Νικηφόρος Βρεττάκος: Άνθρωπος και ποιητής

24grammata.com- Βρεττάκος

Της Γεωργίας Κακούρου-Χρόνη

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος,όπως κάθε αληθινός δημιουργός, δημιουργεί την εποχή του. Μιλώντας για ποίηση μπορεί κανείς να μιλάει για χίλια δυο πράγματα, για ιδέες, για τεχνοτροπίες, για σχολές, για ρεύματα. Όλα όμως για ένα θ έλουν να μιλήσουν: Για τον άνθρωπο. Το ερώτημα είναι για ποιον άνθρωπο, για ποιον τύπο ανθρώπου.
Ποιον άνθρωπο πολιτογραφεί ο Νικηφόρος Βρεττάκος στο ογκώδες έργο του; Τον άνθρωπο της ελευθερίας, της ευθύνης, της αλήθειας, της αγωνίας, του πόνου και προπαντός της αγάπης.
Αναφερόμαστε στον αληθινό δημιουργό, τον αληθινό ποιητή, που  γράφει κουβαλώντας ένα απόθεμα ζωής, την ποιότητα της εσωτερικής του ζωής, που γράφει από βαθιά ανάγκη να εκφραστεί, να επικοινωνήσει με τους άλλους ανθρώπους. Γράφει για να σπάσει τον κύκλο μέσα στον οποίο είναι κλεισμένος, για να αδελφώσει τον άνθρωπο με τον άνθρωπο.
Η αληθινή ποίηση δεν είναι μια ορισμένη ιδεολογία, δεν είναι μια θεωρία ή ένα κήρυγμα. Είναι τρόπος ζωής, είναι πράξη. Γι’ αυτό και το αληθινό ποιητικό έργο δε χωρίζεται από τη ζωή του ποιητή.
Αν αυτό ισχύει για τους ποιητές, ισχύει πάνω απ’ όλους για τον Νικηφόρο Βρεττάκο. Δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε την ποίηση από τη ζωή του, ούτε τη ζωή από την ποίηση. Και το κυριότερο. Η ποίησή του έχει την αλήθεια του ποιητή και η ζωή του την ειλικρίνεια και τη συνέπεια του ανθρώπου.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ο ποιητής-μάρτυρας της εποχής μας. Η μεταφυσική αγωνία που φώλιασε στα στήθη του αιώνα μας, η αλλοτρίωση του ανθρώπου, η διαλεκτική του καλού και του κακού, του όμορφου και του άσχημου, η ιστορική περιπέτεια του νέου ελληνισμού έσκαψαν το πρόσωπο και την ψυχή του.
Στο πρόσωπο έμειναν οι ρυτίδες και στην ψυχή ο πόνος. Ο πόνος, όχι ο ψυχικός, μα ο άλλος, ο ηθικός πόνος. Να γεννηθείς στην ωραία μοναξιά της Πλύμιτσας και σαν νοήσεις καλά τον κόσμο, να πονέσεις. Ο πόνος και η πατρική γη διασταυρώθηκαν και τα συναισθήματα του ποιητή ξαναπροίκισαν με απέριττη ομορφιά τον ήλιο, το νερό, τον αέρα, το φως. Πέρα από τη γνήσια ελληνικότητα του έργου του, η ποίησή του είναι ένα σήμα συναγερμού τωνσυνειδήσεων, είναι ένα προσκλητήριο για αφύπνιση, για αγώνα.
Άξονας της ζωής και της ποίησής του η αιώνια πάλη του καλού με το κακό, της ομορφιάς με την ασχήμια. Την ομορφιά που την ανακάλυψε ανοίγοντας τα μάτια του ο ποιητής στους συγκατοίκους του της Πλούμιτσας, στα αστέρια, στα ζούμπερα, στις ταπεινές μαργαρίτες και που γρήγορα – όταν επτά χρονών έρχεται στις Κροκεές για το δημοτικό σχολείο- έμαθε πως μόνον ο άνθρωπος από τα πλάσματα του Θεού, πολλές φορές, την στερείται.
Ο ποιητής δεν ανακάλυψε, λοιπόν, τη φύση –που οι περισσότεροι ποιητές μας την παραμέρισαν μεταπολεμικά-, όταν μεγάλωσε. Από παιδί στην Πλούμιτσα είχε την ομορφιά της φύσης στη φωνή του, στην ίδια του την ανάσα, στα ίδια του τα βήματα, κάτω από το δέρμα του. Γι’ αυτό και κάθε φορά επιστρέφει εδώ, χωρίς να φεύγει βέβαια από τον κόσμο. Δεν πρόκειται για φυγή, αλλά για καταφύγιο που θα του επιτρέψει να αυτοσυγκεντρωθεί, να ανασυνταχτεί, να επουλώσει τις πληγές και να σταθεί πάλι ορθός απέναντι στον ήλιο.
Στα πρώτα χρόνια της ζωής του ο ανοιχτός ορίζοντας της Πλούμιτσας του έδειχνε το πρόσωπο του Θεού, αλλά του έκρυβε το πρόσωπο του ανθρώπου και τον άφηνε ανυποψίαστο και εκτεθειμένο. Κάπως αλλιώς τον περίμενε τον κόσμο. Δεν φανταζόταν πως ο Κάιν ήταν τόσο παλιός. Ούτε βέβαια πως θα έβλεπε την Ειρήνη

