γίνονται οι λέξεις όταν μεγαλώνουν;”

24grammata.com culture WebTV

Αποσπάσματα του βιβλίου “Τι γίνονται οι λέξεις όταν μεγαλώνουν;” του δημοσιογράφου και ποιητή Σταύρου Σταυρόπουλου, όπως τα διάβασε, συγκλονιστικά κατά κοινή ομολογία, η ηθοποιός Μυρτώ Αλικάκη στην παρουσίαση του βιβλίου στον Ιανό.

Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Το βιβλίο εξερευνά τη σημασία των λέξεων και των χρωμάτων που έχει ανάγκη η ζωή μας για να μας φανερωθεί. Κυρίως, όμως, εξερευνά τα μέρη εκείνα του εαυτού μας όπου βρίσκει καταφύγιο για να κρυφτεί η αλήθεια, τα υπόγεια με τα σκονισμένα ρούχα που αποφεύγουμε να φορέσουμε γιατί μας θυμίζουν ποιοι ήμασταν.

Γραμμένο σε εξομολογητικό τόνο σαν κάποιος να σου ψιθυρίζει στο αυτί μυστικά για την επιβίωση, χωρισμένο σε έξι μεγάλες χρωματικές ενότητες, ανοίγει τις πόρτες διάπλατα για να περάσουν οι λέξεις και να συναρμολογηθούν τα κομμάτια του παζλ που συγκροτούν τελικά το μυθιστόρημα της ζωής μας: Βιβλία που μας σημάδεψαν, πρόσωπα αγαπημένα, μουσικές που διαρκούν, έρωτες που απέτυχαν να διαρκέσουν αλλά πέτυχαν να εξαγνιστούν, καλοκαίρια που πέρασαν και άφησαν γεύση από καραμέλα στα χείλη, μικρές διαψεύσεις για μεγάλες ελπίδες, γεγονότα που απασχόλησαν επί μακρόν την επικαιρότητά μας. Με ήρωα, μια καθημερινότητα που επελαύνει.

Όταν μεγαλώνουν οι λέξεις, το σκάνε απ τις σελίδες. Έχουν αποφασίσει ότι θέλουν να γίνουν ζωή.

Στο πλοίο για τη Μήλο, με πιθανότητα ομίχλης. Μυρίζει αγιόκλημα. Βγαίνει απ τα φουγάρα. Πέντε-έξι σημαντικοί γκεστ: Κάφκα, Μπέκετ, Κέρουακ, Νίκος Νικολαΐδης, Γιώργος Χειμωνάς, Κατερίνα Γώγου. Μερικά σύννεφα. Πάνε να αφήσουν τα καλοκαίρια να κολλήσουν πάνω τους. Εκείνος εκεί ο μισός-άνθρωπος, μισός-μπύρα, ο Μπουκόβσκι δεν είναι; Κάθεται παράμερα, είναι άλλωστε ο συγγραφέας. Περνά, περνά ο θάνατος κι εκείνοι τον ξεγελάνε. Με την τρομπέτα του Μάιλς Ντέιβις, με τα στιχάκια του Ντύλαν. Στα αμπάρια του πλοίου κρύβεται πληγωμένος ο Σάββας Ξηρός. Ένα τραγούδι του Λέοναρντ Κοέν έχει σκάσει στα χέρια του η κρίση της Αριστεράς είναι αναπόφευκτη. Κάτω απ το τραπέζι του σαλονιού είναι κρυμμένος ο Αλεξάκης, θέλει να τους τρομάξει όλους. Δεν γνωρίζει ότι του έχω πάρει τη φυσαρμόνικα. Εσύ δεν ξέρω που είσαι. Πού είσαι;

Μετά έφυγαν όλοι. Το πλοίο σιγά σιγά άδειασε. I was feeling kind of seasick. Πέρασε το γκαρσόνι, μάζεψε τις πεταμένες λέξεις, που κοίταγαν η μία την άλλη, με τη σκούπα, σα ψίχουλα, και τις έριξε στη σακούλα. Άναψα ένα τσιγάρο στα βιαστικά και αποκοιμήθηκα στην αγκαλιά μιας Ινδιάνας εκτός πλατό. Υπό τους ήχους του «Getting in tune» των Who. Ήταν η τελευταία που ταξίδεψε με το πλοίο της γραμμής για κει όπου βρισκόταν πάντα η θάλασσα.

The rest is silence.

(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)