Διωγμένη, βρεγμένη, λυσίκομη.
Ούτε πως θα γινόταν επικίνδυνο στους καιρούς μας
να βγαίνει ένας άνθρωπος έξω απ’ τη μήτρα του.
Ούτε πως θα πριόνιζαν το δέντρο της ζωής του πλανήτη μας
Ίσως το πι’ όμορφο δέντρο του σύμπαντος.

Ούτε πως το λόγο θα του τον αφαιρούσαν οι εξοπλισμοί, πως η επιστήμη και η τεχνολογία θα δούλευαν στο πλευρό του σκότους, ούτε πως ο άνθρωπος θα χρεωκοπούσε ηθικά προτού ο πυρηνικός όλεθρος γράψει το ύστατο ρέκβιεμ.
Δεν υποψιαζόταν, λοιπόν, πως το κακό θα έπαιρνε τόσες όψεις, όσες και η ομορφιά που τουλάχιστον πρόλαβε να την κλείσει μέσα του.
Γρήγορα η επαφή του με τα καταλυτικά προβλήματα του καιρού του, η πύρινη θύελλα των πολέμων και οι στάχτες που άφησαν, τον έκαναν ν’ αντικρύσει, να συλλάβει και να αναλύσει τα βαθύτερα ελατήρια της ιστορίας του Ανθρώπου και να ειπεί τη φοβερή λέξη: Γιατί;
Ετσι, στην ωραία εικόνα του κόσμου που έφερε μέσα του από μικρό παιδί, θα αντιπαρατεθεί μια άλλη εικόνα που έχει τα φοβερά χαρακτηριστικά της Χιροσίμα, όπου όλα είναι αβέβαια και απειλητικά μαζί, γιατί κρύβουν το απρόοπτο.
Η ωραία εικόνα, λοιπόν, του κόσμου που έφερε μέσα του από παιδί συγκρουόταν με τις πόρτες της νύχτας και των ανέμων που άνοιξαν γύρω του πολύ ενωρίς, από τότε ακόμη που παιδάκι στις Κροκεές ζει τον απόηχο της Μικρασιατικής καταστροφής. Εκείνη η ωραία εικόνα συγκρουόταν με τα παιδάκια του Βιετνάμ, της Μπιάφρα, της Κύπρου. Με τους χαμένους μικρούς ποιητές της γης.
Η αντίθεσή του σ’ αυτόν τον κόσμο, έγινε θαρραλέα κραυγή. Μια θαρραλέα κραυγή είναι ένα μεγάλο μέρος της ποίησης του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Αισθάνεται όμως ταυτόχρονα –και αυτό είναι σημαντικό- μέτοχος της σκηνοθεσίας αυτού του δράματος και συνειδητοποιεί πως ό,τι έχει να κάνει θα το κάνει ανάμεσα στους ανθρώπους. Η δικαιοσύνη και η αλήθεια έχουν ανάγκη από τον δικό του αγώνα. Τον αγώνα του Ανθρώπου και του Ποιητή.
Πίστεψε πως ολόκληρη η αξιοπρέπειά μας ως ανθρώπων είναι δεμένη με το θάρρος, με το οποίο βάζουμε κάτω «υπό συζήτησιν» τον κόσμο και τη ζωή.
Ευθύνη, λοιπόν, έχουμε όχι μόνο για το άτομό μας, αλλά και για όλους τους άλλους:

Κάθε που γίνονταν κακό, οπουδήποτε, αυτόν
έλεγε ότι πρόσβαλαν˙ κάθε φορά κρατούσε το στήθος του
σα να πληγώθηκε. Κι’ όταν μιλούσε,
«πίσω απ’ τις λέξεις μου», έλεγε, «στέκονται όρθιοι όλοι
οι προσβλημένοι αυτού του κόσμου και χειρονομούν».

Αυτό είναι το βαθύτερο περιεχόμενο της ευθύνης. Ο νέος άνθρωπος που θα ανατείλει μια τέτοια ευθύνη πρέπει να έχει για να είναι άξιος του ονόματός του.
Ο ποιητής –αυτό είναι ολοφάνερο στην ποίησή του και τη ζωή του- δεν δέχτηκε ποτέ να παίξει το ρόλο του ανιδιοτελή παρατηρητή. Ήταν πάντοτε παρών στις μεγάλες στιγμές της ιστορίας. Από χρέος να κρατάει άγρυπνα τα μάτια της ψυχής του. Η ζωή του, ο τρόπος της ζωής του, στάθηκε στο ύψος της ποίησής του. Η ποίηση και η ζωή του είναι μια υπεύθυνη πράξη.
Το πρόσωπο και οι στίχοι του Νικηφόρου Βρεττάκου χαράχτηκαν με τις πληγές της κατατσακισμένης ψυχής του. Πληρώνει τόκους και πρόστιμα για τον πόνο των ανθρώπων. Γίνεται κραυγή, διαμαρτυρία, που θα μας εμποδίσει να εκφωνήσουμε τον επικήδειο των ποιητών. Νιώθει χρεώστης απέναντι στον κόσμο, με ένα χρέος που θα κλιμακώνεται από την αληθινή καλημέρα που κάθε πρωί απευθύνει στον κόσμο ώς τη θυσία. Πονά γιατί ο κόσμος είναι και δικιά του υπόθεση:

Με την πληγή του στήθους μου πορεύομαι
Να κρύψω ενός πλανήτη την πληγή.

Ο ποιητής ενώνει τους ανθρώπους. Τους ενώνει ως ελεύθερες συνειδήσεις. Μέσα από τις ποιητικές του εικόνες, από τις γυμνασμένες αισθητικά λέξεις του, αφυπνίζει στον άνθρωπο το αίσθημα της ευθύνης:

εκπορνεύουν την αρετή, κι αν εσύ
αποστρέψεις το πρόσωπο, τότε δεν είσαι

ποιητής ή πολίτης αλλά ύποπτος.

Και θα απαιτήσει απάντηση ρωτώντας μας:

Εσύ δε θα βοηθήσεις σ’ αυτή την υπόθεση;

Ξέρει βέβαια πως οι φωνές των ποιητών, οι ηθικές φωνές είναι οι πιο αδύναμες στις μέρες μας. Κι όμως δεν θα σιωπήσει, ούτε θα υποκύψει στη φυγή, στο παράλογο, στον μηδενισμό, στη μοναξιά.

Κι ας λένε πως είναι μάταια όλα
πως αύριο στον σε κάθε φωνή,
αν υπάρχει φωνή, θ’ αποκρίνεται
η στάχτη του – εμείς συνεχίζουμε
(Τι έχεις αηδόνι μου; Όπως πάντα
και τώρα αγαπάς άρα υπάρχεις).

Με όπλο την αγάπη στον συγκεκριμένο, στον βασανισμένο άνθρωπο, που δεν έχει να φάει, που δεν έχει να πιει, που σκοτώνεται κάθε στιγμή σε κάποια γωνιά της γης θα αντισταθεί ο ποιητής στις καταλυτικές φωνές του αιώνα μας. Θα ζητήσει να φέρει λίγο ηλιόλαδο στις πληγές και θα τοποθετήσει τον Θεό μέσα στον άνθρωπο, που θα τον λατρέψει όπως οι φανατικοί λάτρευαν τον Θεό.
Η ποίηση που έχει μαθητεύσει στην οδύνη και στρατεύεται στην αγάπη του ανθρώπου θα είναι πάντα επίκαιρη. Εκτός και αν ξεγράψουμε τον άνθρωπο.
Πληρότητα και απλότητα χαρακτηρίζουν τη ζωή και την ποίηση του Νικηφόρου Βρεττάκου. Και είναι δύσκολο πράγμα να ζήσεις και να γράψεις απλά. Η απλότητα προϋποθέτει μια βασανιστική πορεία μέσα στον πόνο και τη σοφία του κόσμου. Προϋποθέτει πως αναγνωρίζεις το χέρι του Θεού μέσα στα μικρά, στα ελάχιστα πράγματα που βλέπουμε γύρω μας, πως δέχεσαι την ποίηση που υπαγορεύει η αγία τους ύλη.
Η υπόσχεση φωτός που δίνει με το έργο του και η ζωή του ο Νικηφόρος Βρεττάκος συγκινεί και κατακτά μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Από το θείο αρτοφόριο της ποίησή του ας δεχτούμε το αντίδωρο των στίχων του και ας κρατήσουμε τα κεράκαι του ποιητή αναμμένα.

Δημοσίευση στο “Φώτα και φωτισμοί του Νικηφόρου Βρεττάκου – Τρία χρόνια από την εκδημία του”, Τετράδια Ευθύνης αρ. 33
http://www.ekebi.gr